ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
K.S.R. Comercio SA. κ.ά. ν. Bluecoral Nav. Ltd (1995) 1 ΑΑΔ 309
PIERIS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1054
Χαρίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 147
Λύωνας Γεώργιος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 2038
ΡΙΚ ν. Καραγιώργη & άλλων (1991) 3 ΑΑΔ 159
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Παρτασίδου Δώρα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 413
Καντούνας Κωνσταντής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 344
ΣΑΒΒΑΣ Χ""ΝΕΟΚΛΕΟΥΣ ν. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΠΑΦΟΥ, Υπόθεση Αρ.515/2008, 20 Σεπτεμβρίου 2010
Θεοχαρίδης Χριστάκης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 4 ΑΑΔ 346
MOJTABA E.G. MEIDAN ν. YΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1644/10, 15/10/2013
Γεώργιος Λ. Σάββα ν. Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού, Υπόθεση Αρ. 1472/99, 27.7.01
Φελλάς Δημήτρης ν. Δάφνης Φινοπούλου και άλλων (2013) 3 ΑΑΔ 675
Mονογιός Aνδρέας Λτδ ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 ΑΑΔ 536
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΣΑΒΒΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3802, 17 Απριλίου 2007
Χατζηγέρου Χαρίλαος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2001) 4 ΑΑΔ 1031
Παπαδόπουλος Ιάκωβος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 839
Aντωνίου Aντώνης και Άλλος ν. Kυπριακής Δημοκρατίαςκαι Άλλης (2006) 3 ΑΑΔ 456
Iωσηφίδης Xρίστος και Άλλος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 410
ΡΕΝΟΣ ΝΑΖΙΡΗΣ ν. ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 810/2004, 12 Φεβρουαρίου 2007
ΝΕSTORAS HOTELS LTD ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υποθ. Αρ.1576/2007, 22 Οκτωβρίου 2009
Φινοπούλου Δάφνη και άλλος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2008) 4 ΑΑΔ 618
Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Ρεβέκκας Παπαδάκη και Άλλων (2002) 3 ΑΑΔ 140
Nαζίρης Pένος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 38
Παπαντωνίου Σταύρος ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2015) 3 ΑΑΔ 1, ECLI:CY:AD:2015:C28
ΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΙΔΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 327/2004, 18 Μαρτίου, 2005
ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ κ.α. v. ΓΕΩΡΓΙΟΥ κ.α., Πολιτικές Εφέσεις 11/14 και 12/14, 16/3/2022, ECLI:CY:AD:2022:A106
ΕΠΑMΕΙΝΩΝΔΑΣ ΤΑΚΗ ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑ κ.α ν. ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ, Υπόθεση Αρ. 650/2007, 27 Ιανουαρίου 2009
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΛΛΑΣ ν. ΔΑΦΝΗΣ ΦΙΝΟΠΟΥΛΟΥ κ.α., Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ.145/2008, 1/11/2013
Σκαρπάρης Ανδρέας και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 797
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παναγιώτη Αργυρού και Άλλου (2002) 3 ΑΑΔ 832
Παπαδάκη Ρεβέκκα και Άλλοι ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 4 ΑΑΔ 357
Γιασουμή Ιάσωνας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 761
Δημοκρατία της Kύπρου ν. Κατερίνας Κοντογιώργη (2001) 3 ΑΑΔ 1037
ΒΑΣΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ κ.α ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 758/2007, 20 Μαΐου 2010
Νestoras Hotels Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 4 ΑΑΔ 914
Παρτασίδου Δώρα Ζήνωνος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 179, ECLI:CY:AD:2015:C318
Kασιουλής Aνδρέας ν. Δήμου Γεροσκήπου (2006) 3 ΑΑΔ 249
Λαζαρίδης Δημήτρης και Άλλη ν. Γιώργου Iορδάνου και Άλλοι (2003) 3 ΑΑΔ 37
Αγρότου Ανδρούλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 ΑΑΔ 1095
Γαβριηλίδης Κώστας και Άλλος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2005) 4 ΑΑΔ 322
Σταυρινίδης Παναγιώτης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 114
Kυπριακός Oργανισμός Tουρισμού και Άλλος ν. Δέσπως Συμεούκαι Άλλου (2004) 3 ΑΑΔ 561
STARGEL CO LTD ν. LUTKIN κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 407/2011, 21/6/2018, ECLI:CY:AD:2018:A300
ΝΕΔΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ ν. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 589/2007, 21 Δεκεμβρίου 2007
Kυπριακή Δημοκρατία ν. Kατερίνας Kοντογιώργη και Άλλης (2000) 3 ΑΑΔ 625
ΑΝΝΙΤΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ ν. ΒΡΑΧΙΜΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ κ.α, Αναθεωρητική έφεση αρ. 45/2005, 22 Ιανουαρίου 2008
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 638/2010, 12/11/2012
ΙΑΚΩΒΟΥ v. ΒΡΑΧΙΜΗΣ, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ.161/2013 και 1/2014, 3/11/2020, ECLI:CY:AD:2020:C377
Κλεάνθους Κλεοπάτρα και Άλλος ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2001) 3 ΑΑΔ 1005
Σάββα Γεώργιος Λ. ν. Kυπριακού Oργανισμού Aθλητισμού (2007) 3 ΑΑΔ 182
Μενελάου Μαρίνος ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2005) 4 ΑΑΔ 567
Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου ν. Ορέστη Σοφοκλέους (2016) 1 ΑΑΔ 105, ECLI:CY:AD:2016:A20
Δημητριάδου Αννίτα ν. Βραχίμη Χατζηχάννα και Άλλων (2008) 3 ΑΑΔ 57
Μιτσίδου Μαριέττα και Άλλη ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (2001) 4 ΑΑΔ 918
Λεμεσιανός Aντώνης και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 640
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Παναγιώτη Ευγενίου και Άλλου (2005) 3 ΑΑΔ 257
Ηλία Παναγιώτης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 4 ΑΑΔ 382
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΣΙΟΥΛΗΣ ν. ΔΗΜΟΥ ΓΕΡΟΣΚΗΠΟΥ, Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3643, 11 Μαΐου 2006
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Xριστάκη Γεωργίου και Άλλων (2004) 3 ΑΑΔ 703
M.C.A. Colour In Motion Ltd ν. Δήμου Λευκωσίας (2003) 4 ΑΑΔ 1172
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΕΛΛΑΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 547/2005, 22 Μαίου 2007
ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑ ν. ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ, Αρ. Υπόθεσης: 42/12, 26/4/2016, ECLI:CY:AD:2016:D217
Παπαδάτου Νέδη ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 230
ΦΙΛΟΘΕΗ Μ. ΜΟΥΡΤΖΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ.577/2008, 29 Ιανουαρίου 2010
ΕΠΑMΕΙΝΩΝΔΑΣ ΤΑΚΗ ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑ κ.α ν. ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ, Υπόθεση Αρ. 650/2007, 27 Ιανουαρίου 2009
Παπαδάτου Νέδη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (2007) 4 ΑΑΔ 876
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 3 ΑΑΔ 19
Κασιουλή Ανδρέας ν. Δήμου Γεροσκήπου (2003) 4 ΑΑΔ 549
Χριστοδουλίδης Χριστάκης και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2017) 3 ΑΑΔ 311, ECLI:CY:AD:2017:C124
ΠΑΝΙΚΟΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ, Υπόθεση Αρ. 1016/2005, 11 Σεπτεμβρίου 2007
Aρχή Λιμένων Κύπρου ν. Ρεβέκκα Παπαδάκη, ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2841, 12 Μαρτίου 2002
The Governor and the Company of the Bank of Scotland ν. Του πλοίου "Sapphire Seas" (2002) 1 ΑΑΔ 1563
Βασιλείου Σοφούλλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 517
Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου ν. Πέτρου Μίκαλλου (2016) 3 ΑΑΔ 754, ECLI:CY:AD:2016:C576
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΥΡΑΤΟΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1299/2010, 20/9/2012
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλη ν. Τούλας Κούλουμου (2010) 3 ΑΑΔ 293
(1998) 3 ΑΑΔ 608
14 Σεπτεμβρίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΣ ΣΤΕΓΗΣ,
Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Aρ. 1913)
Aκυρωτική Απόφαση — Συνέπειες — Aναδρομικότητα — Eξειδίκευση των συνεπειών της αναδρομικής ενέργειας της ακύρωσης κατά το στάδιο της επανεξέτασης της ακυρωθείσας πράξης από τη διοίκηση — Nομικό και πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου — Πάγια νομολογιακά πορίσματα — Παρέκκλιση από αυτά στην κριθείσα περίπτωση απεκρούσθη — Περιστάσεις.
Ακυρωτική Απόφαση — Δεδικασμένο — Έννοια και συνέπειες — Περιστάσεις δημιουργίας και έκταση του δεδικασμένου στην κριθείσα περίπτωση αλλεπάλληλων ακυρώσεων διορισμού.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης — Υπάλληλοι — Διορισμοί / Προαγωγές — Προσωπικές συνεντεύξεις — Oι νομολογιακοί κανόνες ως προς την διενέργειά τους κατά το στάδιο της επανεξέτασης του διορισμού συνεπεία δικαστικής ακύρωσής του.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Haris v. Republic (1989) 3(A) C.L.R. 147,
Λύωνας κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2038,
Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,
ΡΙΚ κ.ά. ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159,
Henderson v. Henderson [1843] 3 Hare 100,
K.S.R. Comercio e Industria de Papel S.A. κ.ά. v. Bluecoral Navigation Limited (1995) 1 Α.Α.Δ. 309,
Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,
Γεωργίου v. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349,
Ραφτόπουλος v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 515/93, ημερ. 19/1/98,
Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437,
Σάββα v. Κ.Ο.Α., Υπόθεση Αρ. 714/91, ημερ. 30/4/93,
Νικολαΐδης v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 684/93, ημερ. 4/10/94.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Αρτεμίδης, Δ.) που δόθηκε στις 15 Μαρτίου, 1994 (Προσφυγή Αρ. 746/92) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα κατά της απόφασης του εφεσίβλητου να διορίσει το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Διευθυντή.
Π. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Παπαπέτρου, για τον Εφεσίβλητο.
Α. Ευσταθίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Μια από τις σταθερότερες κατευθύνσεις του δημόσιου δικαίου, που βρήκε γόνιμο έδαφος στη δικαιοδοσία που ασκείται με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 146 του Συντάγματος, είναι η αρχή της αναδρομής της ακύρωσης. Όπως δέχθηκε από την αρχή το Ανώτατο Δικαστήριο και έκτοτε εφήρμοσε με συνέπεια, η ακύρωση διοικητικής πράξης συνεπάγεται στροφή στο παρελθόν, στο χρόνο έκδοσης της. Η αναδρομικότητα έχει δύο σοβαρές συνέπειες. Η διοίκηση επανακρίνει με γνώμονα το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ήταν σε ισχύ όταν είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα πράξη ή σημειώθηκε η ακυρωθείσα παράλειψη και όχι το υφιστάμενο κατά το χρόνο της επανεξέτασης, που πραγματοποιούνται οι ενέργειες συμμόρφωσης προς την ακυρωτική απόφαση.
H άλλη διάσταση της αναδρομής είναι ότι οι νομοθετικές αλλαγές που δυνατό να επήλθαν στο αναμεταξύ ή η μεταγενέστερη μεταβολή συνθηκών αφήνουν άθικτη την υποχρέωση του διοικητικού οργάνου να κρίνει την υπόθεση με το καθεστώς του χρόνου που αρχικά εκδόθηκε η πράξη. Η νομολογία στα ζητήματα αυτά είναι αρκετά ογκώδης. Απηχεί, ωστόσο, χωρίς διακυμάνσεις ή παρεκκλίσεις, τους παραπάνω κανόνες. Ενδεικτικά και μόνο θα παραπέμψουμε στις αποφάσεις Χαρής ν. Δημοκρατίας (1989) 3 A.A.Δ. 147, Λύωνας κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2038, Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα ανέπτυξε επιχειρήματα των οποίων η συνισταμένη αποτελεί πρόσκληση για παρέκκλιση από την πάγια γραμμή της νομολογίας. Ας εξετάσουμε όμως πρώτα πως δημιουργήθηκε η διαφορά και ακολούθως πως αντιμετωπίστηκε πρωτόδικα. Υπάρχει ιστορικό μακρού δικαστικού αγώνα. Ο εφεσείων είχε αρχικά προσβάλει το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους Στέλιου Παπαδόπουλου στη θέση Διευθυντή με την προσφυγή αρ. 651/90. Ο διορισμός ακυρώθηκε για αντισυνταγματική συγκρότηση του Συμβουλίου του εφεσίβλητου οργανισμού. Το αποτέλεσμα ήταν φυσικό επακόλουθο των κρίσεων της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση ΡΙΚ κ.ά. ν. Καραγιώργη κ.ά. (1991) 3 Α.Α.Δ. 159. Ήταν η υπόθεση που αφορούσε και επηρέασε καταλυτικά τη νομιμότητα συγκρότησης των διοικητικών συμβουλίων όλων των ημικρατικών οργανισμών, όπως είναι ο εφεσίβλητος. Κατά συνέπεια οι ειλημμένες αποφάσεις που λήφθηκαν κατά την κρίσιμη περίοδο ήταν παράνομες και ανίσχυρες.
Ακολουθεί επανεξέταση πλήρωσης της θέσης με νόμιμα, αυτή τη φορά, συγκροτημένο συμβούλιο, που απέληξε στο διορισμό, πάλιν, του προμνησθέντα Παπαδόπουλου. Ο εφεσείων στράφηκε εναντίον της απόφασης με την προσφ. αρ. 545/91. Στην περίπτωση αυτή λήφθηκε υπόψη, στη διαδικασία επανάκρισης, το αποτέλεσμα των προσωπικών συνεντεύξεων των υποψηφίων, που είχαν διενεργηθεί αρχικά όταν το Συμβούλιο είχε διαφορετική σύσταση. Ο εφεσείων έπληξε την απόφαση και για δύο πρόσθετους λόγους (έλλειψη αιτιολογίας και πλάνη περί τα πράγματα και το δίκαιο). Ωστόσο ο πρωτόδικος δικαστής, και αναφερόμαστε στην προσφ. αρ. 545/91, τους απέρριψε ως αβάσιμους.
Κατά τη νέα θεώρηση του θέματος, στις 3/9/92, δε δόθηκε σημασία στις συνεντεύξεις. Παραγνωρίστηκαν. Το Συμβούλιο, με άλλα λόγια, συμμορφώθηκε με την ενέργεια που επέβαλε η ακυρωτική απόφαση. Παρολαυτά, επανέλαβε την προηγούμενη απόφαση του. Γιαυτό ο εφεσείων έδωσε συνέχεια με την τρίτη και τελευταία προσφυγή του, την υπ' αρ. 746/92, αλλά δε δικαιώθηκε. Θα μπορούσε εδώ να λεχθεί ότι η έφεση αφορά την απόφαση στην τελευταία προσφυγή.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα συζήτησε το θέμα πρώτα πάνω στη βάση της κακής συγκρότησης του Συμβουλίου, που διέγνωσε η απόφαση στην πρώτη προσφυγή. Έπρεπε, όπως είπε, να προκηρυχθεί και δημοσιευθεί η θέση ξανά γιατί έτσι μόνο θα μπορούσε να επιτευχθεί η αποκατάσταση της νομιμότητας. Η παράλειψη μπορεί να θεραπευθεί μόνο με νέα ακύρωση. Ο συνήγορος ήγειρε και ανέπτυξε και άλλα ζητήματα, που αφορούσαν τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Αλλά δεν περιορίστηκε μόνο σε αυτές. Όπως διαπίστωσε ο πρωτόδικος δικαστής - και παραδέχεται ο εφεσείων - όλα αυτά τα ζητήματα δεν τέθηκαν ούτε στην πρώτη ούτε στη δεύτερη προσφυγή. Αφού υπέμνησε ότι στην προσφ. αρ. 545/91, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε όλες τις αιτιάσεις κατά της απόφασης, ουσιαστικά δέχθηκε ως λόγο ακυρότητας το παράνομο των συνεντεύξεων. Και κατέληξε ότι:
"Το Συμβούλιο κατά την επανεξέταση, για τη λήψη της επίδικης στην παρούσα προσφυγή απόφασης, είχε κατά νόμο υποχρέωση να συμμορφωθεί με την απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή 545/91, η οποία αποτελεί και δεδικασμένο μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου προσώπου".
Η απόφαση του δικαστηρίου να μην ασχοληθεί με τα νέα θέματα προσβάλλεται με τον πρώτο λόγο έφεσης. Η θέση είναι ότι ήταν νόμιμη η ανακίνηση και εξέταση νέων ερεισμάτων ακύρωσης, που δεν περιλήφθηκαν στις προηγούμενες προσφυγές. Είναι νομικά τρωτή η παράλειψη αυτή του πρωτόδικου δικαστή διότι "η διοίκηση έχει διαρκή υποχρέωση να προβαίνει σε συνολική και εις βάθος διερεύνηση της νομιμότητας όλων των στοιχείων που συναποτελούν τις βάσεις όπου θα στηρίξει την απόφαση της."
Παρά τη μεγαλόπνοη φραστική διακήρυξη που περιέχει αυτό το τελευταίο επιχείρημα, θα παρατηρούσαμε εντούτοις ότι στερείται πρακτικής αξίας. Το δικαιοδοτικό πλέγμα στο οποίο στηρίζει το δικαστήριο τις ενέργειες του καθορίζεται εξειδικευμένα από την αίτηση και δεν μπορεί η δραστηριότητα αυτή να περιπλανάται προς όλες τις κατευθύνσεις. Με την εξαίρεση φυσικά θεμάτων δημόσιας τάξης, που η νομολογία δέχεται ότι μπορεί να ελεγχθούν αυτεπάγγελτα.
Προσβάλλεται και η κρίση για ύπαρξη δεδικασμένου γιατί, όπως αναγνώρισε και ο πρωτόδικος δικαστής, τα θέματα ήταν καινούργια με την έννοια πως δεν τέθηκαν στις προηγούμενες περιπτώσεις και δεν κρίθηκαν από τις προηγούμενες αποφάσεις. Ο επόμενες λόγος άπτεται ειδικά των υπηρεσιακών εκθέσεων. Επικρίνονται ως παράνομες. Η παρανομία όμως έγινε αντιληπτή μετά την έκδοση της εκκαλούμενης. Ο συνήγορος εξέφρασε τις ανησυχίες του πως αν εμπεδωθεί η θέση του πρωτόδικου δικαστή και αποκλεισθεί η έρευνα νέων ζητημάτων, οι παρανομούντες θα διαφεύγουν τον έλεγχο και "οι αδικούμενοι θα στερούνται της δυνατότητας υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους" κατ' αντίθεση προς τους κανόνες που θέτει η χρηστή διοίκηση. Ο τέταρτος και τελευταίος λόγος αφορά τις συνεντεύξεις. Το Συμβούλιο έπρεπε να επαναλάβει τη διαδικασία. Ωστόσο το δικαστήριο απέφυγε να λάβει θέση σε αυτό.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα δεν αναφέρθηκε σε νομολογία για να υποστηρίξει οποιεσδήποτε από τις νομικές του εισηγήσεις. Η απάντηση είναι αφοπλιστικά απλή. Δεν υπάρχει ίχνος τέτοιας νομολογίας. Οι προτάσεις του κ. Αγγελίδη είναι εκτός της καθιερωμένης γραμμής πλεύσης σε θέματα επανεξέτασης, όπως τις εκθέσαμε στην αρχή της απόφασης. Οι κανόνες αυτοί έχουν αντέξει στο χρόνο γιατί εξυπηρετούν καλύτερα τις ανάγκες της διοικητικής δικαιοσύνης και τα συμφέροντα των διαδίκων στην ολότητα τους.
