ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 899
22 Δεκεμβρίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΛΑΜΠΑΣΚΗΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1910)
Φορολογία — Φορολογία κεφαλαιουχικών κερδών — Ο περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος του 1980 (Ν. 52/80 προ της τροποποίησής του από το Ν. 135/90, Άρθρο 4) — Άρθρο 31 του Νόμου — Δεν πάσχει αντισυνταγματικότητα ούτε εν σχέση προς το Άρθρο 24(1) του Συντάγματος ούτε εν σχέσει προς τα Άρθρα 26 και 28 αυτού.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κυπριακή Εταιρεία Μεταφορών Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2381,
Χατζηκυριάκου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1646,
Σκούταρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3767,
Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3486,
Δημοκρατία ν. Γεωργιάδου (1995) 3 A.A.Δ. 146,
Μazmanian ν. Δημοκρατίας (1993) 3 A.A.Δ. 569.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Νικήτας, Δ.) που δόθηκε στις 15 Φεβρουαρίου, 1994 (Προσφυγή Αρ. 643/92) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Διευθυντή του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων να απορρίψει τον ισχυρισμό του ότι οι πωλήσεις ακινήτων πραγματοποιήθηκαν πριν να τεθεί σε ισχύ ο περί Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος του 1980 (Ν. 52/80) και να του επιβάλει φόρο.
Α. Πετουφάς, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.
Ρ. Πετρίδου, Ανώτερη Δικηγόρος Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους-Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων επέβαλε στον εφεσείοντα φόρο κεφαλαιουχικών κερδών - που προέκυψε από την πώληση ακινήτων. Το κέρδος καθορίστηκε με βάση τη διαφορά της αξίας των ακινήτων κατά την ημερομηνία μεταβίβασής τους στους αγοραστές το 1984 και της αντίστοιχης αξίας τους στις 27 Ιουνίου 1978, την ημερομηνία που έθεσε ο περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμος του 1980, (Ν.52/80) - ο νόμος - (πριν την τροποποποίηση του από το Ν.135/90, άρθρ. 4) για τον καθορισμό της αξίας κτήσης τους.
Καθοδηγούμενος από το άρθρο 31 του νόμου, (όπως αναριθμήθηκε, το άρθρο 35 του βασικού με τον τροποποιητικό νόμο Ν.135/90), ο Διευθυντής αγνόησε έγγραφα χρονολογημένα πριν τη θέσπιση του εφόσον αυτά δεν είχαν κατατεθεί ενώπιον του μέσα στην προθεσμία που τάχθηκε. Αγνόησε επίσης ως άσχετη και κάθε μεταγενέστερη πράξη ή ενέργεια που έτεινε να ενισχύσει την ύπαρξη συμφωνίας για τη διάθεση των κτημάτων πριν το κρίσιμο χρόνο. Ως ημερομηνία διάθεσης θεωρήθηκε ο χρόνος της μεταβίβασης των κτημάτων και η αξία του κτήματος ως ίση προς την αγοραία αξία του κατά το χρόνο της μεταβίβασης. Στο επίκεντρο της προσφυγής και της αντιδικίας ενώπιόν μας ήταν η ερμηνεία και ο καθορισμός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 31. Παραθέτουμε το κείμενο του:
«Ουδεμία σύμβασις διαθέσεως ιδιοκτησίας γενομένη προ της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου δύναται, δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, να ληφθή υπ' όψιν εκτός εάν αύτη προσαχθή και αντίγραφον αυτής κατατεθή εις το Γραφείον του Διευθυντού εντός δύο μηνών από της ενάρξεως ισχύος του παρόντος Νόμου.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το άρθρο 31 αποκλείει κάθε φερόμενη διάθεση που έγινε πριν την έναρξη της ισχύος του νόμου εκτός όπου επιμαρτυρείται με συμφωνία που κατατίθεται βάσει των προνοιών του. Η προηγούμενη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην οποία έκαμε αναφορά υποστηρίζει την ίδια θέση. (Βλ. Κυπριακή Εταιρεία Μεταφορών Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 2381. Κίκης Χ"Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1646. Αλέξανδρος Σκούταρης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3767.)
Η μόνη απόφαση στην οποία υιοθετήθηκε αντίθετη άποψη ως προς την ερμηνεία του άρθρου 31 είναι η πρωτόδικη απόφαση στη Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3486 με την οποία διαφώνησε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Έκτοτε η απόφαση εκείνη ανατράπηκε από την Ολομέλεια, Δημοκρατία ν. Γεωργιάδου (1995) 3 A.A.Δ. 146. Με την απόφαση της Ολομέλειας επιβεβαιώνεται ότι το άρθρο 31 περιορίζει το παραδεκτό πωλητηρίων εγγράφων ως ένδειξη για τη διάθεση ακίνητης ιδιοκτησίας σε συμφωνίες που κατατέθηκαν βάσει του άρθρου 31. Στην ίδια απόφαση απορρίπτεται η θέση ότι το άρθρο 31 προσκρούει στις διατάξεις του Άρθρου 24(1) του Συντάγματος, ισχυρισμός ο οποίος προβλήθηκε από τον εφεσείοντα και στην παρούσα υπόθεση πρωτοδίκως και κατ' έφεση. Η απόφαση της ολομέλειας στην Μazmanian ν. Δημοκρατίας (1993) 3 A.A.Δ. 569, έδωσε απάντηση στο θέμα αυτό.
Ο εφεσείων προσέβαλε τη συνταγματικότητα του άρθρου 31 και με αναφορά σε δύο άλλα άρθρα του Συντάγματος, τα Άρθρα 26 και 28. Με το άρθρο 31 δεν παρεμβάλλεται κανένας περιορισμός στο δικαίωμα του συμβάλλεσθαι. Σκοπός του άρθρου 31 είναι ο καθορισμός των προϋποθέσεων για τη βέβαιη τεκμηρίωση διαθέσεων που έγιναν πριν το νόμο. Ως προς το άρθρο 28 όλοι οι πωλητές περιουσίας πριν την εφαρμογή του Νόμου τέθηκαν στην ίδια ακριβώς θέση. Τους δόθηκε η ευκαιρία να καταχωρήσουν, κατά το χρόνο θέσπισης του νόμου και μέσα στη λογική προθεσμία των δύο μηνών που ορίστηκε, αντίγραφα των τότε υφιστάμενων συμβάσεων.
Οι λόγοι που οδήγησαν στη θέσπιση του άρθρου 31 είναι απόλυτα κατανοητοί. Απέβλεπαν στον καθορισμό σταθερών παραμέτρων για την επιβολή κεφαλαιουχικών κερδών. Χωρίς το μέτρο αυτό θα καθίστατο δυσχερής η εφαρμογή του Νόμου από τις διαφωνίες που θα προέκυπταν αναφορικά με την ημερομηνία διάθεσης περιουσιών. Η προϋπόθεση που τέθηκε με το άρθρο 31 δεν ήταν αυθαίρετη, ούτε η εφαρμογή της πλήττει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών την οποίαν καθιερώνει το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος.
Συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο Διευθυντής Εσωτερικών Προσόδων ενήργησε σύννομα στη λήψη της διοικητικής απόφασης η οποία αποτέλεσε το αντικείμενο της προσφυγής. Οι λόγοι για την απόφασή του εξηγούνται με λεπτομέρεια στην επιστολή με την οποία κοινοποιήθηκε στον εφεσείοντα. Η έφεση επικεντρώνεται στο άρθρο 31 και την εφαρμογή του. Δεν αμφισβητείται με αυτή η εκτίμηση από το Διευθυντή της αξίας του κτήματος κατά τις αντίστοιχες κρίσιμες ημερομηνίες, ζήτημα το οποίο προβλήθηκε χωρίς επιτυχία, ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου.
Ερωτηματικά διατυπώθηκαν ως προς την επάρκεια της έρευνας του Διευθυντή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν διαπίστωσε κενά στην έρευνα, ούτε και εμείς.
Στην επιχειρηματολογία του ενώπιόν μας ο δικηγόρος του εφεσείοντα μας κάλεσε να ακυρώσουμε τη διοικητική απόφαση για ένα νομικό λόγο που δεν προβλήθηκε στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Ότι το άρθρο 31, ερμηνευόμενο σε συνάρτηση προς το άρθρο 10, περιορίζει τις διαθέσεις σε συμβάσεις που κατατέθηκαν στο κτηματολόγιο. Το άρθρο 10 προβλέπει:
«10. Διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου διάθεσις ιδιοκτησίας περιλαμβάνει πώλησιν, συμφωνίαν πωλήσεως, ανταλλαγήν, μίθωσιν, ήτις ενεγράφη συμφώνως προς τας διατάξεις του εκάστοτε εν ισχύϊ περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου και δωρεάν ιδιοκτησίας ως και εγκατάλειψιν χρήσεως ή εκμεταλλεύσεως οιουδήποτε σχετικού δικαιώματος, αλλά δεν περιλαμβάνει - . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .»
Άποψή μας είναι ότι η αναφορά στο άρθρο 10 σε κτηματολογικό μητρώο περιορίζεται σε μίσθωση η οποία υπόκειται σε εγγραφή βάσει των διατάξεων του ο περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμος, Κεφ. 224.
Η έφεση αποτυγχάνει. Απορρίπτεται με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.