ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 736
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2151
ΕΝΩΠΙΟΝ:
ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΑΜΒΗ καιΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, ΔΔ.
Μεταξύ -
Ανδρέα Κυριάκου Ττοουλή, από τις Βρυσούλες
Εφεσείοντα/αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω
1. Υπουργείου Γεωργίας και Φυσικών Πόρων
2. Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας
3. Υπηρεσίας Μεταλλείων
4. Προϊσταμένου Υπηρεσίας Μεταλλείων
Εφεσιβλήτων/καθών η αίτηση
-------------------
Ημερομηνία:
29 Σεπτεμβρίου, 1998Για τον εφεσείοντα: Ι. Νικολάου
Για τους εφεσιβλήτους: Γ. Γεωργαλλής, δικηγόρος της Δημοκρατίας
------------------
Γ. ΠΙΚΗΣ, Π: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο
δικαστής Σ. Νικήτας
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΟΛΩΝ ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ: Ο εφεσείων είχε αποταθεί στην αρμόδια υπηρεσία της Δημοκρατίας για παραχώρηση προνομίου λατόμησης οικοδομικών υλικών. Και συγκεκριμένα για την εξόρυξη αμμοχαλίκων. Το διάβημα αφορούσε την περιοχή του χωριού Αχερίτου στην επαρχία Αμμοχώστου, σε σχέση με την οποία εκκρεμούσαν και τρείς άλλες αιτήσεις, που υποβλήθηκαν χωριστά, για τον ίδιο σκοπό. Η αίτηση συνοδεύθηκε από έκθεση αναφορικά με την καταλληλότητα των υλικών της περιοχής.
Θα μπορούσε να λεχθεί εξαρχής ότι την αρμοδιότητα για χορήγηση λατομικού προνομίου ασκεί το Υπουργικό Συμβούλιο. Το άρθρ. 39(1) του περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμου, Κεφ. 270 ορίζει ότι:
"39(1) Προνόμια λατομείου δύνανται να χορηγούνται τηρουμένων τέτοιων συμφωνιών, όρων και προϋποθέσεων και αναφορικά με τέτοιες περιοχές και τηρουμένης της πληρωμής τέτοιων ενοικίων και τελών που δυνατό, από καιρό σε καιρό, να αποφασίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο."
Η εξουσία αυτή, με βάση τις διατάξεις του άρθρ. 3 του περί Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινος Νόμου, Νόμου του 1962 (αρ. 23/62), μεταβιβάστηκε στον Υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας (βλ. Κ.Δ.Π. 7/76 ημερ. 10/1/76).
Πίσω στο προκείμενο. Η αίτηση απορρίφθηκε. Η έφεση στρέφεται γύρω από θέματα αιτιολόγησης της απορριπτικής απόφασης. Γιαυτό και θεωρούμε σκόπιμο να μεταφέρουμε την αιτιολογία αυτούσια:
"Αναφορικά με την αίτηση σας ημερομηνίας 30/11/92 για την παραχώρηση του πιο πάνω προνομίου λατομείου, σας πληροφορώ ότι ο Υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας αποφάσισε ότι η αίτηση σας δεν μπορεί να εγκριθεί για διάφορους λόγους και ειδικότερα βάσει την υφιστάμενη πολιτική για μη δημιουργία νέων προνομίων για φυσικά αμμοχάλικα ή αμμοχώματα."
Έχει ασφαλώς σημασία να εξετάσουμε τι προηγήθηκε. Η παράθεση του ιστορικού προκύπτει αναντίλεκτα από τα στοιχεία του φακέλου ή τα πρωτόδικα ευρήματα, που δεν είχαν αμφισβητηθεί. Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταλλείων (ο Προϊστάμενος) είχε συγκαλέσει σε σύσκεψη, στις 7/4/93, τον αιτητή και τους 3 άλλους ενδιαφερομένους, που υπέβαλαν όμοια αίτηση. Επειδή, προφανώς, ο αριθμός των αιτητών ήταν μεγάλος σε σχέση με την έκταση της περιοχής που ζήτησαν να εκμεταλλευθούν, ο Προϊστάμενος τους πρότεινε να συμφωνήσουν πώς θα καταμερισθεί μεταξύ τους, για να εξυπηρετηθούν όλοι. Αναφέρεται συναφώς στο πρακτικό που τηρήθηκε:
"Το όλον θέμα συζητήθηκε διεξοδικά αλλά δεν βρέθηκε κοινή αποδεχτή λύση στην πρόταση του κ. Κρονίδη να διαμεριστεί η προσφερόμενη περιοχή στους 4 ενδιαφερόμενους που υπέβαλαν τις αιτήσεις. Ειδικά η διαφωνία προέκυψεν μεταξύ του κ. Κώστα Νικολάου και Α.Κ. Ττοουλή (αιτητή) οι οποίοι επέμεναν και ζητούσαν την ίδια περιοχή.
Η σύσκεψη έληξε χωρίς να ληφθεί απόφαση και ο κ. Κρονίδης τους έδωσε προθεσμία 10 ημερών να συσκεφθούν μεταξύ τους και να επανέλθουν σε περίπτωση που θα συμφωνήσουν μεταξύ τους. Κατά το πέρας της προθεσμίας αυτής ο κ. Κρονίδης ανάφερεν ότι θα υπόβαλλεν σχετικήν έκθεση στο Υπουργείο για το μέλλον των αιτήσεων αυτών."
Παρολαυτά, στις 23/4/93, ο Προϊστάμενος εισηγήθηκε γραπτώς την απόρριψη όλων των αιτήσεων, μεταξύ άλλων, και γιατί (α) είχε αμφιβολίες για την ποιότητα της άμμου. (β) εκκρεμούσε απόφαση του Υπουργού για ανανέωση προνομίων σε παρακείμενες περιοχές. (γ) οι κακές σχέσεις μεταξύ των αιτητών θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα. και (δ) γιατί μια επιτροπή με τεχνοκρατική συγκρότηση καλούμενη "Τεχνική Επιτροπή Αμμοχαλίκων" (Τ.Ε.Α.) "έχει πρόσφατα ετοιμάσει έκθεση με εισηγήσεις μη παραχώρησης νέων προνομίων λατομείων για φυσικά αμμοχάλικα".
Ο πρωτόδικος δικαστής αποδέχθηκε, ως θέμα αρχής, πως, όπου ο νόμος παρέχει πλατειά διακριτική εξουσία στη διοίκηση, όπως είναι πράγματι η χορήγηση ερευνητικών αδειών ή προνομίων λατομείου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 39, η έλλειψη ή ανεπάρκεια της αιτιολογίας προσβαλλόμενης απόφασης δε συνιστά αιτία ακύρωσης της. Και προχώρησε να προσθέσει πως, εν πάση περιπτώσει, η αιτιολογία σ' αυτή την περίπτωση είναι επαρκής διότι συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου.
Τη γνώμη του ο δικαστής στήριξε στην απόφαση
Tekkis and Another v. Republic (1982) 3 C.L.R. 680 και στην άποψη του καθηγητή Κυριακόπουλου που διατυπώνει στο σύγγραμμα του "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" 4η έκδοση, Τόμος Β στη σελ. 387, την οποία η απόφαση αυτή υιοθετεί. Τέλος, υποδείχθηκε πως η στάση του Προϊσταμένου δεν εμπόδιζε τον Υπουργό να λάβει την προσβαλλόμενη απόφαση "γιατί αρμόδιος να λάβει την τελική απόφαση ήταν ο Υπουργός, ο οποίος είχε δικαίωμα να προβεί σε διάφορη ουσιαστική εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων και κρίση η οποία είναι ανεξέλεγκτος".Θα πρέπει πρώτα να σχολιάσουμε την απόφαση
Tekkis. Η υπόθεση απορρίφθηκε για έλλειψη δικαιοδοσίας. Η διαφορά αφορούσε πράξη ιδιωτικού δικαίου για την οποία δεν είχε αρμοδιότητα το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του άρθρ. 146 του Συντάγματος. Το δικαστήριο όμως προχώρησε και εξέφρασε την παραπάνω άποψη επί της ουσίας. Πρόκειται, επομένως, για παρατήρηση που έγινε, ουσιαστικά, εν παρόδω "obiter dictum" χωρίς να συνιστά στοιχείο του σκεπτικού. Ωστόσο δεν έχουμε αμφιβολία πως η αντίκρυση αυτή είναι λανθασμένη. Το εύρος της διακριτικής ευχέρειας δεν απαλλάσσει το διοικητικό όργανο από την υποχρέωση να αιτιολογήσει απόφαση του δυσμενή για το διοικούμενο, όπως η προκείμενη. Αντίθετα συνηγορεί για την αναγκαιότητα εξηγήσεων για να φανεί ότι η απόφαση έχει ως έρεισμα το νόμο και δε στηρίζεται σε αυθαίρετη κρίση.Βεβαίως η απόρριψη του αιτήματος για "διάφορους λόγους", που δεν εξειδικεύονται, είναι αόριστη και δεν ικανοποιεί τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις της νομολογίας για έγκυρη αιτιολογία. Αναφορικά με το άλλο σκέλος της, που παραπέμπει στην ύπαρξη πολιτικής, υπενθυμίζουμε πως είναι ένας από τους λόγους που συστήθηκε απόρριψη (από τον Προϊστάμενο και το Γενικό Διευθυντή), με την οποία συμφώνησε και ο Υπουργός. Όμως τέτοια έκθεση δε βρίσκεται στο διοικητικό φάκελο ούτε προσκομίστηκε όταν τη ζητήσαμε. Το μόνο που υπάρχει είναι έκθεση τεχνικής υπεπιτροπής, που έγινε το Μάρτιο του 1993, αλλά σύμφωνα με έγγραφο που υπάρχει στο φάκελο (Κυανούν 21) την έκθεση της υπεπιτροπής θα επεξεργαζόταν η Τ.Ε.Α. "για διαμόρφωση τελικών εισηγήσεων που θα υποβληθούν στον Υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας".
Και αυτό δεν έγινε.
Έτσι, στο σημείο αυτό, η αιτιολογία είναι πεπλανημένη, όντας ανακριβής. Και το συμπέρασμα της πρωτόδικης απόφασης ότι αυτή συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου είναι λανθασμένο. Γιατί στηρίζεται σε ανύπαρκτα γεγονότα. Πέραν τούτου, η ένσταση από τον έπαρχο, χωρίς τίποτε άλλο, δεν αποτελούσε λόγο απόρριψης. Όπως έχει λεχθεί στην προσφ. αρ. 544/97 Κώστας Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας ημερ. 19/6/98 "δεν ήταν αρκετό, για σκοπούς αιτιολόγησης ότι κάποιοι είχαν ένσταση". Αυτό ισχύει και για την οποιαδήποτε διαμάχη μεταξύ των λατόμων.
Πρέπει, τέλος, να λεχθεί ότι η αντιφατική στάση της διοίκησης (παραινέσεις για διαμοιρασμό της περιοχής και μετά την αποτυχία της προσπάθειας ή εισήγηση απόρριψης για ακαταλληλότητα των υλικών) επιμαρτυρεί και την ελλειπτικότητα της έρευνας, που αντανακλάται και στην ίδια την αιτιολογία που δόθηκε.
Για τους παραπάνω λόγους παραμερίζουμε την εκκαλούμενη απόφαση, ακυρώνοντας συγχρόνως και την επίδικη διοικητική πράξη. Με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΑΣ