ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 419

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2110

Σύνθεση Δικαστηρίου: Γ.Μ. ΠΙΚΗΣ, Π., Σ. ΝΙΚΗΤΑΣ, Π. ΚΑΛΛΗΣ, Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές

 

Παύλος Ιεροδιακόνου και άλλοι

Εφεσείοντες-Αιτητές

ν.

Κυπριακής Δημοκρατίας, και/ή

1. Υπουργού ΄Αμυνας και/ή

2. Αρχηγού Εθνικής Φρουράς

Εφεσίβλητων-Καθ΄ ων η Αίτηση

_ _ _ _ _ _ _ _

10 Ιουνίου, 1998

ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ

Για τους Εφεσείοντες: Κος. Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους Εφεσίβλητους: Κος. Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της

Δημοκρατίας.

Για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 9-11, 12, 13, 21, 24, 27, 33, 35 και 36:

Κος. Π. Παπαγεωργίου.

_ _ _ _ _ _ _ _

Κος. Γ.Μ. Πικής, Π.:-

Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.

_ _ _ _ _ _ _ _

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ρ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την Προσφυγή Αρ. 586/91, στην οποία η πρωτόδικη απόφαση είναι το αντικείμενο της παρούσας έφεσης, οι τριάντα ένα αιτητές ζήτησαν την ακόλουθη θεραπεία:-

(α) Δήλωση του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη η παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση να άρουν την παρανομία στη σειρά που έδωσαν στους αιτητές έναντι των ενδιαφερομένων μερών στις Επετηρίδες που περιέχονται στα Παραρτήματα Α έως Η των Περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 και 1991 (Κ.Δ.Π. 90/90 όπως τροποποιήθηκε από την Κ.Δ.Π. 157/91).

(β) Δήλωση του Δικαστηρίου ότι οι εν λόγω Επετηρίδες είναι άκυρες.

Τόσον οι εφεσείοντες όσον και τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι μόνιμοι Αξιωματικοί του Στρατού της Δημοκρατίας.

Οι εφεσείοντες είναι απόφοιτοι Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής, της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους που δεν αμφισβητήθηκαν, είναι Αξιωματικοί προερχόμενοι από ΄Εφεδρους Αξιωματικούς που διορίστηκαν απ΄ ευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον Κανονισμό 3(1)(β) των Περί Ιεραρχίας και Προαγωγής Μονίμων Αξιωματικών και Υπαξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών του 1981 (Κ.Δ.Π. 118/81). Οι Κανονισμοί αυτοί, στο βαθμό που αφορούσαν τους Αξιωματικούς, καταργήθηκαν με τον Κανονισμό 57 των Περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90).

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 4 της Κ.Δ.Π. 90/90 ("ο βασικός Κανονισμός"):-

"4. Οι Αξιωματικοί προέρχονται από:

(α) Αποφοίτους ανώτατων στρατιωτικών σχολών.

(β) πρόσωπα τα οποία διορίζονται απευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 8 του Νόμου και τα οποία ικανοποιούν τα προσόντα που αναφέρονται στον Κανονισμό 6. και

(γ) πρόσωπα τα οποία διορίζονται από την τάξη των Υπαξιωματικών δυνάμει των προνοιών του Μέρους VII των παρόντων Κανονισμών."

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 14(1) του βασικού Κανονισμού η αρχαιότητα του Αξιωματικού (ανεξάρτητα προέλευσης) σε κάθε βαθμό προσδιορίζεται από την ημερομηνία του διορισμού ή της προαγωγής του στο βαθμό αυτό. Τηρουμένης της διατάξεως αυτής, βάσει της παραγράφου 2(δ) του ιδίου Κανονισμού, Αξιωματικός που είναι απόφοιτος Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής είναι αρχαιότερος Αξιωματικού που διορίζεται απ΄ ευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο χωρίς να είναι απόφοιτος Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής. Με τον Κανονισμό 6 των τροποποιητικών Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 157/91), η πιο πάνω παράγραφος 2(δ) του Κανονισμού 14 αντικαταστάθηκε με νέα παράγραφο κατά τρόπο που να μην αφήνεται αμφιβολία ότι, η υπεροχή σε αρχαιότητα των αποφοίτων Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής έναντι των ομοβάθμων των Αξιωματικών που διορίστηκαν απ΄ ευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο χωρίς να είναι απόφοιτοι Στρατιωτικής Σχολής, αλλά απέκτησαν το βαθμό τους την ίδια ημερομηνία, αφορά μόνον την περίπτωση ταυτόχρονου αρχικού διορισμού.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 2 του βασικού Κανονισμού "Επετηρίδα" σημαίνει το επίσημο βιβλίο στο οποίο φαίνεται η αρχαιότητα των Αξιωματικών κατά κλάδο και βαθμό.

Κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις του 1990 οι εφεσείοντες κρίθηκαν από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών ως προακτέοι και προήχθησαν στον επόμενο βαθμό κατ΄ εφαρμογήν των βασικών Κανονισμών. Ανάλογα με την περίπτωση, άλλοι προήχθησαν σε Ταγματάρχες, άλλοι σε Λοχαγούς και άλλοι σε Υπολοχαγούς. ΄Ολες οι προαγωγές τέθησαν σε ισχύ από την 1/9/1990. Κατά το χρόνο των προαγωγών αυτών δεν υπήρχαν έγκυρες επετηρίδες των Αξιωματικών διότι εκείνες που υπήρχαν είχαν κηρυχθεί άκυρες με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που προηγήθηκε.

Την 31/8/1990 με έγγραφο του τότε Αρχηγού του Στρατού, αφού κοινοποιούντο, μεταξύ άλλων, και οι προαγωγές των εφεσειόντων αναφέρονταν τα ακόλουθα:-

"Οι προαγόμενοι Αξιωματικοί να γραφούν στην Επετηρίδα με την πιο πάνω σειρά μετά τους τώρα υπηρετούντες ομόβαθμους τους μέχρι εκδόσεως της νέας Επετηρίδας."

 

΄Ετσι τα ενδιαφερόμενα μέρη τέθηκαν σε σειρά πριν τους εφεσείοντες.

Στις 19/10/1990 οι εφεσείοντες, με επιστολή του δικηγόρου τους προς τον Υπουργό ΄Αμυνας, υπέβαλαν ένσταση στη σειρά που καθορίστηκε από τον Αρχηγό του Στρατού για αναγραφή τους στην Επετηρίδα και ζήτησαν την άρση της, κατά τους ισχυρισμούς τους, παρανομίας. Στο αίτημά τους αυτό δεν πήραν οποιαδήποτε απάντηση επειδή, στις 14/11/1990, καταχώρησαν την Προσφυγή Αρ. 961/90 με την οποίαν πρόσβαλαν την αμφισβητούμενη απόφαση. Παρενθετικά σημειώνεται ότι η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε επειδή κρίθηκε πως η προσβαλλόμενη απόφαση είχε περιορισμένη διάρκεια, έληξε και έχασε την εκτελεστότητά της με τον καθορισμό των επετηρίδων από την Κ.Δ.Π. 157/91 που ακολούθησε και, επομένως, έχασε το αντικείμενό της εφ΄ όσον οι αιτητές δεν είχαν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά κατά τη διάρκεια της ισχύος της απόφασης που προσβλήθηκε.

Στις 17/4/1991 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η Κ.Δ.Π. 157/91. Με τον Κανονισμό 6, όπως εξηγήσαμε, τροποποιήθηκε με αντικατάσταση η παράγραφος 2(δ) του Κανονισμού 14 του βασικού Κανονισμού. Με τον Κανονισμό 7 αντικαταστάθηκε και η παράγραφος 6 του Κανονισμού 15 του βασικού Κανονισμού που προνοούσε ότι:-

"(6) Οι κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των παρόντων (Τροποποιητικών) Κανονισμών Επετηρίδες των Αξιωματικών εμφαίνονται στα Παραρτήματα Α, Β, Γ, Δ, Ε, ΣΤ, Ζ και Η των παρόντων Κανονισμών και ενημερώνονται κατάλληλα, ανάλογα με τις εκάστοτε μεταβολές που επέρχονται."

 

Ενσωματώθηκαν δηλαδή οι επετηρίδες στους Κανονισμούς ως Παραρτήματα.

Ο πρωτόδικος Δικαστής, εγείροντας και εξετάζοντας αυτεπάγγελτα το ερώτημα κατά πόσον οι αιτητές-εφεσείοντες είχαν το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για να είναι η προσφυγή παραδεκτή ώστε να μπορεί, να έχει δηλαδή τη δικαιοδοσία, να προχωρήσει και να υπεισέλθει στην εξέταση της ουσίας της, είπε τα ακόλουθα:-

"Το επόμενο ερώτημα που χρήζει εξέτασης από το Δικαστήριο είναι κατά πόσο η αρχαιότητα των αιτητών στην προσφυγή αρ. 586/91 ως αποφοίτων της Σχολής Ευελπίδων έχει επηρεαστεί αρνητικά από την παράλειψη σύνταξης Επετηρίδας με βάση το ισχύον δίκαιο κατά την ημερομηνία των προαγωγών, δηλαδή με βάση τους Καν. 14(2)(δ) και 15(6) όπως ίσχυαν πριν από την τροποποίηση τους με την ΚΔΠ 157/91, και από την οριστικοποίηση με τις Επετηρίδες του 1991, και επίσημα πλέον, της σειράς με την οποία κατατάγηκαν στο έγγραφο του Αρχηγού ημερ. 31.8.90.

Ο Καν.4 της ΚΔΠ 90/90 αναφέρεται στην προέλευση των αξιωματικών και καθορίζει ότι αυτοί προέρχονται από: α) απόφοιτους ανώτατων στρατιωτικών σχολών, β) πρόσωπα τα οποία διορίζονται απευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 8 του Νόμου 33/90 και τα οποία ικανοποιούν τα προσόντα που αναφέρονται στον Καν.6 και γ) πρόσωπα τα οποία διορίζονται από την τάξη των Υπαξιωματικών δυνάμει των προνοιών του Μέρους VII της ΚΔΠ 90/90.

Ο Καν. 14(1) της ΚΔΠ 90/90, προνοεί ότι η αρχαιότητα του αξιωματικού σε κάθε βαθμό προσδιορίζεται από την ημερομηνία του διορισμού ή της προαγωγής του στο βαθμό αυτό. Τηρουμένης δε της πρόνοιας αυτής ισχύει μεταξύ άλλων και η πρόνοια της παραγράφου (2)(δ) (βλέπε πιο πάνω), η οποία ρυθμίζει την αρχαιότητα μεταξύ αξιωματικών που είναι απόφοιτοι Ανώτατης Στρατιωτικής Σχολής, αξιωματικών που διορίζονται απευθείας σύμφωνα με τις πρόνοεις του Καν.6 και αξιωματικών που διορίζονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους VII της ΚΔΠ 90/90.

Ο Καν.6(1) προβλέπει πως οι κενές θέσεις για απευθείας διορισμό αξιωματικών προκηρύσσονται με σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στη συνέχεια (βλ. Καν. 6(2)(3)(4) και (5)), γίνεται αναφορά στα απαιτούμενα προσόντα μεταξύ των οποίων είναι και πανεπιστημιακό δίπλωμα σε προκαθορισμένα θέματα, όπως επίσης και η διαδικασία επιλογής των αξιωματικών. Το Μέρος VII αναφέρεται σε διορισμούς υπαξιωματικών σε ανθυπολοχαγούς.

Ο δικηγόρος των ενδιαφερομένων μερών ισχυρίστηκε στη γραπτή του αγόρευση, ότι όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 5 των περί Στρατού της Δημοκρατίας (Σύνθεσις, Κατάταξις και Πειθαρχία) Νόμων του 1961-1983, που καταργήθηκαν από το άρθρο 29 του Ν.33/90, και προέρχονται από έφεδρους αξιωματικούς που διορίστηκαν απ΄ ευθείας από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Παρέπεμψε επίσης στον Καν.4 της ΚΔΠ 90/90 για να υποστηρίξει ότι τα "πρόσωπα που διορίζονται απ΄ ευθείας" (βλ. Καν. 4(β) πιο πάνω) δεν έχουν καμμιά σχέση με τα πρόσωπα που διορίζονταν απ΄ ευθείας με βάση τον Καν.3(1)(β) της καταργηθείσας ΚΔΠ 118/81.

Η θέση του δικηγόρου των ενδιαφερομένων μερών ότι αυτοί έχουν διοριστεί ως έφεδροι με βάση τις διατάξεις προγενέστερου Νόμου και Κανονισμών και ως εκ τούτου δεν καλύπτονται από καμμιά πρόνοια της ΚΔΠ 90/90, δεν έχει αμφισβητηθεί από τους αιτητές. Επί του σημείου τούτου η Δημοκρατία δεν έχει υποβάλει οποιαδήποτε εισήγηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα ενδιαφερόμενα μέρη διορίστηκαν στο Στρατό. Κατά συνέπεια θεωρώ ότι η εισήγηση του δικηγόρου των ενδιαφερομένων μερών είναι ορθή, και, εφόσον τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν εμπίπτουν ούτε στην κατηγορία των αξιωματικών που διορίζονται με βάση το άρθρο 8 του Ν.33/90 και ικανοποιούν τα προσόντα του Καν.6 ούτε στην κατηγορία αυτών που διορίζονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Μέρους VII της ΚΔΠ 90/90, δεν βλέπω πώς οι αιτητές ως απόφοιτοι Ανώτατων Στρατιωτικών Σχολών θα μπορούσαν να έχουν προβάδισμα έναντι των ενδιαφερομένων μερών ακόμα και αν εφαρμοζόταν το ισχύον δίκαιο και συντασσόταν Επετηρίδα κατά το χρόνο των προαγωγών. Με βάση τον Καν. 14(2)(δ) τόσο πριν την τροποποίηση του όσο και μετά, οι αιτητές προηγούνται σε αρχαιότητα μόνο έναντι των δύο κατηγοριών αξιωματικών που προσδιορίζονται στον Καν.14(2(δ). Εφόσον τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν προέρχονται από καμμιά από τις εν λόγω δύο κατηγορίες, οι αιτητές δεν θα μπορούσαν να έχουν έναντι τους προβάδισμα στην αρχαιότητα, και συνεπώς δεν έχουν έννομο συμφέρο να προσβάλουν τη σειρά κατάταξης στις Επετηρίδες.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

 

Οι προσφυγές απορρίπτονται."

 

Είναι γνωστή η αρχή της νομολογίας μας ότι κατά την εξέταση της ύπαρξης έννομου συμφέροντος δεν λαμβάνονται υπόψη στοιχεία που αφορούν την ουσία της υπόθεσης (βλ., Οικονομίδης ν. Ε.Δ.Υ Κάτω Κουρδάλια [Αναθεωρητική ΄Εφεση 708 - απόφαση 15/3/90]).

Ευρίσκουμε ότι η θέση του πρωτόδικου Δικαστή, όπως διατυπώνεται στο πιο πάνω απόσπασμα από την απόφασή του, είναι απόλυτα ορθή. Οι εφεσείοντες δεν έχουν αποδείξει αλλ΄ ούτε καν πιθανολογήσει, ως εβαρύνοντο, έννομο συμφέρον, υλικόν ή, έστω, ηθικόν. (Βλ. Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας [Α.Ε. 1425 - απόφαση 29/2/1996] και Νεοκλής Αγαθαγγέλου και άλλοι ν. Δημοκρατίας [Α.Ε. 2121 - απόφαση 29/5/1998]). Ούτε ο Κανονισμός 14(2)(δ) του βασικού Κανονισμού, στον οποίο επιχείρησαν να στηρίξουν το έννομο συμφέρον τους, ούτε η τροποποίηση του με την ΚΔΠ 157/91 έχουν οποιαδήποτε σχέση με τους Αξιωματικούς που προσλήφθηκαν με βάση τον Κανονισμό 3(1)(β) της Κ.Δ.Π. 118/81 οι οποίοι και αποτελούν κατηγορία Αξιωματικών άλλη από εκείνες στις οποίες αναφέρεται ο Κανονισμός 4 του βασικού Κανονισμού και στην οποία, κατηγορία, ανήκει το σύνολο των ενδιαφερομένων μερών.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Π.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

/ΜΝ

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο