ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 242

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

< FONT FACE="Arial,Arial">ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2032

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗ, ΔΔ.

 

LUMIERE TELEVISION LTD. ή LUMIERE T.V. LTD.,

Εφεσείουσα-Ενδιαφερόμενο Μέρος

ν.

Ραδιοτηλεοπτικές Υπηρεσίες ΑΝΤΕΝΝΑ Ρ.Τ. ΛΙΜΙΤΕΔ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών

και

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Υπουργικού Συμβουλίου,

Καθ'ου η αίτηση στην Προσφυγή

---------------------------------

27 Φεβρουαρίου 1998

Για την Εφεσείουσα: κ. Γ. Τριανταφυλλίδης.

Για τους Εφεσιβλήτους: κ. Λ. Παπαφιλίππου.

Για τον Καθ'ου η αίτηση: κ. Π. Κληρίδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.

--------------------------

(Αυτή είναι η απόφαση της πλειοψηφίας των Δικαστών Χατζητσαγγάρη, Νικολαΐδη, Νικολάου και Ηλιάδη.)

-------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Στις 21/4/92 η εφεσείουσα εταιρεία (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως LUMIERE) υπέβαλε αίτηση για την έκδοση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού. Παρόμοια αίτηση για την παροχή άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού υπέβαλε και η εφεσίβλητη εταιρεία (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως ANTENNA) στις 2/10/92.

Στις 21/10/92 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι θα δοθεί άδεια στην ANTENNA "νοουμένου ότι θα πληρούνται οι όροι που καθορίζει ο Νόμος".

Στις 19/11/92 το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την αίτηση της LUMIERE της 21/4/92 για άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού κλειστού κυκλώματος επί παγκύπριας κάλυψης που θα λειτουργούσε στις συχνότητες 26 και 33.

Στις 17/3/93 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να εγκρίνει σύμφωνα με το άρθρο 24 του Νόμου την αίτηση της ANTENNA για χορήγηση άδειας ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού που θα λειτουργούσε στις συχνότητες 48, 65, 60, 35 και 42.

Η έκδοση άδειας εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού ρυθμίζεται με τις πρόνοιες του Περί Τηλεοπτικού Σταθμού Νόμου του 1992 (αρ. 29(1)/92) που τέθηκε σε ισχύ στις 23/4/92. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3 του πιο πάνω Νόμου οι σχετικές αιτήσεις εξετάζονται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Ραδιοφωνίας/Τηλεόρασης που διαβιβάζει συμβουλευτική έκθεση προς το Υπουργικό Συμβούλιο (άρθρο 11(2)). Το Υπουργικό Συμβούλιο αφού εξετάσει την τεχνική αρτιότητα του προτεινόμενου σταθμού και την πληρότητα και ποιότητα του προγράμματος (άρθρο 12) μπορεί να εκδώσει άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού.

Σχετικά με τη χορήγηση άδειας στην LUMIERE, η ιδιότητα του Διευθυντή και μετόχου της εφεσείουσας εταιρείας Κρις Οικονομίδη που ήταν και ταυτόχρονα μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δημιούργησε μερικές νομικές επιπλοκές. Ο κ. Κρις Οικονομίδης, που ήταν Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και μέτοχος της εφεσείουσας εταιρείας, είχε διοριστεί από το 1990 ως μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ο πιο πάνω δεν συμμετέσχε στις συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατά τις οποίες εξεταζόταν η αίτηση της LUMIERE. Με σχετική επιστολή του ημερομηνίας 3/11/92 και προτού υποβληθεί πρόταση από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση της άδειας της εφεσείουσας εταιρείας, ο Κρις Οικονομίδης υπέβαλε την παραίτηση του από τη Συμβουλευτική Επιτροπή εφόσον ο ρόλος του ως μέλους της πιο πάνω Επιτροπής συγκρουόταν με επαγγελματικά συμφέροντα που τον απασχολούσαν τότε.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η υποβολή της αίτησης στο Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων και όχι στο Υπουργικό Συμβούλιο στις 21/4/92 (ενώ ο Νόμος τέθηκε σε ισχύ στις 23/4/92) δεν συνιστούσε παράβαση ουσιώδους τύπου σε βαθμό που μπορούσε να οδηγήσει σε ακύρωση της επίδικης απόφασης και ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν προέβηκε στη δέουσα έρευνα για να εξετάσει αν η αίτηση της LUMIERE συγκρουόταν με τις πρόνοιες του άρθρου 9(3) του Νόμου που προνοεί ότι δεν μπορεί να εκδοθεί άδεια λειτουργίας σε εταιρεία αν μεταξύ των μετόχων της υπάρχει πρόσωπο φυσικό ή νομικό που κατέχει πέραν του 25% του καταβεβλημένου κεφαλαίου της ή το οποίο ελέγχει εξαρτώμενες από αυτό εταιρείες που κατέχουν μαζί τέτοιο ποσοστό. Επιπρόσθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η χορήγηση της άδειας λειτουργίας του σταθμού και ο καθορισμός της συχνότητας δεν συνιστούν δύο διαφορετικές πράξεις αλλά και τα δύο είναι αλληλένδετα και ότι η θέση του Κρις Οικονομίδη ως Προέδρου και μετόχου της LUMIERE με την ταυτόχρονη συμμετοχή του ως μέλους της Συμβουλευτικής Επιτροπής επηρέαζε την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης της 19/11/92 αφού "η Διοίκηση δεν πρέπει μόνο να ενεργεί σωστά αλλά πρέπει και να φαίνεται ότι ενεργεί σωστά." Εν πάση περιπτώσει η συμμετοχή του Κρις Οικονομίδη στη Συμβουλευτική Επιτροπή μέχρι τις 3/11/92 προσέκρουε στις πρόνοιες του άρθρου 3 του περί Ραδιοφωνικών Σταθμών Νόμου του 1990 που προνοεί ότι κανένα πρόσωπο δεν διορίζεται ως μέλος της Επιτροπής αν έχει άμεσο ή έμμεσο συμφέρον σε οποιαδήποτε επιχείρηση ραδιοφωνίας ή τηλεόρασης.

Στην έφεση που ασκήθηκε από την LUMIERE υποβλήθηκε μεταξύ άλλων ότι τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη είχε έννομο συμφέρον και ότι δεν είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα είναι λανθασμένα.

(i) Εννομο συμφέρον της ΑΝΤΕΝΝΑ

Αναφορικά με την ύπαρξη έννομου συμφέροντος ο ευπαίδευτος συνήγορος της LUMIERE υπεστήριξε ότι η ANTENNA στις 19/11/92 όταν το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εγκρίνει την έκδοση άδειας στην LUMIERE, η ANTENNA δεν είχε έννομο συμφέρον. Και τούτο γιατί με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 21/10/92 είχε αποφασιστεί ότι θα δοθεί άδεια στην ANTENNA νοουμένου ότι πληρούνται οι όροι που καθορίζει ο Νόμος και ότι η άδεια δόθηκε στις 17/3/93. Επιπρόσθετα υποβλήθηκε ότι η χορήγηση της άδειας λειτουργίας παρέχεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 24 του Νόμου και ο καθορισμός της συχνότητας σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 4(2) του Νόμου. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου που περιέχονται στην ίδια απόφαση άνκαι είναι αυτοτελείς. Επειδή δε το ουσιαστικό παράπονο της ΑΝΤΕΝΝΑ είναι η χορήγηση άδειας χρήσης της συχνότητας 26, η ΑΝΤΕΝΝΑ δεν είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση της 19/11/92 αφού σε περίπτωση ακύρωσης της επίδικης απόφασης η LUMIERE δεν θα έχανε μόνο τη χρήση της συχνότητας 26 αλλά και την άδεια προσωρινής λειτουργίας.

Είναι η θέση της ANTENNA ότι είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει τη χορήγηση της άδειας. Η άδεια ήταν σύνθετη και η ακύρωση του ενός σκέλους της άδειας καθιστούσε άκυρο ταυτόχρονα και το άλλο σκέλος.

