ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 197
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 1989
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗ, Δ.Δ.
Αλίκη Γεωργίου από τη Λάρνακα
Εφεσείουσα-Αιτήτρια
- ν. -
Δήμου Λάρνακας
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση
_______
27 Φεβρουαρίου, 1998
Για την εφεσείουσα : Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους : Γ. Νικολαΐδης.
_______
Πικής Π
.: Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από τον Νικολαΐδη, Δ. Μαζί μ΄ αυτήν συμφωνούν οι Δικαστές Νικολάου και Ηλιάδης. Η απόφαση της μειοψηφίας θα δοθεί από εμένα. Μ΄αυτήν συμφωνεί ο Δικαστής Χατζητσαγγάρης._______
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ .: Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια ενός ακίνητου που βρίσκεται εντός των δημοτικών ορίων Λάρνακας. Στις 26.2.1992 υπέβαλε αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας. Επειδή δεν έλαβε οποιανδήποτε απάντηση, στις 14.7.1992 άσκησε ιεραρχική προσφυγή στο Υπουργικό Συμβούλιο, παραπονούμενη για την παράλειψη των καθ΄ων η αίτηση. Στη συνέχεια καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο την προσφυγή υπ΄αρ. 705/92 με την οποία αξίωνε δήλωση ότι η παράλειψη των καθ΄ ων η αίτηση να εγκρίνουν την αίτησή της ήταν άκυρη και παράνομη.
Στην ένσταση που καταχωρήθηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση στις 7.12.1992 αναφερόταν ότι η αίτησή της για χορήγηση πολεοδομικής άδειας είχε απορριφθεί στις 10.6.1992. Η απορριπτική απόφαση της 10.6.1992 δεν κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια. Ούτε στην ένσταση επισυνάφθηκε το πρακτικό που την περιείχε. Στις 10.12.1992 ο δικηγόρος της αιτήτριας ζήτησε με επιστολή του όπως του δοθούν τα πρακτικά της σχετικής συνεδρίας. Τα πρακτικά του αποστάληκαν από το δικηγόρο των καθ΄ων η αίτηση στις 16.2.1993. Στη συνέχεια η προσφυγή αρ. 705/92 αποσύρθηκε και στις 24.3.1993 καταχωρήθηκε προσφυγή.
Κατά την εκδίκαση της προσφυγής προβλήθηκε η θέση ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη, γιατί καταχωρήθηκε μετά την πάροδο των 75 ημερών από τότε που η αιτήτρια έλαβε πλήρη γνώση της απορριπτικής απόφασης των καθ΄ων η αίτηση με την καταχώρηση της ένστασης στην προσφυγή αρ. 705/92.
Αντίθετα ο δικηγόρος της εφεσείουσας εισηγήθηκε ότι η προσφυγή είναι εμπρόθεσμη γιατί με την ένσταση στην προηγούμενη προσφυγή η εφεσείουσα δεν έλαβε πλήρη γνώση. Γνώση θεωρεί ότι έλαβε μόνο με τα έγγραφα και τα πρακτικά που στάληκαν στο δικηγόρο της από το δικηγόρο των καθ΄ ων η αίτηση στις 16.2.1993. Το πρωτόδικο δικαστήριο τελικά δέκτηκε τη θέση των καθ΄ ων η αίτηση και απέρριψε την προσφυγή ως εκπρόθεσμη. Εναντίον της πρωτόδικης απόφασης ασκήθηκε η παρούσα έφεση.
Οι αρχές που διέπουν το θέμα έχουν διατυπωθεί από πολλού χρόνου και δεν αμφισβητούνται. Η προθεσμία που τίθεται από το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος είναι ανατρεπτική και αναμφίβολα αρχίζει με την πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης απόφασης από το διοικούμενο. Το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τόσο την ελληνική θεωρία και νομολογία, όσο και την κυπριακή.
Στο σύγγραμμα του Θ. Τσάτσου Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, Τρίτη ΄Εκδοση, παραγρ. 30, αναφέρεται ότι πλήρης είναι η γνώση που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που υφίσταται από τη δημοσιευόμενη ή κοινοποιούμενη πράξη. Για να είναι πλήρης η γνώση δεν απαιτείται η δημοσίευση ή κοινοποίηση του συνόλου των στοιχείων από τα οποία προκύπτει η τήρηση των προδιαγεγραμμένων τύπων και όλων των στοιχείων που η διοίκηση έλαβε υπ΄ όψη για να αιτιολογήσει την πράξη της.
Αν η πράξη είναι εύκολα προσιτή στον ενδιαφερόμενο, η ουχί εντός εύλογου χρόνου ενέργεια των απαιτουμένων προς λήψη πλήρους γνώσης της πράξης, αποτελεί παράλειψη της οποίας οι συνέπειες εξομοιώνονται προς τη μη εμπρόθεσμο άσκηση της αίτησης ακύρωσης.
Η επάρκεια της γνώσης που κτάται κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης (Ευθυμία Σωφρονίου ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Κακοπετριάς, Υποθ. Αρ. 1179/91, ημερ. 13.9.1993 και Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 184/92, ημερ. 15.7.1992).
Η γνώση τεκμαίρεται ότι υπάρχει όταν ο διοικούμενος έχει γνώση όλων των στοιχείων που επηρεάζουν τη θέση του (
Papaioannou v. Republic (1982) 3 C.L.R, 103, 108 και Κωνσταντίνου και άλλοι ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, Υποθ. Αρ. 767/86, ημερ. 6.3.1989). Σε περίπτωση αμφιβολίας κατά πόσο ο αιτητής έλαβε γνώση ή ως προς την επάρκεια της ειδοποίησης, η αμφιβολία ενεργεί υπέρ του διοικούμενου (βλέπε μεταξύ άλλων Costas Neophytou v. Republic 1964 C.L.R. 280).Επειδή η διοίκηση παρέλειψε να απαντήσει στην αίτησή της για έκδοση πολεοδομικής άδειας, η εφεσείουσα αναγκάστηκε να ασκήσει πρώτα ιεραρχική προσφυγή και στη συνέχεια να καταχωρήσει προσφυγή με βάση το ΄Αρθρο 29 του Συντάγματος. Πληροφορήθηκε την απόρριψη της αίτησής της με την ένσταση που καταχωρήθηκε στην προσφυγή της. Παρ΄ όλον ότι η ένσταση περιελάμβανε κάποια στοιχεία
της απορριπτικής απόφασης, ο δικηγόρος της εφεσείουσας προφανώς δεν τα θεώρησε αρκετά για να προχωρήσει στην καταχώρηση προσφυγής. Ζήτησε από το δικηγόρο των καθ΄ ων η αίτηση το πλήρες κείμενο για να το μελετήσει.Είμαστε της γνώμης ότι η γνωστοποίηση μιας πράξης μέσω δικογράφου, δεν μπορεί να θεωρηθεί κανονική κοινοποίηση της πράξης. Η αναφορά που γίνεται στην ένσταση αποτελεί ισχυρισμό ότι εξεδόθη η πράξη και όχι γνωστοποίηση της. ΄Ετσι, ανεξάρτητα από την πληρότητα ή μη της γνώσης, δεν θεωρείται ότι υπήρξε με τον τρόπο αυτό δέουσα κοινοποίηση της πράξης. Η γνώση δεν προκύπτει από το τι η πράξη δυνατόν να περιέχει, αλλά από το τι στην πραγματικότητα περιλαμβάνει (βλέπε σχετικά και
John Morran and The Republic 1 R.S.C.C. 1).Θα πρέπει να λεχθεί ότι στην ένσταση δίδονται τέτοια στοιχεία που κάτω από διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι παρέχουν στην αιτήτρια επαρκή γνώση της απόφασης. ΄Ομως όπως είπαμε προηγουμένως δεν τίθεται θέμα επάρκειας ή μη της γνώσης.
Εκτός όμως των πιο πάνω το θέμα αποκτά και μια άλλη διάσταση. Αισθανόμαστε ότι η όλη συμπεριφορά της διοίκησης είναι απαράδεκτη. Η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας. Η αίτηση απορρίφθηκε, αλλά η διοίκηση παρέλειψε να την πληροφορήσει, όπως όφειλε, σχετικά. Δεν μπήκε καν στον κόπο να το πράξει ούτε και μετά την άσκηση ιεραρχικής προσφυγής στο Υπουργικό Συμβούλιο. Αντέδρασε μόνο μέσω του δικηγόρου της, όταν καταχωρώντας την ένσταση στην προσφυγή που ασκήθηκε, προσπαθώντας να υπερασπιστεί, περιέλαβε κάποιο ισχυρισμό για την τύχη της αίτησής της. ΄Οταν στη συνέχεια ζητήθηκαν λεπτομέρειες και θα πρέπει να πούμε ζητήθηκαν αμέσως, μέσα σε τρεις μέρες από την καταχώρηση της ένστασης, η διοίκηση έδωσε αντίγραφο του σχετικού πρακτικού μετά την πάροδο 70 σχεδόν ημερών.
Η διοίκηση οφείλει να διαφυλάττει τα έννομα συμφέροντα του ιδιώτη και να τον διευκολύνει στην ενάσκηση των δικαιωμάτων του. Δεν δικαιούται να εκμεταλλεύεται τη θέση ισχύος στην οποία φυσιολογικά βρίσκεται έναντι του πολίτη.
Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, οι δημόσιες υπηρεσίες οφείλουν να χορηγούν στους διοικουμένους τα στοιχεία που τους αφορούν και προκύπτουν από τα αρχεία της υπηρεσίας, εκτός αν κάτι τέτοιο αποκλείεται από αντίθετη ρητή διάταξη ή εκ λόγων δημοσίου συμφέροντος (Μάρθα Σάββα Μάρκου ν. Υπουργού Εσωτερικών και άλλου, Υποθ. Αρ. 1059/94, ημερ. 19.9.1996 και ΣτΕ 2196/1969 ). Ακόμα και αν η παράλειψη οφείλεται σε απλή αβλεψία, η αβλεψία αυτή δεν θα πρέπει να αφεθεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο να επηρεάσει δυσμενώς το διοικούμενο.
Εν όψει όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι κάτω από τις περιστάσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η εφεσείουσα απέκτησε γνώση της απόφασης στις 7.12.1992 που καταχωρήθηκε η ένσταση και συνεπώς η προθεσμία των 75 ημερών δεν αρχίζει από τότε, αλλά από τις 16.2.1993 που της διατέθηκαν τελικά τα στοιχεία. ΄Ετσι θεωρούμε ότι η προσφυγή είναι εμπρόθεσμη και θα προχωρήσουμε στην εξέταση των λόγων ακύρωσης που εγείρονται. Τα έξοδα της έφεσης θα βαρύνουν τους καθ΄ων η αίτηση.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΜΔ