ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 19
29 Ιανουαρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ/Η
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ,
Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,
ν.
1. ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΣΤΕΡΓΙΔΟΥ,
2. ΘΕΛΜΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,
3. ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΪΜΑΚΚΗ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητριών.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2255)
Αναθεωρητική Έφεση — Ειδοποίηση Έφεσης — Τα επίδικα ζητήματα καθορίζονται στους λόγους έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης και όχι στο περίγραμμα αγόρευσης — Εγκατάλειψη λόγου εφέσεως που δεν είχε αναπτυχθεί στο περίγραμμα και ανάπτυξη ισχυρισμών στο περίγραμμα που δεν καλύπτονταν από τους λόγους έφεσης, κατέστησαν την έφεση άνευ αντικειμένου — Απόρριψη έφεσης.
Στην παρούσα έφεση, με την ειδοποίηση έφεσης προσβλήθηκε το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με το ότι η πείρα ενός των ενδιαφερομένων μερών δεν κάλυπτε τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας. Στο περίγραμμα αγόρευσης δεν αναπτύχθηκε το θέμα αυτό, αλλά έγινε μόνο αναφορά στον ορισμό της έννοιας «καθηγητής» στο Νόμο 10/69, Άρθρο 2 καθώς και στην Κ.Δ.Π. 205/72. Το τελευταίο ζήτημα δεν αποτέλεσε αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας.
Το Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Οι λόγοι έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης αρχικά πρόσβαλλαν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με το ότι η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους Χριστοφίδη στην Παιδαγωγική Ακαδημία και η απόσπασή του ως συμβούλου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως πείρα σε «διδικτικό έργο». Το θέμα αυτό όμως δεν αναπτύχθηκε στο περίγραμμα αγόρευσης και η συνήγορος των εφεσειόντων εγκατέλειψε ρητά όσα θέματα δεν αναπτύσσονταν στο περίγραμμα. Το θέμα που προωθήθηκε δεν καλύπτεται από τους λόγους έφεσης και δεν μπορεί να εξετασθεί. Έτσι τελικά δεν υπήρξε ενώπιον του Δικαστηρίου λόγος έφεσης του οποίου να επιληφθεί, αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους που συναρτώνται με την πείρα του σε «διδιακτικό έργο».
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω και αφού το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου για έλλειψη αιτιολογίας δεν προσβάλλεται, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2243,
Πιπερίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστήριου Κύπρου (Δημητριάδης, Δ.) που δόθηκε στις 31 Ιανουαρίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 523/93) με την οποία έγινε αποδεκτή η προσφυγή των εφεσιβλήτων - αιτητριών εναντίον της απόφασης των εφεσειόντων να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, για την ειδικότητα Γαλλικών.
Ρ. Πετρίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1 Χ. Χριστοφίδη.
Α. Κωνσταντίνου, για τις Εφεσίβλητες-Αιτήτριες.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Π. Αρτέμης.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή τους οι εφεσίβλητες-αιτήτριες ζητούσαν την ακύρωση της απόφασης των εφεσειόντων-καθ΄ων η αίτηση, με την οποία προήγαγαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση (Τακτ. Προϋπ.) Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης για την ειδικότητα καθηγητών Γαλλικών από 1.9.93, αντί αυτών.
Το ενδιαφερόμενο μέρος Χριστόφορος Χριστοφίδης δεν περιλήφθηκε στον κατάλογο που προτάθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή γιατί κατά την κρίση της "ο υποψήφιος Χριστόφορος Χριστοφίδης δεν έχει το απαιτούμενης διάρκειας διδακτικό έργο στη μέση εκπαίδευση", που ήταν δεκαετές, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Η Ε.Ε.Υ., αφού εξέτασε ένσταση του ενδιαφερομένου αυτού μέρους, αποφάσισε ότι είχε το διδακτικό έργο που απαιτείτο από το Σχέδιο Υπηρεσίας και τον περιέλαβε στον τελικό κατάλογο. Ακολούθησε συνέντευξη των υποψηφίων και η Ε.Ε.Υ., αξιολογώντας τα αποτελέσματα της συνέντευξης, αποφάσισε και αύξησε τις μονάδες των υποψηφίων σύμφωνα με το άρθρο 35Β(10)(β) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων, 1969-1992.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφορικά με την απαιτούμενη πείρα για το ενδιαφερόμενο μέρος Χριστοφίδη, έκρινε ότι αυτή δεν περιελάμβανε 10 έτη σε διδακτικό έργο, και αποφάσισε ότι κακώς η Ε.Ε.Υ. δέχθηκε ως τέτοια πείρα την υπηρεσία του στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και την απόσπασή του ως συμβούλου στην Υπηρεσία Καθοδηγήσεως και Επαγγελματικού Προσανατολισμού. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο ορισμός του όρου "μέση εκπαίδευση" στο άρθρο 2 του Νόμου δεν συμπεριλαμβάνει την Παιδαγωγική Ακαδημία γιατί αυτή θεωρείται ως "ανώτερη εκπαίδευση". Για το λόγο αυτό και με αναφορά στην υπόθεση Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2243, έκρινε ότι η Ε.Ε.Υ. είχε υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας και η απόφαση της επί του προκειμένου ήταν παράνομη και άκυρη.
Περαιτέρω, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η αναιτιολόγητη αξιολόγηση των υποψηφίων κατά τη συνέντευξη οδηγούσε σε ακυρότητα της όλης απόφασης, γιατί ήταν αντίθετη με τη σχετική νομική πρόνοια που απαιτεί "αιτιολογημένη απόφαση (της Ε.Ε.Υ.) η οποία στηρίζεται στην εντύπωση που απεκόμισε από τις προσωπικές συνεντεύξεις . . .". Προς τούτο το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε στήριγμα και στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Πιπερίδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, εκτενές απόσπασμα από την οποία και παρέθεσε.
Με την έφεσή τους οι καθ' ων η αίτηση δεν αμφισβητούν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου όσον αφορά την έλλειψη αιτιολογίας σχετικά με τις εντυπώσεις που απεκόμισε η Ε.Ε.Υ. κατά τη συνέντευξη και την προσθήκη ως αποτέλεσμα τούτου μονάδων. Προσβάλλουν όμως την κρίση του Δικαστηρίου ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Χριστοφίδης δεν ήταν προσοντούχος.
Κατά τη διάρκεια της ακρόασης της έφεσης εγκαταλείφθηκαν ρητά εκ μέρους των εφεσειόντων όσοι λόγοι δεν αναπτύσσονταν στο περίγραμμα τους.
Παρόλον ότι η δικαστική απόφαση αναφορικά με το θέμα προσόντων του ενδιαφερομένου μέρους Χριστοφίδη βασίστηκε στο ότι η υπηρεσία στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου και εκείνη ως συμβούλου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως πείρα που απαιτείτο από το Σχέδιο Υπηρεσίας, στο περίγραμμα των εφεσειόντων τούτο πουθενά δεν θίγεται, αλλά γίνεται μόνο αναφορά στον ορισμό της έννοιας "καθηγητής" στο Νόμο 10/69, άρθρο 2, καθώς και στην Κ.Δ.Π. 205/72. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων υπέβαλε ότι το θέμα αυτό δεν αποτέλεσε αντικείμενο της πρωτόδικης διαδικασίας ούτε καλύπτεται από τους λόγους έφεσης.
Η θέση αυτή κρίνεται ως ορθή. Οι λόγοι έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης αρχικά πρόσβαλλαν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αναφορικά με το ότι η πείρα του ενδιαφερομένου μέρους Χριστοφίδη στην Παιδαγωγική Ακαδημία και η απόσπαση του ως συμβούλου δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως πείρα σε "διδακτικό έργο". Το θέμα αυτό όμως δεν αναπτύχθηκε στο περίγραμμα αγόρευσης και η συνήγορος των εφεσειόντων εγκατέλειψε ρητά όσα θέματα δεν αναπτύσσονταν στο περίγραμμα. Το θέμα που προωθήθηκε δεν καλύπτεται από τους λόγους έφεσης και δεν μπορεί να εξετασθεί. Έτσι, τελικά δεν υπήρξε ενώπιον μας λόγος έφεσης του οποίου να επιληφθούμε, αναφορικά με τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους που συναρτώνται με την πείρα του σε "διδακτικό έργο".
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, και αφού το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου για έλλειψη αιτιολογίας δεν προσβάλλεται, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.