Το άρθρο 146 του Συντάγματος παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο αποκλειστική δικαιοδοσία εξέτασης προσφυγής εναντίον απόφασης, πράξης ή παράλειψης οποιουδήποτε οργάνου που ασκεί διοικητική ή εκτελεστική εξουσία, όταν ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον σε αντιδιαστολή με τη "λαϊκή αγωγή" (actio popularis).

Οπως παρατηρεί ο Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος στο "Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου", 5η Εκδοση, 1991, σελ. 433

"Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο, από την οποία ο αιτών, βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια η οποία θίγεται αμέσως ή εμμέσως από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη δηλαδή μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε, με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν."

Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι παρόν (ενεστώς) με την έννοια ότι είναι υπαρκτό κατά το χρόνο άσκησης της προσφυγής. Ομως η λέξη "παρόν" μπορεί να συμπεριλάβει και το συμφέρον που απειλείται με βεβαιότητα στο άμεσο μέλλον. (Βλέπε ΣτΕ 248/36, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 1425 της 29/2/1996. Ιδε επίσης Π. Δαγτόγλου "Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο" σελ. 404.)

Η έννοια του έννομου συμφέροντος είναι αρκετά πλατειά και δεν εξισώνεται κατ' ανάγκη με το αγώγιμο νομικό δικαίωμα (ίδε Σεργίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1738 της 27/2/98). Για παράδειγμα μπορεί να συμπεριλάβει το δικαίωμα δημότη να προσβάλει την απόφαση για τη μεταβολή κεντρικής πλατείας της πόλης (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας (1929-1959) σ. 259) και το δικαίωμα κατοίκου πόλης να προσβάλει την απόρριψη της αίτησης του για την αλλαγή της ονομασίας της πόλης των Τρικκάλων σε Τρίκκη. (ΣτΕ 4/49).

Η ANTENNA επικαλέστηκε προς υποστήριξη της ύπαρξης έννομου συμφέροντος απόσπασμα της απόφασης Dias United Publishing Co. Ltd. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 870/93 της 5/12/96 στο οποίο τονίστηκε ότι η χορήγηση άδειας μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς ένα "ανταγωνιστή" σε βαθμό που να τον νομιμοποιεί να αμφισβητήσει την εγκυρότητα της απόφασης. Στην υπόθεση Dias United Publishing Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (πιο πάνω) δεν εξετάστηκε ποιός είναι ο "ανταγωνιστής" που νομιμοποιείται να προσβάλει τη νομιμότητα μιας διοικητικής πράξης. Αναμφίβολα ο καθορισμός του "ανταγωνιστή" δεν μπορεί να συμπεριλάβει τον οποιοδήποτε που υποβάλλει σχετική αίτηση.

Στην προκείμενη περίπτωση έχουμε όχι μόνο ότι η ANTENNA είχε ήδη υποβάλει αίτηση για την παροχή άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού στις 2/10/92 αλλά και ότι στο σχετικό πρακτικό της συνεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου της 21/10/92 αναφέρεται ως απόφαση του με αρ. 38.277 ότι "θα δοθεί" άδεια στην ANTENNA εφόσον τηρούνται οι όροι που καθορίζει ο Νόμος. Αυτό έγινε προτού ληφθεί απόφαση για χορήγηση άδειας στη LUMIERE. Η σχετική αναφορά του Υπουργικού Συμβουλίου ότι θα "δοθεί άδεια" δεν κατέτασσε την ANTENNA στην κατηγορία των αδειούχων, αλλά εκδήλωνε την πρόθεση του να χορηγήσει άδεια εφόσον τηρούνταν οι σχετικές προϋποθέσεις του Νόμου. Οι οποίες άλλωστε δεν αμφισβητήθηκε ότι τότε υπήρχαν, άνκαι η σχετική διαπίστωση από το Υπουργικό Συμβούλιο έγινε αργότερα. Η σημασία της εν λόγω απόφασης ήταν ότι το Υπουργικό Συμβούλιο, είχε προφανώς στη βάση του άρθρου 5 του Νόμου 29(1)/92 προβεί σε μια αρχικά ευνοϊκή εξάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας προς όφελος της ANTENNA. Αυτή η εξέλιξη, κατά τη γνώμη μας, τοποθετούσε την ANTENNA στην κατηγορία υπάρχοντος ανταγωνιστή ακόμα και πριν από τη χορήγηση άδειας. Το ότι εξετάστηκε πρώτα η αίτηση της LUMIERE για λήψη οριστικής απόφασης, δεν νομίζουμε ότι μειώνει τη σημασία της ήδη αναγνωρισθείσας από το Υπουργικό Συμβούλιο παρουσίας και της ANTENNA μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο. Καταλήγουμε λοιπόν ότι η ANTENNA είχε έννομο συμφέρον.

(ii) Δέουσα έρευνα για τους μετόχους της LUMIERE

Εχει υποβληθεί εκ μέρους της LUMIERE ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν προέβηκαν στη δέουσα έρευνα ως προς τους μετόχους της LUMIERE είναι λανθασμένο. Προς τούτο ο ευπαίδευτος συνήγορος αναφέρθηκε στις διάφορες ενέργειες στις οποίες προέβηκε το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων ζητώντας από τη LUMIERE σχετικές πληροφορίες ως προς την κατάσταση των μετόχων της εταιρείας, την ανάθεση του μέλους της Επιτροπής κ. Σκορδή τη μελέτη των στοιχείων που είχαν παρουσιαστεί σε σχέση με τις πρόνοιες του άρθρου 9(3) και στη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας που δόθηκε στον Πρόεδρο της Επιτροπής ο οποίος ακολούθως πληροφόρησε τα μέλη ότι η μετοχική δομή της εταιρείας δεν προσέκρουε στις διατάξεις του άρθρου 9 του Νόμου. Ολα τα πιο πάνω υποδεικνύουν ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε προβεί στις δέουσες ενέργειες προτού καταλήξει στην απόφαση της να συστήσει την έγκριση παροχής άδειας στη LUMIERE.

Αντίθετα είναι η θέση της ANTENNA ότι η ερμηνεία του άρθρου 9 προϋποθέτει την ύπαρξη πλήρους διαφάνειας και επιβάλλει τη διερεύνηση για τη διαπίστωση των μετόχων της εταιρείας. Στην παρούσα περίπτωση η LUMIERE είχε ως μέτοχους

(1) Την Lumiere Services Ltd με μια μετοχή και

(2) Το Χριστόδουλο Οικονομίδη με μια μετοχή.

Η Lumiere Services Ltd είχε μεταξύ των μετόχων της και τον Κρις Οικονομίδη με 115.000 μετοχές Α (που ισοδυναμεί με 95% των μετοχών Α).

Με βάση τα πιο πάνω η ANTENNA ισχυρίζεται ότι ο Κρις Οικονομίδης κατείχε ποσοστά πέραν του επιτρεπομένου στην εφεσείουσα εταιρεία και περισσότερο του 25% στην εταιρεία Lumiere Services Ltd.

Επιπρόσθετα η ANTENNA εισηγείται ότι για την απόδειξη του αριθμού και ποσοστού των μετοχών η LUMIERE έπρεπε να παρουσιάσει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία που προβλέπονται από τα άρθρα 105 και 113 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, πράγμα που παρέλειψε να πράξει.

Το άρθρο 9(3) του Νόμου προνοεί ότι,

"Δεν εκδίδεται άδεια σε οποιαδήποτε εταιρεία, αν μεταξύ των μετόχων της υπάρχει πρόσωπο φυσικό ή νομικό που κατέχει πέραν του 25% του καταβεβλημένου κεφαλαίου της ή το οποίο μαζί με τη σύζυγο ή άλλο συγγενή του μέχρι και του τρίτου βαθμού κατέχει τέτοιο ποσοστό ή το οποίο ελέγχει εξαρτώμενες από αυτό εταιρείες που κατέχουν μαζί τέτοιο ποσοστό."

Προς υποστήριξη της αίτησης της η LUMIERE παρουσίασε στις 20/10/92 τρεις καταστάσεις (χωρίς ημερομηνίες) που παρουσιάζουν το Μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας (Share Capital Holding Structure) και Ανάλυση του συμφέροντος των συνεταίρων (Analysis of partner's shareholding). Πρέπει να τονιστεί εδώ ότι ο αριθμός των μετόχων και τα ποσοστά των μετοχών που κατέχουν τα πρόσωπα που φαίνονται ως μέτοχοι διαφέρουν μεταξύ τους και δεν μπορούν να επιτρέψουν εν πάση περιπτώσει την εξαγωγή θετικών συμπερασμάτων.

Μέσα στα πλαίσια της εξέτασης των προϋποθέσεων του άρθρου 9(3) η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέληξε στην απόφαση της να συστήσει την έκδοση άδειας στη LUMIERE αφού έλαβε υπόψη μεταξύ άλλων,

(1) Την έγγραφη διαβεβαίωση που είχαν παρουσιάσει οι ελεγκτές και νομικοί σύμβουλοι της εταιρείας ότι, με βάση πληροφορίες που τους είχαν δοθεί σε σχέση με το βαθμό συγγένειας των υφιστάμενων μετόχων, εκπληρούνταν πλήρως τα πλαίσια ποσοστού συμμετοχής και ελέγχου,

(2) Τη δήλωση του Προέδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής στα μέλη της Επιτροπής στην τελευταία συνεδρία ότι είχε μείνει ικανοποιημένος από τις εξηγήσεις που του είχαν δοθεί από Ανώτερο Δικηγόρο της Δημοκρατίας και

(3) Την εικόνα που παρουσίαζε η δομή των μετόχων και ο διαχωρισμός των μετοχών σε τάξεις όπως υποβλήθηκε από την LUMIERE.

Η δομή των μετόχων της LUMIERE είναι ιδιάζουσα αφού όπως φαίνεται από μια επιστολή της εταιρείας προς το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων η εταιρεία είχε τριών ειδών μετοχές. Η τάξη Α΄ που κατέχει το 60% του κεφαλαίου (με δικαίωμα διορισμού δύο διοικητικών συμβούλων), η τάξη Β΄ που κατέχει το 20% του κεφαλαίου (με δικαίωμα διορισμού ενός διοικητικού συμβούλου) και η τάξη Γ΄ που κατέχει το 20% των μετοχών (με δικαίωμα διορισμού ενός διοικητικού συμβούλου). Σε περίπτωση ισοψηφίας στο Διοικητικό Συμβούλιο οι αποφάσεις λαμβάνονται με ποσοστό πλειοψηφίας 70%.

Εχοντας εξετάσει προσεκτικά όλες τις πτυχές που συνδέονται με τις πρόνοιες του άρθρου 9(3) του Νόμου θεωρούμε ορθή την πρωτόδικη κατάληξη για έλλειψη δέουσας έρευνας.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε να ζητήσει από την Εφορο Εταιρειών επίσημα πιστοποιητικά τα οποία θα έδειχναν τα ονόματα, ποσοστά και καταβληθέν κεφάλαιο των μετοχών στις ημερομηνίες που ενδιέφεραν. Χαρακτηριστικά θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι από το πιστοποιητικό της Εφόρου Εταιρειών της 12/1/93 (που παρουσίασε η ANTENNA) φαίνεται ότι η LUMIERE είχε ως μόνους μετόχους το Χριστόδουλο Οικονομίδη (με μια μετοχή) και τη LUMIERE SERVICES LTD. (με μια μετοχή). Τούτο εξυπακούει ότι το ποσοστό που κατείχε κάθε ένας από τους μετόχους της LUMIERE ήταν 50%, που υπερβαίνει το επιτρεπόμενο ποσοστό του 25%.

Επίσης η Συμβουλευτική Επιτροπή παρέλειψε να ζητήσει από την Εφορο Εταιρειών αντίγραφα του Καταστατικού της εταιρείας που θα έδειχναν την πραγματική εικόνα των μετόχων, έχοντας υπόψη τη διαφοροποίηση των μετοχών σε τρεις διαφορετικές τάξεις και τα διαφορετικά δικαιώματα των μετόχων.

Επιπρόσθετα η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη έγγραφες δηλώσεις που είχαν υποβληθεί από τους ελεγκτές και νομικούς συμβούλους της εταιρείας που είχαν βασιστεί σε πληροφορίες που είχαν δοθεί από τρίτα πρόσωπα στους πιο πάνω χωρίς να εξετάσει τη βασιμότητα των πληροφοριών και παρέλειψε να εξετάσει κατά πόσο υπήρχαν μέτοχοι που καταστρατηγούσαν την πρόνοια για τη μη κατοχή των μετοχών από πρόσωπα που ήταν συγγενείς μέχρι τρίτου βαθμού.

Η έγγραφη δήλωση του Ανώτερου Δικηγόρου της Δημοκρατίας της 27/10/92 ότι η κατανομή του κεφαλαίου δεν αντιβαίνει τις πρόνοιες του άρθρου 9(3) ουσιαστικά παραμένει μετέωρη αφού η γνωμάτευση δόθηκε με την επιφύλαξη ότι ο πιο πάνω δικηγόρος δεν γνώριζε το βαθμό συγγενείας μεταξύ των μετόχων αλλά θεώρησε προς τούτο τις πληροφορίες που είχαν δοθεί από τη LUMIERE ως ορθές.

Αναφορικά με την εισήγηση ότι η χορήγηση της άδειας ίδρυσης τηλεοπτικού σταθμού είναι διαφορετική πράξη από εκείνη της χορήγησης των συχνοτήτων από τις οποίες θα εξέπεμπε ο σταθμός, συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι τα δύο θέματα είναι αλληλένδετα αφού ο καθορισμός της συχνότητας είναι το άμεσο επακόλουθο της χορήγησης της άδειας. Προσβολή της σχετικής απόφασης θα μπορούσε να επιφέρει συνολική και όχι μερική ακυρότητα.

(iii) Αντέφεση

Μια παράβαση τύπου μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση της διοικητικής πράξης αν ο τύπος που παραβιάσθηκε είναι ουσιώδης. Ο καθορισμός ασφαλών κριτηρίων για τη διάκριση μεταξύ ουσιώδους και επουσιώδους τύπου δεν είναι εύκολος (βλ. τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Ηλιάδης κ.α. ν. Χριστοφή (1993) 3 Α.Α.Δ. 25 και Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233). Αναφορικά με τον ουσιώδη τύπο ο Καθηγητής Κυριακόπουλος παρατηρεί ότι,

"Ουσιώδης είναι ο τύπος εφ' όσον η τήρησις αυτού, ενδεχομένως, ασκή επιρροήν επί του περιεχομένου της πράξεως, ή η μη τήρησις αυτού καθιστά την πράξιν ανεφάρμοστον ή αμφιβόλου περιεχομένου." (Ιδε Η. Κυριακόπουλου "Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον", Τόμος Β΄, σ. 380.)

Ενώ για τον επουσιώδη τύπο ο Θ. Τσάτσος εξηγεί ότι,

"Επουσιώδης είναι ο τύπος οσάκις η μη τήρησις αυτού δεν ενδέχεται να επηρεάση το περιεχόμενον της πράξεως, ουδέ να καταστήση τούτο αμφίβολον ή ανεφάρμοστον."

(Ιδε Θ. Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας" (1977) 232.)

Εχουμε εξετάσει τους λόγους αντέφεσης που προσβάλλουν την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι και οι δύο παραβάσεις είναι επουσιώδεις σε βαθμό που δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν την εγκυρότητα της διαδικασίας. Είναι ορθό ότι η υποβολή της αίτησης έγινε δύο μέρες πριν από την εφαρμογή των προνοιών του Νόμου στο Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων και όχι στο Υπουργικό Συμβούλιο. Ομως επακολούθησε η ανταλλαγή επιστολών μεταξύ της αιτήτριας εταιρείας και του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων, ακολούθως η αίτηση παραπέμφθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και η τελευταία παρέπεμψε το θέμα προς εξέταση από το Υπουργικό Συμβούλιο με τη σχετική σύσταση της. Υπήρξαν δύο μικρές επουσιώδεις παρεκκλίσεις αλλά οι ενέργειες που επακολούθησαν έθεσαν το θέμα στη σωστή κατεύθυνση και τελικά ήταν έγκυρη η τοποθέτηση του στο Υπουργικό Συμβούλιο για λήψη απόφασης.

Η έφεση και αντέφεση απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

 

ΧΡ. ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.

 

ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.

Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο