ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 40/22)

 

 

3 Φεβρουαρίου, 2023

 

 

[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

Εφεσείων,

 v.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

----------

 

Αλ. Κληρίδης για Φ. Χρ. Κληρίδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για εφεσείοντα.

Ε. Κληρίδου (κα) για Γενικό Εισαγγελέα, για εφεσίβλητη.

Εφεσείων παρών.

 

---------

 

 

Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.

 

---------

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  O εφεσείων με δική του παραδοχή κρίθηκε ένοχος σε μεγάλο αριθμό κατηγοριών για σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού, για παράνομη συνουσία με νεαρό άντρα κάτω των 13 ετών και για συνουσία με άτομο κάτω των 17 ετών.  Του επιβλήθηκαν διάφορες ποινές φυλάκισης, με τη υψηλότερη εκείνη των 16 ετών, οι οποίες ορίστηκαν να συντρέχουν.  Παρά την παραδοχή ο εφεσείων προσβάλλει την καταδίκη.  Τέτοια δυνατότητα παρέχεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 135(β) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155:

 

«135. Πρόσωπο το οποίο βρέθηκε ένοχο και καταδικάστηκε από οποιοδήποτε Δικαστήριο βάσει ομολογίας ενοχής δικαιούται μόνο να ζητήσει άδεια για άσκηση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου-

(α) .

(β) κατά της καταδίκης για το λόγο ότι τα πραγματικά γεγονότα που εκτίθενται στο Κατηγορητήριο ή το Κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε στο Κακουργιοδικείο τα οποία αυτός παραδέχτηκε δεν αποκαλύπτουν ποινικό αδίκημα

 

Επιπρόσθετα:

 

(α) στην περίπτωση που ο εφεσείων δεν έχει αντιληφθεί τη φύση της κατηγορίας, ή δεν είχε πρόθεση να την παραδεχθεί, ή

 

(β) επί των πραγματικών γεγονότων που παραδέχθηκε δεν μπορούσε, με βάση το Νόμο, να καταδικαστεί για το αδίκημα που κατηγορήθηκε (Klonarou v. The District Officer Famagusta (1963) 1 CLR 47, Athlitiki Efimeris "O Filathlos" and another v. The Police (1967) 2 CLR 249, Demetrios Pierides v. The Police (1974) 2 CLR 51, Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1990) 2 ΑΑΔ 305, Nikolae Samoila v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 155/12, ημερ. 8.12.2016).

 

          Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι υπήρχαν στοιχεία ενώπιον του του πρωτόδικου δικαστηρίου που στοιχειοθετούσαν ψυχικές και νοητικές διαταραχές του εφεσείοντα και λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο δεν διέταξε τη διεξαγωγή έρευνας, με βάση το Άρθρο 70 της Ποινικής Δικονομίας, το οποίο προνοεί ότι, όταν εγείρεται το ερώτημα κατά τη δίκη κατά πόσον ο κατηγορούμενος είναι ανίκανος λόγω ψυχιατρικής διαταραχής να παρακολουθήσει τη διαδικασία, το δικαστήριο δύναται να διατάξει τη διεξαγωγή σχετικής έρευνας. 

Τα σχετικά στοιχεία τα οποία επικαλέστηκε η υπεράσπιση είναι η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας στην οποία αναφέρεται ότι κατά τη συνεργασία του αρμόδιου λειτουργού με τον εφεσείοντα έγινε αναφορά σε προβλήματα υγείας, περιλαμβανομένων προβλημάτων ψυχικής υγείας.  Περαιτέρω ετοιμάστηκε και κατατέθηκε μετά από οδηγίες του Κακουργιοδικείου έκθεση ψυχιάτρου του Τμήματος Φυλακών στην οποία αναφέρεται ότι σύμφωνα με το ψυχιατρικό ιστορικό που δόθηκε από τον θεράποντα ψυχίατρο ο εφεσείων πάσχει από ήπια νοητική υστέρηση, διαταραχή συμπεριφοράς και μη οργανική ψύχωση.  Προστίθεται ότι λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και ότι έχει καλή συνεργασία με τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας.  Επιπλέον κατατέθηκε έκθεση του εν λόγω θεράποντα ιατρού στην οποία αναφέρεται ότι τον παρακολουθούσε από τις 5.2.2020 λόγω ήπιας διανοητικής καθυστέρησης με σημαντική διαταραχή της συμπεριφοράς που απαιτεί προσοχή ή αντιμετώπιση ICD-10:F70.1 και ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, μη καθορισμένης ICD-10:F42.9.  Τέλος κατατέθηκε έκθεση γενικού ιατρού από το Ιατρικό Κέντρο Πολεμιδιών στην οποία αναφέρεται ότι ο εφεσείων παρουσιάζει διάφορες ασθένειες, και από πλευράς ψυχικής υγείας παρουσιάζει ήπια διανοητική καθυστέρηση και σημαντική διαταραχή της συμπεριφοράς και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. 

