ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1998) 3 ΑΑΔ 223

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1481.

 

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΔΔ.

Μεταξύ:

Δήμου Στροβόλου,

Εφεσειόντων-Καθ΄ ων η αίτηση,

- ν -

Μάρως Μιχαήλ Π. Γιασεμίδου και άλλων,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

- - -

27 Φεβρουαρίου 1998.

Για τους εφεσείοντες-καθ΄ ων η αίτηση: Π. Λυσάνδρου.

Για τους εφεσίβλητους-αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.

- - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π.: Όπως προκύπτει από το αιτητικό της προσφυγής το αντικείμενο της αναθεώρησης ήταν η εγκυρότητα των όρων 7 και 26, της άδειας διαχωρισμού μεγάλης έκτασης γης σε 521 οικόπεδα, η οποία εκδόθηκε από το Δήμο Στροβόλου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε τον όρο 7, με τον οποίο επιβλήθηκε υποχρέωση στους αιτητές να κατασκευάσουν, μεταξύ άλλων, δρόμο πρωταρχικής σημασίας, πλάτους 80 π., ο οποίος να συνδέει τον υπό δημιουργία οικισμό με την οδό Τσερίου. Συμφωνώ με την πλειοψηφία, ότι δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός του όρου 7 από το υπόλοιπο μέρος της άδειας διαχωρισμού.

Βάσει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, μόνο εκτελεστή απόφαση μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο προσφυγής. Εκτελεστή είναι η απόφαση, από την οποίαν απορρέουν έννομες συνέπειες. Μέρος εκτελεστής διοικητικής απόφασης δεν μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης. Ό,τι είναι παραδεχτό, είναι η αναζήτηση θεραπείας για την μερική ακύρωση της πράξης, απόφασης ή παράλειψης η οποία προσβάλλεται. Η παράγραφος 4 του Άρθρου 146, παρέχει εξουσία ακύρωσης μέρους της εκτελεστής πράξης η οποία προσβάλλεται. Αυτό είναι εφικτό, εφόσο το μέρος που ακυρώνεται είναι διαχωριστέο από τον πυρήνα της απόφασης. Όπως διαπιστώνεται στην Έπαρχος Λευκωσίας κ.ά. ν. Μόδεστου κ.ά Α.Ε. 1451 - 19.6.1996, είναι παραδεχτός ο διαχωρισμός και ακύρωση συγκεκριμένου όρου εφόσο είναι αυτοτελής. Είναι αυτοτελής εάν η διαγραφή του αφήνει «άθικτο τον κορμό της άδειας». Η εισαγωγή αυτή γίνεται, για να διευκρινιστεί, ότι το αντικείμενο της αναθεώρησης είναι, αυτή τούτη η άδεια διαχωρισμού.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε τον όρο 7, για τρεις βασικά λόγους.

Πρώτο, λόγω της απουσίας ειδικής και λεπτομερούς αιτιολόγησης της αναγκαιότητας του όρου 7. Η αρμόδια αρχή υπέχει, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, υποχρέωση να αιτιολογεί ειδικά την επιβολή όρων στην άδεια διαχωρισμού, οι οποίοι είναι επαχθείς, όπως είναι ο όρος 7. Η παράλειψη του Δήμου να παράσχει τέτοια αιτιολόγηση άφησε κενό στην αιτιολογία, το οποίο κατέστησε τον όρο άκυρο. Συμφωνώ με την πλειοψηφία, ότι η αρμόδια αρχή δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει ειδικά τον όρο 7. Η αιτιολόγηση διοικητικής απόφασης, η οποία αφορά την υποδιαίρεση γης σε οικόπεδα, ανάγεται στο σύνολο της και, στο βαθμό που είναι πραδεκτό, μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλλου. Δεν υπάρχει κανόνας ο οποίος να επιβάλλει την ξεχωριστή και ειδική αιτιολόγηση οποιουδήποτε όρου ο οποίος τίθεται σε άδεια υποδιαίρεσης γης σε οικόπεδα.

Οι άλλοι δύο λόγοι, για τους οποίους ακυρώθηκε ο όρος 7, συναρτώνται με τις εξουσίες της αρμοδίας αρχής να επιβάλει τέτοιο όρο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε, ότι οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις δεν παρείχαν εξουσία για την επιβολή του όρου 7. Η επιβολή του συνιστούσε υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Οι λόγοι αυτοί παρατίθενται, όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο τους εκθέτει, στις πιο κάτω περικοπές από την απόφασή του:

«Ο επίδικος όμως δρόμος πρωταρχικής σημασίας δεν συνδέεται άμεσα με το έργο της διαίρεσης της γης, γιατί αυτός θα εξυπηρετεί όχι μόνο τα οικόπεδα και τη γειτνιάζουσα περιοχή αλλά θα είναι παγκύπριας χρήσης και ωφελιμότητας. Η άποψη μου είναι πως οι πρόνοιες του άρθρου 9(1)(γ)(ν) αναφέρονται ειδικά στην κατασκευή δρόμων που κρίνονται άμεσα κατάλληλοι από τη διαίρεση της γης για οικοδομικούς σκοπούς.» (σελ. 7 της απόφασης)

«Έχω τη γνώμη πως η δημιουργία του επίδικου δρόμου πρωταρχικής σημασίας πλάτους 80 π., έναντι δαπάνης £200,000 που θα επωμιστούν οι αιτητές, δεν εμπίπτει στις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου και επομένως δεν μπορούσε να επιβληθεί από το Συμβούλιο.» (σελ. 8 της απόφασης.)

Το άρθρο, στο οποίο γίνεται αναφορά, είναι το άρθρο 9(4)(α) του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, το οποίο μνημονεύεται στην προηγούμενη παράγραφο της απόφασης του Δικαστηρίου.

Πριν το τέλος της απόφασης, το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκαμε τις ακόλουθες παρατηρήσεις στη σελίδα 8:

«Δεν επιθυμώ να εκφράσω θεωρητικά άποψη κατά πόσο άλλη θα ήταν η απόφαση μου, αν απαιτείτο από τους αιτητές να παραχωρήσουν το τμήμα της ιδιοκτησίας τους για να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή του δρόμου, χωρίς ταυτόχρονα και να υποχρεωθούν να επωμιστούν το κόστος της κατασκευής.

Τελειώνοντας θάθελα να πω ότι η γνώμη της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου πάνω στο επίδικο ζήτημα, που θεωρώ σοβαρό, θα ήταν επιθυμητή.»

Οι εφεσείοντες υπέβαλαν, ότι το άρθρο 9(4)(α) ευχερώς παρέχει εξουσία στο Δήμο για την επιβολή όρου, ανάλογου προς τον όρο 7, η αναγκαιότητα του οποίου, στην προκείμενη περίπτωση, δεν θα μπορούσε να υπερτονιστεί λαμβανομένων υπόψη των τεραστίων διαστάσεων του έργου και της ανάγκης ένταξής του στον ευρύτερο περιβαλλοντικό χώρο.

Οι εφεσίβλητοι υποστήριξαν την πρωτόδικη απόφαση. Υπέβαλαν αφενός, ότι ο όρος 7 δεν ταυτίζεται ούτε σχετίζεται με τις ανάγκες της συγκεκριμένης ανάπτυξης και αφετέρου, ότι τα άρθρα 9(4)(α), 9(1)(γ)(ν) του Κεφ. 96, δεν παρέχουν εξουσία για την επιβολή τέτοιου δραστικού όρου, ο οποίος, απολήγει σε ουσιαστική στέρηση ιδιοκτησίας και μεγάλη χρηματική επιβάρυνση. Ο όρος απέβλεπε, είναι η εισήγησή τους, στην εξυπηρέτηση ευρύτερων συγκοινωνιακών αναγκών, η ικανοποίηση των οποίων αποτελεί ευθύνη του δημοσίου. Προς υποστήριξη των θέσεών τους, επικαλέστηκαν αποφάσεις που αναφέρονται κυρίως, στην έκδοση άδειας οικοδομής με ιδιαίτερη έμφαση στην απόφαση της Ολομέλειας στη Χριστοδούλου κ.ά ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 516 - 30.3.1990. Στην απόφαση εκείνη, όπως είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω στη Μαυρομμάτη ν. Δημοκρατίας Υπ. αρ. 55/93 - 18.3.1994, (την οποία επίσης επικαλέστηκαν οι εφεσίβλητοι), κρίθηκε ότι οι διατάξεις του Κεφ. 96, οι οποίες διέπουν τη χορήγηση άδειας οικοδομής, δεν παρέχουν εξουσία για την επιβολή όρων που συνεπάγονται την παραχώρηση σημαντικής έκτασης του οικοπέδου, του οποίου επιδιώκεται η οικοδομική ανάπτυξη, για την διεύρυνση ή τη συνέχιση του οδικού δικτύου. Στην ίδια απόφαση τονίζεται ότι η καθιερωμένη από το νόμο διαδικασία, για την αναμόρφωση του οδικού δικτύου μιας κατοικημένης περιοχής, είναι εκείνη η οποία προβλέπεται από το άρθρο 12 του Κεφ. 96, δηλαδή, η έκδοση ρυμοτομικού διατάγματος.

Στη Χριστοδούλου (ανωτέρω), το Δικαστήριο ήταν ιδιαίτερα προσεκτικό να υπογραμμίσει ότι ο λόγος της απόφασης περιορίζεται στους όρους οι οποίοι μπορεί να επιβληθούν σε άδεια οικοδομής και όχι σε άδεια διαχωρισμού γης σε οικόπεδα. Τονίζεται ότι «η παρούσα απόφαση αναφέρεται μόνο στις περιπτώσεις άδειας οικοδομής και όχι άδειας διαχωρισμού ή ανάπτυξης γης». Αν δεν επρόκειτο γι΄ αυτή τη διευκρίνηση θα παρέμενε μετέωρη η αναφορά χωρίς τη διατύπωση οποιασδήποτε επιφύλαξης στην αναφορά στην ίδια απόφαση, στη Simonis and Another v. Imp. Board Latsia (1984)3 C.L.R. 109. όπου αποφασίστηκε ότι η υποδιαίρεση γης, σε οικόπεδα, συναρτάται με την ανάπτυξη της περιοχής η οποία αποτελεί κοινοτική υπόθεση. Στη Simonis εξηγείται ότι, το δίκαίωμα ιδιοκτησίας δεν συνεπάγεται και δικαίωμα ανάπτυξης της γης. Η ανάπτυξη, αποτελεί ευθύνη της αρμόδιας κοινοτικής αρχής. Η πολεοδόμηση της περιοχής αποτελεί τον άξονα της άσκησης των εξουσιών της. Πρέπει να σημειωθεί, ότι κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης στη Χριστοδούλου, η απόφαση στη Simonis, είχε υιοθετηθεί από την ολομέλεια ως ορθή έκφραση του δικαίου στη Lanitis E.C. Estates Ltd και άλλοι ν. Δημοκρατίας και άλλου (Υπ. αρ. 108/88, κ.ά. - 21.12.1989). Τα ακόλουθα αποσπάσματα από την απόφαση στη Simonis τείνουν να καταδείξουν το εύρος της διακριτικής ευχέρειας της αρμοδίας αρχής, να επιβάλει όρους για την υποδιαίρεση γης σε οικόπεδα, χάριν της πολεοδομίας:

«The law specifically enjoins an appropriate authority to have regard to the factor of communications in an area in exercising its powers under Cap. 96. More important still, they must have regard to the need for improvement of the network of roads in a given locality.» (σελ. 114)

«The orderly development of an area and the creation of proper environmental conditions is very much the responsibility of an appropriate authority under Cap. 96.» (σελ. 114)

«In my judgment the imposition of conditions for the development of land involving cession of land to the public for environmental purposes is not an act of deprivation. It could only be regarded as an act of deprivation if the owner of land had an unrestricted vested right for its use in any manner he chose, taking the form in this case, of a right to develop it into the biggest possible number of building sites. No such right vests in the owners of land. If that were the case, the creation of proper environmental conditions would be left to the discretion of the owners of land. So far as I know, this is not the case in any civilized country. And Article 23.3 specifically envisages restrictions or limitations in the interests of town and country planning. The development of an area, urban as well as rural, is very much a corporate matter that concerns the community as a whole. It affects the quality of life of everyone using the area as well as the amenity of all those residing therein. Acknowledgment of a vested right to developing immovable property at the option of the owner would be catastrophic for town and country planning.» (σελ. 115)

Η Simonis, υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια στη Lanitis Ε.C. (ανωτέρω), και στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας Υπ. αρ. 63/82 κ.ά. - 5.4.1990. Στη Ανθή Δημητριάδη, κ.ά. ν. Υπουργικού Συμβουλίου, κ.ά. Συνεκδικαζόμενες προσφυγές 1029/85 κ.ά. - 13.3.1996, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέτασε πλείστες πτυχές του δικαίου που σχετίζονται με το δικαίωμα ιδιοκτησίας, την πολεοδομική ανάπτυξη σε συνάρτηση με τις εξουσίες της αρμοδίας αρχής στον τομέα αυτό και τους παράγοντες που επενεργούν στην άσκησή τους. Το αντικείμενο της διαδικασίας ήταν, κατά κύριο λόγο, η νομιμότητα πολεοδομικών ζωνών σε διάφορες περιοχές της Κύπρου. Τα ακόλουθα αποσπάσματα είναι διαφωτιστικά ως προς τις αρχές του δικαίου που διέπουν την οικιστική ανάπτυξη και την πολεοδόμηση μιας περιοχής.

«Η ιδιοκτησία γης δεν παρέχει δικαίωμα χρήσης της για οικοδομικούς σκοπούς ή, γενικότερα, δικαίωμα για την οικοδομική ανάπτυξη του ακινήτου.

Η χρήση του ακινήτου για οικοδομικούς σκοπούς συναρτάται με και εξαρτάται από τον πολεοδομικό σχεδιασμό, θέμα το οποίο ανάγεται στη ρυθμιστική εξουσία του Κράτους. Η οικοδομική ανάπτυξη είναι αλληλένδετη με τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Στη Simonis and Another v. Imp. Board Latsia (1984)3 C.L.R. 109, κρίθηκε ότι η χρήση γης για οικοδομικούς σκοπούς και, γενικά, η οικοδομική ανάπτυξη αποτελεί κοινοτική υπόθεση, υποκείμενη στον πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής στην οποία ευρίσκεται. Η απόφαση στη Simonis υιοθετήθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως ορθή έκφραση του δικαίου στις υποθέσεις Lanitis E.C. Estates Ltd. και άλλοι ν. Δημοκρατίας και άλλου, (ανωτέρω), και Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, (Υπόθεση Αρ. 63/82, κ.ά. - 5/4/1990). (σελ. 15 , 16)

«Περιορισμοί απολήγουν σε στέρηση της ιδιοκτησίας οποτεδήποτε καθιστούν τη γη αδρανή για το σκοπό για τον οποίο, εξ αντικειμένου, προορίζεται. Σ΄ εκείνη την περίπτωση, το δικαίωμα ιδιοκτησίας καθίσταται άνευ αντικειμένου, εφόσον δεν παρέχεται η δυνατότητα χρήσης της γης για οποιοδήποτε γόνιμο σκοπό.

Η ιδιοκτησία γης συναρτάται με οικοδομικούς σκοπούς μόνο στην περίπτωση που το ακίνητο συνιστά οικόπεδο. Η φύση του ακινήτου προοιωνίζει, σ΄ εκείνη την περίπτωση, τη χρήση του για οικοδομικούς σκοπούς.» (σελ. 17, 18)

«Η διαπίστωση της ανάγκης για την επιβολή των περιορισμών στη χρήση ακίνητης ιδιοκτησίας και η επιλογή των μέσων για την προαγωγή των πολεοδομικών στόχων ανάγονται στην κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και είναι, ουσιαστικά, ανέλεγκτες. Όπως εξηγείται στην απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας 739/62: "Η κρίσις του αρμοδίου τεχνικού οργάνου ως προς την εκτίμησιν των αναγκών του κοινού, αίτινες εξυπηρετούνται δια της τροποποιήσεως του σχεδίου και την συνδρομήν ή μη των λοιπών νομίμων όρων (...), είναι ανέλεγκτος." (Βλ., επίσης Ευρετήριο Νομολογίας Συμβουλίου της Επικρατείας 1961-1970, τόμος 3ος σελ. 306, παρ. 242). Η ίδια θέση υιοθετείται στη Lanitis E.C. Estates Ltd. και άλλοι ν. Δημοκρατίας και άλλου (ανωτέρω), όπου αναφέρεται:-

"Είναι νομολογιακά θεμελιωμένο πως η κρίση της Αρχής αναφορικά με την αναγκαιότητα ενός έργου για το δημόσιο συμφέρον ή ωφέλεια, δεν ελέγχεται από τα Διοικητικά Δικαστήρια. Το ίδιο ισχύει όπου απαιτούνται ειδικές τεχνικές γνώσεις για τη δημιουργία του."

(Βλ., επίσης, Stavrinou v. Republic (1986)3 C.L.R. 1195. Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και άλλοι ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω). και Μιχαήλ Κωνσταντινίδης και άλλοι ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Στροβόλου και άλλων, (ανωτέρω).)» (σελ. 19 , 20)

Το αίτημα για την υποδιαίρεση γης σε οικόπεδα στην προκείμενη περίπτωση αφορούσε τεράστια έκταση γης στη φυσική της κατάσταση, προς το σκοπό μετατροπής της σε μεγάλο οικισμό. Ο αριθμός των οικοπέδων, για τη δημιουργία των οποίων δόθηκε άδεια - 521 -, υποδηλώνει το μέγεθος της ανάπτυξης. Πρόκειται, για έργο το οποίο θα μεταβάλει το χαρακτήρα της περιοχής και το οποίο θα έχει αντίκτυπο σ΄ ολόκληρη τη γύρω αναπτυγμένη περιοχή της μείζονος Λευκωσίας. Το αντικείμενο της διαίρεσης δεν ήταν τεμάχιο γης μέσα σε κατοικημένη περιοχή αλλά, η αναμόρφωση ολόκληρης περιοχής στις παρυφές της μείζoνος Λευκωσίας. Η ανάπτυξη αφορούσε ουσιαστικά τη δημιουργία οικισμού προσεγγίζοντος σε έκταση και, με το πέρας του χρόνου, σε πληθυσμό, τη μέση κοινότητα.

Κρινόμενο στις σωστές του διαστάσεις, το έργο αφορούσε τη δημιουργία προαστείου της Λευκωσίας. Η ορθολογιστική πολεοδόμηση και οργανική ένταξη της ανάπτυξης της περιοχής στη μείζονα περιοχή Λευκωσίας, ήταν υψίστης σημασίας. Ανάλογα μεγάλη ήταν και η διακριτική ευχέρεια της αρμοδίας αρχής, για την επίτευξη των πολεοδομικών στόχων, μέσω του σχεδιασμού της ανάπτυξης της περιοχής. Η κρίση της αρμοδίας αρχής για την αναγκαιότητα του υπό εξέταση δρόμου, προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, δεν ελέγχεται από το διοικητικό δικαστήριο όπως τονίστηκε στη Lanitis E.C. Estates και άλλοι (ανωτέρω).

Η εισήγηση του Τμήματος Πολεοδομίας, για τη δημιουργία κεντρικής αρτηρίας η οποία να συνδέει τον υπό δημιουργία οικισμό με την ευρύτερη περιοχή, είχε ως αντικείμενο τόσο τις λειτουργικές της ανάγκες όσο και τις ανάγκες της ευρύτερης περιοχής. Η αρμοδία αρχή, ο Δήμος Στροβόλου, δεν λειτούργησε κάτω από οποιαδήποτε πλάνη ως προς το εκπονηθέν σχέδιο για την ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής Λευκωσίας. Η εισήγηση του Τμήματος Πολεοδομίας, για τη δημιουργία του δρόμου, δεν οφειλόταν σε οποιοδήποτε σφάλμα για τη νομική ισχύ του σχεδίου, αλλά, στην κρίση του τμήματος ότι η δημιουργία του μεγάλων διαστάσεων δρόμου ήταν πολεοδομικά αναγκαία για την ανάπτυξη της περιοχής και την ενοποίησή της με την περιοχή της μείζονος Λευκωσίας. Δεν πρέπει να συγχύζονται οι εξουσίες για την επιβολή όρων για την ανάπτυξη μιας περιοχής, με διατάγματα ρυμοτομίας, η έκδοση των οποίων αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή τους.

Είμαι της γνώμης, σε αντίθεση με την πλειοψηφία, ότι και οι άλλοι δύο λόγοι για τους οποίους ακυρώθηκε ο όρος 7, είναι εσφαλμένοι. Κρίνω, ότι το άρθρο 9(4)(α) του Κεφ. 96, παρείχε εξουσία για την επιβολή του όρου 7, ως μέρους των όρων ανάπτυξης της περιοχής, και ότι η επιβολή του εντάσσεται στο πλαίσιο της άσκησης των εξουσιών της αρμοδίας αρχής. Το άρθρο 9(4)(α) του Κεφ. 96, προβλέπει:

«Καμιά άδεια δεν θα εκδίδεται από την αρμόδια αρχή για έργο που προβλέπεται από την παράγραφο (α) ή (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 3, αναφορικά με οποιαδήποτε γη που βρίσκεται εκτός περιοχής υδατοπρομήθειας, εκτός αν η αρμόδια αρχή, αφού λάβει τη συμβουλή του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (ο οποίος θα καλείται στο εξής στο εδάφιο αυτό "αναφερόμενος Διευθυντής"), ικανοποείται πλήρως ότι αυτό θα συμβάλει στην ενοποίηση ή τη βελτίωση υφιστάμενων οικισμών ή τη συμπλήρωση του οδικού δικτύου εντός των περιοχών που είναι υπό ανάπτυξη ή σε ενδεδειγμένη τουριστική ή άλλη ενιαία ανάπτυξη.

Για τους σκοπούς εκπλήρωσης της προϋπόθεσης, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, το Υπουργικό Συμβούλιο με διάταγμα του, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, θα εκδίδει τις αναγκαίες ή επιθυμητές οδηγίες και θα αναθεωρεί αυτές όταν οι περιστάσεις μεταβάλλονται:

Νοείται ότι η αρμόδια αρχή, με τη σύμφωνη γνώμη του αναφερόμενου Διευθυντή, δύναται αν επιβάλλει με αυτό τον τρόπο το δημόσιο συμφέρο, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να μην απαιτεί εφαρμογή της πιο πάνω προϋπόθεσης, ως ήθελε κρίνει σκόπιμο, υπολογιζομένων των ειδικών περιστάσεων κάθε περίπτωσης.»

Το άρθρο 9(4)(α), απαγορεύει, κατ΄ αρχή, την οικιστική ανάπτυξη γης εκτός περιοχής υδατοπρομήθειας. Επιτρέπεται η ανάπτυξη τέτοιας περιοχής μόνο αφού, (α) ληφθεί υπόψη η συμβουλή του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, και (β) η αρμόδια αρχή «ικανοποιηθεί πλήρως» ότι το έργο θα συμβάλει στην (i) ενοποίηση ή βελτίωση υφιστάμενων οικισμών ή (ii) στη συμπλήρωση του οδικού δικτύου εντός των περιοχών που είναι υπό ανάπτυξη ή (iii) σε ενδεδειγμένη τουριστική ή άλλη ενιαία ανάπτυξη.

Καθίσταται πρόδηλο ότι προϋπόθεση, για τη χορήγηση άδειας για τη οικιστική ανάπτυξη περιοχής εκτός περιοχής υδατοπρομήθειας, είναι η ικανοποίηση της αρμοδίας αρχής ότι το έργο θα προάγει τους σκοπούς που καθορίζει ο νόμος. Οι σκοποί αυτοί συναρτώνται ευθέως με τις ανάγκες υφιστάμενων οικισμών, του οδικού δικτύου, καθώς και την ενιαία ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής. Η εξουσία για την επιβολή όρων δεν περιορίζεται στις ανάγκες για τη διασφάλιση της λειτουργικότητας της περιοχής που θα δημιουργηθεί. Αντίθετα, εκτείνεται στις πολεοδομικές ανάγκες υφιστάμενων οικισμών, η εξυπηρέτηση των οποίων αποτελεί και το λόγο για να επιτραπεί νέα ανάπτυξη εκτός του δικτύου υδατοπρομήθειας.

Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους θα επέτρεπα την έφεση, θα παραμέριζα την πρωτόδικη απόφαση και θα επικύρωνα τη διοικητική απόφαση στο σύνολό της.

 

 

 

 

Γ. Μ. Πικής,

Π.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΑυΦ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο