ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αναφορικά με την Αίτηση των Μιχαήλ κ.α., Πολιτική αίτηση αρ.3/19, 16/1/2019, ECLI:CY:AD:2019:D9
Αίτηση από SAR, Aίτηση Νομικής Αρωγής Αρ. 3/19, 11/2/2019, ECLI:CY:AD:2019:D38
THE ATTORNEY-GENERAL OF THE REPUBLIC ν. PETROS DEMRTRIOU HJI CONSTANTI (1968) 2 CLR 113
PAPADOPOULOS ν. POLICE (1982) 2 CLR 217
Α/φοί Λαμπριανίδη ν. Συμβ. Βελτ. Γερίου (1989) 2 ΑΑΔ 374
Komurgu & another ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 83
Γιδάκης Eυθύμιος ν. Aστυνομίας Λεμεσού (2004) 2 ΑΑΔ 303
ΚΟΥΣΟΥΛΙΔΗΣ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, Ποινική Έφεση Αρ. 10/2018, 9/11/2018, ECLI:CY:AD:2018:B490
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Αίτηση Αρ. 3/2019, 20/2/2019, ECLI:CY:AD:2019:B47
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:B217
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Αίτηση Αρ. 6/2023)
22 Ιουνίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 134 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 155)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (ΕΣΔΑ)
Μεταξύ:
1. MOHAMED ALI
2. AHMAD ALI
3. SAID AL SHAMALI
Αιτητών,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ'ης η Αίτηση.
Μ. Παυλίδου (κα), για τους Αιτητές.
Λ. Σίγαρ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με Λ. Γαβριήλ (κα) και Σ. Χριστοφορίδου (κα), ασκούμενες δικηγόρους, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Καθ'ης η Αίτηση.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές ήταν Κατηγορούμενοι 1, 2 και 3 στην Ποινική Υπόθεση 18449/2022, το δε Κακουργιοδικείο Λεμεσού τους επέβαλε στις 21/3/2023, καθόσον αφορά τον Αιτητή αρ. 1 ποινή φυλάκισης 4 ετών και καθόσον αφορά τους Αιτητές 2 και 3 ποινή φυλάκισης 3 ετών. Οι Αιτητές δεν εφεσίβαλαν εγκαίρως την ποινή που τους επεβλήθη και με την παρούσα τους Αίτηση, η οποία στηρίζεται στο Άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και στο Άρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), επιδιώκουν άδεια για παράταση του χρόνου καταχώρησης εφέσεως. Η Αίτηση καταχωρήθηκε στις 19/4/2023 και αντιμετώπισε την ένσταση της Δημοκρατίας.
Η βασική θέση που προβάλλουν οι Αιτητές, τόσο μέσα από την ένορκη δήλωση του Αιτητή 1, που συνοδεύει την υπό κρίση Αίτηση, όσο και μέσω της αγορεύσεως των συνηγόρων τους, είναι ότι επειδή κανένας δεν τους πληροφόρησε κατά την επιβολή της ποινής για την ύπαρξη χρονικής προθεσμίας μόνο 10 ημερών για σκοπούς έφεσης εναντίον της ποινής, παρήλθε το σύντομο χρονικό διάστημα των 10 ημερών, με αποτέλεσμα να απωλέσουν, για λίγες μόνο μέρες, το δικαίωμα τους να εφεσιβάλουν την ποινή. Όπως προβάλλεται από τους Αιτητές, μετά την εκφώνηση της ποινής επικοινώνησαν τις επόμενες μέρες με το δικηγόρο που είχαν επιλέξει να τους εκπροσωπεί με νομική αρωγή στην πιο πάνω υπόθεση και ζήτησαν από τον ίδιο να τους παραδώσει το φάκελο τους, με σκοπό να διορίσουν νέο δικηγόρο της επιλογής τους. Μέχρι να συντελεστούν τα πιο πάνω και ενόψει του γεγονότος ότι ήσαν και είναι πλέον κατάδικοι στις Κεντρικές Φυλακές, παρήλθε το σύντομο χρονικό διάστημα των 10 ημερών, όπως τους ενημέρωσε η δικηγόρος που επέλεξαν να τους εκπροσωπήσει στη διαδικασία εφέσεως. Όπως, περαιτέρω, καταγράφεται στην ένορκη δήλωση της υπό κρίση Αίτησης, η προθεσμία για καταχώρηση της ειδοποίησης έφεσης έληγε στις 31/3/2023, σύμφωνα με την ενημέρωση της δικηγόρου που οι Αιτητές επέλεξαν, ενώ η ειδοποίηση έφεσης είχε ήδη ετοιμαστεί για να καταχωρηθεί. Προστίθεται, συναφώς, ότι δεδομένης της ετοιμασίας της έφεσης δεν θα υπάρξει οποιαδήποτε χρονοτριβή στην καταχώρηση της. Είναι εισήγηση των Αιτητών ότι δεδομένου του μικρού χρονικού διαστήματος, λίγων μόλις ημερών, που διέρρευσε μεταξύ της εκπνοής της προθεσμίας καταχώρησης ειδοποίησης έφεσης και της «άμεσης κινητοποίησης» των Αιτητών, η έκδοση του αιτούμενου Διατάγματος δεν επηρεάζει δυσμενώς το συμφέρον της δικαιοσύνης ή τους Καθ' ων η Αίτηση, ενώ μέσω αυτού θα διασφαλιστεί το δικαίωμα των Αιτητών να αποταθούν στο Εφετείο και να προωθήσουν την έφεσή τους.
Στην Ένσταση των Καθ' ων η Αίτηση προβάλλεται ένας αριθμός Λόγων Ένστασης. Μεταξύ αυτών προβάλλεται ότι έχουν παρέλθει από την ημέρα εκπνοής της προθεσμίας για καταχώρηση ειδοποίησης έφεσης, ήτοι 31/3/2023 μέχρι τις 19/4/2023, ημερομηνία καταχώρησης της Αίτησης, 19 συνολικά ημέρες, χωρίς να δοθεί λογική εξήγηση για τη μεγάλη αυτή καθυστέρηση. Περαιτέρω προβάλλεται ότι η άγνοια του χρονικού περιθωρίου για άσκηση έφεσης και η αδυναμία επικοινωνίας με δικηγόρο σε εύλογο χρονικό διάστημα δεν αποτελεί λόγο για έγκριση της Αίτησης εφόσον, σε αντίθετη περίπτωση, θα καταστρατηγείτο ο κανόνας της τελεσιδικίας. Είναι, ακόμη, η θέση των Καθ' ων η Αίτηση ότι καμία ουσιαστική αδυναμία από πλευράς των Αιτητών δεν έχει καταδειχθεί, που να καταδεικνύει εξαιρετική περίπτωση ώστε να δικαιολογείται η έγκριση της αιτούμενης παράτασης χρόνου.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι υποστήριξαν μέσω γραπτών αγορεύσεων τις αντίστοιχες θέσεις τους, επικαλούμενοι και σχετική νομολογία.
Το Άρθρο 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, ως η ουσιαστική πρόνοια που καλύπτει το υπό εξέταση ζήτημα, παρέχει πράγματι δικαιοδοσία κάτω από ορισμένες συνθήκες να παραταθεί ο χρόνος εντός του οποίου υποβάλλεται η αίτηση. Προβλέπεται εκεί ότι:
«134. Εξαιρουμένης της περίπτωσης καταδίκης που συνεπάγεται τη θανατική ποινή, ο χρόνος εντός του οποίου ειδοποίηση έφεσης ή αίτησης για άδεια έφεσης δύναται να δοθεί, δύναται, κατόπιν απόδειξης βάσιμου λόγου, να παραταθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο.»
Από τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 134 του Κεφ. 155 συνάγεται ότι πέραν του γεγονότος ότι η παράταση ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, θα πρέπει προς τούτο να αποδειχθεί βάσιμος λόγος. Ως θέμα αρχής δικονομικές διατάξεις που καθορίζουν το χρόνο εντός του οποίου ένδικα μέσα θα πρέπει να λαμβάνονται, πρέπει να εφαρμόζονται με αυστηρότητα και καμία υπαναχώρηση δεν θα γίνεται, εκτός όπου αποδεικνύεται η ύπαρξη ισχυρού λόγου ή εύλογης αιτίας. Η τήρηση των προθεσμιών, γενικώς, αλλά και ιδιαιτέρως της προθεσμίας που τάσσεται για την υποβολή έφεσης, δεν είναι θέμα τύπου αλλά ουσίας, που σχετίζεται όχι μόνο με τα συμφέροντα των άμεσα ενδιαφερομένων, αλλά και το συμφέρον του δημοσίου στη διασφάλιση της οριστικότητας και τελεσιδικίας των δικαστικών αποφάσεων και, κατ' επέκταση, της ευνομίας (βλ. Attorney General of the Republic v. Petros Demetriou HjiConstanti (1968) 2 C.L.R. 113, Papadopoulos v. Police (1982) 2 C.L.R. 217 και Αδελφοί Λαμπριανίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 Α.Α.Δ. 374).