Το παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι το δικαστήριο δεν ακολούθησε τη διαδικασία του Άρθρου 70 της Ποινικής Δικονομίας.  Καταρχάς θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε καμιά από τις ιατρικές εκθέσεις, ούτε σε εκείνη του θεράποντος ιατρού, δεν τέθηκε ζήτημα ανικανότητας του εφεσείοντα να παρακολουθήσει τη διαδικασία που είναι το αντικείμενο του Άρθρου 70. 

 

Το Κακουργιοδικείο μετά την παραδοχή ενοχής, όχι μόνο ζήτησε το ίδιο ιατρική έκθεση και έλαβε υπόψη του το σύνολο των εκθέσεων που τέθηκαν ενώπιον του, αλλά ήγειρε το ζήτημα στην τότε δικηγόρο του εφεσείοντα, η οποία δήλωσε ευθαρσώς τα ακόλουθα:

 

«Δηλώνω σε σχέση με την ψυχιατρική έκθεση, διευκρινίζω ότι ο κατηγορούμενος είναι σε θέση να παρακολουθήσει δικαστική διαδικασία, δεν προβάλλεται οτιδήποτε και περαιτέρω είναι η θέση μου ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε τα αδικήματα.»

         

Σε σοβαρές ποινικές υποθέσεις, όπου ο δικηγόρος λειτουργεί στην παρουσία πελάτη του, υπέχει θέση αντιπροσώπου του κατηγορουμένου (Αριστοδήμου άλλως Γιουρούκκης ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 171).  Ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να διαχωρίσει τη θέση του από εκείνη του δικηγόρου του (Πολυβίου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 11) εφόσον η φωνή και ο λόγος του δικηγόρου είναι η φωνή και ο λόγος του κατηγορούμενου πελάτη του (Γαβριηλίδης ν. Αστυνομίας (2003) 2 ΑΑΔ 405).  H αρχή που διέπει τον κανόνα εξηγήθηκε στην Πήττα ν. Δήμου Στροβόλου (2015) 1Α  ΑΑΔ 867, ECLI:CY:AD:2015:A286, όπου ελέχθη ότι αν επιτρεπόταν σε διάδικο να αποστεί από δηλώσεις του δικηγόρου του:

 

«.δεν θα είχαν νόημα οι αρχές που διαχρονικά έχει διαμορφώσει η νομολογία επί του ζητήματος και θα εκμηδενιζόταν η αξία των δηλώσεων ή διαβεβαιώσεων στις οποίες προβαίνουν οι δικηγόροι ενώπιον του δικαστηρίου με όλες τις αντισυστημικές για την απονομή της δικαιοσύνης συνέπειες.»

 

Δεν έχει τεθεί με την έφεση ζήτημα έκδηλα ανίκανης δικηγορίας αναφορικά με τη δικηγόρο που είχε εκπροσωπήσει τον εφεσείοντα πρωτοδίκως.  

 

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα παρέπεμψε αγορεύοντας στην Μαρίνος Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. Αρ. 140/14, ημερ. 8.4.2015, ECLI:CY:AD:2015:B267, παραδεχόμενος όμως ότι η περίπτωση ήταν διαφορετική.  Πράγματι ήταν τόσο διαφορετική ώστε να μην χρειάζεται να επεκταθούμε. 

 

Κρίνουμε ότι ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει ότι τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 135(β) ή ότι η έφεση εμπίπτει σε μια από τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις.

 

Η έφεση απορρίπτεται. 

 

                                                         

Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.

 

                                                         

 

Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.

 

                                                         

 

Στ. Χατζηγιάννη, Δ.

 

 

 

/φκ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο