ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 746

30 Σεπτεμβρίου, 1998

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,

v.

ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΜΙΛΤΙΑΔΟΥΣ (ΑΡ. 2),

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 1960)

 

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Προαγωγές — Προσόντα — Aπαιτούμενα και πρόσθετα προσόντα — Yπηρεσία ως προσόν και ως πρόσθετο προσόν στις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Πρώτου Tελωνειακού Λειτουργού — Oι δύο πρόνοιες είναι ανεξάρτητες και αυτοδύναμες — Yιοθέτηση των πορισμάτων της Oικονομίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47.

Δημόσιοι Yπάλληλοι — Yπηρεσιακές εκθέσεις — Eξαίρετη επαγγελματική αξία — Ορθή έννοια του όρου — Eσφαλμένη αντίληψή του από τη διοίκηση (Eγκύκλιος αρ. 979 της 12/2/92) και εφαρμογή του από την Eπιτροπή Δημόσιας Yπηρεσίας.

Ο Εφεσίβλητος προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, με την οποία προήχθη στη θέση Πρώτου Τελωνειακού Λειτουργού ο εφεσείων, αντί του ιδίου. Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την επίδικη στην προσφυγή απόφαση προαγωγής και ως εκ τούτου ακολούθησε η καταχώρηση έφεσης εκ μέρους του εφεσείοντα κατά της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού επέτρεψε την έφεση αναφορικά με το λόγο έφεσης που είχε καταχωρηθεί, μετά και την αναγνώριση του παραδεκτού του, από τον εφεσίβλητο, προχώρησε στην εξέταση λόγου ακυρώσεως κατά της επίδικης διοικητικής απόφασης και ακυρώνοντάς την αποφάσισε ότι:

1.      Ως προς το λόγο έφεσης που αφορούσε την ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας από τον πρωτόδικο δικαστή, η ερμηνεία αυτή, υπό το φως της απόφασης της Ολομέλειας στην Οικονομίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47, ήταν λανθασμένη διότι οι πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας που καθορίζουν ως υπηρεσία βασικό προσόν για προαγωγή και ως επιπρόσθετο προσόν, είναι ανεξάρτητες και αυτοδύναμες.

2.  Ως προς το λόγο ακυρώσεως που αφορούσε στην απόφαση της Ε.Δ.Υ. να μειώσει την αξιολόγηση του αιτητή για το έτος 1991 και να απορρίψει την κατ' αυτής ένσταση, ο λόγος ακυρώσεως έγινε αποδεκτός. Η αιτιολόγηση της αξιολόγησης από το Διευθυντή ήταν πλήρης και επαρκής σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 6(1) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 386/90) και η μείωση της αξιολόγησης από την Ε.Δ.Υ. έγινε κατά παράβαση των Κανονισμών.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Aναφερόμενη υπόθεση:

Οικονομίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Κωνσταντινίδης, Δ.) που δόθηκε στις 24 Ιουνίου, 1994 (Προσφυγή Αρ. 78/93) με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Πρώτου Τελωνειακού Λειτουργού.

Λ. Κουρσουμπά, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση.

Γ. Τριανταφυλλίδης, για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος Μιλτιάδης Μιλτιάδους, υποψήφιος για τη μόνιμη θέση Πρώτου Τελωνειακού Λειτουργού, πρόσβαλε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία προάχθηκε στη θέση ο Ανδρέας Πέτρου, αντί αυτού.

Ο πρωτόδικος Δικαστής, ο οποίος αναθεώρησε την επίδικη απόφαση, ακύρωσε την προαγωγή του Ανδρέα Πέτρου. Ερμηνεύοντας την πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας ότι μεταπτυχιακό δίπλωμα ή και μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία στο Τμήμα Τελωνείων συνιστά επιπρόσθετο προσόν, έκρινε ότι η υπηρεσία η οποία μπορούσε να προσμετρήσει ως επιπρόσθετο προσόν δεν ήταν δυνατόν να είναι η ίδια με εκείνη η οποία παρείχε, ως βασικό προσόν, το δικαίωμα στον Ανδρέα Πέτρου για προαγωγή. Κατόπιν τούτου ακύρωσε την προαγωγή χωρίς να προχωρήσει στην εξέταση των διαζευκτικών ισχυρισμών του αιτητή-εφεσίβλητου.

