ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 3 ΑΑΔ 656
28 Μαρτίου, 1989
[Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π., ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑ-ΡΗΣ, ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΑΠΑΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 758).
Προθεσμία Καταχωρήσεως Αιτήσεως Ακυρώσεως — Έναρξη — Ανέγερση περιτειχίσματος από γείτονα εφεσείουσας—Κτίσμα περιήλθε σε γνώση εφεσείουσας την 30.9.83 — Επιστολή διαμαρτυρίας από εφεσείουσα προς αρμόδια αρχή (Δήμο Λευκωσίας), στην οποία ο Δήμος απάντησε με επιστολή 14.10.83 ότι για το κτίσμα είχε εκδοθεί άδεια σύμφωνα με τους Κανονισμούς — Η προθεσμία προσβολής της αποφάσεως εκδόσεως της άδειας άρχισε από την εν λόγω απάντηση και όχι (όπως είχε αποφασισθεί πρωτόδικα) από 30.9.83.
Οδοί και Οικοδομές — Οι Περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμοί — Περιτείχισμα — Τι είναι —Διέπεται από τον Κανονισμό 15Α και όχι τον Κανονισμό 6(γ)(1).
Τα γεγονότα και το αντικείμενο της παρούσας αίτησης ακυρώσεως προκύπτουν από το πρώτο από τα πιο πάνω περιληπτικά σημειώματα. Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού έκρινε την αίτηση ακυρώσεως εμπρόθεσμη, την απέρριψε, γιατί δεν αποδείχθηκε παράβαση οποιουδήποτε οικοδομικού κανονισμού.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς διαταγή για έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Kritiotis v. The Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322.
Έφεση.
Έφεση εναντίον απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Λώρη, Δ.) που εκδόθηκε στις 23 Οκτωβρίου, 1987 (Αριθμός προσφυγής 552/83) (1987) 3 Α.Α.Δ. 1479, με την οποία η προσφυγή της εφεσείουσας κατά της χορήγησης άδειας οικοδομής στο ενδιαφερόμενο μέρος σε οικόπεδο που συνορεύει με την οικία της απερρίφθη.
Δ. Παπαχρυσοστόμου, για την Εφεσείουσα.
Κ. Ιντιάνος, για τους Εφεσίβλητους.
Α. Δικηγορόπουλος, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Α. ΛΟΪΖΟΥ, Π: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Η εφεσίβλητη Δημοτική Αρχή υπό την ιδιότητα της σαν η αρμόδια Αρχή κάτω από τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, όπως τροποποιήθηκε, χορήγησε στο ενδιαφερόμενο μέρος στις 9 Φεβρουαρίου 1983, άδεια οικοδομής για την ανέγερση οικίας στο οικόπεδο της που συνορεύει με την οικία της εφεσείουσας στη δυτική πλευρά.
Το ενδιαφερόμενο μέρος άρχισε να ανεγείρει, σύμφωνα με τη χορηγηθείσα άδεια την προαναφερθείσα οικία και στις 30 Σεπτεμβρίου 1983, περιήλθε στην αντίληψη της εφεσείουσας ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ανήγειρε την οικοδομή κατά τέτοιο τρόπο έτσι που να παραβιάζονται, όπως ισχυρίζεται, οι υφιστάμενοι Νόμοι και Κανονισμοί, γιατί έκτισε περιτείχισμα με τούβλα πάνω στο σύνορο, που σε ένα μέρος του το ύψος έφτανε τα 14 1/2 πόδια από την ανακύρτωση του δρόμου. Το περιτείχισμα αυτό συνδέεται επίσης με δύο κάθετους δοκούς από σκυροκονίαμα με την στέγη της κύριας οικοδομής.
Η αιτήτρια, όταν διαπίστωσε τα πιο πάνω έστειλε δύο επιστολές στην εφεσίβλητη Αρχή με ημερομηνία 30 Σεπτεμβρίου 1983, και 22 Οκτωβρίου 1983, στις οποίες ο Δήμος απάντησε πως εξέδωσε την προαναφερθείσα άδεια οικοδομής σύμφωνα με τους ισχύοντες Κανονισμούς και ότι από επιτόπια έρευνα που έγινε διαπιστώθηκε ότι η οικοδομή είχε ανεγερθεί σύμφωνα με την πιο πάνω άδεια.
Πριν προχωρήσουμε στην παραπέρα εξέταση των επίδικων θεμάτων, θα πρέπει να λεχθεί ότι ο Πρωτόδικος Δικαστής, απέρριψε την προσφυγή σαν εκπρόθεσμη γιατί στη γνώση της εφεσείουσας περιήλθε από τις 30 Σεπτεμβρίου 1983, πως το ενδιαφερόμενο μέρος έκτισε το περιτείχισμα σε ύψος πέραν των 14 1/2 ποδών και ότι το περιτείχισμα αυτό ήτο συνδεδεμένο με δύο κάθετους δοκούς με την στέγη της κύριας οικοδομής, και κατέληξε στο συμπέρασμα πως η προσφυγή έπρεπε να είχε καταχωρηθεί μέσα σε εβδομήντα-πέντε μέρες από την πιο πάνω ημερομηνία, και όχι από 14 Οκτωβρίου 1983.
Πάνω στο σημείο αυτό είμαστε της γνώμης πως η εφεσείουσα πληροφορήθηκε μετά την επιστολή της προς την εφεσίβλητη πως για τα επίδικα κτίσματα που θεωρούσε παράνομα, είχε εκδοθεί άδεια από την αρμόδια Αρχή. Ο χρόνος επομένως υπολογισμού έναρξης της προθεσμίας των εβδομήντα-πέντε ημερών που προνοεί το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος αρχίζει από την απάντηση της εφεσίβλητης Αρχής στις επιστολές της εφεσείουσας, γιατί το παράπονο της δεν αφορούσε μόνο το κτίσμα του περιτει-χίσματος αλλά και την έκδοση της άδειας από την αρμόδια Αρχή, που αποτελούσε την απόφαση εναντίον της οποίας στρεφόταν η προσφυγή.
Συνεπώς η προσφυγή δεν έπρεπε να είχε απορριφθεί ως εκπρόθεσμη.
Το ζήτημα όμως δεν τελειώνει εδώ. Ο πρωτόδικος Δικαστής προχώρησε και εξέτασε το θέμα της ύπαρξης εννόμου ενεστώτος συμφέροντος εκ μέρους της εφεσείουσας για την προσβολή της επίδικης απόφασης και υιοθέτησε την προσέγγιση του Δικαστηρίου στην υπόθεση Kritiotis v. The Municipality of Paphos and Others (1986) 3 C.L.R. 322 και κατέληξε στο συμπέρασμα πως η εφεσείουσα είχε έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση της εφεσίβλητης Αρχής να εκδώσει δηλαδή την άδεια οικοδομής. Δεν θα υπεισέλθουμε στις νομικές αρχές που διέπουν θέματα, όπως το δικαίωμα των περιοίκων να προσφύγουν στο Δικαστήριο για ακύρωση άδειας ανέγερσης οικοδομής γιατί, με βάση τα γεγονότα της κρινόμενης υπόθεσης, όπως και να αξιολογηθούν, η εφεσείουσα δεν έχει με κανένα τρόπο ζημιωθεί ενώ ταυτόχρονα η Αρχή δεν έχει διαπράξει καμιά παρανομία. Η επίδικη οικοδομή δεν είναι εν πάση περιπτώσει "βοηθητική οικοδομή", και επομένως δεν ισχύει ο Κανονισμός 6(γ)(ι), των περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμών, η δε κατασκευή του περιτειχίσματος δεν παραβιάζει οποιοδήποτε Κανονισμό. Ο ορισμός "βοηθητική οικοδομή" στον Κανονισμό 2, είναι ο ακόλουθος:-
'"βοηθητική οικοδομή' σημαίνει οικοδομή εντός τεμαχίου επί του οποίου ίσταται κυρίως οικοδομή, εξαιρουμένου του περιτειχίσματος, η οποία είναι βοηθητική ή υποκείμενη εις την κυρίως οικοδομήν και η οποία χρησιμοποιείται εν σχέσει με την κυρίως οικοδομήν αλλά δεν αποτελεί κεχωρισμένην ιδιοκτησίαν."
Εφόσον δεν αποτελεί "βοηθητική οικοδομή" το επίδικο κτίσμα, δεν εφαρμόζεται κατ' ακολουθίαν ο Κανονισμός 6(γ)(ι), που προβλέπει πως το ύψος βοηθητικών οικοδομών δεν μπορεί να είναι "μείζονος των δώδεκα ποδών". Από την άλλη: ο όρος "περιτείχισμα" καθορίζεται ως εξής:
"'περιτείχισμα' σημαίνει οιανδήποτε κατασκευήν χρησιμοποιουμένην ή σκοπουμένην όπως χρησιμοποιηθή διά να εσωκλείση ή οριοθέτηση οιανδήποτε γην"
Δεν φαίνεται δε από τα ενώπιον μας στοιχεία να έχει γίνει οποιαδήποτε παραβίαση του Κανονισμού 15Α, που προβλέπει ότι:
"15Α. Εις απάσας τας περιπτώσεις η αρμοδία αρχή προς τον σκοπόν διατηρήσεως του πρέποντος χαρακτήρος της περιοχής και διαφυλάξεως της ορατότητος, δύναται, δι' όρου εν τη αδεία, να καθορίζη τον τύπον, τον σχεδιασμόν και την εμφάνισιν του περιτειχίσματος."
Με βάση τα πιο πάνω κατά την κρίση μας δεν έχει αποδειχθεί ότι η εφεσίβλητη Αρχή, με την άδεια που χορήγησε, υπερέβη τις εξουσίες της παραβιάζουσα οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη έτσι που κατ' επέκταση, και λόγω της φύσεως της, θα ζημίωνε την εφεσείουσα και θα προσέβαλλε οποιοδήποτε ενεστώς έννομο συμφέρον της. Γι' αυτούς τους λόγους η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. Υπό τις περιστάσεις δεν κάμνουμε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.