ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 644
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2343
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ/στών
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσείοντες-Καθ' ων η Αίτηση
- ν -
Μιλτιάδη Μιλτιάδου,
Εφεσίβλητου-Αιτητή
------------------------
16 Σεπτεμβρίου, 1998
Για τους Εφεσείοντες: Λ. Κουρσουμπά (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας,
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για τον Εφεσίβλητο: Γ. Τριανταφυλλίδης.
------------------------
Πικής, Π
.: Η απόφαση που ακολουθεί είναι η απόφαση της πλειοψηφίας. Με αυτή συμφωνούν οι Δ/στές Κραμβής και Γαβριηλίδης. Οι Δ/στές Νικήτας και Καλλής καταλήγουν σε διαφορετικό αποτέλεσμα. Η απόφαση της μειοψηφίας θα δοθεί από τον Καλλή, Δ.------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο Μιλτιάδης Μιλτιάδου, ο εφεσίβλητος, υποψήφιος για τη θέση Πρώτου Τελωνειακού Λειτουργού, πρόσβαλε την επιλογή και προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων - Σπύρου Στέφου και Λοΐζου Κωνσταντίνου.
Ο Δικαστής, ο οποίος προέβη στην αναθεώρηση της επίδικης διοικητικής απόφασης, ακύρωσε την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων:-
(α) Λόγω της νομικής πλάνης, κάτω από την οποία λειτούργησε η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της πρόνοιας του Σχεδίου Υπηρεσίας, αναφορικά με το «επιπρόσθετο προσόν» - «Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή μεταπτυχιακός τίτλος σε κατάλληλο θέμα ή/και μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία στο Τμήμα Τελωνείων».
΄Εκρινε ότι η υπηρεσία, η οποία μπορούσε να προσμετρήσει ως πρόσθετο προσόν, δεν ήταν δυνατό να είναι η ίδια με εκείνη η οποία παρείχε δικαίωμα στον υποψήφιο για προαγωγή.
(β) Λόγω ακαταλληλότητας, στην περίπτωση του Λοΐζου Κωνσταντίνου, εξαιτίας του περιορισμένου χρόνου, που, εξ αντικειμένου, θα μπορούσε να υπηρετήσει στη θέση.
Ο Κωνσταντίνου είχε μόνο 17 μέρες υπηρεσίας πριν την αφυπηρέτησή του.
Η Δημοκρατία αμφισβήτησε την ορθότητα της βάσης και των δύο λόγων για τους οποίους ακυρώθηκε η επίδικη διοικητική απόφαση. Με τους λόγους έφεσης 2 και 3, προσεβλήθη ο κοινός λόγος για τον οποίο ακυρώθηκε η προαγωγή και των δύο ενδιαφερομένων προσώπων
. αναγόμενος στην ερμηνεία του μέρους του Σχεδίου Υπηρεσίας που αφορά την ευδόκιμη υπηρεσία ως πρόσθετο προσόν.Ο εφεσίβλητος αναγνώρισε, κατά την ακρόαση, το παραδεκτό των λόγων 2 και 3 της έφεσης, υπό το φως της απόφασης της Ολομέλειας στην Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1835, 20/1/98. Σύμφωνα με την απόφαση εκείνη, οι σχετικές πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας, που καθορίζουν την υπηρεσία ως προσόν για προαγωγή και ως πρόσθετο προσόν, είναι ανεξάρτητες και αυτοδύναμες.
Οι λόγοι έφεσης 2 και 3 έγιναν δεκτοί, επαγόμενοι τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης ως προς τον Σπύρο Στέφου, την απόρριψη της προσφυγής, στο βαθμό που στρεφόταν εναντίον του, και την επικύρωση της προαγωγής του.
Παρέμεινε προς εκδίκαση ο πρώτος λόγος έφεσης, που στρέφεται κατά του δεύτερου ξεχωριστού λόγου, για τον οποίο ακυρώθηκε η προαγωγή του Λοΐζου Κωνσταντίνου, συναρτημένος με την επικείμενη αφυπηρέτησή του - (σε 17 μέρες). Ο περιορισμένος χρόνος, που προοιωνιζόταν να υπηρετήσει στην επίμαχη θέση, τον καθιστούσε μη κατάλληλο για προαγωγή. Το Δικαστήριο προήλθε στην κατάληξη αυτή, ακολουθώντας δύο προηγούμενες πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου - τη Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1160/91, 16/7/93, (απόφαση Πογιατζή, Δ.), και την Παπασταύρου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 953/92, 29/7/94, (απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.). Στην πρώτη κρίθηκε και στη δεύτερη υιοθετήθηκε ότι
:-«... η έννοια ΄του καταλληλότερου υποψηφίου΄ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ικανότητα του υποψήφιου αυτού να ασκήσει κατά τρόπο επαρκή τα καθήκοντα που αντιστοιχούν στη θέση για την οποία θεωρείται ο καταλληλότερος να διοριστεί ή προαχθεί, χάριν της καλύτερης εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος, και ότι η φράση αυτή, στο κείμενο του εδαφίου (9) του ΄Αρθρου 34 του Νόμου αρ. 1/90, πρέπει να τύχει ανάλογης ερμηνείας.»
