ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 3 ΑΑΔ 48
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
< B>Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2367.
ΣΥΝΘΕΣΗ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
: ΠΙΚΗΣ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ,ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΔΔ.
Γιάννης Πολυχρόνης δια του πατρός και φυσικού
κηδεμόνα αυτού Παναγιώτη Πολυχρόνη,
Εφεσείων-Αιτητής, P>
-ν-
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
1. Διευθυντή Γυμνασίου Φανερωμένης Λάρνακας,
2. Διευθυντή Μέσης Εκπαίδευσης,
Εφεσιβλήτων-Καθ΄ ων η αίτηση.
- - -
Ημερομηνία:
31 Iανουαρίου 1997.Για τον εφεσείοντα-αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ων η αίτηση: Α. Βασιλειάδης, Αν. Δικ. Δημ.
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
- - -
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Πικής, Π.
- - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Κατά το ακαδημαϊκό έτος 1995-1996, ο εφεσείων ήταν μαθητής της Β, τάξης του Γυμνασίου Φανερωμένης Λάρνακας. Οι σχολικές αρχές τον απέκλεισαν από τις τελικές εξετάσεις, για το λόγο ότι είχε περισσότερες από 60, αδικαιολόγητες απουσίες. Παράλληλα, του γνωστοποιήθηκε ότι παραμένει στάσιμος στην ίδια τάξη.
Ο Κανονισμός 13(2)(α) των περί Λειτουργίας των Δημόσιων Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης Κανονισμών, του 1990, (Κ.Δ.Π.310/90 - οι Κανονισμοί), προβλέπει ότι, μαθητές που βαρύνονται με περισσότερες από 60 απουσίες, παραμένουν στάσιμοι. Διαπιστώθηκε ότι είχε, (κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους), 74 αδικαιολόγητες απουσίες. Οι απουσίες σημειώθηκαν, ως αποτέλεσμα της αποβολής του από το σχολείο, λόγω πειθαρχικών παραπτωμάτων.
Η αποβολή, είναι ένα από τα προβλεπόμενα πειθαρχικά μέτρα, το οποίο οι σχολικές αρχές μπορούν να επιβάλουν, (Κανονισμός 17). Ο αποκλεισμός του αιτητή από τις τελικές εξετάσεις, γνωστοποιήθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες των Κανονισμών, στον κηδεμόνα (πατέρα) του στις 15 Μαΐου, 1996.
Ο πατέρας του κάλεσε (επιστολή 20.5.96), τις σχολικές αρχές να αναθεωρήσουν την απόφαση τους, προβάλλοντας ταυτόχρονα τον ισχυρισμό ότι όλες οι αποβολές είχαν επιβληθεί από συγκεκριμένο καθηγητή, υπονοώντας, όπως μπορεί ένας να συμπεράνει, ότι υπήρχε στοιχείο έχθρας εκ μέρους του καθηγητή προς τον εφεσείοντα.
Ο καθηγητικός σύλλογος απέρριψε το αίτημα, γεγονός που κοινοποίησε, με επιστολή προς τον πατέρα του εφεσείοντα, στις 24 Μαΐου, 1996. Εξηγείται στην ίδια επιστολή, ότι οι καταγγελίες για τα παραπτώματα δεν προήλθαν από ένα, αλλά από πολλούς καθηγητές, και αφορούσαν πράξεις ανυπακοής, παράβασης και αθέτησης των Κανονισμών του σχολείου. Αυτό, βεβαιώνεται και από τον πίνακα των παραπτωμάτων, που κατατέθηκε ενώπιον του πρωτοδίκου Δικαστηρίου. Ο πατέρας απευθύνθηκε στο Υπουργείο Παιδείας, επιζητώντας την παρέμβαση του.
Οι Κανονισμοί, δεν παρέχουν στο Υπουργείο οποιαδήποτε εξουσία για την αναθεώρηση της απόφασης των σχολικών αρχών. Ούτε προβλέπεται, οποιαδήποτε μορφή ιεραρχικής προσφυγής. Σε απάντηση στο διάβημα του πατέρα του εφεσείοντα, το Υπουργείο τον πληροφόρησε ότι η απόφαση ήταν σύμφωνη με τους Κανονισμούς. Η απάντηση (ημερομηνίας 31/5/96), έχει καθαρά πληροφοριακό χαρακτήρα.
Με την προσφυγή του ο εφεσείων επιδιώκει δύο θεραπείες:
«(α) Την ακύρωση της απόφασης της σχολικής αρχής να μή
επιτρέψει στον εφεσείοντα να παρακαθήσει στις
τελικές εξετάσεις, σε συνάρτηση με την απόφαση ότι
παραμένει στάσιμος, και
(β) Ακύρωση της απόφασης «του Διευθυντή Μέσης Παιδείας
η οποία κοινοποιήθηκε με την επιστολή 31.5.96».
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή. Αποφάσισε ότι η στασιμότητα του αιτητή στην ίδια τάξη και ο αποκλεισμός του από τις εξετάσεις ήταν απόρροια των αδικαιολόγητων απουσιών του, και επακόλουθο της εφαρμογής των Κανονισμών στη δεδομένη περίπτωση. Οι αδικαιολόγητες απουσίες προέκυψαν από τις αποβολές του αιτητή από το σχολείο, οι οποίες του επιβλήθηκαν στο πλαίσιο της πειθαρχικής εξουσίας που παρέχεται από τους Κανονισμούς.
Το αντικείμενο της δεύτερης θεραπείας, δεν περιέχει καν το περίβλημα απόφασης εκτελεστού χαρακτήρα. Πρόκειται για επικοινωνία πληροφοριακού περιεχομένου, στην οποίαν αναγράφονται οι συνέπειες που συνεπάγονται, σύμφωνα με τους Κανονισμούς, οι αδικαιολόγητες απουσίες του εφεσείοντα.
Όμοια ερωτήματα εγείρονται και με το αντικείμενο της πρώτης θεραπείας. Επρόκειτο για τη διαπίστωση των συνεπειών που ενείχαν οι αδικαιολόγητες απουσίες του εφεσείοντα. Ο Κανονισμός 13(1)(α), προβλέπει ότι, μαθητής που βαρύνεται με περισσότερες από 60 απουσίες, παραμένει στάσιμος. Δεν θα επεκταθούμε σε περαιτέρω διερεύνηση αυτού του θέματος ενόψει των αρχών που υιοθετούνται στη Vrahimis v. Republic (1984)3 C.L.R. 1428, που καθιστούν την προσφυγή, εν πάση περιπτώσει, απαράδεχτη. Η λειτουργική σχέση μαθητή, σχολείου, και οι αποφάσεις του σχολείου που λαμβάνονται σ΄ αυτό το πλαίσιο, περιλαμβανομένων και πειθαρχικών μέτρων, δεν υπόκεινται στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η εφαρμογή των κανόνων πειθαρχίας, από τις σχολικές αρχές, δεν είναι προσδιοριστική της υπόστασης του μαθητή ή παράγωγος δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Μόνο η βασική σχέση που άπτεται της σύναψης του λειτουργικού θεσμού, μαθητή, σχολείου και αφορά την υπόσταση του μαθητή, μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης. Στην ίδια απόφαση, διαπιστώνεται ότι όχι μόνο ως θέμα αρχής δικαίου, αλλά, και ως θέμα πολιτικής του δικαίου, είναι απαράδεχτη η υπαγωγή της σχέσης μαθητή, σχολείου, ή η άσκηση της σχολικής πειθαρχίας, σε δικαστικό αναθεωρητικό έλεγχο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα. Η προσφυγή κηρύσσεται απαράδεχτη.
Π.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΑυΦ