ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 862/2007, 3 Απριλίου 2009
Ματσάγκος Ανδρέας ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2008) 3 ΑΑΔ 199
Kυπριακή Δημοκρατία, μέσω Eπιτροπής Δημόσιας Yπηρεσίας ν. Mιχαλάκη Ψωμά (1997) 3 ΑΑΔ 422
ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 777/2010, 12 Απριλίου 2012
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 583/2011, 25 Απριλίου 2012
ΘΩΜΑΣ ΘΩΜΑ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 614/2011, 6/9/2013
Λεωνίδου Θεόδωρος και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 385
Παντελίδης Χρίστος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2017) 3 ΑΑΔ 524, ECLI:CY:AD:2017:C197
Σπανός Χαράλαμπος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 432
Κουτσουπίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 2935
Δημητριάδης Πανίκος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2017) 3 ΑΑΔ 163, ECLI:CY:AD:2017:C67
Iωάννου Kώστας Δ. ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (1998) 3 ΑΑΔ 624
Χριστοδούλου Ειρήνη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164
Σκλάβου Μιχάλης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 4 ΑΑΔ 666
Mουρτζή Φιλοθέη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (1998) 4 ΑΑΔ 1091
ΧΑΤΖΗΕΥΑΓΓΕΛΟΥ v. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 58/15, 1/12/2021, ECLI:CY:AD:2021:C546
Γεωργίου Βασίλειος ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1999) 3 ΑΑΔ 674
Φιλιππίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 4 ΑΑΔ 3397
Παπαδόπουλος ν. ΑΗΚ (1997) 4 ΑΑΔ 2945
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΤΣΑΓΚΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 26/2006, 15 Μαίου 2008
Ταπακούδη Αγγελική και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 4 ΑΑΔ 124
(1996) 3 ΑΑΔ 267
21 Ιουνίου, 1996
[ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Eφεσείουσα-καθ'ης η αίτηση,
v.
ΑΙΓΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥΔΗ,
Eφεσίβλητης-αιτήτριας.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ.1636).
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Mόνιμη θέση Φοροθέτη, Tμήμα Eσωτερικών Προσόδων — Προϊστάμενος Τμήματος — Συστάσεις — Παρέκκλιση της ΕΔΥ — H ΕΔΥ πρέπει να αιτιολογεί πλήρως την παρέκκλισή της από τις συστάσεις του Διευθυντή.
Η ΕΔΥ διόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος στην επίδικη θέση, παρά τη σύσταση του προϊσταμένου του τμήματος για διορισμό της αιτήτριας-εφεσίβλητης. Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε το διορισμό, αφού έκρινε ότι η παρέκκλιση από τη σύσταση του προϊσταμένου του τμήματος στηρίχθηκε σε πλάνη αναφορικά με τις εμπιστευτικές εκθέσεις της αιτήτριας και του ενδιαφερομένου μέρους.
Στην έφεση, υποστηρίχθηκε ότι η ΕΔΥ, αιτιολόγησε επαρκώς την παρέκκλισή της από τη σύσταση του προϊσταμένου, η οποία στηριζόταν σε σοβαρό λάθος, πως η αιτήτρια-εφεσίβλητη υπερείχε σε αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους, ενώ στην πραγματικότητα συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επέτρεψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι όπως διαπιστώνεται από τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης, η ΕΔΥ όχι μόνο αιτιολόγησε πλήρως την μη υιοθέτηση της σύστασης του προϊσταμένου, αλλά εφάρμοσε το ορθό κριτήριο στη λήψη της απόφασής της, που ήταν η μεγαλύτερη αρχαιότητα και πείρα του ενδιαφερομένου μέρους έναντι της αιτήτριας-εφεσίβλητης, παρά την ισότητα σε αξία μεταξύ τους.
Η έφεση επιτρέπεται. Η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Έφεση.
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Δημητριάδη, Δ.) που δόθηκε στις 28 Iουλίου, 1992 (Προσφυγή Aρ. 259/89), με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους, στην μόνιμη θέση Φοροθέτη, Tμήμα Eσωτερικών Προσόδων.
Α. Βασιλειάδης, για την Εφεσείουσα.
Η Εφεσίβλητη παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής, Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η Δημοκρατία εφεσιβάλλει την πρωτόδικη απόφαση συνάδελφου, με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους, Λυσιμάχης Σαββίδη, στη μόνιμη θέση φοροθέτη, Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων. Αιτήτρια στην προσφυγή 259/89 ήταν η Αίγλη Χριστούδη.
Ο λόγος που ακυρώθηκε πρωτοδίκως η απόφαση της ΕΔΥ, ήταν γιατί ο συνάδελφος έκρινε πως η παρέκκλισή της από τη σύσταση του προϊσταμένου του τμήματος, που ήταν υπέρ της αιτήτριας-εφεσίβλητης, στηρίχθηκε στην πλάνη πως οι εμπιστευτικές εκθέσεις της αιτήτριας, θεωρήθηκαν, από την ΕΔΥ, ως υποδεέστερες του ενδιαφερομένου μέρους.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε πως η πιο πάνω διαπίστωση του Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη. Υποστήριξε επίσης πως η Επιτροπή αιτιολόγησε επαρκώς την παρέκκλισή της από τη σύσταση του προϊσταμένου, η οποία στηριζόταν στο σοβαρό λάθος, πως η αιτήτρια-εφεσίβλητη υπερέχει σε αρχαιότητα της ενδιαφερομένης, ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, γιατί η τελευταία έχει 1.5 σχεδόν χρόνο αρχαιότητα και μεγαλύτερη πείρα, δεδομένου ότι διορίστηκε ως έκτακτη στο τμήμα από το 1973, ενώ, η αιτήτρια το 1979. Ο δικηγόρος της προαχθείσας υιοθέτησε τις εισηγήσεις του δικηγόρου της Δημοκρατίας. Η αιτήτρια-εφεσίβλητη παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως και δήλωσε πως υποστηρίζει ως ορθή την πρωτόδικη απόφαση.
Η έφεση επιτυγχάνει. Οι λόγοι που προβλήθηκαν για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης είναι ορθοί, και στηρίζονται στα αληθινά γεγονότα της υπόθεσης. Η Επιτροπή δε θεώρησε την αιτήτρια ως υποδεέστερη σε αξία του ενδιαφερομένου μέρους. Το αντίθετο, καταγράφεται στα πρακτικά της απόφασης πως έχουν και οι δυο εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις με υψηλή αναλυτική βαθμολογία. Εκείνο που διαφοροποιεί η Επιτροπή σχετίζεται με τις εξαμηνιαίες εμπιστευτικές εκθέσεις της αιτήτριας για την περίοδο 1.11.84-31.1.86, που υπηρετούσε επί δοκιμασία, και που μολονότι χαρακτηρίζεται σε αυτές ως εξαίρετη και πολύ κατάλληλη για προαγωγή, δεν ήταν και τόσο υψηλές. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης την αρχαιότητα της προαχθείσας ενώ, όπως είπαμε ήδη, η σύσταση του προϊσταμένου από προφανές λάθος κατατάσσει την αιτήτρια στον κατάλογο των υποψηφίων που είχαν αρχαιότητα έναντι άλλων, μεταξύ των τελευταίων και η προαχθείσα.
Διαπιστώνεται, επομένως, πως η ΕΔΥ όχι μόνο αιτιολόγησε πλήρως την μη υιοθέτηση της σύστασης του προϊσταμένου, αλλά στην απόφασή της μέτρησαν και τα ορθά στοιχεία, με κυρίαρχο κριτήριο την ίση μεν αξία της αιτήτριας-εφεσίβλητης και του ενδιαφερομένου μέρους, αλλά και την υπέρτερη αρχαιότητα και πείρα της προαχθείσας.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή, η πρωτόδικη απόφαση ανατρέπεται, ενώ η επίδικη διοικητική επικυρώνεται. Δε γίνεται διαταγή για τα έξοδα.
H έφεση γίνεται αποδεκτή χωρίς διαταγή για έξοδα.