Είναι η γνώμη μας πως ο πρωτόδικος δικαστής ορθά έκρινε πως δημιουργήθηκε δεδικασμένο από την προηγούμενη απόφαση σε υποθέσεις μεταξύ των ιδίων διαδίκων για το ίδιο ζήτημα. Και εννοούμε δεδικασμένο inter partes. Στην προσφ. αρ. 545/91 κρίθηκαν όλα τα επίδικα θέματα που έθεσε ο εφεσείων. Δεν είναι επιτρεπτό ο διάδικος να θέτει νέο θέμα, όποτε το ανακαλύπτει ή όποτε το επιθυμεί. Και στην προκείμενη περίπτωση όλα τα "νέα θέματα" θα μπορούσαν να προβληθούν στην προσφ. αρ. 545/91.
Παραπέμπουμε για το σημείο αυτό στο σύγγραμμα των Spencer-Bower and Turner "Res Judicata", 2η έκδοση, σελ. 168-169, παραγ. 204:
"If the party, though omitting to bring to the notice of the judicial tribunal some fact or matter which he desires to establish or raise in subsequent litigation, can show that at the time of the former proceedings he was not only in fact, but also excusably, ignorant thereof, and that such fact or matter, if then proved, would have altered the whole aspect of the case, he is entitled to claim that no estoppel by implied res judicata shall take effect, or other adverse inference of any kind shall be made against him, by reason of such omission. Such an answer to an exceptio rei judicatae is known to Scottish jurisprudence as res noviter veniens ad notitiam, or as a new medium concludendi. If any of the above elements be wanting the estoppel remains unaffected: if, for instance, there never was any newly discovered fact of the nature alleged, or if the fact was newly discovered only in the sense that the party "newly" realised its importance as constituting an additional element in proof or disproof of an issue determined by the judicial decision, or if the party had at the date of the former proceedings actual knowledge of the fact, or might by the exercise of reasonable diligence have acquired knowledge thereof; or, if the fact is not shown to have been, not merely material, but of such vital and essential materiality that its establishment must have altered the whole aspect of the case."
Αλλά πολύ πιο κοντά στο θέμα μας είναι η απόφαση του Sir James Wigram, VC. στην Henderson v. Henderson [1843] 3 Hare 100 στις σελ. 114-115, η οποία υιοθετήθηκε στην K.S.R. Comercio e Industria de Papel S.A. κ.ά. ν. Bluecoral Navigation Limited (1995) 1 Α.Α.Δ. 309:
"Ιn trying this question I believe I state the rule of the court correctly when I say that, where a given matter becomes the subject of litigation in, and of adjudication by, a court of compentent jurisdiction, the cοurt requires the parties to that litigation to bring forward their whole case, and will not (except under special circumstances) permit the same parties to open the same subject of litigation in respect of matter which might have been brought forward as part of the subject in contest, but which was not brought forward, only because they have, from negligence, inadvertence, or even accident, omitted part of their case. The plea of res judicata applies, except in special cases, not only to points upon which the court was actually required by the parties to form an opininon and pronounce a judgment, but to every point which properly belonged to the subject of litigation, and which the parties, exercising reasonable diligence, might have brought forward at the time."
Βλέπε επίσης τη σχετική παρατήρηση του δικαστηρίου στην προσφ. αρ. 776/94, Ιγνατίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 7/3/96.
Aς σημειωθεί ότι οι αρχές που διέπουν το δεδικασμένο στο αστικό δίκαιο δεν αφίστανται εκείνων που ισχύουν για τη διοικητική δικαιοσύνη: Pieris ν. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054 και Κλεάνθης Ηλία Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349. Όπως όμως επισημαίνεται στην Pieris, ανωτέρω, στη σελ. 1065:
"As it can be gathered from a study of a number of English and Cyprus cases, the doctrine of res judicata, as applied in civil cases, has many features in common with the doctrine of res judicata as applied in administrative law. In both fields there must be an adjudication on the merits, similarly the estoppel arising therefrom extends to all matters in issue, directly or by necessary implication."
Πρόσφατα ο Πικής Π., που είχε εκδώσει την ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου στην Pieris συνόψισε στην πρόσφατη απόφαση του στην προσφ. αρ. 515/93, Μιχαλάκης Ραφτόπουλος ν. Δημοκρατίας, ημερ. 19/1/98 ως εξής τη βασική αρχή που διέπει το δεδικασμένο:
"Προϋπόθεση για τη γένεση δέσμευσης αποτελεί η κρίση επί της ουσίας της διαφοράς, αναγκαία για την επίλυση του επιδίκου θέματος .............................................................................. ........................................................................................................
Δέσμευση προκύπτει από τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τα ουσιώδη γεγονότα εκείνα στα οποία θεμελιώνεται η απόφασή του. Τα ευρήματα αυτά, τα οποία χαρακτηρίζονται ως τα λειτουργικά ευρήματα (operative findings), είναι εκείνα τα οποία επενεργούν στη γένεση της δέσμευσης και στοιχειοθετούν και δεσμεύουν το διοικητικό όργανο να τα λάβει ως δεδομένα κατά την επανεξέταση. Ευρήματα, παρεμφερή προς τα λειτουργικά ευρήματα, δεν δημιουργούν δέσμευση. υπέχει όμως υποχρέωση και σ' εκείνη την περίπτωση η Διοίκηση να τα ακολουθήσει εκτός αν συντρέχουν βάσιμοι λόγοι περί του αντιθέτου οι οποίοι καταγράφονται στην απόφαση."
O αντίθετος προσανατολισμός θα δημιουργούσε επικίνδυνο ρήγμα στην αρχή της τελεσιδικίας. Το δεδικασμένο έχει τη θεωρητική του προέλευση και διατύπωση στο Ρωμαϊκό δίκαιο. Στον Ουλπιανό ανήκει η κλασσική φράση, που εκφράζει την πεμπτουσία του δόγματος, quia res judicata pro veritate accipitur (Dig. 15,25), που συνδέθηκε με την αλήθεια των νομικών καταστάσεων. Αξίζει να παραθέσουμε από τη μελέτη του καθηγητή Χρίστου Μπάκα στον τόμο "Δεδικασμένο" του Ερευνητικού Ινστιτούτου Δικονομικών Μελετών (1989) στη σελ. 50, που φανερώνει τη διαχρονική αξία του δόγματος :
"Σύμφωνα με την αρχή αυτή κάθε απόφαση άσχετα αν είναι δίκαια ή όχι, θεωρείται ότι περιέχει την αλήθεια και ο καθένας πρέπει να αποδεχθεί την απόφαση και την εκτέλεση της ....... Το πλάσμα αλήθειας που εισάγεται με την προαναφερόμενη αρχή είναι σαφώς προτιμότερο από τη διαιώνιση της αβεβαιότητας που θα κυριαρχούσε σε διαφορετική περίπτωση στη δίκαιη κρίση....."
Η διενέργεια νέων συνεντεύξεων, όπως έγινε εισήγηση, θα ήταν αντίθετη με την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437. Βλέπε επίσης προσφ. αρ. 714/91, Γεώργιος Σάββα ν. Κ.Ο.Α., ημερ. 30/4/93 και προσφ. αρ. 684/93, Χριστάκης Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας, ημερ. 4/10/94, στις οποίες εφαρμόστηκε ο ίδιος κανόνας.
Για τους παραπάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται. Με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.