ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ATTORNEY-GENERAL OF THE REPUBLIC ν. HAGOP MICHAEL DJEREDJIAN AND ANOTHER (1967) 2 CLR 158
Ζησιμίδη ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 269
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:B169
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 48/2022)
15 Μαΐου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,
Εφεσίβλητου.
Στ. Χριστοδούλου για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης, για τον Εφεσείοντα.
Π. Χατζηπαναγιώτου, για τον Εφεσίβλητο.
Εφεσίβλητος παρών.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
Π Ο Ι Ν Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος με βάση προηγηθείσα Απόφασή μας, ημερ. 8/5/2023, για το αδίκημα εξασφάλισης πίστωσης πέραν των δέκα λιρών από πρόσωπο, χωρίς να το πληροφορήσει ότι είναι πτωχεύσας που δεν αποκαταστάθηκε, κατά παράβαση του Άρθρου 117(2) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5. Δηλαδή, ο Εφεσίβλητος κατά/ή περί τις 2/4/2007 εξασφάλισε πίστωση από τον Εφεσείοντα για το ποσό των Λ.Κ.40.650 (€69.667,13), χωρίς να τον πληροφορήσει ότι είναι πτωχεύσας που δεν αποκαταστάθηκε.
Είχε προηγηθεί απαλλαγή του Εφεσίβλητου στο Επαρχιακό Δικαστήριο στη βάση της κατάχρησης ένεκα καθυστέρησης, παρά την απόδειξη του αδικήματος και, κατόπιν έφεσης του Εφεσείοντα, αυτός καταδικάστηκε από το Εφετείο στο πιο πάνω αδίκημα. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να του επιβληθεί ποινή.
Επισημαίνεται ότι, μετά την έκδοση της Απόφασης μας, η υπόθεση αναβλήθηκε για λίγες μέρες για να παρουσιαστεί ο Εφεσίβλητος και να αγορεύσει ο συνήγορος του για μετριασμό της ποινής.
Όντως, ο συνήγορος του αναφέρθηκε στις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις και τα προβλήματα υγείας που αυτός αλλά και η σύζυγος του αντιμετωπίζουν. Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στον παράγοντα χρόνου που έχει μεσολαβήσει από την ημέρα του αδικήματος και εισηγήθηκε ότι, υπό αυτές τις περιστάσεις και δεδομένα, σε περίπτωση που το Δικαστήριο προσανατολίζεται σε επιβολή στερητικής της ελευθερίας του Εφεσίβλητου ποινής, να την αναστείλει.
Με βάση τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με αδικήματα που προκύπτουν από τον περί Πτωχεύσεως Νόμο, έχει τονιστεί η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών στη βάση του ότι μέσω της διάπραξης τέτοιων αδικημάτων πλήττεται η ασφάλεια των συναλλαγών, με άμεσο αντίκτυπο την προστασία των πιστωτών, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα σε μια υγιή οικονομία (βλ. ΣΠΕ Λακατάμιας-Δευτεράς Λτδ ν. Γεώργιου Δράκου, Ποινική Έφεση Αρ. 129/2015, ημερ. 15/11/2017 και Ζησιμίδη ν. Αστυνομίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 269).
Στην υπόθεση ΣΠΕ Λακατάμιας-Δευτεράς Λτδ ν. Ανδρέου, Ποινική Έφεση Αρ. 84/2015, ημερ. 3/2/2016, ECLI:CY:AD:2016:B64 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:
«Ο σχετικός Νόμος με τη θέσπιση των συγκεκριμένων αδικημάτων, αποσκοπεί στην προστασία των πιστωτών, στην ασφάλεια των συναλλαγών, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα σε μια υγιή οικονομία. Όλα τα αδικήματα που διέπραξε ο Εφεσίβλητος εμπεριέχουν το στοιχείο της καταδολίευσης και της αποκόμισης κέρδους, τα οποία αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες. Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στις υποθέσεις Attorney-General of the Republic v. Hagop Michael Djeredjian and Another (1967) 2 CLR 158, Ζησιμίδη ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 269 και Stambouli & Bitton Ltd v. Χρίστου (2005) 2 ΑΑΔ 457, καθοδήγησε ορθά τον εαυτό του ως προς τη σοβαρότητα των αδικημάτων.»
Έχοντας κατά νου την πιο πάνω νομολογιακή προσέγγιση, η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών είναι δεδομένη. Τα Δικαστήρια έχουν καθήκον να προστατεύσουν την εμπορική πίστωση και τις συναλλαγές και θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η πτώχευση συνεπάγεται σοβαρά επακόλουθα. Σημαντικό στοιχείο στην παρούσα υπόθεση είναι το γεγονός ότι ουδέποτε υπήρξε από τον Εφεσίβλητο συμμόρφωση και επιστροφή του ποσού του δανείου.
Στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής λαμβάνουμε υπόψη τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του Εφεσίβλητου, ως η νομολογία επιτάσσει, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι αυτές δεν μπορούν να υπερφαλαγγίσουν την ανάγκη προστασίας του δημόσιου συμφέροντος σε σχέση με την ασφάλεια των συναλλαγών. Κατά συνέπεια, αυτές λαμβάνονται υπόψη στην έκταση και στο βαθμό που είναι επιτρεπτό. Δεν αγνοούμε, επίσης, ένα έτερο παράγοντα που ισχύει στην προκείμενη περίπτωση, ήτοι, ότι το επίδικο αδίκημα διεπράχθη πολλά χρόνια πριν και ότι καλούμαστε να επιβάλουμε ποινή μετά από παρέλευση μιας μακράς χρονικής περιόδου.
Όλα όσα πιο πάνω έχουν καταγραφεί καθιστούν την επιβολή στερητικής της ελευθερίας του Εφεσίβλητου ποινής, αναπόφευκτη.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει επιβάλλεται στον Εφεσίβλητο ποινή φυλάκισης 18 μηνών.
Ενόψει της μακράς χρονικής περιόδου που έχει παρέλθει από τη διάπραξη του επίδικου αδικήματος και της μεταβολής των συνθηκών του, ως προκύπτει από όλα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος του ανέφερε, κρίνουμε ότι η επιβληθείσα ποινή θα πρέπει να ανασταλεί και αναστέλλεται για περίοδο τριών χρόνων.
Όλα τα έξοδα της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων και των δικηγορικών εξόδων τόσο πρωτοδίκως, όσο και κατ' έφεση, τα οποία καθορίζουμε στο ποσό των €3.000, επιδικάζονται υπέρ του Εφεσείοντα.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.