ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1995) 3 ΑΑΔ 272
2 Ioυνίου, 1995
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, NIKOΛAΪΔHΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
MΑΡΙΝΑ ΤΣΑΓΓΑΡΙΔΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛEΣ,
Εφεσείουσες-Αιτήτριες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ (AP.2),
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1218)
Εκπαιδευτικοί Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Θέσεις βοηθού διευθυντή προδημοτικής εκπαίδευσης — Θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής — Σχέδια υπηρεσίας — Προσόντα — 13ετής τουλάχιστο υπηρεσία από την οποία τρία τουλάχιστο χρόνια σε νηπιαγωγείο ή ειδικό σχολείο — Αρχαιότητα — Αριθμητική αποτίμηση αρχαιότητας από την Ε.Ε.Υ. με βάση το άρθρο 35Β(4)(γ) του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1967, όπως τροποποιήθηκε, με αποτέλεσμα να αγνοηθεί αναγνωρισμένη προϋπηρεσία υποψηφίων στην ιδιωτική εκπαίδευση — Η απόφαση της Ε.Ε.Υ. κρίθηκε ορθή και επικυρώθηκε.
Λέξεις και Φράσεις — "Σχολείο Δημοτικής Εκπαίδευσης" στον περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμο του 1967, όπως τροποποιήθηκε.
Όλες οι υποψήφιες για τις επίδικες θέσεις, κατείχαν τη θέση νηπιαγωγού σε σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης. Οι εφεσείουσες κατείχαν το προσόν της 13ετούς τουλάχιστο πείρας που αναφέρεται πιο πάνω, λόγω προηγούμενης αναγνώρισης ετών υπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η Ε.Ε.Υ. απέκλεισε από τον υπολογισμό τα έτη υπηρεσίας των εφεσειουσών στη ιδιωτική εκπαίδευση, εφαρμόζοντας την παράγραφο (γ) του άρθρου 35Β(4) του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1967, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 157/87 κατά την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας, με αποτέλεσμα να μη επιλεγούν στην πλήρωση των επίδικων θέσεων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση της Ε.Ε.Υ ήταν ορθή.
Στην έφεση προβλήθηκαν οι πιο κάτω ισχυρισμοί εκ μέρους των εφεσειουσών:
1. Η Ε.Ε.Υ. επιλέγοντας να εφαρμόσει το Άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου, αντιστρατεύτηκε την ήδη αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία τους, με αποτέλεσμα την παραβίαση των κεκτημένων τους δικαιωμάτων και την επίδειξη κακής πίστης.
2. Δεν παρεχόταν έρεισμα για αποτίμηση της αρχαιότητας με αναφορά στη θέση που ήδη κατείχαν οι υποψήφιες εφόσον η επίδικη θέση ήταν θέση και πρώτου διορισμού και προαγωγής.
3 . Η αρχαιότητα των υποψηφίων θα έπρεπε να κριθεί με βάση το άρθρο 37 του Νόμου, το οποίο ρυθμίζει το θέμα συγκριτικά μεταξύ ήδη υπηρετούντων υποψηφίων.
4. Η απόφαση της Ε.Ε.Υ. να εφαρμόσει το άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου, προκάλεσε άνιση μεταχείριση στις εφεσείουσες έναντι των υποψηφίων των οποίων ολόκληρη η υπηρεσία αναγόταν στη δημόσια εκπαίδευση.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Η επιδίωξη όλων των υποψηφίων για προαγωγή προσέδιδε μια εγγενή ομοιογένεια και προσδιόριζε κοινό πλαίσιο εξέτασης.
2. Η αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία των εφεσειουσών αποκτούσε αντίκρυσμα στον όρο του σχεδίου υπηρεσίας ο οποίος προέβλεπε τη χρονική διάρκεια της υπηρεσίας η οποία αποτελούσε ένα από τα βασικά ερείσματα για τη νέα θέση που διεκδικούσαν. Σε σχέση όμως με την αρχαιότητα, το άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου καθόριζε με διαφορετικό τρόπο την αποτίμησή της και ορθά εφαρμόστηκε στην προκείμενη περίπτωση από την Ε.Ε.Υ.. Η υπόθεση Παπαφώτη v. Της Δημοκρατίας, την οποία επικαλέσθηκαν οι εφεσείουσες διακρίνεται από την παρούσα, λόγω της διάστασης στην υπόθεση εκείνη, μεταξύ αναγνωρισθείσας προυπηρεσίας και τεθέντος όρου στο σχέδιο υπηρεσίας, που καταδείκνυε ασυνέπεια στην αντίκρυση του θέματος από την Ε.Ε.Υ.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειουσών.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Παπαφώτη v. Δημοκρατίας. Απόφαση ημερ. 23.2.1993.
Γενακρίτου v. Δημοκρατίας, (1992) 3 A.A.Δ. 497.
Έφεση
Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου Kύπρου (Aρτεμίδης, Δ.) που δόθηκε στις 9 Oκτωβρίου, 1990 (Προσφυγή αρ. 478/89) με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή των εφεσειουσών εναντίον της απόφασης των εφεσιβλήτων να προάξει τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση βοηθού διευθυντή δημοτικής εκπαίδευσης.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τις εφεσείουσες - αιτήτριες.
E. Λοϊζίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας A', για τους καθ' ών η αίτηση - εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής κ. Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Οι εφεσείουσες συγκαταλέγονταν σε αριθμό υποψηφίων για θέσεις βοηθού διευθυντή δημοτικής εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα οι θέσεις αφορούσαν την προδημοτική εκπαίδευση που περιλαμβάνεται στον ορισμό της δημοτικής. Επρόκειτο για θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. Όλες όμως οι υποψήφιες κατείχαν τη θέση νηπιαγωγού σε "σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης" στην έννοια του οποίου εμπίπτει, δυνάμει του σχετικού νόμου και το νηπιαγωγείο.
Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση βοηθού διευθυντή περιλάμβαναν, σε ό,τι αφορούσε την προδημoτική εκπαίδευση και όρο για "13ετή τουλάχιστο υπηρεσία από την οποία τρία τουλάχιστο έτη σε νηπιαγωγείο ή ειδικό σχολείο". Οι εφεσείουσες πληρούσαν αυτό τον όρο. Και τούτο διότι, με προγουμένως ληφθείσα απόφαση, τους είχαν αναγνωριστεί, για σκοπούς προσαυξήσεων και προαγωγής, έτη υπηρεσίας τα οποία αυτές είχαν στην ιδιωτική εκπαίδευση. Ωστόσο, για σκοπούς πλήρωσης των νέων υπό διεκδίκηση θέσεων, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας προέβη σε αριθμητική αποτίμηση αρχαιότητας δυνάμει του άρθρου 35Β(4)(γ) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1967, όπως τροποποιήθηκε τελικά με τον Ν.157/87 και, εφαρμόζοντας αυτή τη διάταξη, περιορίστηκε στα έτη υπηρεσίας που οι υποψήφιες είχαν στη θέση που ήδη κατείχαν, αποκλείοντας από τον υπολογισμό τα έτη υπηρεσίας τους στην ιδιωτική εκπαίδευση. Η παράγραφος (γ) του εδαφίου (4) του άρθρου 35Β προνοεί τα ακόλουθα:
"(γ) αρχαιότητα:
μία μονάδα για κάθε συμπληρωμένο έτος υπηρεσίας σε θέση από την οποία ο υποψήφιος μπορεί να προαχθεί σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας, και ειδικά στην περίπτωση διορισμού/προαγωγής σε θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (Μέση Γενική ή Τεχνική Εκπαίδευση) επτά δέκατα της μονάδας επιπρόσθετα, για κάθε συμπληρωμένο έτος προηγούμενης εκπαιδευτικής υπηρεσίας σε δημόσια σχολεία ή/και για άλλη αναγνωρισμένη προϋπηρεσία."
Η αντίκρυση του θέματος αρχαιότητας είχε, κατά την τελική κρίση, όπως είναι αυτονόητο, αρνητική επίπτωση για τις εφεσείουσες σε αυτή την πτυχή. Και αποτέλεσε ένα από τους λόγους τους οποίους οι εφεσείουσες προέβαλαν προκειμένου να προσβάλoυν την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, ημερομηνίας 9 Μαΐου 1989, με την οποία επιλέγηκαν άλλες υποψήφιες για πλήρωση των θέσεων βοηθού διευθυντή. Πρωτόδικα κρίθηκε πως σε τούτο ορθά είχε ενεργήσει η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας.
Η παρούσα έφεση στρέφεται τελικά εναντίον μόνο αυτού του μέρους της πρωτόδικης απόφασης. Προβάλλεται ότι ο πρωτόδικος Δικαστής "εσφαλμένα θεώρησε ότι μπορούσε να αγνοηθεί αναγνωρισμένη προϋπηρεσία των αιτητών σε θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής". Και τούτο διότι "η ερμηνεία που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας σε σχέση προς τις μονάδες προϋπηρεσίας σε συνδυασμό με το σχέδιο υπηρεσίας και ειδικά για το ότι (μια υποψήφια) έπρεπε να κατέχει ......... θέση στην υπηρεσία και άρα εφαρμόζετο ανάλογα το άρθρο 35Β(4)(γ) του νόμου, είναι ερμηνεία αντίθετη στο νόμο, πεπλανημένη και εισάγει αντισυνταγματική διάκριση".
Η θέση των εφεσειουσών, όπως την ανέπτυξε ο συνήγορος τους ενώπιόν μας, έχει ως βασική προκείμενη σκέψη το ότι επειδή η θέση βοηθού διευθυντή είναι θέση και πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν παρεχόταν έρεισμα για αποτίμηση της αρχαιότητας με αναφορά στη θέση που οι υποψήφιες ήδη κατείχαν και αυτό επειδή δεν θα μπορούσε να υπάρξει κοινή αφετηρία για πρωτοδιοριζόμενες και για προαχθείσες, με αποτέλεσμα την έλλειψη κοινού μέτρου. Ο συνήγορος των εφεσειουσών εισηγήθηκε ότι η αρχαιότητα των υποψηφίων θα έπρεπε να είχε κριθεί με βάση το άρθρο 37 του Νόμου το οποίο ρυθμίζει το θέμα συγκριτικά μεταξύ ήδη υπηρετούντων υποψηφίων οπότε θα αντικρύζονταν ως σύνολο με τις όποιες υποψήφιες θα μπορούσαν δυνητικά να είχαν υποβάλει υποψηφιότητα για πρώτο διορισμό και ότι η ανυπαρξία αυτής της δεύτερης κατηγορίας υποψηφίων δεν μετέβαλλε το νομικό καθεστώς εξέτασης του θέματος. Ο συνήγορος των εφεσειουσών εισηγήθηκε συναφώς ότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, επιλέγοντας να εφαρμόσει το άρθρο 35Β(4)(γ) αντιστρατεύτηκε την ήδη αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία των εφεσειουσών αποστερώντας έτσι ό,τι αποτελούσε δικό τους κεκτημένο και επιδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο έλλειψη καλής πίστης. Ο συνήγορος επίσης διατύπωσε παράπονο για άνιση μεταχείρηση των εφεσειουσών έναντι άλλων υποψηφίων εφόσον η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, επιλέγοντας να εφαρμόσει την πρόνοια στο άρθρο 35Β(4)(γ), επέφερε ως αποτέλεσμα να προσμετρήσει ολόκληρη η υπηρεσία άλλων υποψηφίων η οποία αναγόταν στη δημόσια εκπαίδευση και ταυτόχρονα να παραμεριστεί υπηρεσία των εφεσειουσών για τον λόγο και μόνο ότι αυτή αναγόταν στην ιδιωτική εκπαίδευση. Σε αυτό ήταν που, όπως αποκρυσταλλώθηκε με την αγόρευση του συνηγόρου, κατέτεινε το μέρος του λόγου της έφεσης το οποίο αναφερόταν σε αντισυνταγματική διάκριση. Για το ίδιο το άρθρο 35Β(4)(γ) δεν τέθηκε θέμα συνταγματικότητας όσο και αν κατά την επιχειρηματολογία επιχειρήθηκε η διατύπωση ερωτηματικών. Ο συνήγορος παρέπεμψε προς υποστήριξη σε νομολογία η οποία αφορούσε την προσέγγιση σε συναφή θέματα που όμως είχαν όλα την ιδιαιτερότητα τους. Δεν νομίζουμε ότι παρίσταται ανάγκη να αναφερθούμε παρά μόνο σε μία από τις αποφάσεις που ανέφερε, ήτοι, εκείνη στην οποία ο συνήγορος φάνηκε να θεωρεί ως την πιο σημαντική. Πρόκειται για την πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Φώτη Παπαφώτη ν. Δημοκρατίας υπ' αρ. 781/91 ημερομηνίας 23 Φεβρουαρίου 1993, όπου κρίθηκε ότι αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση - σε δημόσια σχολεία της Ελλάδας - θα έπρεπε να είχε συνυπολογιστεί προς εκπλήρωση όρου στο εκεί σχέδιο υπηρεσίας ο οποίος προέβλεπε ορισμένη περίοδο υπηρεσίας.
Η συνήγορος των εφεσιβλήτων υπέδειξε ότι το άρθρο 35Β του Νόμου, στη βάση του οποίου ενήργησε η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας καλύπτει, καθώς αναφέρεται στο εδάφιο (1), την περίπτωση θέσης πρώτου διορισμού και προαγωγής και προνοεί στο εδάφιο (4) όπου είναι εντεταγμένη η παράγραφος (γ) ότι:
"(4) Όταν πρόκειται για πλήρωση θέσης η οποία ανήκει στο διδακτικό προσωπικό των σχολείων μέσης και δημοτικής εκπαίδευσης η Συμβουλευτική Επιτροπή καταρτίζει τον κατάλογο των υποψηφίων που συστήνει με σειρά προτεραιότητας η οποία θα καθορίζεται μετά την αριθμητική αποτίμηση των κριτηρίων της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας όλων των προσοντούχων υποψηφίων σε μονάδες όπως παρακάτω:.....................................................................................
(α) ............................................................................................................
(β) ............................................................................................................
(γ) ............................................................................................................
Οι υποψήφιες, όπως τις περιγράψαμε, ανήκαν όλες στο "διδακτικό προσωπικό" η έννοια του οποίου εκτίθεται στο άρθρο 2 του Νόμου. Η συνήγορος των εφεσιβλήτων κατέληξε ότι, με δεδομένο πια ότι το άρθρο 35Β διέπει την παρούσα περίπτωση, ο υπολογισμός αρχαιότητας στον οποίο προέβη η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ήταν ακριβώς όπως οριζόταν στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (4).
Είναι χωρίς καμιά δυσκολία που καταλήγουμε ότι εν προκειμένω εφαρμογή είχε το άρθρο 35Β του Νόμου, το οποίο ρητά την περικλείει στη σφαίρα του. Ορθά λοιπόν ήταν που έγινε από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ο υπολογισμός της αρχαιότητας των υποψηφίων δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (4). Η βασική προκείμενη του συνηγόρου των εφεσειουσών, την οποία εκθέσαμε ενωρίτερα, παραγνωρίζει τη ρητή νομοθετική ρύθμιση του θέματος στο άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου. Ως προς τις επιπτώσεις που μπορεί να συνεπάγεται αυτή η ρύθμιση ή, ίσως ακριβέστερα, την προσέγγιση την οποία μπορεί να απαιτεί στην περίπτωση όπου συμπεριλαμβάνονται και υποψήφιες για πρώτο διορισμό, δεν είναι εδώ ανάγκη να εκφέρουμε άποψη. Στην προκείμενη περίπτωση, δεδομένου ότι σε σχέση με όλες τις υποψήφιες επρόκειτο για επιδιωκόμενη προαγωγή, αυτό προσέδιδε μια εγγενή ομοιογένεια και προσδιόριζε κοινό πλαίσιο εξέτασης όπως και την ιδιαίτερη υφή του εγχειρήματος. Η ορθότητα της εφαρμογής του άρθρου 35Β(4)(γ) σε περίπτωση όπως είναι η παρούσα, υποστηρίζεται, κατά την άποψη μας, από την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χαρά Γενακρίτου ν. Δημοκρατίας (1992) 3 A.A.Δ. 497,στην οποία μας παρέπεμψε η συνήγορος των εφεσιβλήτων, όπου απασχόλησε παρόμοια εξέλιξη όσο και αν η συζήτηση του θέματος εκεί είχε γίνει από κάπως διαφορετική σκοπιά: στη σελ. 18.
Κατά τη γνώμη μας, δεν προκύπτει αντινομία μεταξύ αφενός της αναγνώρισης προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση για σκοπούς προαγωγής και αφετέρου της αριθμητικής αποτίμησης αρχαιότητας με κριτήριο τη θέση που οι υποψήφιες ήδη κατείχαν στη δημόσια εκπαίδευση. Η αναγνωρισθείσα προϋπηρεσία αποκτούσε αντίκρυσμα στον όρο του σχεδίου υπηρεσίας ο οποίος προέβλεπε την χρονική διάρκεια της υπηρεσίας η οποία αποτελούσε ένα από τα βασικά ερείσματα για τη νέα υπό διεκδίκηση θέση. Σε σχέση όμως με την αρχαιότητα, το άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου καθόριζε με διαφορετικό τρόπο και ρητά μάλιστα, την αποτίμησή της. Σε τούτο το δεύτερο η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ακολούθησε, όπως όφειλε, τη νομοθετική επιταγή. Η απόφαση στην υπόθεση Φώτη Παπαφώτη ν. Της Δημοκρατίας (ανωτέρω), διακρίνεται κατά το εξής. Ό,τι απασχόλησε εκεί ήταν η διάσταση μεταξύ αναγνωρισθείσας προϋπηρεσίας και τεθέντος όρου στο σχέδιο υπηρεσίας, μια διάσταση που καταδείκνυε ασυνέπεια που εκπορευόταν από τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας είχε αντικρύσει το σχέδιο υπηρεσίας, ενώ στην παρούσα περίπτωση, καθώς είπαμε, το θέμα το ρύθμιζε το άρθρο 35Β(4)(γ) του Νόμου.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειουσών.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.