ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 161
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1974
(Υπόθ. Αρ. 950/92)
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΠΙΚΗ, Π., Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ,
ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, ΔΔ.
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Εφεσείουσας-Καθ΄ης η αίτηση
- ν -
Ιωάννη Ιωνά Αγγελή
Εφεσίβλητου-Αιτητή
- - - - - -
Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1975
(Υπόθ. Αρ. 950/92)
Σωτήρης Καλογήρου
Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο Μέρος
- ν -
Ιωάννη Ιωνά Αγγελή
Εφεσίβλητου-Αιτητή
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Καθ΄ης η αίτηση στην προσφυγή
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 31 Μαρτίου, 1999.Α. Ε. 1974
Για τους εφεσείοντες: Ρ. Πετρίδου (κα).
Για τον εφεσίβλητο: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Λ. Δικωμίτου (κα).
Α. Ε. 1975
Για τον εφεσείοντα-ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Λ. Δικωμίτου (κα).
Για τον εφεσίβλητο: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τη Δημοκρατία: Ρ. Πετρίδου (κα).
- - - - - -
Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει
ο Μ. Κρονίδης, Δ.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.
: Εφεσιβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του Σωτήρη Καλογήρου (ενδιαφερόμενο μέρος) στη θέση Εκπαιδευτή (Μηχανολογίας-Ναυτομηχανικής) στο Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (ΑΤΙ) με ισχύ από 15.9.92.Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Όταν ζητήθηκε η πλήρωση της, κινητοποιήθηκε ο μηχανισμός πλήρωσης της, όπως εξειδικεύεται στο άρθρο 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (αρ. 1/90). Η Συμβουλευτική Επιτροπή, στην έκθεσή της εισηγήθηκε τέσσερις υποψηφίους μεταξύ των οποίων τον εφεσίβλητο/αιτητή στην Έφεση 1974 και τον εφεσείοντα/ενδιαφερόμενο μέρος στην Έφεση 1975. Η ΕΔΥ ακολούθως υπέβαλε τον κάθε ένα υποψήφιο σε προφορική εξέταση στην παρουσία του Διευθυντή του ΑΤΙ, ο οποίος βαθμολόγησε τον μεν εφεσίβλητο/αιτητή ως "πολύ καλό", τον δε εφεσείοντα/ενδιαφερόμενο μέρος ως "εξαίρετο". Ο Διευθυντής σύστησε, ως εκ τούτου, τον
εφεσείοντα/ενδιαφερόμενο μέρος για διορισμό. Η ΕΔΥ στη δική της κρίση στην προφορική εξέταση βαθμολόγησε τα διάδικα μέρη ως "πολύ καλό" και "πάρα πολύ καλό", αντίστοιχα.Ακολούθως, η ΕΔΥ ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Καταλήγει δε στην απόφαση της ως εξής:-
"Η Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας έλαβε δεόντως υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το περιεχόμενο των αιτήσεων των υποψηφίων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση και τη σύσταση του Διευθυντή του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου.
.............................. .................................................. .........................
Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα και την αρχαιότητα των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι για σκοπούς της μεταξύ τους σύγκρισης.
Η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε ότι ο ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ Σωτήρης, ο οποίος έχει τη σύσταση του Διευθυντή και διαθέτει το πλεονέκτημα που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτόν προαγωγή στη μόνιμη (Προϋπ. Ανάπτ.) θέση Εκπαιδευτή
(Μηχανολογίας-Ναυτομηχανικής), Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο.".Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε την προσφυγή του εφεσίβλητου και ακύρωσε την επίδικη απόφαση με το αιτιολογικό ότι προσδόθηκε από την ΕΔΥ ανεπίτρεπτα ειδικό βάρος στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης η δε απόφαση της δεν παρέχει αιτιολογία και δεν αναπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων αφού αυτά δείχνουν υπεροχή του εφεσίβλητου.
Εναντίον της απόφασης αυτής του πρωτόδικου Δικαστηρίου τόσο η Δημοκρατία όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος άσκησαν τις εφέσεις αυτές.
Και στις δύο εφέσεις, τόσο της Δημοκρατίας όσο και του εφεσείοντα/ενδιαφερόμενου μέρους προβάλλονται ταυτόσημοι λόγοι έφεσης.
Όλοι οι λόγοι έφεσης και από τους δύο εφεσείοντες αναπτύσσονται σε ενιαίο κείμενο. Κεντρικός άξονας, γύρω από τον οποίο περιστρέφονται τα επιχειρήματα των εφεσειόντων είναι η εσφαλμένη, κατ΄ αυτούς, κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσίβλητος υπερείχε καταφανώς του εφεσείοντα/ενδιαφερόμενου μέρους, ως επίσης, ότι ελλείπει η αιτιολογία στην επίδικη απόφαση η οποία δεν αναπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων.
Ας εξετάσουμε, κατά συνέπεια, ποιά είναι τα στοιχεία των φακέλων. Οι εμπιστευτικές εκθέσεις, στο βαθμό που είναι μέτρο αξίας, δεν αποδεικνύουν υπεροχή υπέρ κανενός των διαδίκων. Και οι δύο είναι γενικά ισοδύναμοι σε αξία, στο επίπεδο των εμπιστευτικών εκθέσεων. Περαιτέρω όμως έρευνα, όπως υποδεικνύει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποκαλύπτει ότι ο εφεσίβλητος απέκτησε πείρα μεγαλύτερη σε χρονική διάρκεια έναντι του εφεσείοντα/ενδιαφερόμενου μέρους λόγω της αρχαιότητάς του. Η πείρα που αποκτά εργαζόμενος υπό συγκεκριμένη ιδιότητα αποτελεί συστατικό της αξίας του την οποία και επαυξάνει (Βλέπε: Άννα Πιπερή και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1984) 3 AAΔ 1306, Σπύρος Ηλιάδης και Άλλη ν. Χρυσοστόμου Χριστοφή (1991) 3 ΑΑΔ 25).
Τόσο ο εφεσείων/ενδιαφερόμενο μέρος όσο και ο εφεσίβλητος, όσον αφορά τα προσόντα πληρούσαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Και οι δύο έχουν δίπλωμα Μηχανολογίας του ΑΤΙ. Ο αιτητής όμως κατέχει και πανεπιστημιακό δίπλωμα (B.Sc.) Μηχανολογίας. Το Πανεπιστημιακό αυτό Δίπλωμα, δεν απαιτείται μεν από το Σχέδιο Υπηρεσίας, αλλά τούτο σχετίζεται με την επίδικη θέση.
Είναι σταθερά νομολογημένο ότι δεν παραγνωρίζονται προσόντα που δεν προβλέπονται μεν από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, είναι όμως συναφή με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της επίδικης θέσης. Τα επιπρόσθετα αυτά προσόντα συνεκτιμούνται με τα άλλα στοιχεία για την επιλογή του καταλληλότερου (Βλέπε: Ανδρεστίνος Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1985) 3 ΑΑΔ 405, Αλέκος Χρυσοστόμου ν. ΕΕΥ, Α.Ε. 787, ημερ. 18.12.89).
Είναι παραδεκτό γεγονός ότι ο εφεσίβλητος υπερέχει σε αρχαιότητα, στην αμέσως προηγούμενη θέση.
Η σύσταση του Προϊσταμένου η οποία δόθηκε υπέρ του εφεσείοντα/ενδιαφερόμενου μέρους είναι αναιτιολόγητη. Η σύσταση για θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν απαιτείται με βάση το Νόμο (1/90) να είναι αιτιολογημένη.
Με βάση τη νομολογία, η σύσταση αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως που λαμβάνεται υπόψη από το διορίζον όργανο. Ο Προϊστάμενος είναι σε μοναδική θέση να κρίνει τους υποψηφίους αφού λάβει υπόψη τις ανάγκες της θέσης, δίδοντας αιτιολογία όταν απαιτείται από το Νόμο. Η σύσταση του Προϊστάμενου όταν δεν αντιμάχεται προς τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων, διατηρεί την εγκυρότητά της και σύμφωνα με τη νομολογία προσθέτει στο στοιχείο της αξίας. Στην απόφαση της Ολομέλειας Νιόβη Παπαϊωάννου και Άλλοι (αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713, στη σελίδα 722 αναφέρεται το εξής:-
"Θα προσθέταμε ότι, όπως ορθά σημειώθηκε στην υπόθεση Ιoannides v. Republic
Η ΕΔΥ στην άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας έχει το δικαίωμα να παρεκκλίνει από τη σύσταση του Προϊσταμένου αφού όμως δώσει ειδική αιτιολογία. Στην παρούσα υπόθεση η ΕΔΥ άσκησε τη διακριτική της ευχέρεια υιοθετώντας τη σύσταση του Προϊσταμένου.
Δεν στοιχειοθετείται λόγος που να δικαιολογεί παρέμβασή μας. Δεν έχει στοιχειοθετηθεί η εισήγηση ότι η σύσταση του Προϊσταμένου αντιμάχεται τα στοιχεία των φακέλων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στις αποφάσεις Δημοκρατία ν. Κουφέττα (1985) 3 ΑΑΔ 1950 και Ρούσσος ν. Δημοκρατίας (1986) 3 ΑΑΔ 723. Στην πρώτη ο Διευθυντής αιτιολόγησε τη σύσταση του με αναφορά ορισμένες ιδιότητες του συστηθέντος και από τον έλεγχο των φακέλων διαπιστώθηκε ότι δεν στοιχειοθετείτο υπεροχή όπως εξειδικεύθησαν. Επίσης, στη δεύτερη, ο Διευθυντής ενώ δήλωσε ότι ο αιτητής υπερείχε σε αξία, σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος. Κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων από την ΕΔΥ, σε συνεννόηση με τον Προϊστάμενο, τους υποβλήθηκαν ερωτήσεις πάνω σε γενικά θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας τους και γενικά της ικανότητάς τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης. Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Προϊστάμενος αξιολόγησε τον μεν εφεσείοντα-ενδιαφερόμενο μέρος ως εξαίρετο, τον δε εφεσίβλητο-αιτητή ως πολύ καλό. Στην κρίση επίσης της ΕΔΥ για την προφορική εξέταση ο εφεσείοντας-ενδιαφερόμενο μέρος βαθμολογήθηκε επίσης ψηλότερα.
Η σύσταση επομένως του Προϊσταμένου συνάδει και με τις εντυπώσεις του από την προφορική εξέταση.
Η κατάληξη του αδελφού πρωτόδικου Δικαστή ότι προσδόθηκε ανεπίτρεπτα ειδικό βάρος στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης κατ΄ αντίθεση προς το άρθρο 34(9) του Νόμου δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Πουθενά στην επίδικη απόφαση της ΕΔΥ δεν μπορεί να διακριθεί τέτοιο γεγονός.
Το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούσε πενταετή πείρα ως πρόσθετο προσόν. Τόσο ο εφεσείοντας όσο και ο εφεσίβλητος υπερκάλυπταν αυτή τη χρονική διάρκεια της πείρας. Το γεγονός ότι. λόγω της αρχαιότητάς του, ο εφεσίβλητος-αιτητής είχε σε χρόνο υπέρτερη πείρα, δεν του δίδει σημαντικό προβάδισμα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Δεν είναι επιτρεπτό να συναρτάται η απόκτηση πείρας ως στοιχείο της αξίας με μοναδικό κριτήριο το χρόνο, όπως στην παρούσα έφεση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην κατάληξή του αποφαίνεται επίσης ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη γιατί "δεν προβαίνει σε κανένα σχολιασμό ή συσχετισμό των στοιχείων".
Είναι καθιερωμένο από τη νομολογία ότι η αιτιολογία μπορεί να αναπληρωθεί ή να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων. Ενώπιον της ΕΔΥ υπήρχαν όλα τα στοιχεία τα οποία ρητά, αφού μελέτησε, έλαβε υπόψη. Η αιτιολογία της απόφασης, όπως την αναφέρουμε στην αρχή της απόφασής μας, συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων. Είναι φανερό ότι η ΕΔΥ ορθά έδωσε έμφαση στο στοιχείο της αξίας επιλέγοντας το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή. Τα άλλα στοιχεία και ιδιαίτερα η αρχαιότητα του εφεσίβλητου λήφθηκαν υπόψη αλλά δεν κρίθηκαν ικανά να ανατρέψουν την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους στο στοιχείο της αξίας. Θεωρούμε, ως εκ τούτου, αιτιολογημένη την επίδικη απόφαση. Η ΕΔΥ έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν της, συνεκτίμησε δε και συστάθμισε τα τρία νομοθετημένα κριτήρια. Άσκησε ορθά τη διακριτική της εξουσία, αποδίδοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην αξία, η δε επίδικη απόφαση ήταν αιτιολογημένη. Λανθασμένα δε το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι αποδείχθηκε έκδηλη υπεροχή του εφεσίβλητου έναντι του εφεσείοντα-ενδιαφερόμενου μέρους.
Κατά συνέπεια οι εφέσεις γίνονται δεκτές με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται ενώ η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Π. Δ. Δ. Δ. Δ.
/ΕΠσ