Το δημόσιο συμφέρον υπερέχει του ατομικού στη διενέργεια προαγωγών, ώστε υποψήφιος, ο οποίος δεν έχει ουσιαστική ευκαιρία προσφοράς στη θέση στην οποία θα προαχθεί, στερείται του νομοθετικού εχέγγυου της καταλληλότητας που διαγράφει το ΄Αρθρο 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90). Η ίδια αρχή υιοθετήθηκε στην Παπασταύρου, (ανωτέρω), και ανάλογη υπήρξε η απόφαση του Δικαστηρίου για την καταλληλότητα του ενδιαφερομένου προσώπου, το οποίο έτυχε προαγωγής «πέντε ή έξι μέρες πριν από την αφυπηρέτησή του».
Η συνάρτηση της καταλληλότητας υποψηφίου με την αναμενόμενη περίοδο υπηρεσίας του, έγινε δεκτή και σε τρεις άλλες πρωτόδικες αποφάσεις, με κυμαινόμενο όμως αποτέλεσμα, ανάλογα με το χρόνο που προοιωνιζόταν να υπηρετήσει ο προαχθείς.
Στην Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 75/93, 15/12/94, κρίθηκε ότι η αρχή δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής, ενόψει του ότι, αντίθετα με τη Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν βρισκόταν σε προαφυπηρετική άδεια, αλλά είχε να διανύσει ακόμα υπηρεσία ενάμιση μηνός (απόφαση Κούρρη, Δ.). Στη Στυλιανίδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 548/93 κ.ά., 23/3/95, όμως, ο ίδιος Δικαστής, επικαλούμενος την αρχή της Μιλτιάδους, ακύρωσε την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων, η οποία συντελέστηκε την προτεραία της αφυπηρέτησής τους.
Και ο Καλλής, Δ., στην Χ" Γεωργίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 34/96, 8/11/96, υιοθέτησε την αρχή της Μιλτιάδους, απέκλεισε, όμως, την εφαρμογή της στην υπόθεση εκείνη, ενόψει του ότι ο επιλεγείς είχε, μετά την προαγωγή του, στάδιο υπηρεσίας επτά μηνών.
Η κ. Κουρσουμπά υπέβαλε ότι η αρχή της Μιλτιάδους δεν ευρίσκει έρεισμα στον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο. Αντίθετα, συγκρούεται, όπως υποστήριξε, με τις διατάξεις του, οι οποίες καθιστούν κριτήριο για προαγωγή «την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα» των υπαλλήλων - (΄Αρθρο 35(3) του Ν. 1/90). Η αντινομία του λόγου της Μιλτιάδους, προς τα κριτήρια που θέτει ο Νόμος, προκύπτει από το γεγονός ότι, ενώ η αρχαιότητα καθορίζεται ως κριτήριο για προαγωγή, η συνάρτηση της προαγωγής με τον προβλεπτό χρόνο υπηρεσίας τείνει να περιορίσει ή εξουδετερώσει την ισχύ της. Υπεισέρχεται, όπως εισηγήθηκε, εξωγενές κριτήριο στη διενέργεια προαγωγών, δηλαδή η προϋπολογιζόμενη διάρκεια υπηρεσίας στη θέση που θα πληρωθεί, το οποίο δεν προβλέπεται από το νόμο.
Ο κ. Τριανταφυλλίδης υποστήριξε το λόγο της Μιλτιάδους, ως απόρροια του δημοσίου συμφέροντος, του προεξάρχοντος κριτηρίου για τη διενέργεια προαγωγών.
Το αβέβαιο του κριτηρίου, το οποίο εισάγεται με τη Μιλτιάδους, διαφαίνεται από τη νομολογία στην οποία έχουμε αναφερθεί. Υπηρεσία ενάμιση και επτά μηνών, αντίστοιχα, έχει θεωρηθεί ως αρκούντως μακρά, για να καταστήσει υποψήφιο κατάλληλο για προαγωγή, όχι, όμως, υπηρεσία ορισμένων ημερών.
Ερωτάται: Πού έγκειται ο διαχωρισμός; Ποία η συνισταμένη της αρχής;
Η αναμενόμενη διάρκεια της υπηρεσίας υποψηφίου στη θέση που θα πληρωθεί, ως στοιχείο καταλληλότητας για την προαγωγή του, μπορεί να ανεύρει έρεισμα μόνο στην αρχή ότι η χρονική διάρκεια της προσδοκούμενης υπηρεσίας αποτελεί κριτήριο επιλογής και, όσο μεγαλύτερο είναι το προβλεπόμενο μέγεθος της υπηρεσίας, ανάλογα μεγαλύτερες είναι οι διεκδικήσεις του υπαλλήλου για προαγωγή. Το ΄Αρθρο 34(9) του Ν. 1/90, προς το οποίο η αρχή της Μιλτιάδους συναρτάται, δε θέτει τέτοιο κανόνα. Τα στοιχεία, τα οποία εξειδικεύει, ως αποκαλυπτικά της καταλληλότητας υποψηφίου, σχετίζονται με την αποτίμηση της αξίας της υπηρεσίας και, γενικά, των ικανοτήτων του. Η αρχή, την οποία εισάγει η Μιλτιάδους, είναι άσχετη με το ΄Αρθρο 34(9) και εξωγενής προς τους σκοπούς του. Η καθιέρωση, εξάλλου, της προϋπολογιζόμενης διάρκειας υπηρεσίας, ως παράγοντα προαγωγής, έρχεται σε αντίθεση με τα κριτήρια, τα οποία θέτει ο νόμος για την αποτίμηση της καταλληλότητας υποψηφίου να προαχθεί - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - (΄Αρθρο 35(3)).
Το δημόσιο συμφέρον, το οποίο αποτελεί τον άξονα της Μιλτιάδους, είναι έννοια αδιαίρετη. Δε διασπάται σε δημόσιο και ατομικό. Το συμφέρον του υπαλλήλου, στο βαθμό που επιμετρά ως παράγοντας προαγωγής, αντανακλάται στο νόμο και ταυτίζεται με την προαγωγή των σκοπών του. Το δημόσιο συμφέρον έχει ως παράμετρο τους σκοπούς του δικαίου και αντικείμενο την προαγωγή τους. Η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος συναρτάται αποκλειστικά με την προαγωγή των σκοπών του νόμου, μέσω της εξουσίας, η οποία παρέχεται σε διοικητικά όργανα. Αυτό ορίζει η νομολογία - (βλ., μεταξύ άλλων, Στεφανίδης & άλλοι ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367
. Αντωνιάδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 947/96 κ.ά., 16/7/97, (απόφαση Ολομέλειας). Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 298/96, 299/96 και 300/96, 26/11/97, (απόφαση Ολομέλειας). Αγαθαγγέλου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2121, 29/5/98).Το συμφέρον δημοσίου υπαλλήλου για ανέλιξη δεν αποτελεί, αφ' εαυτού, παράγοντα προαγωγής, εκτός στο βαθμό που αναγνωρίζεται και κατοχυρώνεται από το νόμο. Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990, (Ν 1/90), προσδίδει κάποια βαρύτητα στο συμφέρον αυτό, καθιστώντας την αρχαιότητα ένα από τα κριτήρια προαγωγής. Η χρονική προοπτική υπηρεσίας στην υπό πλήρωση θέση αποτελεί στοιχείο εξωγενές προς τους σκοπούς του νόμου και, συνεπώς, δεν προσμετρά στον προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος.
Η αρχή της Μιλτιάδους είναι εσφαλμένη, όπως και η πρωτόδικη απόφαση, η οποία βασίζεται σ' αυτή. Ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερομένου προσώπου Λοΐζου Κωνσταντίνου, για λόγο άσχετο προς τα κριτήρια τα οποία θέτει ο νόμος. Επομένως, και ο πρώτος λόγος της έφεσης γίνεται δεκτός. Κατ' ακολουθίαν, η έφεση επιτρέπεται στην ολότητά της.
Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή του εφεσίβλητου Μιλτιάδη Μιλτιάδου πρέπει να απορριφθεί και η προαγωγή του Λοΐζου Κωνσταντίνου να επικυρωθεί.
Η προσφυγή του Μιλτιάδη Μιλτιάδου εναντίον του ενδιαφερομένου προσώπου Σπύρου Στέφου έχει ήδη απορριφθεί και η προαγωγή του έχει επικυρωθεί.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.
Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσφυγή απορρίπτεται. Η προαγωγή του Λοΐζου Κωνσταντίνου επικυρώνεται.
Π.
Δ.
Δ.
/ΜΠ