ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:B42
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 208/2021)
3 Φεβρουαρίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
1. ΜΙ.ΠΑ. ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΛΤΔ (H.E.100104)
2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΣΕΛΛΑ
3. ΜΙΧΑΛΗΣ ΣΕΛΛΑ
Εφεσείοντες,
ν.
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εφεσίβλητου.
_______________________________________________________________________
Α. Ευσταθίου (κα) για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.
Π. Βαρνάβα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Εφεσίβλητο.
________________________________________________________________________
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
_____________________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Η Εφεσείουσα 1 είναι εταιρεία η οποία ασχολείται, μεταξύ άλλων, με την περισυλλογή σκυβάλων, ενώ η Εφεσείουσα 2 είναι η Διευθύντρια και ο Εφεσείων 3 ο γραμματέας της εν λόγω εταιρείας. Αντιμετώπισαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας Κατηγορητήριο το οποίο περιλάμβανε διάφορες κατηγορίες οι οποίες αφορούσαν σε παραβάσεις του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου 89(Ι)/1996 και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών. Για κάποιες από αυτές υπήρξε παραδοχή ενώ οι υπόλοιπες οδηγήθηκαν σε ακρόαση.
Η Εφεσείουσα 1 κατηγορείτο ως εργοδότρια και οι Εφεσείοντες 2 και 3 υπό την ιδιότητά τους ως διευθύντρια και γραμματέας της εταιρείας, αντίστοιχα, ότι παρέλειψαν, με βάση την εξουσία λήψης αποφάσεων για λογαριασμό της εταιρείας που διεύθυναν λόγω της θέσης που κατείχαν σε αυτή, να διασφαλίσουν ότι η εταιρεία δεν θα παραβίαζε τις εκ του νόμου υποχρεώσεις της, ως της καταλογίζονται με το Κατηγορητήριο της παρούσας υπόθεσης.
Κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας οι Εφεσείοντες κρίθηκαν ένοχοι στις πλείστες από τις κατηγορίες που δεν είχαν παραδεχτεί.
Με την παρούσα Έφεση οι Εφεσείοντες προσβάλλουν την καταδίκη τους στις Κατηγορίες 5, 12 και 19 οι οποίες αφορούσαν στην παράλειψη λήψης αναγκαίων μέτρων ώστε ο εξοπλισμός εργασίας καθ' όλη τη διάρκεια της χρησιμοποίησης του, με την κατάλληλη συντήρηση να διατηρείται σε τέτοιο επίπεδο ώστε να ανταποκρίνεται στις διατάξεις των Κανονισμών 2, 3, 4 και 5(3) των περί Ελαχίστων Προδιαγραφών Ασφαλείας και Υγείας (Χρησιμοποίηση κατά την Εργασία Εξοπλισμού Εργασίας) Κανονισμών, Κ.Δ.Π. 44/2001 και των Άρθρων 2, 3, 13, 38 και 53(1) των περί Ασφαλείας και Υγείας στην Εργασία Νόμων του 1996 έως 2011.
Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες του αδικήματος της 5ης Κατηγορίας, η Εφεσείουσα 1 κατηγορείτο ότι από άγνωστη ημερομηνία μέχρι και τις 6/11/2014 παρέλειψε να συντηρήσει επαρκώς το σκυβαλοφόρο όχημα κατασκευής SEDDON και, συγκεκριμένα, το σύστημα με το οποίο απέτρεπε την κίνηση προς τα πίσω όταν στεκόταν άτομο στο πατίδι, με αποτέλεσμα στις 6/11/2014 ο εργοδοτούμενος Slavi Dikov να πέσει από το πατίδι κατά την όπισθεν κίνηση του οχήματος και να τραυματιστεί θανάσιμα. Οι Κατηγορίες 12 και 19 είναι ταυτόσημες και αφορούν στην ευθύνη των φυσικών προσώπων για το αδίκημα βάσει του Άρθρου 53 (6) του Νόμου[1].
Θέση των Εφεσειόντων όπως αυτή προβάλλεται μέσω του συνόλου των Λόγων Έφεσης που αφορούν εκάστη Κατηγορία, είναι ότι κατά τρόπο ανεπίτρεπτο υπήρχε αναφορά στις λεπτομέρειες του αδικήματος ότι οι Εφεσείοντες προκάλεσαν τον θάνατο του πιο πάνω αναφερόμενου προσώπου. Διατείνονται οι Εφεσείοντες, ότι πέραν την απουσίας αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράλειψης και του θανάτου, το Δικαστήριο θα έπρεπε να τροποποιήσει τις σχετικές Κατηγορίες, ώστε να συνάδουν με το αδίκημα, ενώ συνεπεία της εν λόγω παράλειψης, το Δικαστήριο κατέληξε σε εύρημα ενοχής για το αδίκημα του Άρθρου 210 του Κεφ. 154, που αφορά στην πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης.
Εν πρώτοις είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι το εύρημα του Δικαστηρίου ότι το επίδικο όχημα δεν συντηρείτο επαρκώς, με αποτέλεσμα η ενδασφάλεια που βρισκόταν εγκατεστημένη στο αριστερό πατίδι εργασίας στην πίσω πλευρά του να μην δουλεύει για να ακινητοποιεί το επίδικο όχημα και να αποτρέπει την προς τα πίσω κίνηση του όταν σε αυτό στεκόταν ο εργοδοτούμενος της, δεν αμφισβητήθηκε από την πλευρά του Εφεσείοντα. Είναι στη βάση δε αυτού του ευρήματος που το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πληρούνταν τα συστατικά στοιχεία των Κατηγοριών 5, 12 και 19 και ότι αυτές είχαν στοιχειοθετηθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Ως προς την εισήγηση της πλευράς του Εφεσείοντα ότι δεν υπήρχε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συντήρησης του οχήματος και της πτώσης του εργοδοτούμενου προσώπου ή μεταξύ της πτώσης του και του θανάτου, το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά επεσήμανε ότι το κρίσιμο στοιχείο ήταν η μη ακινητοποίηση του οχήματος παρόλο που στο πατίδι στεκόταν κάποιο άτομο και ότι το όχημα δεν έπρεπε να κινείται προς τα πίσω.
Όπως, συγκεκριμένα, τέθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο:
«.....η 5η κατηγορία αφορά σε παράλειψη λήψης των αναγκαίων μέτρων για να αποτρεπόταν η προς τα πίσω κίνηση του επίδικου οχήματος όταν στο πατίδι εργασίας βρισκόταν κάποιο άτομο και όχι στην πρόκληση της πτώσης του XXX Dikov. Κρίσιμο δηλαδή ήταν η μη ακινητοποίηση του οχήματος παρόλο που στο πατίδι εργασίας στεκόταν το ως άνω πρόσωπο και λόγω τούτου του γεγονότος αυτό δεν έπρεπε να μπορούσε να κινηθεί προς τα πίσω. Λόγω των πιο πάνω κρίνω την 1η κατηγορούμενη ένοχη στην 5η κατηγορία».
Όπως ορθά υποστηρίχθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσίβλητου, συνάγεται από τα πιο πάνω ότι το ζήτημα αιτιώδους συνάφειας είτε μεταξύ της συντήρησης του οχήματος και της πτώσης του αποβιώσαντος, είτε μεταξύ της συντήρησης του οχήματος και του θανάτου του, δεν αποτελούν συστατικά στοιχεία του επίδικου αδικήματος και ούτε το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι σχετίζονταν με το εν λόγω αδίκημα. Το εάν υπήρχε παρεμβαλλόμενη πράξη η οποία διέκοψε την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ θανάτου και παράλειψης δεν αφορούσε το υπό κρίση αδίκημα, αφού αυτό περιορίζετο μόνο στην παράλειψη των Εφεσειόντων να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να αποτρεπόταν η προς τα πίσω κίνηση όταν στο πατίδι εργασίας στεκόταν κάποιο άτομο, η οποία παράλειψη, όπως ήδη επισημάνθηκε ανωτέρω, δεν αμφισβητήθηκε.
Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι υπήρχε αναφορά στις λεπτομέρειες του αδικήματος ότι ο αποθανών έπεσε από το πατίδι και τραυματίστηκε θανάσιμα, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει την εγκυρότητα της καταδίκης στις Κατηγορίες 5, 12 και 19 στο Κατηγορητήριο.
Υποστηρίχθηκε από την πλευρά του Εφεσείοντα ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε στους Εφεσείοντες ενοχή για πρόκληση θανάτου ως θέτει το Άρθρο 210 του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου, Κεφ. 210[2] δια της σύνδεσης της κατηγορίας ως εκτίθεται στην Έκθεση Αδικήματος των Κατηγοριών 5, 12 και 19 με την ακόλουθη αναφορά, στις Λεπτομέρειες του Αδικήματος, στις τελευταίες δύο γραμμές, ήτοι, «με αποτέλεσμα στις 6/11/2014 ο εργοδοτούμενος της SLAVI DIKOV να πέσει από το πατίδι κατά την όπισθεν κίνηση του οχήματος και να τραυματιστεί θανάσιμα».
Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω θέση. Οι λεπτομέρειες των αδικημάτων στις Κατηγορίες 5, 12 και 19, όπως είναι διατυπωμένες, δεν αποδίδουν στους Εφεσείοντες ευθύνη πρόκλησης θανάτου. Ό,τι τους αποδίδουν είναι ότι παρέλειψαν να συντηρήσουν τον εξοπλισμό τους και, συγκεκριμένα, το σύστημα το οποίο απέτρεπε την κίνηση του σκυβαλοφόρου οχήματος τους προς τα πίσω όταν στο πατίδι που βρισκόταν στο πίσω μέρος του οχήματος στεκόταν άτομο. Το ότι ο αποβιώσας έπεσε από το πατίδι και τραυματίσθηκε θανάσιμα, ως καταγράφεται στις λεπτομέρειες αδικήματος, δεν συνεπάγεται απόδοση ευθύνης για το θάνατο. Έπειτα το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο καταδικάζοντας τους Εφεσείοντες στις Κατηγορίες 5, 12 και 19 ουδόλως τους έκρινε ένοχους για πρόκληση θανάτου ως θέτει το Άρθρο 210 του Κεφ. 154, αλλά για παράλειψη λήψης των αναγκαίων μέτρων ώστε το επίδικο όχημα να συντηρείται επαρκώς. Ειδικότερα, όπως προέκυψε, η εν λόγω παράλειψη συνίστατο στο ότι οι ενδασφάλειες που ήταν εγκατεστημένες σε αυτό και θα απέτρεπαν την προς τα πίσω κίνηση του όταν κάποιο άτομο βρισκόταν σε αυτό, δεν λειτουργούσαν. Όπως συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε:
«Σύμφωνα με τα ως άνω ευρήματά μου κρίνω ότι αποδείχθηκε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και η 5η κατηγορία. Αποδείχθηκε ότι το επίδικο όχημα δεν συντηρείτο επαρκώς με αποτέλεσμα η ενδασφάλεια που βρισκόταν εγκατεστημένη στο αριστερό πατίδι εργασίας στην πίσω πλευρά του να μην δουλεύει όταν σε αυτό στεκόταν ο εργοδοτούμενός της XXX Dikov. Η λειτουργία της εν λόγω ενδασφάλειας ήταν απαραίτητη γιατί θα ακινητοποιούσε το επίδικο όχημα και θα απέτρεπε την προς τα πίσω κίνησή του όταν ο ως άνω εργάτης βρισκόταν στο αριστερό πατίδι εργασίας.»
Ούτε η θέση των Εφεσειόντων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να τροποποιήσει τις λεπτομέρειες του Κατηγορητηρίου ώστε αυτές να συνάδουν με το αδίκημα είναι βάσιμη. Μια κατηγορία χρήζει τροποποίησης όταν είναι ελαττωματική, δηλαδή όταν δεν συνάδει με την προσαχθείσα μαρτυρία, ή όταν δεν προσάπτεται το αδίκημα που αποκαλύπτεται από τη μαρτυρία ή το αδίκημα που προσάπτεται δεν αποκαλύπτεται από τη μαρτυρία. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Leonidou v. Police (1987) 2 C.L.R. 96:
"On the question as to when a charge or information may be considered as defective so that the provisions of s. 83 and 84 can be applied, useful guidance may be derived from Archbold's Criminal Pleading, Evidence and Practice, 40th ed. p. 52, para. 53 where it is stated as follows:
"(a) An indictment is defective not only when it is bad on the face of it, but also:
(i) When it does not accord with the evidence before the committing magistrates either because of inaccuracies or deficiencies in the indictment or because the indictment charges offences not disclosed in that evidence or fails to charge an offence which is disclosed therein,
(ii) When for such reasons it does not accord with the evidence given at the trial: R. v. Hall [1968] 52 Cr. App. R. 528; R. v. Johal and Ram*.""
Εν προκειμένω δεν ήταν τέτοια η περίπτωση. Έχουμε ήδη εξηγήσει ανωτέρω με παραπομπή και στα όσα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η Έφεση δεν μπορεί να επιτύχει και, συνεπώς, απορρίπτεται.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Στ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
[1] (6) Νομικό πρόσωπο είναι υπεύθυνο για τα αδικήματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, όταν αυτά διαπράττονται από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος συλλογικού οργάνου του νομικού προσώπου και το οποίο κατέχει ηγετική θέση στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, είτε βάσει εξουσιοδότησης για εκπροσώπηση του νομικού προσώπου, είτε βάσει της εξουσίας λήψης αποφάσεων για λογαριασμό του νομικού προσώπου, είτε βάσει της εξουσίας άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου και σε τέτοια περίπτωση την ευθύνη για τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος φέρει, εκτός από το νομικό πρόσωπο, και το πιο πάνω αναφερόμενο φυσικό πρόσωπο.
[2] 210. Όποιος, λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης, ή επικίνδυνης πράξης ή συμπεριφοράς, που δεν ανάγεται σε υπαίτια αμέλεια, χωρίς πρόθεση επιφέρει το θάνατο άλλου προσώπου, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση μέχρι τεσσάρων χρόνων ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσιες λίρες.