ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 145/1989 - Ο περί Τύπου Νόμος του 1989
Ν. 207/1989 - Ο περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 3 ΑΑΔ 531
28 Νοεμβρίου, 1997
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ,
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ
ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΑΥΤΗΣ,
Εφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση
ν.
1. "ΚΑΛΑΜΑΡΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΛΙΜΙΤΕΔ"
2. "ΔHMOΣIOΓPAΦIKH XΛΣ ΛIMITEΔ"
3. "O ΦIΛEΛEYΘEPOΣ ΛIMITEΔ"
4. "EΛEYΘEPOTYΠIA ΛIMITEΔ"
5. "ΔHMOKPITOΣ ΛIMITEΔ"
6. "HNΩMENH EKΔOTIKH ETAIPEIA ΔIAΣ ΛIMITEΔ"
7. "EKΔOTIKH ETAIPEIA ΛIMITEΔ",
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1863)
Αναρμοδιότητα διοικητικού οργάνου — Απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού με την οποία αναστάληκε η αύξηση της τιμής πώλησης των εφημερίδων, όπως καθορίστηκε από το Σύνδεσμο Εκδοτών Εφημερίδων και Περιοδικών Κύπρου — Ακυρώθηκε κατά πλειοψηφία, λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου — Ο περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989, Ν. 207/89 — Ο περί Τύπου Νόμος του 1989, Ν. 145/89 — Εφαρμοστέες αρχές.
Ο Σύνδεσμος Εκδοτών Εφημερίδων και Περιοδικών Κύπρου αύξησε από 1.6.1990 την τιμή πώλησης των εφημερίδων κατά 5 σεντ.
Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (η Επιτροπή), ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχει ο περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος του 1989, Ν. 207/89, διέταξε το Σύνδεσμο να αναστείλει την απόφασή του, αφού έκρινε ότι η σύμπραξη για καθορισμό τιμής πώλησης των εφημερίδων και η ομοιομορφία στην τιμή πώλησης καταστρατηγεί τις απαγορευτικές διατάξεις του Άρθρου 4 του Ν. 207/89 και είναι συνεπώς εξ υπαρχής άκυρη.
Η απόφαση της Επιτροπής ακυρώθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου, με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί η παρούσα έφεση.
Το μόνο ερώτημα που εγείρεται στην έφεση είναι κατά πόσο το θέμα ρυθμίζεται από το Ν. 207/89 και ειδικότερα από το Άρθρο 7, το οποίο προνοεί ότι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου, οι συμπράξεις ή πράξεις επιχειρήσεων, των οποίων οι δραστηριότητες τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης, στο βαθμό που διέπονται από την ειδική αυτή ρύθμιση.
Οι εφεσίβλητοι ισχυρίσθηκαν ότι η δραστηριότητα έκδοσης εφημερίδων ρυθμίζεται από τον περί Τύπου Νόμο του 1989, Ν. 145/89 και ως εκ τούτου η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα να επιληφθεί του θέματος της αύξησης της τιμής πώλησης των εφημερίδων.
Η δικηγόρος της εφεσείουσας ισχυρίστηκε ότι ο περί Τύπου Nόμος αναφέρεται στον καθορισμό ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων και όχι στον καθορισμό της τιμής πώλησης, γεγονός που θέτει την παρούσα περίπτωση εκτός των εξαιρέσεων του Άρθρου 7 του Ν. 207/89. Επίσης ότι η νομοθετική ρύθμιση (Άρθρο 24(3) του περί Τύπου Νόμου) δεν εξυπακούει την πώληση όλων των εφημερίδων στην ίδια τιμή.
Με το Άρθρο 24 του Ν. 145/89, εγκαθιδρύεται η Αρχή Τύπου, η οποία είναι αρμόδια να αποφασίζει για τον καθορισμό της ανώτατης τιμής πώλησης εφημερίδων και της καταβλητέας προμήθειας σε πρακτορεία τύπου και εφημεριδοπώλες.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επικύρωσε κατά πλειοψηφία την πρωτόδικη απόφαση, διαφωνούντος του Προέδρου κ. Πική.
Α) Υπό Νικολαΐδη Δ., συμφωνούντων και των Χατζητσαγγάρη, Δ., Νικολάου, Δ., και Ηλιάδη, Δ.:
1. Ο Nόμος 207/89, εξαιρεί τις επιχειρήσεις που οι δραστηριότητές τους τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης και αυτό ισχύει στην παρούσα υπόθεση. Η διαπίστωση ότι η Αρχή Τύπου δε λειτούργησε, δεν επηρεάζει την ύπαρξη της νομοθετικής ρύθμισης. Η νομοθετική ρύθμιση δεν παύει να υπάρχει λόγω παράλειψης ενέργειας της διοίκησης.
2. Ο Nόμος 207/89 έχει στόχο την προστασία του κοινού, μέσα στα πλαίσια του ελεύθερου ανταγωνισμού αναφορικά με την αγορά προϊόντων. Όταν το κοινό προστατεύεται με άλλη νομοθετική ρύθμιση, όπως στην παρούσα περίπτωση, δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω προστασία.
3. Οι εκδότες μπορούν να καθορίσουν οποιαδήποτε τιμή θέλουν μέσα στα πλαίσια της καθορισμένης ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων. Η Επιτροπή δεν μπορεί να επέμβει όταν άλλος νόμος προβαίνει σε ρυθμίσεις. Η προστασία του αγοραστικού κοινού επιτυγχάνεται στην παρούσα περίπτωση, παρά την έλλειψη ανταγωνισμού, από το ότι η τιμή πώλησης δεν καθορίζεται σε ψηλότερο επίπεδο, από ότι εξ αντικειμένου κρίνεται εύλογο από την Αρχή Τύπου.
Β) Υπό Πική, Π.:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε, ότι η συμφωνία του Συνδέσμου Εκδοτών Εφημερίδων και Περιοδικών Κύπρου συνιστά δραστηριότητα η οποία καλύπτεται από τις διατάξεις του περί Τύπου Νόμου Ν. 145/89 και ειδικά από εκείνες του Άρθρου 24. Επομένως εξαιρείται από τις πρόνοιες του Ν. 207/89 και τους περιορισμούς που θέτει για τον ανταγωνισμό.
2. Το Άρθρο 24 του περί Τύπου Νόμου, Ν. 145/89, παρέχει εξουσία στην Αρχή Τύπου, με τη συγκατάθεση του αρμόδιου Υπουργού να καθορίζει την ανώτατη τιμή πώλησης των εφημερίδων. Ο κώδικας, ο οποίος καθιερώνεται για τον καθορισμό της ανώτατης τιμής, έχει ως γνώμονα το αμφίδρομο δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 19 του Συντάγματος για παροχή και λήψη πληροφοριών. Συμπράξεις ή πράξεις όπως η παρούσα, εκφεύγουν πλήρως του αντικειμένου του περί Τύπου Νόμου. Η εξαίρεση του Άρθρου 7(β) του Ν. 207/89, περιορίζεται ρητά στο βαθμό που η ειδική ρύθμιση διέπει τον καθορισμό της τιμής. Στον καθορισμό της ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση, ισχύουν οι αρχές του ανταγωνισμού.
Η έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Press of Republic ν. House of Representatives (1987) 3(C) C.L.R. 1631,
Sunday Times Case, Series 'A' Judgments & Decisions Vol. 30.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Παπαδόπουλος, Δ.) που δόθηκε στις 4 Nοεμβρίου, 1993 με την οποία έγινε αποδεκτή η προσφυγή των εφεσιβλήτων εναντίον της απόφασης της εφεσείουσας να κρίνει ότι η συμφωνία μεταξύ των εκδοτών εννέα εφημερίδων, μεταξύ των οποίων και οι εφεσίβλητοι, για την ομοιόμορφη αύξηση, από καθορισμένη ημερομηνία της τιμής πώλησης των εφημερίδων κατά 5 σεντ, προσκρούει στις διατάξεις του Nόμου και να τους διατάξει όπως, μέσα σε δεκαπέντε μέρες από τη δημοσίευση της απόφασης στην Eπίσημη Eφημερίδα της Δημοκρατίας, τερματίσουν την παράβαση και αποφύγουν την επανάληψή της στο μέλλον.
Γ. Φράγκου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσείουσα.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τους Eφεσίβλητους 1, 2, 4, 5, 6 και 7.
Κ. Χατζηνικολάου, για τους Eφεσίβλητους 3.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από τον Φρ. Νικολαΐδη, Δ. Με αυτήν συμφωνούν οι Δικαστές Χατζητσαγγάρης, Νικολάου και Ηλιάδης. Με την απόφαση της πλειοψηφίας διαφωνώ. Οι λόγοι περιέχονται στη χωριστή απόφασή μου.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Με ανακοίνωσή τους στον τύπο ο Σύνδεσμος Εκδοτών Εφημερίδων και Περιοδικών Κύπρου αύξησε από την 1.6.1990 την τιμή πώλησης των εφημερίδων κατά 5 σεντ. H εφεσείουσα είναι η Επιτροπή που συστάθηκε δυνάμει του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 1989, Ν.207/89. Η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού (στο εξής αναφερόμενη ως "η Επιτροπή"), ασκώντας τις εξουσίες που της χορηγεί ο Νόμος 207/89, στη συνεδρία της ημερ. 23.6.1990 εξέτασε το θέμα και με επιστολή της ημερ. 7.11.1990 κάλεσε τους εφεσίβλητους εκδότες αριθμού εφημερίδων να εμφανιστούν στη συνεδρία της την 1.12.1990 για συζήτηση του θέματος.
Τελικά, ύστερα από επανειλημμένες συνεδρίες, η Επιτροπή, με απόφασή της ημερ. 20.4.1992, κατέληξε ότι η σύμπραξη για καθορισμό τιμής πώλησης των εφημερίδων και η ομοιομορφία στην τιμή πώλησης, καταστρατηγεί τις απαγορευτικές διατάξεις του άρθρου 4 του Νόμου 207/89 και συνεπώς είναι άκυρη εξ υπαρχής.
Η Επιτροπή προχώρησε και διέταξε το Σύνδεσμο Εκδοτών Εφημερίδων και Περιοδικών Κύπρου καθώς και όλους τους εκδότες (μεταξύ των οποίων και τους εφεσίβλητους) όπως μέσα σε δεκαπέντε μέρες από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τερματίσουν την παράβαση και αποφύγουν επανάληψή της στο μέλλον.
Η απόφαση αυτή προσβλήθηκε με προσφυγή. Το πρωτόδικο δικαστήριο με απόφασή του ημερ. 4.11.1993 δικαίωσε τους αιτητές και ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση λόγω αναρμοδιότητας του οργάνου. Εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου η Επιτροπή άσκησε την παρούσα έφεση.
Η όλη υπόθεση καταλήγει στην απάντηση ενός ερωτήματος. Στον περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμο του 1989, Ν.207/89 και ειδικότερα με το Άρθρο 7, προνοείται ότι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του νόμου οι συμπράξεις ή πράξεις επιχειρήσεων που οι δραστηριότητές τους τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης, στο βαθμό που διέπονται από την ειδική αυτή ρύθμιση.
Είναι στην πρόνοια αυτή που οι εφεσίβλητοι βασίζουν το επιχείρημά τους ότι, αφού η δραστηριότητα έκδοσης εφημερίδων ρυθμίζεται από τον περί Τύπου Νόμο του 1989, Ν.145/89, η Επιτροπή δεν έχει αρμοδιότητα να επιληφθεί του θέματος της αύξησης της τιμής πώλησης των εφημερίδων.
Με το Άρθρο 24 του Ν.145/89 εγκαθιδρύεται ανεξάρτητη αρχή, η Αρχή Τύπου, με ποικίλες αρμοδιότητες. Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 24, η Αρχή είναι αρμόδια να αποφασίζει, με την έγκριση του Υπουργού, για τον καθορισμό ανώτατης τιμής πώλησης εφημερίδων και της καταβλητέας σε πρακτορεία και υποπρακτορεία τύπου, περιπτερούχους και εφημεριδοπώλες, προμήθεια. Προνοείται περαιτέρω (εδάφιο (4) του άρθρου 24) ότι η ανώτατη τιμή πώλησης εφημερίδων, θα καθορίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η τιμή να μην απολήγει σε τόσο χαμηλό επίπεδο, ώστε να καθίσταται δυσχερής η έκδοση εφημερίδων, ούτε σε τόσο ψηλό επίπεδο, ώστε να επιβαρύνεται υπέρμετρα το αναγνωστικό κοινό και να μην εξασφαλίζεται έτσι η πολλαπλή και πολυμερής ενημέρωσή του. Είναι κοινά αποδεκτό γεγονός, ότι η Αρχή ουδέποτε ουσιαστικά λειτούργησε ή άσκησε τις αρμοδιότητές της.
Στην ειδοποίηση έφεσης και βέβαια κατά την αγόρευσή της η ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας στήριξε το βάρος του κυρίου επιχειρήματός της στο γεγονός ότι ο νόμος αναφέρεται στον καθορισμό ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων και όχι στον καθορισμό της τιμής πώλησης, γεγονός που δε θέτει την περίπτωση εντός των εξαιρέσεων του άρθρου 7 του Ν.207/89.
Δε νομίζουμε ότι η αναφορά σε ανώτατη τιμή έχει κρίσιμης σημασίας διαφορά από τον καθορισμό της τιμής πώλησης εμπορεύματος ή αγαθού. Απλή ανάγνωση του άρθρου 7(β) του Ν.207/89 δείχνει ότι οι συμπράξεις που εξαιρούνται είναι οι συμπράξεις επιχειρήσεων που οι δραστηριότητές τους τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης και μάλιστα στο βαθμό που διέπονται από την ειδική αυτή ρύθμιση.
Είναι προφανές ότι οι πράξεις των επιχειρήσεων εκδόσεων εφημερίδων και περιοδικών τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης με τον περί Τύπου Νόμο, Ν.145/89. Δε νομίζουμε ότι το γεγονός της μη λειτουργίας της Αρχής Τύπου και η κατά συνέπεια μη ενεργοποίησή της μεταβάλλει ή διαφοροποιεί καθ' οιονδήποτε τρόπο το γεγονός ότι οι δραστηριότητες των επιχειρήσεων έκδοσης εφημερίδων τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης. Σκοπός του άρθρου 7 είναι η αποφυγή εξέτασης υποθέσεων για αποτροπή του ανταγωνισμού στις περιπτώσεις όπου οι δραστηριότητες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων ρυθμίζονται από ειδικό νόμο. Η ρύθμιση αυτή ακριβώς αποτρέπει και τη σύμπραξη μεταξύ επιχειρήσεων.
Η θέση της εφεσείουσας είναι ότι υπάρχει μεν νομοθετική ρύθμιση, αλλά η διατύπωση του άρθρου 24 (3) του περί Τύπου Νόμου για καθορισμό από την Αρχή ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων δεν εξυπακούει την πώληση όλων των εφημερίδων στην ίδια τιμή. Απλώς καθορίζει, ότι καμιά εφημερίδα δε θα μπορεί να πωλείται σε τιμή ψηλότερη από την καθορισθείσα ανώτατη τιμή πώλησης. Η αντιμετώπιση αυτή δε μας βρίσκει σύμφωνους για τους λόγους που θα εξηγήσουμε στη συνέχεια.
Ο νόμος εξαιρεί τις επιχειρήσεις που οι δραστηριότητές τους τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης και αυτό ισχύει στην παρούσα υπόθεση. Η διαπίστωση ότι η Αρχή Τύπου δε λειτούργησε, δεν επιδρά επί του γεγονότος της ύπαρξης νομοθετικής ρύθμισης. Η νομοθετική ρύθμιση δεν παύει να υπάρχει λόγω της παράλειψης ενέργειας της διοίκησης. Εκείνο που ελλείπει είναι η ενεργοποίηση των νομοθετικών προνοιών.
Δε νομίζουμε ότι η παράλειψη ενεργοποίησης μπορεί να δικαιολογήσει το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση. Υπάρχει νομοθετική εξουσιοδότηση για καθορισμό ανώτατης τιμής, έστω κι αν τελικά δεν υλοποιήθηκε.
Σκοπός του Νόμου 207/89 είναι ουσιαστικά η προστασία του κοινού μέσα στα πλαίσια του ελεύθερου ανταγωνισμού στην αγορά προϊόντων. Όταν το κοινό προστατεύεται με άλλη νομοθετική ρύθμιση, όπως στην παρούσα περίπτωση με τον καθορισμό ανώτατης τιμής πώλησης, τότε δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω προστασία. Αυτή είναι η φιλοσοφία της εξαίρεσης του άρθρου 7.
Όπου άλλος νόμος προβαίνει σε ρυθμίσεις, η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού δεν μπορεί να επέμβει. Μέσα στα πλαίσια της καθορισμένης ανώτατης τιμής πώλησης των εφημερίδων, οι εκδότες μπορούν να κινηθούν και να καθορίσουν οποιαδήποτε τιμή θέλουν. Η προστασία του αγοραστικού κοινού επιτυγχάνεται στην προκείμενη περίπτωση, παρά την έλλειψη ανταγωνισμού, από το ότι η τιμή πώλησης καθορίζεται σε επίπεδο όχι ψηλότερο από ό,τι εξ αντικειμένου κρίνεται εύλογο από την Αρχή Τύπου.
Εν όψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ήταν ορθή. Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμος (Ν.207/89, ο Νόμος) απαγορεύει κάθε πράξη ή ενέργεια η οποία έχει ως αντικείμενο την παρεμπόδιση ή τον περιορισμό του ανταγωνισμού στον καθορισμό της τιμής διάθεσης αγαθών και εμπορευμάτων. (Βλ. άρθρο 4 του Νόμου.) Απαγορεύονται συμπράξεις και συμφωνίες μεταξύ των προμηθευτών της ίδιας κατηγορίας αγαθών και εμπορευμάτων, που σκοπούν στον καθορισμό της τιμής στην οποία διατίθενται ή τη διατήρησή της σε προκαθορισμένο επίπεδο. Ο Νόμος καθιστά τον ανταγωνισμό ως το ρυθμιστή της διάθεσης των αγαθών στην ελεύθερη αγορά.
Εξαιρούνται από τις διατάξεις του Νόμου ορισμένες πράξεις και ενέργειες, μεταξύ των οποίων και οι συμπράξεις και πράξεις επιχειρήσεων που οι δραστηριότητές τους τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης, στο βαθμό που διέπονται από την ειδική αυτή ρύθμιση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η συμφωνία μεταξύ των εκδοτών εφημερίδων, για τον καθορισμό της τιμής διάθεσης των εφημερίδων, εξαιρείται από τις διατάξεις του Νόμου ενόψει των προνοιών του περί Τύπου Νόμου (Ν.145/89). Κατά συνέπεια, ακύρωσε απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού με την οποία κρίθηκε ότι, συμφωνία μεταξύ των εκδοτών εννέα εφημερίδων, μεταξύ των οποίων και οι εφεσίβλητοι, για την ομοιόμορφη αύξηση από καθορισμένη ημερομηνία της τιμής πώλησης των εφημερίδων (5 σεντ), προσκρούει στις διατάξεις του Νόμου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω συμφωνία και γενικότερα συμφωνίες που άπτονται του καθορισμού της τιμής διάθεσης των εφημερίδων, συνιστούν δραστηριότητα η οποία καλύπτεται από τις διατάξεις του περί Τύπου Νόμου και ειδικά από εκείνων του άρθρου 24. Επομένως, εξαιρούνται από τις πρόνοιες του Νόμου και τους περιορισμούς που θέτει ως προς τον ανταγωνισμό.
Το άρθρο 24 του Ν.145/89 δεν έχει ως αντικείμενο ούτε άπτεται συμφωνιών για τον καθορισμό τιμής πώλησης των εφημερίδων. Ό,τι παρέχει είναι εξουσία στην αρχή τύπου, με τη συγκατάθεση του αρμόδιου Υπουργού, καθορισμού της ανώτατης τιμής πώλησης εφημερίδων. Ο κώδικας, ο οποίος καθιερώνεται για τον καθορισμό ανώτατης τιμής, έχει ως γνώμονα, όπως είναι πρόδηλο, το αμφίδρομο δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 19 του Συντάγματος για την παροχή και λήψη πληροφοριών. (Σχετικές με την ερμηνεία του Άρθρου 19 είναι οι αποφάσεις Press of Republic v. House of R'tives (1987) 3 C.L.R. 1631 και Sunday Times Case, Series 'A' Judgments & Decisions Vol. 30.)
Το ερώτημα το οποίο τίθεται και σε αυτό αναμένεται η απάντησή μας είναι, κατά πόσο "οι συμπράξεις ή πράξεις επιχειρήσεων που αφορούν την πώληση εφημερίδων τυγχάνουν ειδικής νομοθετικής ρύθμισης από τον περί Τύπου Νόμο", με επακόλουθο να εξαιρούνται από τις διατάξεις του περί Προστασίας Ανταγωνισμού Νόμου. Η απάντηση είναι αρνητική. Συμπράξεις ή πράξεις αυτής της μορφής και κατηγορίας εκδοτών εφημερίδων εκφεύγουν ολοσχερώς του αντικειμένου του περί Τύπου Νόμου. Η δυνατότητα, η οποία παρέχεται, καθορισμού ανώτατης τιμής των εφημερίδων, δε διέπει ούτε πράξεις ούτε συμπράξεις για τον καθορισμό της τιμής διάθεσης των εφημερίδων. Αξιοσημείωτο είναι, ότι η εξαίρεση που θέτει το άρθρο 7(β) περιορίζεται ρητά στο βαθμό που η ειδική ρύθμιση διέπει τον καθορισμό της τιμής. Στον καθορισμό της τιμής πώλησης των εφημερίδων υπό την αίρεση του ανώτατου ορίου, επενεργούν, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση, οι δυνάμεις του ανταγωνισμού.
Για τους λόγους που έχω εκθέσει θα επέτρεπα την έφεση.
Η έφεση απορρίπτεται κατά πλειοψηφία με έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση.