ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 111
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθεωρητικές Εφ. αρ. 1558, 1750, 1836 , 1839, 2025, 2032, 2264.
ΣΥΝΘΕΣΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ: ΠΙΚΗΣ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΔΔ.
Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1558.
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Υπουργείου Εσωτερικών
2
. Υπηρεσίας Μερίμνης και ΑποκαταστάσεωςΕκτοπισθέντων
3. Υπηρεσία Εγγραφής.
Εφεσειόντων-Καθ' ων η αίτηση,
-ν-
Φλώρα Χ"Οδυσσέως εκ Λευκονοίκου
Εφεσίβλητη- Αιτήτρια.
- - -
< U>Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1750.
1. Σούλλα Ναύτη
2.
Ελένη Παντελίδου3. Θάλεια Γεωργιάδου
Εφεσείουσες-Αιτήτριες,< /P>
-ν-
Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ ων η αίτηση.
- - -
Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1836.
Γεώργιος Δαμιανού,
Εφεσείων-Αιτητής,
-ν-
Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου,
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση.
- - -
Αναθεωρητική Έφεση αρ. 1839.
Άγγελος Κοτσώνη, εκ Λευκωσίας,
Εφεσείων-Αιτητής,
-ν-
Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και/ή
μέσω του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση.
- - -
Αναθεωρητική Έφεση αρ. 2025.
Υπουργικό Συμβούλιο της
Κυπριακής Δημοκρατίας,
Εφεσειόντες-Αιτητές,
-ν-
Ραδιοτηλεοπτικές Υπηρεσίες ΑΝΤΕΝΝΑ Ρ.Τ.Λτδ
Εφεσιβλήτων -Καθ΄ ων η αίτηση.
- - -
< U>Αναθεωρητική Έφεση αρ. 2032.
Lumiere Television Ltd
Εφεσειόν των-Ενδιαφερομένων Μερών,
-ν-
Ραδιοτηλεοπτικές Υπηρεσίες ΑΝΤΕΝΝΑ Ρ.Τ. Λτδ.,
Εφεσιβλήτων-αιτητών.
-και-
Υπουργικού Συμβουλίου της Κυπριακής Δημοκρατίας,
Καθ΄ ων η αίτηση στην προσφυγή.
- - -
Αναθεωρητική Έφεση αρ. 2264.
1. Τάκης Χ"Γεωργίου από Λευκωσία,
2. Εύη Παπαμιχαήλ από Λευκωσία,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
-ν-
Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου,
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση.
- - -
Ημερομηνία:
.
Για τους εφεσείοντες-καθ΄ων η αίτηση στην ΑΕ 1558: Π. Κληρίδης,
Αν. Δικ. Δημ. εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για την εφεσίβλητη-αιτήτρια στην ΑΕ 1558: Σ. Γεωργιάδης.
Για τις εφεσείουσες-αιτήτριες στην ΑΕ 1750: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ων η αίτηση στην ΑΕ 1750: Π. Πολυβίου,
με Γ. Χριστοφίδη.
Για τον εφεσείοντα-αιτητή στην ΑΕ 1836: Κ. Λοΐζου.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ων η αίτηση στην ΑΕ 1836: Π. Πολυβίου,
με Γ. Χριστοφίδη.
Για τον εφεσείοντα-αιτητή στην ΑΕ 1839: Α. Παπαχαραλάμπους.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ ων η αίτηση στην ΑΕ 1839: Π. Πολυβίου,
με Γ. Χριστοφίδη.
Για τους εφεσείοντες-αιτητές στην ΑΕ 2025: Π. Κληρίδης, Αν. Δικηγ.
Δημ. εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ων η αίτηση στην ΑΕ 2025: Λουκής
Παπαφιλίππου με Λέανδρο Παπαφιλίππου
Για τους εφεσείοντες-ενδιαφερόμενα μέρη στην ΑΕ 2032
:Ξ. Κληρίδης με Γ. Τριανταφυλλίδη.
Για τους εφεσίβλητους αιτητές στην ΑΕ 2032: Λουκής Παπαφιλίππου,
με Λέανδρο Παπαφιλίππου.
Για τους καθ΄ων η αίτηση στην προσφυγή: Π. Κληρίδης, Αν. Δικ. Δημ.
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για τους εφεσείοντες-αιτητές στην ΑΕ 2264: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ών η αίτηση στην ΑΕ 2264: Π. Πολυβίου,
με Γ. Χριστοφίδη.
- - -
ΠΙΚΗΣ, Π.:
Η απόφαση την οποία θα δώσω, η πρώτη κατά σειρά, είναι η απόφαση της πλειοψηφίας. Με αυτή συμφωνούν οι Δικαστές Δημητριάδης, Παπαδόπουλος, Χατζητσαγγάρης, Χρυσοστομής, Αρτέμης, και Κωνσταντινίδης.Στο ίδιο αποτέλεσμα, αλλά για διαφορετικούς λόγους, καταλήγουν και οι Δικαστές Αρτεμίδης και Νικολαΐδης για τους λόγους που εκτίθενται στην απόφαση του Αρτεμίδη, Δ.
Ο Νικολαΐδης, Δ., συμφωνεί με την απόφαση του Αρτεμίδη, Δ., όπως έχει εξηγήσει στο πλαίσιο και το πνεύμα της απόφασης του, στη Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας (19.7.1996) (απόφαση πλειοψηφίας).
Οι Δικαστές Νικολάου, Καλλής και Κρονίδης, καταλήγουν σε διαφορετικό αποτέλεσμα για τους λόγους που εκτίθενται σε ξεχωριστές αποφάσεις, του Νικολάου, Δ., με την οποία συμφωνεί ο Κρονίδης, Δ., και του Καλλή, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.:
Μετά από αίτημα των εφεσιβλήτων, ο Αρχιπρωτοκολλητής ενεργών βάσει της εξουσίας που του παρέχεται από τη Δ.35 θ.24, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, πιστοποίησε ότι οι Αναθεωρητικές Εφέσεις, 1750, 1836, 1839, 2025, 2032, 2264, εξέπεσαν και θεωρούνται απορριφθείσες (stand dismissed), λόγω της παράλειψης των εφεσειόντων να συμμορφωθούν με τη Δ.35 θ.22. (Βλ. Ηarakis v. Feghali (1979)1 C.L.R. 293.)Με την αίτηση τους οι εφεσείοντες επιδιώκουν τον παραμερισμό του πιστοποιητικού και διακήρυξη ότι οι υποθέσεις δεν έχουν εκπέσει από το πινάκιο των εκκρεμουσών εφέσεων. Σε αντίθετη περίπτωση, αξιώνουν την επαναφορά (reinstatement), των εφέσεων με έρεισμα την εξουσία που παρέχεται προς τούτο από τη Δ.35
θ.22. Οι εφεσίβλητοι ενίστανται και στα δύο αιτήματα. Στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας εξετάστηκε και το υπαρκτό της Αναθεωρητικής Έφεσης 1558, στην οποία έχει εγερθεί ανάλογο ζήτημα.Οι διάδικοι εξέθεσαν εκτενώς την επιχειρηματολογία τους υπέρ των εκατέρωθεν θέσεων. Αναφορά σ΄ αυτή, θα γίνει στο πλαίσιο της επίλυσης των επιδίκων θεμάτων που τίθενται ενώπιον μας.
Η Δ.35 θ.22 προβλέπει:
«If the appellant does not, within three months of lodging his notice of appeal, take the steps mentioned in rule 21 of this Order, the appeal shall stand dismissed, but it may, if the Court of Appeal so deems fit, be reinstated upon such terms as may be just.»
Tα μέτρα, προς την τήρηση των οποίων συναρτάται η πτώση των εφέσεων, καθορίζονται στη Δ.35
θ.21. Είναι τα ακόλουθα δύο τα οποία καθορίζονται στη Δ.35 θ.6:(α) Η υποβολή αίτησης από τον εφεσείοντα για την ετοιμασία αντιγράφων των πρακτικών, και
(β) Η κατάθεση από τον ίδιο προκαταβολής (deposit), ίσης με τα καταβλητέα τέλη για τα πρακτικά, όπως προϋπολογίζονται από τον Πρωτοκολλητή.
Είναι αναμφισβήτητο ότι, η προβλεπόμενη από το θ.6 της Δ.35, διαδικασία, για την ετοιμασία των πρακτικών και την καταβολή των σχετικών τελών, δεν ετηρείτο από το Πρωτοκολλητείο, αφότου εγκαθιδρύθηκε, το 1964, ο θεσμός της έφεσης στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η έφεση προβλέπεται από το Άρθρο 11 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης Ποικίλαι Διατάξεις Νόμου του 1964, και η άσκηση της διέπεται από τον περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικό
Κανονισμό του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του 1964 (19.11.64). Με τις πρόνοιες του καθίστανται εφαρμόσιμες, τηρουμένων των αναλογιών, οι πρόνοιες της Δ.35 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, που διέπουν τις εφέσεις στις πολιτικές υποθέσεις.Όπως αναφέραμε, οι πρόνοιες της Δ.35 θ.6, δεν ετηρούντο στις αναθεωρητικές εφέσεις. Δεν ατόνισε όμως η διαδικασία ετοιμασίας των πρακτικών. Τα πρακτικά ετοιμάζονταν ως εκ του λόγου της άσκησης έφεσης, χωρίς να υποβάλλεται αίτηση από τον εφεσείοντα, και χωρίς να ζητείται η καταβολή των σχετικών τελών. Οι αιτητές υποστήριξαν ότι η θέση του Πρωτοκολλητείου δεν είναι τυχαία, ούτε εσφαλμένη. Αποτελεί, κατά την εισήγηση τους, απόρροια σωστής ερμηνείας του περί Εφέσεων (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του 1964 (19.11.64). Αυτό επέβαλλαν οι αναλογίες που έπρεπε να τηρούνται στην εφαρμογή της Δ.35 στο πεδίο της αναθεωρητικής, κατ΄ έφεση δικαιοδοσίας. Στη Δημοκρατία ν. Βιολάρη και άλλης (1991)3 Α.Α.Δ. 456, διαπιστώνεται ότι: «Οι αναλογίες που πρέπει να τηρούνται είναι εκείνες που αντικατοπτρίζουν τις ιδιομορφίες της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, ιδιαίτερα το γεγονός ότι το επίδικο θέμα παραμένει αμετάβλητο σ΄ ολα τα στάδια της διαδικασίας, και συνίσταται στην κρίση της νομιμότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή απόφασης.»
Το αντικείμενο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας παραμένει το ίδιο όπως εκείνο της προσφυγής. σύγκειται στη διαπίστωση της νομιμότητας της επίδικης διοικητικής απόφασης. (Βλ. μεταξύ άλλων Costas Pikis v. Republic (Μinister of Interior and Another) (1968)3 C.L.R. 303. Δημοκρατία ν. Χατζηπαντελή Α.Ε. 827 - 25.4.1989.) Όμως, όπως είναι επίσης θεμελιωμένο, τα επίδικα θέματα της έφεσης περιορίζονται και στοιχειοθετούνται από τους λόγους της έφεσης. (Βλ. Republic (Public Service Commission) v. Lefkos Georghiades (1972)3 Α.Α.Δ. 594. G.A.P. Estates v. Δημοκρατίας (1991)3 A.Α.Δ. 449.) Διατηρεί εντούτοις το Ανώτατο Δικαστήριο, την ευχέρεια, εφόσον γίνει δεκτή έφεση κατ΄ ακυρωτικής απόφασης, να διερευνήσει τους λόγους ακύρωσης οι οποίοι προβλήθηκαν στην προσφυγή αλλά δεν εξετάστηκαν πρωτοδίκως λόγω του ακυρωτικού αποτελέσματος.
Το πρώτο που πρέπει να αποφασιστεί, είναι κατά πόσο υφίσταται αποχρών λόγος αναγόμενος στις ιδιομορφίες της αναθεωρητικής διαδικασίας, ο οποίος να καθιστά, εξ αντικειμένου, μή εφαρμόσιμες τις πρόνοιες της Δ.35, θ.6, 21, και 22. Στην απουσία τέτοιου λόγου, η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι σαφής. οι πρόνοιες της Δ.35, τυγχάνουν εφαρμογής στις αναθεωρητικές εφέσεις, όπως και στις πολιτικές εφέσεις. (Bλ. R. v. Vassiliades (1967)3 C.L.R. 62. Βranco Salvage Ltd., v. Republic (Attorney-General as Successor to The Greek Communal Chamber and Another) (1967)3 C.L.R. 213. Δημοκρατία ν. Bιολάρη και άλλης (ανωτέρω). Ορφανίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992)3 Α.Α.Δ. 44.)
Δεν διαπιστώνονται βάσιμοι λόγοι, οι οποίοι να δικαιολογούν τη μή εφαρμογή ή να καθιστούν αδρανή την εφαρμογή της Δ.35 θ. 22, και τις συναφείς προς αυτή αναθεωρητικές εφέσεις. Συντρέχουν οι ίδιοι λόγοι για την ετοιμασία των πρακτικών και την καταβολή των σχετικών τελών στις αναθεωρητικές, όπως και στις πολιτικές εφέσεις. Η αντίθετη άποψη, η οποία αντανακλάται στην πρακτική του Πρωτοκολλητείου, κρίνεται εσφαλμένη. Το γεγονός ότι η πρακτική αυτή ίσχυσε για τριάντα, ή περισσότερα χρόνια, δεν αναιρεί τις σχετικές διατάξεις της Δ.35, ούτε διαγράφει τις συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από τη μή τήρηση τους. Η αρχή της υπεροχής του Νόμου, που περιλαμβάνει και τους δικονομικούς κανόνες, αποκλείει την καθιέρωση πρακτικής αντίθετης προς τις επιταγές του. Δεν χωρεί πρακτική αντίθετη προς το Νόμο. Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο όρος, «πρακτική του Δικαστηρίου», περιορίζεται σε δικονομικές ρυθμίσεις που τυγχάνουν της έγκρισης του Δικαστηρίου. Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πρακτική του Πρωτοκολλητείου. (Βλ. Stumm v. Dixon & Co., & Knight Q.B.D., Vol. XXII (1889) σελ. 529.) (Βλ. επίσης Salm Kyrburg v. Posnanski Q.B.D. (1884) Vol. XIII σελ. 218. Halsburys Laws of England 4th Ed. Vol. 37 para 15.)
H Δ.35, θ.22, καθορίζει τις συνέπειες που επιφέρει η παράλειψη συμμόρφωσης με τις πρόνοιες της. Η έφεση καταπίπτει και απορρίπτεται αυτοδικαίως. Προκύπτει από την απόφαση Panayiotis Georghiou (Catering) Ltd ν. Δημοκρατίας (19.7.1996) (απόφαση πλειοψηφίας), ότι οποτεδήποτε οι θεσμοί προβλέπουν ότι δικονομικό μέτρο τίθεται εκ ποδών (stands dismissed), λόγω παρεκκλίσεων από τους δικονομικούς κανόνες, η πτώση επέρχεται αυτόματα.
Το επόμενο θέμα το οποίο θα εξετάσουμε αφορά την τήρηση των προνοιών της Δ.35 θ.6. Το γεγονός, ότι δεν υποβλήθηκε αίτηση για την ετοιμασία των πρακτικών καθίσταται άνευ σημασίας, ενόψει του γεγονότος ότι η καταχώρηση της έφεσης ενεργοποιούσε, (σε γνώση των εφεσειόντων), τη διαδικασία ετοιμασίας των πρακτικών. Σκοπός της ειδοποίησης που προβλέπεται στη Δ.35 θ.6(1), είναι η ενεργοποίηση διαδικασίας για την ετοιμασία των πρακτικών. Εφόσον τα πρακτικά ετοιμάζονταν εν γνώσει των διαδίκων, επακόλουθα της καταχώρησης της έφεσης και επιτελείτο ο σκοπός τον οποίον η αίτηση του εφεσείοντα προοριζόταν να προάγει, η απουσία της (αίτησης) καθίστατο άνευ σημασίας. Αντίθετη άποψη θα καθιστούσε τους τύπους κυρίαρχο στοιχείο της διαδικασίας ανεξάρτητα από την επίτευξη του στόχου που επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν. Διάφορη θα ήταν η θέση, αν δεν ετοιμάζονταν τα πρακτικά.
Σκοπός της Δ.35 θ.6(1), είναι η καθιέρωση μηχανισμού για την ετοιμασία των πρακτικών. Εφόσον τα πρακτικά ετοιμάζονται προλειαίνοντας το έδαφος για την ακρόαση της έφεσης, η μή υποβολή αίτησης βάσει της Δ.35, θ.6(1), καθίσταται επουσιώδης. Η αίτηση η οποία προβλέπεται από τη Δ.35 θ.6(1), δεν αποτελεί αυτοσκοπό αλλά το έναυσμα για την ετοιμασία των πρακτικών. Το έναυσμα μπορεί να δοθεί και από τον εφεσίβλητο ο οποίος επίσης δικαιούται να ζητήσει την ετοιμασία των πρακτικών. Εφόσον ο σκοπός επιτυγχάνεται χωρίς την παρεμβολή αίτησης από τον εφεσείοντα, η απουσία της καθίσταται άνευ σημασίας. Με τον ίδιο τρόπο, που η παρουσία διαδίκου κατά τη δίκη θα καθιστούσε άνευ σημασίας την παράλειψη γνωστοποίησης σ΄ αυτό της ημερομηνίας της δίκης. Σε αντίθετη περίπτωση, θα είμαστε αναγκασμένοι να αποφασίσουμε ότι και στην περίπτωση που ετοιμάζονται τα πρακτικά και καταβάλλονται, μετά από απαίτηση του Πρωτοκολλητή, τα σχετικά τέλη, η έφεση θα υπόκειτο σε απόρριψη λόγω της μή υποβολής του σχετικού αιτήματος για την ετοιμασία των πρακτικών.
Στη Γενικός Εισαγγελέας ν. G.T.P. Electrical Products Ltd., Πολιτική Έφεση αρ. 8928 - 21.10.1996, (μή δημοσιευθείσα, με οδηγίες του Δικαστηρίου), απορρίφθηκε πολιτική έφεση του Γενικού Εισαγγελέα, λόγω της παράλειψης υποβολής αίτησης για την ετοιμασία των πρακτικών. Στην απόφαση αναφέρεται ότι:
«Το ορθολογικό έρεισμα της πρόνοιας στον κ.21 επικεντρώνεται στο ενδιαφέρον που αναμένεται να επιδείξει ο εφεσείων για την προώθηση της έφεσής του με την ετοιμασία των πρακτικών.»
Η απόφαση δεν πραγματεύεται τις επιπτώσεις της απουσίας του αιτήματος, ενόψει της ενεργοποίησης, σε γνώση των διαδίκων, της διαδικασίας ετοιμασίας των πρακτικών λόγω της καταχώρησης της έφεσης. Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι στην ίδια απόφαση τονίζεται ότι: «Η πρόβλεψη για την καταβολή του απαιτούμενου ποσού αποβλέπει στην πραγμάτωση αυτού του σκοπού για τις περιπτώσεις όπου ισχύει.» Αυτό είναι όντως το στοιχείο, με αναφορά προς το οποίο δοκιμάζεται και αποκαλύπτεται το ενδιαφέρον του εφεσείοντα, για την προώθηση της έφεσης.
Το δεύτερο σκέλος του θ.6 της Δ.35, που περιέχεται στην παράγραφο 2, αφορά την καταβολή των τελών για τα πρακτικά. Η καταβολή τους αποτελεί υποχρέωση του εφεσείοντα. Όμως, η καταβολή τους δεν συσχετίζεται με αυτόβουλη ενέργεια του εφεσείοντα, συναρτάται με τον προκαθορισμό τους από τον Πρωτοκολλητή, και την πρόσκληση από τον ίδιο προς τον εφεσείοντα, να τα καταβάλει. Μόνο άρνηση του εφεσείοντα να συμμορφωθεί με την αξίωση του Πρωτοκολλητή συνιστά παραβίαση των προνοιών της θ.6(2) της Δ.35. Στην προκείμενη περίπτωση, τέτοια απαίτηση δεν υποβλήθηκε από τον Πρωτοκολλητή συνεπώς, δεν στοιχειοθετείται παρέκκλιση από τις πρόνοιες της Δ.35 θ.6(2). οπόταν η διαπίστωση του Αρχιπρωτοκολλητή ότι οι εφέσεις έχουν εκπέσει, κρίνεται εσφαλμένη. Οι εφέσεις παραμένουν εν ζωή. Αυτό, δεν σημαίνει ότι θα συνεχίσει η υφιστάμενη παράλειψη εκπλήρωσης της υποχρέωσης που θέτει η Δ.35 θ.6(2), από το Πρωτοκολλητείο. Το κενό πρέπει να πληρωθεί με την έκδοση των σχετικών ειδοποιήσεων για την καταβολή των τελών.
Δικαιολογείται τέλος, να αναφέρουμε ότι αν καταλήγαμε σε αντίθετο αποτέλεσμα, χωρίς κανένα ενδοιασμό, θα διατάσσαμε την επαναφορά την υπόθεσης στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που μας παρέχεται από τη Δ.35 θ.22.
Διαπιστώνουμε ότι οι εφέσεις δεν έχουν εκπέσει. Η ειδοποίηση του Αρχιπρωτοκολλητή παραμερίζεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Γ. Μ. Πικής, Π.
Δ. Δημητριάδης, Δ.
Ι. Παπαδόπουλος, Δ.
Χρ. Χατζητσαγγάρης, Δ.
Ι. Χρυσοστομής, Δ.
Π. Αρτέμης, Δ.
Ι. Κωνσταντινίδης, Δ.
/ΑυΦ