ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:B119
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 220/2021)
4 Απριλίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
NIKOLAY KHOVRIN,
Εφεσείων,
ν.
IGOR SIDIROV,
Εφεσίβλητου.
Αλ. Κληρίδης, για ΦΟΙΒΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΛΗΡΙΔΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Θωμά, για YIANNAKIS K. THOMA LAW FIRM LLC, για τον Εφεσίβλητο.
___________________________________________________________________
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο σε ιδιωτική ποινική υπόθεση που καταχώρησε ο Εφεσείων αθώωσε και απάλλαξε τον Εφεσίβλητο από την κατηγορία της πρόκλησης δημόσιας βλάβης που αντιμετώπιζε, λόγω μη προώθησής της.
Στις 26/11/2021 που η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, εμφανιζόμενος ο δικηγόρος του Εφεσείοντα ενώπιον του Δικαστηρίου, το ενημέρωσε για την πρόθεση του για υποβολή αιτήματος αναβολής λόγω σύγχυσης που υπήρχε στο Πρωτοκολλητείο. Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε, είχαν την προηγούμενη ημέρα ρωτήσει το Πρωτοκολλητείο για την υπόθεση και, αφού ενημερώθηκαν ότι αυτή θα ήτο ενώπιον άλλου Δικαστή, αποτάθηκαν στο βοηθό γραφείου εκείνου του Δικαστή ο οποίος τους προέτρεψε να μεταβούν την επομένη για να πάρουν αναβολή της ακρόασης, ενόψει του ότι, με βάση σχετική Ανακοίνωση του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, τα Δικαστήρια με αρμοδιότητα την εκδίκαση των Ιδιωτικών Ποινικών Υποθέσεων, θα εκδίκαζαν υποθέσεις μόνο μέχρι τις 10.30 π.μ. Την επόμενη ημέρα που ο δικηγόρος του Εφεσείοντα εμφανίστηκε, το Πρωτοκολλητείο τον ενημέρωσε ότι η υπόθεση ευρίσκετο ενώπιον του πρώτου Δικαστή στον οποίο είχε από την αρχή ανατεθεί και ότι δεν ίσχυε η Ανακοίνωση που είχε αναφερθεί την προηγουμένη. Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων ο δικηγόρος ζήτησε αναβολή από το Δικαστήριο επικαλούμενος σύγχυση, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση, θεωρώντας ότι θα δίδετο αναβολή, να βρίσκεται σε Δικαστήριο σε άλλη πόλη για σκοπούς ακρόασης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατόπιν τούτου έδωσε στο δικηγόρο του Εφεσείοντα χρόνο μέχρι τις 12.00 μ.μ. για να παρουσιαστεί με τους μάρτυρες του και να προωθήσει την υπόθεση, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι η ημερομηνία ακρόασης είχε δοθεί από το συγκεκριμένο Δικαστήριο από τις 4/6/2021.
Μετά το διάλειμμα και, αφού εμφανίστηκε εκ νέου ο δικηγόρος του Εφεσείοντα, πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι ο Εφεσείων είναι μόνιμος κάτοικος Ρωσίας και ότι, ενόψει Ανακοίνωσης που είχε αναρτηθεί στις 23/11/2021, είχε ενημερωθεί από το δικηγόρο που χειρίζεται την υπόθεση ότι δεν θα χρειαζόταν να έλθει στην Κύπρο για την υπόθεση και, ως εκ τούτου, δεν ήλθε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιλαμβανόμενο του αιτήματος αναβολής της ακρόασης της υπόθεσης, αφού καθοδηγήθηκε από τις αρχές που διέπουν αιτήματα τέτοιας φύσης, δεν ικανοποιήθηκε ότι ο προβαλλόμενος για αναβολή λόγος, όπως είχε τεθεί ενώπιον του, ήταν ικανός να αποτελέσει βάθρο για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της έγκρισης του αιτήματος, στη βάση του ακόλουθου σκεπτικού:
«Το Δικαστήριο αυτό ουδέποτε εξέδωσε οποιανδήποτε ανακοίνωση για αναβολή των υποθέσεων που εκκρεμούν σήμερα για ακρόαση, περιλαμβανομένης της παρούσας, ούτε γνωρίζει το περιεχόμενο της αναφερόμενης ανακοίνωσης ή τις περιστάσεις και το πλαίσιο κάτω από το οποίο αυτή, κατ' ισχυρισμό, εκδόθηκε. Η δε αναφορά του δικηγόρου του παραπονούμενου ότι δεν γνώριζε πως αυτή η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και ότι ήταν με την πεποίθηση ότι εκκρεμούσε ενώπιον άλλου αδελφού Δικαστή, ο οποίος, όπως αναφέρθηκε, δεν θα επιλαμβανόταν υποθέσεις σήμερα μετά τις 10:30, μόνο ανεπίτρεπτη μπορεί να χαρακτηριστεί, εφόσον, ως δικηγόρος που εκπροσωπεί τον παραπονούμενο στην παρούσα διαδικασία, όφειλε, τουλάχιστον, να γνωρίζει το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμεί η υπόθεση του, το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, έχει αναλάβει την εκδίκαση της από τις 22.09.20, με τη σημερινή ημερομηνία ακρόασης να δόθηκε από το παρόν Δικαστήριο από τις 4.06.21. Το Δικαστήριο έκανε ανάλογες διευθετήσεις ώστε να παρέχεται σήμερα χρόνος να ακουστεί αυτή η υπόθεση, η οποία εκκρεμεί πέραν των 3 ετών για ακρόαση. Η παλαιότητα αυτής της υπόθεσης, η οποία είναι δεδομένη, σε συνδυασμό με τη συνοπτική φύση αυτής της διαδικασίας, δεν εντάσσουν τον λόγο επί του οποίου εδράζεται το αίτημα αναβολής ως μια «ασυνήθιστη περίπτωση» ώστε να δικαιολογείτο η έγκριση του. Όφειλε η πλευρά του παραπονούμενου να έκανε ανάλογες διευθετήσεις από τις 4.06.21 που δόθηκε η σημερινή ημερομηνία ακρόασης ή έστω και στον χρόνο που δόθηκε σήμερα από το Δικαστήριο, ώστε να είναι έτοιμη τώρα, με όλους τους μάρτυρες διαθέσιμους ενώπιον του Δικαστηρίου ή έστω με κάποιον ή κάποιους από αυτούς που επιθυμεί να παρουσιάσει στην παρούσα διαδικασία, για να προωθήσει και να αποδείξει την υπόθεση της. Σημειώνεται ότι στο κατηγορητήριο αναφέρονται 5 συνολικά μάρτυρες μεταξύ των οποίων και αρμόδιοι αστυνομικοί, η μαρτυρία των οποίων, προδήλως, είναι απαραίτητη για τη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας που προσάπτεται εναντίον του κατηγορούμενου. Συνεπώς, αυτό που, εκ των υστέρων, αναφέρθηκε από πλευράς δικηγόρου του παραπονούμενου ότι ο παραπονούμενος βρίσκεται στο εξωτερικό και ειδοποιήθηκε στις 23.11.21 για να μην είναι σήμερα στο Δικαστήριο, δεν πείθει, ούτε μπορεί να δικαιολογήσει το αίτημα αναβολής. Όφειλε η πλευρά του παραπονούμενου, αν πράγματι ο ίδιος ο παραπονούμενος δεν μπορούσε να ήταν σήμερα ενώπιον του Δικαστηρίου, να είχε διαθέσιμους τους υπόλοιπους μάρτυρες της για να αποδείξει την υπόθεση της. Κατά συνέπεια, το αίτημα αναβολής κρίνεται αδικαιολόγητο και απορρίπτεται.»
Ο Εφεσείων μέσω τεσσάρων Λόγων Έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη Απόφαση. Μέσω του 1ου Λόγου Έφεσης προβάλλει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε με πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα επί των οποίων στηρίζετο το αίτημα αναβολής και ότι άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια. Με το 2ο Λόγο Έφεσης διατείνεται ότι παραβιάσθηκε κατάφωρα το συνταγματικό του δικαίωμα για δίκαιη δίκη καθώς και το δικαίωμα του να έχει πρόσβαση στο Δικαστήριο. Μέσω του 3ου Λόγου Έφεσης προβάλλει ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έκανε πιστευτό τον ισχυρισμό ότι ο Εφεσείων, ένεκα της δημοσίευσης ημερ. 23/11/2021, ενημερώθηκε να μην προβεί στα αναγκαία διαβήματα για να βρίσκεται στην Κύπρο, ενώ με τον 4ο Λόγο Έφεσης ότι δεν αιτιολόγησε το λόγο που ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν έγινε πιστευτός.
Οι τρεις από τους τέσσερεις Λόγους Έφεσης (1ος, 3ος και 4ος) είναι συναφείς εφόσον περιστρέφονται γύρω από την εσφαλμένη και υπό πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα, κατά την κρίση του Εφεσείοντα, ενέργεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου να απορρίψει το αίτημα αναβολής και, άνευ αιτιολογίας, να μην κάνει πιστευτό τον ισχυρισμό του για το λόγο που δεν ήτο παρών στο Δικαστήριο κατά την ημέρα που αυτή ήτο ορισμένη για ακρόαση. Ως εκ τούτου, θα εξετασθούν μαζί.
Ο Εφεσείων, προωθώντας τους πιο πάνω Λόγους, υποστήριξε ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έκανε πιστευτό τον ισχυρισμό των Δικηγόρων του ότι ο Εφεσείων είναι μόνιμος κάτοικος Ρωσίας και, ένεκα της Ανακοίνωσης ημερ. 23/1/2021, ενημερώθηκε να μην προβεί στα αναγκαία διαβήματα για να βρίσκεται στην Κύπρο. Και τούτο παρά το γεγονός ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είχε αμφισβητηθεί από την αντίδικη πλευρά.
Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της Απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, το γεγονός και μόνο ότι το εν λόγω Δικαστήριο δεν είχε εκδώσει οποιαδήποτε ανακοίνωση για αναβολή υποθέσεων που εκκρεμούσαν ενώπιον του, θεωρήθηκε ότι ήταν καθοριστικό για να οδηγήσει στην απόρριψη του αιτήματος αναβολής. Μη λαμβάνοντας τοιουτοτρόπως υπόψη τον ισχυρισμό του συνηγόρου του Εφεσείοντα, ο οποίος ουδόλως αμφισβητήθηκε από την αντίδικη πλευρά, αναφορικά με την ύπαρξη Ανακοίνωσης ημερ. 23/11/2021 σε σχέση με τις ιδιωτικές ποινικές υποθέσεις, συμφώνως της οποίας οι εν λόγω υποθέσεις οι οποίες ήταν ορισμένες στις 26/11/2021 θα εκδικάζοντο μόνο μέχρι τις 10.30 π.μ. Η ύπαρξη τέτοιας Ανακοίνωσης, με τη ρύθμιση που περιλάμβανε, καθιστούσε άνευ σημασίας όλα τα υπόλοιπα που το πρωτόδικο Δικαστήριο υπογράμμισε πως ο Δικηγόρος του Εφεσείοντα όφειλε να γνωρίζει και συγκεκριμένα, το κατά πόσο το συγκεκριμένο Δικαστήριο είχε αναλάβει την υπόθεση από τις 22/9/2020, καθώς και το αν η ακρόαση είχε ορισθεί από το συγκεκριμένο Δικαστήριο από την προηγούμενη δικάσιμο στις 4/6/2021. Το ότι η πιο πάνω αναφερόμενη Ανακοίνωση είχε την προηγούμενη της ακρόασης αποσυρθεί, ορθά υποστηρίχθηκε από πλευράς Εφεσείοντα ότι δεν θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα με οποιοδήποτε τρόπο και τις όποιες διευθετήσεις είχαν γίνει και συγκεκριμένα αυτές που αφορούσαν στη μη παρουσίαση μαρτύρων κατά την ημέρα της ακρόασης στις 26/11/2021.
Δεδομένης, λοιπόν, της ύπαρξης της Ανακοίνωσης ημερ. 26/11/2021 και της ρυθμίσεως που αυτή περιλάμβανε, δεν είναι κατανοητή, με το δέοντα σεβασμό, η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η πλευρά του Εφεσείοντα όφειλε να είχε κάνει τις ανάλογες διευθετήσεις από τις 4/6/2021 που είχε δοθεί η ημερομηνία ακρόασης για την 26/11/21 ή ακόμα και στον περιορισμένο χρόνο που το Δικαστήριο είχε παραχωρήσει κατ' εκείνη την ημέρα στην πλευρά του Εφεσείοντα για να επανέλθει με τους μάρτυρες της. Δεδομένων των περιστάσεων, δεν ετίθετο ζήτημα υποχρέωσης εκ μέρους της πλευράς του Εφεσείοντα να είχε, όπως το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε, άλλους, πλην του Εφεσείοντα, διαθέσιμους μάρτυρες για να προωθήσει την υπόθεση του. Ο λόγος της μη παρουσίας του Εφεσείοντα και του συνεπακόλουθου αιτήματος αναβολής ήταν, ακριβώς, απότοκο της «σύγχυσης», όπως την χαρακτήρισε η πλευρά του Εφεσείοντα, που η εν λόγω Ανακοίνωση προκάλεσε και η οποία, όπως ήδη επισημάνθηκε, περιλάμβανε συγκεκριμένη ρύθμιση, χωρίς να υφίστανται ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οποιαδήποτε δεδομένα που να καθιστούν το εν λόγω αίτημα μη γνήσιο ή παρελκυστικό.
Η εξουσία του Δικαστηρίου να αναβάλλει ακρόαση της υπόθεσης προβλέπεται από το Άρθρο 48 του Κεφ..155. Η εξουσία αυτή είναι διακριτική και πρέπει να ασκείται με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης.[1] Ο κανόνας είναι πως αποκλειστικός κριτής στην άσκηση της αρμοδιότητας για αναβολή υπόθεσης είναι το Δικαστήριο το οποίο επιλαμβάνεται της κάθε υπόθεσης. Η διακριτική αυτή ευχέρεια ασκείται δικαστικά και, πάντοτε, κάτω από το φως των περιστατικών που περιβάλλουν τη συγκεκριμένη υπόθεση. Δεν αναθεωρείται, εκτός όπου διαπιστώνεται πως ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχει ο νόμος ή οδηγεί σε πασιφανή αδικία εις βάρος διάδικου.[2]
Όπως έχει τονισθεί στην υπόθεση Παρίσση ν. Στυλιανού κ.ά. (2011) 1 Α.Α.Δ. 1936 με παραπομπή στις Αγγλικές υποθέσεις Walker v. Walker [1967] 1 All E.R. 411 και Maxwell v. Keun [1928] 1 K.B. 645[3] «εάν η άρνηση της αναβολής θα προκαλέσει σοβαρή αδικία στο διάδικο που την επιδιώκει, τότε το Δικαστήριο θα πρέπει να αρνηθεί την αναβολή, μόνο εάν αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποδοθεί δικαιοσύνη στον αντίδικο. Και περαιτέρω, ότι αν και η χορήγηση ή η άρνηση της αναβολής αποτελεί θέμα ευχέρειας, ένα Εφετείο έχει τη δυνατότητα και την υποχρέωση να αναθεωρήσει τον τρόπο άσκησης αυτής της ευχέρειας εάν ικανοποιηθεί ότι η ευχέρεια ασκήθηκε κατά τρόπο που απέληξε σε αδικία για ένα από τους διαδίκους».
Στην προκείμενη περίπτωση, η άρνηση της χορήγησης αναβολής, είχε ως αποτέλεσμα ο Εφεσείων να απωλέσει του δικαιώματος του να ακουστεί, όπως προβάλλεται και στο 2ο Λόγο Έφεσης. Η εξισορρόπηση μεταξύ της γρήγορης εκδίκασης των υποθέσεων από τη μια, αλλά και της ορθής απονομής της δικαιοσύνης από την άλλη, είναι πολύ λεπτό έργο. Αυτή την εξισορρόπηση δεν κατάφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο, με τον τρόπο που ενήργησε, να πραγματώσει.
Υπό το φως των δεδομένων, όπως αυτά είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να απορρίψει το αίτημα αναβολής δεν ήταν εύλογη.
Η Έφεση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ του Εφεσείοντα. Η πρωτόδικη Απόφαση παραμερίζεται.
Η Ποινική Υπόθεση επαναφέρεται στον κατάλογο των εκκρεμουσών υποθέσεων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Να τεθεί ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου για τα περαιτέρω.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
[1] Δέστε Γενικός Εισαγγελέας ν. Othan (2001) 2 Α.Α.Δ 777, 781.
[2] Δέστε Γεωργίου κ.ά. ν. Klohr (2000) 1 Α.Α.Δ 93.
[3]"... the Court of Appeal ought to be very slow indeed to interfere with the discretion of the learned judge on such a question as an adjournment of a trial, and it very seldom does do so; but, on the other hand, if it appears that the result of the order made below is to defeat the rights of the parties altogether, and to do that which the Court of Appeal is satisfied would be an injustice to one or other of the parties, then the Court has power to review such an order, and it is, to my mind, its duty to do so".