Ο εφεσίβλητος αναγνώρισε, κατά την ακρόαση της έφεσης, το παραδεκτό του μοναδικού λόγου έφεσης που προβλήθηκε, υπό το φως της απόφασης της Ολομέλειας στην Οικονομίδης ν. της Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47, σύμφωνα με την οποία οι πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας που καθορίζουν την υπηρεσία ως βασικό προσόν για προαγωγή και ως επιπρόσθετο προσόν είναι ανεξάρτητες και αυτοδύναμες.

Δεχθήκαμε το λόγο έφεσης και επιτρέψαμε την έφεση παραμερίζοντας την πρωτόδικη απόφαση. Ακολούθως, αφού διαπιστώσαμε ότι παρέμενε για επίλυση άλλος λόγος ακυρώσεως της επίδικης απόφασης ο οποίος, όπως σημειώσαμε, δεν εξετάσθηκε από τον πρωτόδικο Δικαστή, ορίσαμε ενώπιόν μας την προσφυγή για διευκρινίσεις εφόσον οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούσαν ήδη μέρος του φακέλου της προσφυγής και υιοθετήθηκαν από τους συνηγόρους για τους σκοπούς της ενώπιόν μας διαδικασίας.

Αφού ακούσαμε τις διευκρινίσεις στις 16/9/1998 επιφυλάξαμε την απόφασή μας.

Ο λόγος ακυρώσεως που παρέμεινε για εκδίκαση αφορά την μείωση της αξιολόγησης που έγινε στον αιτητή στην ετήσια υπηρεσιακή έκθεση για το έτος 1991 και την απόρριψη της ένστασης που υπέβαλε εναντίον της μείωσης από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.

Το πραγματικό υπόβαθρο του λόγου αυτού είναι το ακόλουθο.

Στην ετήσια υπηρεσιακή του έκθεση για το έτος 1991 ο αιτητής  αξιολογήθηκε από το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων σε τέσσερα σημεία "εξαίρετος" και σε τέσσερα σημεία "πολύ ικανοποιητικά". Συγκεκριμένα, ο Διευθυντής βαθμολόγησε τον αιτητή σαν "εξαίρετο" στην "Επαγγελματική Κατάρτιση", "Απόδοση", "Υπηρεσιακό Ενδιαφέρον" και "Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα".  Αιτιολόγησε δε την αξιολόγησή του ως ακολούθως:-

"1. Επαγγελματική κατάρτιση

Ο κ. Μιλτιάδου, έχει άριστη επαγγελματική κατάρτιση γιατί συνεχώς μελετά και διευρύνει τις γνώσεις του για την τελωνειακή νομοθεσία όχι μόνο της Κύπρου αλλά και παγκόσμια. έχει παρακολουθήσει σειρά διαλέξεων και σεμιναρίων τόσο στο εσωτερικό όσο και εξωτερικό και απέκτησε σχετικά διπλώματα. Έχει σαφή γνώση των προνοιών της τελωνειακής νομοθεσίας και κανονισμών και των τελωνειακών διαδικασιών.

2.  Απόδοση

     Ως προϊστάμενος του κλάδου διερευνήσεως χειρίζεται θέματα σοβαρής μορφής. οι υποθέσεις που συνεχώς έρχονται στην επιφάνεια αυξάνονται από χρόνο σε χρόνο, οι εισηγήσεις του δε για το συμβιβασμό ή ποινική δίωξη είναι εμπεριστατωμένες, συγκεκριμένες και, εκ πείρας, σωστές. Τα χαρίσματα αυτά βοήθησαν το τμήμα στο να ξεκαθαρίζει καταστάσεις που κάτω από άλλες συνθήκες, μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα.

3.  Υπηρεσιακό ενδιαφέρον

     Το υπηρεσιακό ενδιαφέρον και η προθυμία που επιδεικνύει να διεκπεραιώσει την εργασία του τμήματος είναι συγκινητική. εργάζεται, χωρίς υπερωριακή αποζημίωση, ώρες πολλές, και κάτω από αντίξοες συνθήκες τις περισσότερες φορές. Επιδεικνύει προσαρμοστικότητα σε κάθε απαίτηση των αναγκών του τμήματος και με σωστή καθοδήγηση εμπνέει τους υφιστάμενους του.

8. Διευθυντική/Διοικητική ικανότητα

     Διαθέτει αξιοσημείωτες ικανότητες στον προγραμματισμό, οργάνωση και συντονισμό της εργασίας του. Είναι σε θέση να ελέγχει τις δραστηριότητες των υφισταμένων του για αποτελεσματική και παραδειγματική εργασία και μπορεί να αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το προσωπικό του."

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας μείωσε την αξιολόγηση στα σημεία "Επαγγελματική Κατάρτιση, "Απόδοση" και "Διευθυντική/ Διοικητική Ικανότητα" από "εξαίρετος" σε "πολύ ικανοποιητικά" καθ' ότι έκρινε ότι η αιτιολογία του χαρακτηρισμού της "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" σε σχέση με τα εν λόγω στοιχεία δεν ήταν επαρκής.

Εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ο αιτητής υπέβαλε ένσταση.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού μελέτησε την ένσταση, αποφάσισε να την απορρίψει με αποτέλεσμα, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης, ο αιτητής να θεωρηθεί ότι, για το έτος 1991, είχε αξιολογηθεί σε ένα σημείο ως "εξαίρετος" και σε επτά σημεία "πολύ ικανοποιητικά".

Απορρίπτοντας την ένσταση του αιτητή η Επιτροπή ανέφερε τα εξής:-

"Η Επιτροπή μελέτησε προσεκτικά την επιστολή του Μιλτιάδου και παρ' όλο ότι από τα γραφόμενα του ενισχύεται η εικόνα του πολύ καλού υπαλλήλου, εντούτοις δεν παρατίθενται οποιαδήποτε νέα στοιχεία που να δικαιολογούν το χαρακτηρισμό της "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" ούτε παρατίθενται νέα στοιχεία που δεν ήταν σε γνώση του Διευθυντή ή τουλάχιστο που ο Διευθυντής δεν γνώριζε και δεν έλαβε υπόψη κατά την ετοιμασία της Έκθεσης. Εξάλλου, αν ο υπάλληλος είχε έστω και την παραμικρή υπόνοια ότι ο Διευθυντής δεν είχε ενώπιον του ή δεν είχε την πρόθεση να λάβει υπ' όψη όλα αυτά τα στοιχεία, τότε όφειλε να απευθυνθεί προς αυτόν και να τα θέσει υπόψη του.

Συνεπώς, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επαναβεβαίωσε την ενέργεια της, εφαρμόζοντας πιστά τις σχετικές πρόνοιες των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 και 1991 και των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990, και έκρινε ότι εφόσον δεν έχουν προκύψει οποιαδήποτε νέα στοιχεία δεν τίθεται θέμα αναθεώρησης της απόφασης της, αναφορικά με την Υπηρεσιακή Έκθεση του ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ Μιλτιάδη για το έτος 1991."

Δεν θα σχολιάσουμε τη λογική της επιστολής αυτής.

Το θεσμικό πλαίσιο με το οποίο ρυθμίζεται η μέθοδος αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων μέσω των υπηρεσιακών εκθέσεων είναι το ακόλουθο.

Σύμφωνα με το άρθρο 50(1) των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων (Νόμος 1/90 όπως τροποποιήθηκε - ο Νόμος):-

"Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), για όλους τους υπαλλήλους ετοιμάζονται και υποβάλλονται στην Επιτροπή Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις κατά τον καθορισμένο τρόπο και χρόνο."

Σύμφωνα με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 2 του ίδιου Νόμου:-

"«καθορισμένος»" σημαίνει καθορισμένο με κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού και «καθορίζεται» ερμηνεύεται ανάλογα."

Το άρθρο 87 του Νόμου παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο γενική εξουσιοδότηση να εκδίδει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του νόμου και γενικά για τη ρύθμιση κάθε θέματος που αφορά την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, τη Δημόσια Υπηρεσία και τους δημόσιους υπάλληλους.

Με βάση την εξουσιοδότηση που παρέχεται από τα άρθρα 50 και 87 του Νόμου το Υπουργικό Συμβούλιο εξέδωσε τους περί Δημοσίας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμούς του 1990 (Κ.Δ.Π. 386/90).

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(1):-

"6.-(1) Ο τύπος των Ετησίων Εκθέσεων είναι όπως το Παράρτημα «Β»."

Σύμφωνα με το Μέρος ΙΙ του Παραρτήματος "Β", σε περίπτωση που ο υπάλληλος έχει διακριθεί σε εξαιρετικό βαθμό σε σχέση με οποιαδήποτε από τα στοιχεία αξιολόγησης, η δέουσα αναφορά πρέπει να γίνεται στο Μέρος ΙΙΙ.

Το Μέρος ΙΙΙ, υπό τον τίτλο "Εξαιρετική Επαγγελματική Αξία", έχει ως εξής:-

"Αναφέρετε κατά πόσο ο υπάλληλος έχει διακριθεί σε εξαιρετικό βαθμό σε σχέση με οποιοδήποτε από τα στοιχεία αξιολόγησης. Αιτιολογείστε την κρίση σας, δίνοντας πλήρεις λεπτομέρειες και αποφεύγοντας γενική και αόριστη φρασεολογία.

Σημ.:         Μη αιτιολογημένη αξιολόγηση θα αγνοείται και ο υπάλληλος θα θεωρείται ότι έχει αξιολογηθεί ως "πολύ ικανοποιητικά" στο συγκεκριμένο στοιχείο αξιολόγησης."

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 10:-

"10. Η Υπηρεσιακή Έκθεση κοινοποιείται μετά τη σύνταξή της στον υπάλληλο που αφορά."

Σύμφωνα, τέλος, με τη γενική διάταξη του Κανονισμού 12:-

"12.  Για την ετοιμασία των Εκθέσεων που αφορούν οι Κανονισμοί αυτοί και γενικά γι την καλύτερη εφαρμογή των Κανονισμών αυτών οι αρμόδιοι λειτουργοί θα καθοδηγούνται από εγκύκλιες οδηγίες του Υπουργού Οικονομικών, που θα εκδίδονται είτε από τον ίδιο είτε εκ μέρους του."

Μέσα στα πλαίσια του Κανονισμού 12 εκδόθηκε η Εγκύκλιος οδηγία της Υπηρεσίας Δημοσίας Διοικήσεως και Προσωπικού υπ' αριθμό  979, της 12/2/1992 (Τεκμήριο Γ), σύμφωνα με την οποία:-

"... η «Εξαιρετική Επαγγελματική Αξία» θα πρέπει να χρησιμοποιείται στις σπάνιες και ειδικές εκείνες περιπτώσεις που υπάρχει καταφανής και εξαιρετικά ασυνήθιστη διάκριση σε βαθμό που οι υπάλληλοι να θεωρούνται πραγματικά πρότυπα και στυλοβάτες της υπηρεσίας και να έχουν φθάσει στον ύψιστο δυνατό βαθμό τελειοποίησης.

Θα πρέπει να γίνει συνείδηση ότι αν, λόγω έλλειψης τεκμηρίωσης, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν υιοθετήσει την αξιολόγηση που γίνεται στο ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ της Ετήσιας Υηρεσιακής Έκθεσης για «Εξαιρετική Επαγγελματική Αξία» την ευθύνη ασφαλώς δεν μπορεί να φέρει η Επιτροπή αλλά οι αξιολογούντες."

Η ίδια Εγκύκλιος πρόβλεψε και για τη δυνατότητα υποβολής ενστάσεων από μέρους των αξιολογούμενων υπαλλήλων (μέσα σε 15 μέρες από την κοινοποίηση σε αυτούς των υπηρεσιακών τους εκθέσεων), όπως και για την υποχρέωση των οικείων προϊσταμένων να σχολιάζουν τις παραστάσεις των αξιολογούμενων υπαλλήλων προτού διαβιβάσουν τις εκθέσεις στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (παράγραφος 2(α) της Εγκυκλίου).

Το κύριο ερώτημα το οποίο καλούμαστε να αποφασίσουμε στην παρούσα υπόθεση είναι κατά πόσο η αιτιολόγηση της αξιολόγησης του αιτητή από τον προϊστάμενο Διευθυντή του ως "εξαίρετης επαγγελματικής αξίας" σε σχέση με τα υπό εξέταση τρία στοιχεία αξιολόγησης, "Επιστημονική Κατάρτιση", "Απόδοση", "Διευθυντική/ Διοικητική Ικανότητα", πάντοτε για το έτος 1991, ήταν ή όχι επαρκής μέσα στο πνεύμα των Κανονισμών, και, ειδικότερα, μέσα στο πνεύμα της σχετικής πρόνοιας στο Μέρος ΙΙΙ του Παραρτήματος «Β» που παραθέσαμε πιο πάνω.

Έχουμε την άποψη ότι η ορθή απάντηση πρέπει να είναι καταφατική. Η απαίτηση των Κανονισμών στο Μέρος ΙΙΙ του «Παραρτήματος Β» για πλήρεις λεπτομέρειες και για αποφυγή γενικής και αόριστης φρασεολογίας κατά την αξιολόγηση των στοιχείων επί των οποίων στηρίζεται η εκτίμηση περί εξαιρετικής επαγγελματικής αξίας του υπαλλήλου δεν πρέπει να ερμηνεύεται και εφαρμόζεται κατά τρόπο σχολαστικό και ακραίο όπως περίπου εισηγείται η Εγκύκλιος Τεκμήριο Γ. Αντίθετα, πρέπει να ερμηνεύεται και εφαρμόζεται με ευρύτητα πνεύματος και, πάντοτε, μέσα στα εύλογα εκείνα πλαίσια που διαγράφονται από την κοινή λογική και εμπειρία. Δεν μπορεί, λόγου χάριν, να αναμένεται από τον προϊστάμενο να καταγράψει με κάθε λεπτομέρεια, ενδεχομένως με αναφορά και στους σχετικούς διοικητικούς φακέλους, μία προς μία όλες τις υποθέσεις ή περιπτώσεις τις οποίες, κατά την κρίση του, χειρίστηκε κατά τρόπο άριστο ο υπάλληλος, κατά τη διάρκεια ενός ολόκληρου χρόνου, ώστε να μπορεί να τον χαρακτηρίσει ως εξαίρετο από πλευράς "Απόδοσης". Ούτε είναι δυνατόν να αναμένεται από τον προϊστάμενο να καταγράψει με κάθε λεπτομέρεια τους διοικητικούς εκείνους χειρισμούς του υπαλλήλου οι οποίοι είχαν ως αποτέλεσμα π.χ. την ταχεία εξυπηρέτηση του κοινού ή την εξοικονόμηση δημοσίου χρόνου και χρήματος, ώστε να μπορεί να τον χαρακτηρίσει ως εξαίρετο στην "Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα". Τέτοια απαίτηση, όπως και η απαίτηση για αναζήτηση του "υψίστου δυνατού βαθμού τελειοποίησης", θα ήταν εξωπραγματική και, στην πράξη, ανεφάρμοστη.

Ευρίσκουμε ότι η αξιολόγηση του αιτητή ως εξαίρετης επαγγελματικής αξίας σε σχέση με τα στοιχεία "Επαγγελματική Κατάρτιση", "Απόδοση" και "Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα", για το έτος 1991, όπως διατυπώθηκε από το Διευθυντή του στη σχετική υπηρεσιακή έκθεση, ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, η δε περί του αντιθέτου απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή μέσα στα πλαίσια της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής της πρόνοιας των Κανονισμών για πλήρεις λεπτομέρειες και για αποφυγή γενικής και αόριστης φρασεολογίας κατά την αιτιολόγηση της αξιολόγησης του υπαλλήλου ως εξαιρετικής επαγγελματικής αξίας.

Εφόσον η εν λόγω αξιολόγηση του Διευθυντή, αφού πρώτα κακώς δεν υιοθετήθηκε με αποτέλεσμα να θεωρηθεί ότι ο αιτητής είχε αξιολογηθεί ως "πολύ ικανοποιητικά" και, στη συνέχεια, λήφθηκε σοβαρά υπόψη, όπως άλλωστε έπρεπε, κατά τη διαδικασία της επίδικης προαγωγής έπεται ότι η τελευταία είναι ακυρωτέα γι' αυτό ακριβώς το λόγο.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του άρθρου 146(4)(β) του Συντάγματος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο