ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Γεωργιάδης Κώστας ν. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων (2005) 1 ΑΑΔ 1491
Χριστοδούλου Άριστος ν. Επάρχου Λεμεσού (2000) 2 ΑΑΔ 128
Δήμος Αγίου Αθανασίου ν. James Peter (Pazaraki) (2004) 2 ΑΑΔ 524
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:B123
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 196/21)
16 Φεβρουαρίου, 2023
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΒΑΦΕΙΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ Κ. ΨΗΜΟΛΟΦΙΤΗ & Ν. ΑΡΓΥΡΟΥ
Εφεσείοντες
v.
ΔΗΜΟΥ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ
Εφεσίβλητου
----------
Σ. Αργυρού, για τους εφεσείοντες.
Κ. Κύζη (κα) με Ι. Κατσιδήμα (κα) για Στ. Αμερικάνος & Σία ΔΕΠΕ, για τον εφεσίβλητο.
---------
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
[ex tempore]
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων συνεταιρισμός βρέθηκε ένοχος κατόπιν ακροάσεως σε δύο κατηγορίες, ήτοι για παράλειψη καταβολής τέλους άδειας λειτουργίας επαγγελματικού υποστατικού για το έτος 2017 και για παράλειψη καταβολής τέλους επαγγελματικής άδειας για το ίδιο έτος. Καταδικάστηκε σε χρηματική ποινή και εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα αποπληρωμής των οφειλομένων τελών.
Η υπεράσπιση πρωτοδίκως ήταν ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο δεν ήταν ο συνεταιρισμός ο οποίος διατηρούσε το επαγγελματικό υποστατικό σε σχέση με το οποίο επιβλήθηκαν τα επίδικα τέλη και ότι ο ένας εκ των δύο πρώην συνεταίρων είχε πωλήσει το μερίδιο του στον άλλο συνέταιρο, ο οποίος ίδρυσε εταιρεία η οποία και συνέχισε να στεγάζεται από το 2006 στο επίδικο ακίνητο καταβάλλοντας ανελλιπώς όλες τους τις φορολογίες. Επειδή όμως ο συνεταιρισμός δεν διαγράφηκε στο Έφορο Εταιρειών η σχετική φορολογία επιβλήθηκε και αποστάληκε στον συνεταιρισμό.
Η κατηγορούσα αρχή κάλεσε ένα μάρτυρα, ο οποίος εργάζεται στο τμήμα φορολογιών του εφεσίβλητου Δήμου. Η υπεράσπιση δεν κάλεσε μαρτυρία. Το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία του μοναδικού μάρτυρα και αφού έλαβε υπόψη και τα παραδεκτά γεγονότα κατέληξε σε εύρημα ότι ο Δήμος επέβαλε τα επίδικα τέλη και πως σχετική ειδοποίηση αποστάληκε δεόντως στον εφεσείοντα, ο οποίος δεν προσέβαλε τη νομιμότητα της επιβολής των επιδίκων τελών.
Επί της νομικής δε πτυχής, καθοδηγήθηκε από τις παγιωμένες αρχές παραπέμποντας σε σχετικά αποσπάσματα:
Από την υπόθεση Χριστοδούλου ν. Επάρχου Λεμεσού (2000) 2 ΑΑΔ 128:
«.Η δικαιοδοσία του ποινικού δικαστηρίου για αξιόποινες πραλείψεις καταβολής φορολογίας προϋποθέτει το ανέκκλητο της φορολογίας, με μόνο παρεπόμενο την είσπραξή της. Προσλαμβάνει αυτό το χαρακτήρα η επιβληθείσα φορολογία, εφόσον περιέλθει σε γνώση του διοικουμένου και αφού παρέλθει ο χρόνος για την προσβολή της ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Προϋπόθεση για το ανέκκλητο της υποχρέωσης καταβολής της φορολογίας αποτελεί η γνωστοποίησή της στο διοικούμενο ή, έστω, η λήψη γνώσης του περιεχομένου της εκ μέρους του και η πάροδος, από την ημέρα εκείνη, του χρονικού διαστήματος των 75 ημερών για την άσκηση προσφυγής - (Άρθρο 146.3 του Συντάγματος).»
Από την υπόθεση Δήμος Αγίου Αθανασίου ν. James Peter (Pazaraki) (2004) 2 AAΔ 524:
«.Ωστόσο πρέπει να υποδείξουμε ότι η ανάγκη γνωστοποίησης της απόφασης για επιβολή τελών αποτελεί επιταγή της νομολογίας (βλ. Χριστοδούλου, πιο πάνω) και επιταγή των αρχών του διοικητικού δικαίου. Η επιβολή τελών αποτελεί, καθώς έχει νομολογηθεί, διοικητική πράξη, οι δε σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου απαιτούν γνωστοποίηση της στον ενδιαφερόμενο.»
Κατόπιν τούτου το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι ο εφεσίβλητος Δήμος απέδειξε πως η υποχρέωση του εφεσείοντα να καταβάλει τη φορολογία σε σχέση με τις ως άνω ειδοποιήσεις τελών κατέστη ανέκκλητη και συνακόλουθα η παράλειψη του είναι αξιόποινη.
Με την παρούσα έφεση προβάλλεται ότι κακώς το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τεκμήρια τα οποία στοιχειοθετούσαν την υπεράσπιση όπως ανωτέρω έχει εκτεθεί και ότι υποκείμενος στο φόρο δεν ήταν ο εφεσείων συνεταιρισμός, αλλά η εταιρεία η οποία αγόρασε τον διαλυθέντα συνεταιρισμό.
Υιοθετούμε την νομική προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου, η οποία βρίσκει σταθερό έρεισμα στη νομολογία που παρέθεσε. Πιο πρόσφατα στην υπόθεση Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κώστα Έλληνα, Πολ. Έφ. Αρ. 163/14, ημερ. 17.6.2021, ECLI:CY:AD:2021:A261, επαναλήφθηκε ότι η επιβολή φόρων και τελών αποτελεί διοικητική πράξη, η οποία αν δεν ανατραπεί καθίσταται αμάχητη και παράγει άμεσα έννομα αποτελέσματα ώστε να παρέχεται, άνευ ετέρου, το δικαίωμα έγερσης αγωγής προς είσπραξη (Γεωργιάδης ν. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων (2005) 1 ΑΑΔ 1491, Theosavva Co Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα, Πολ. Έφ. Αρ. 177/12, ημερ. 5.3.2021, ECLI:CY:AD:2021:A78), ή, όπως εν προκειμένω, να παρέχεται η δυνατότητα άσκησης ποινικής δίωξης.
Η ορθότητα της επιβολής των επιδίκων τελών ως διοικητική πράξη και συνακόλουθα οι ισχυρισμοί του εφεσείοντα δεν μπορούσαν να εξεταστούν από το ποινικό δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται. Συμφωνηθέντα έξοδα €1.000 πλέον ΦΠΑ υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Στ. Χατζηγιάννη, Δ.
/φκ