Όπως έχει τονιστεί μέσα από τη νομολογία, η προεξάρχουσα αρχή που λαμβάνεται υπόψη είναι η ανάγκη για τελεσιδικία χάριν του δημοσίου συμφέροντος (βλ. Αντωνίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Αίτηση Αρ. 3/2019, ημερ. 20/2/2019 και Επί τοις αφορώσι την LGS HANDLING LTD, Ποινική Αίτηση Αρ. 22/2018, ημερ. 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:B125). Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για τη χορήγηση παράτασης χρόνου ασκείται με φειδώ και λαμβάνει υπόψη τους λόγους αδυναμίας έγκαιρης καταχώρησης της έφεσης, τόσο κατά το χρόνο εντός του οποίου έπρεπε αυτή να είχε καταχωρηθεί, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου από την εκπνοή της προθεσμίας μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παράταση (βλ. Delincyp Company Ltd v. Wogang κ.ά., Ποινική Αίτηση Αρ. 10/2018, ημερ. 15/10/2018). Η αδυναμία καταχώρησης πρέπει να είναι ουσιαστική και πρέπει να εμπίπτει εντός του εξαιρετικού εκείνου μέτρου το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισταθμίζον την ανάγκη για τελεσιδικία.
Ό,τι εν προκειμένω προβάλλεται για τη μη εμπρόθεσμη καταχώρηση της έφεσης είναι, βασικά, η άγνοια των Αιτητών περί της χρονικής προθεσμίας καταχώρησης έφεσης η οποία αποδίδεται στο γεγονός ότι, όπως αναφέρεται, κανείς δεν τους πληροφόρησε σχετικά κατά την επιβολή της ποινής. Από την ένορκη δήλωση του Αιτητή αρ. 1 σαφώς συνάγεται ότι οι Αιτητές γνώριζαν πως είχαν δικαίωμα άσκησης έφεσης εφόσον αποφάσισαν να αναλάβει την εν λόγω διαδικασία νέος δικηγόρος, διαφορετικός από εκείνο που τους εκπροσώπησε πρωτόδικα. Είναι προφανές, επομένως, ότι η υπό κρίση υπόθεση δεν αφορά περίπτωση όπου η αδυναμία των Αιτητών να ενεργήσουν έγκαιρα για την καταχώρηση εφέσεως οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είχαν εγκαίρως την ευκαιρία νομικής συμβουλής ή ότι ο δικηγόρος που τους αντιπροσώπευε κατά τη δίκη και ο οποίος έχει το καθήκον να συμβουλεύει κατά πόσο ή όχι μια έφεση πρέπει να γίνει, δεν φαίνεται να έχει δώσει τέτοια συμβουλή (βλ. Komurgu κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 83 και Γιδάκης v. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 303). Η όποια ενδεχόμενη παράλειψη του πρώτου δικηγόρου των Αιτητών και, συνεπακόλουθα, η άγνοια που οι Αιτητές επικαλούνται ως προς την προθεσμία, δεν μπορεί να αποτελέσει βάσιμο λόγο για άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που το Δικαστήριο κέκτηται δυνάμει του Άρθρου 134. Έπειτα, όπως ορθά επισημαίνει η ευπαίδευτος συνήγορος για τους Καθ΄ων η Αίτηση, πρόσωπο που επιθυμεί να αμφισβητήσει την καταδίκη και/ή την ποινή του οφείλει να δράσει άνευ αδικαιολόγητης χρονοτριβής. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι μετά την εκφώνηση της ποινής, «τις επόμενες μέρες», επικοινώνησαν μαζί με το δικηγόρο που τους εκπροσωπούσε κατά τη δίκη ζητώντας του να τους παραδώσει το φάκελο για να διορίσουν άλλο δικηγόρο και ότι «μέχρι να συντελεσθούν τα πιο πάνω» παρήλθε η προθεσμία. Δεν προσδιορίζεται εν προκειμένω το χρονικό στάδιο που μεσολάβησε για να ενεργήσουν ως ανωτέρω, ούτε δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση ή λόγος που αντικειμενικά τους εμπόδιζε να δράσουν ενωρίτερα.
Ενόψει των όσων εξηγήσαμε ανωτέρω, καταλήγουμε ότι δεν έχει τεθεί ενώπιον μας καλός και βάσιμος λόγος για να δοθεί η αιτούμενη άδεια.
Συνεπώς η Αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.