ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ταλιάνου Χριστίνα ν. Διαχειριστικής Επιτροπής Belmar Complex (2002) 1 ΑΑΔ 102
TTOFINIS ν. THEOCHARIDES (1983) 2 CLR 363
Παναγιώτου Νεόφυτος ν. Σάββα Ευαγγέλου (2014) 2 ΑΑΔ 846, ECLI:CY:AD:2014:B917
Ghalanos Distributors Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 528
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2023:B35
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 180/2021)
3 Φεβρουαρίου, 2023
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ LORDOS SUNSHORE COURT,
Εφεσείουσας,
v.
1. I.M.P.O. HOLDINGS LTD,
2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΑΝΤΕΛΗ,
Εφεσίβλητων.
---------------------
Α. Ποιητής, για την εφεσείουσα.
Ειρ. Μπριάνα (κα) για Προύντζος & Προύντζος ΔΕΠΕ, για τους εφεσίβλητους.
--------------
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα, ως Διαχειριστική Επιτροπή (Δ.Ε.) κοινόκτητης οικοδομής, καταχώρισε ιδιωτική ποινική υπόθεση εναντίον των εφεσιβλήτων για το ότι διατηρούσαν και λειτουργούσαν ένα διαμέρισμα στην εν λόγω οικοδομή ως τουριστικό κατάλυμα, χωρίς άδεια λειτουργίας ξενοδοχείου και/ή τουριστικών καταλυμάτων, κατά παράβαση του περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμου και των σχετικών Κανονισμών.
Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα της νομιμοποίησης της εφεσείουσας, υπό την έννοια του κατά πόσον πληρούται ή όχι το κριτήριο της υπόθεσης Ttofinis v. Theocharides a.o. (1983) 2 CLR 363, και της νομολογίας που ακολούθησε, σύμφωνα με το οποίο η έγερση ποινικής δίωξης από ιδιώτη επιτρέπεται εάν αυτός στοιχειοθετήσει άμεσο επηρεασμό των συμφερόντων του («direct encroachment upon one's rights»). Κατέληξε ότι τέτοιος επηρεασμός δεν στοιχειοθετήθηκε και απάλλαξε τους εφεσίβλητους. Εξ ου και η παρούσα έφεση.
Στην έναρξη της ακρόασης της έφεσης θέσαμε στον ευπαίδευτο δικηγόρο των εφεσείοντων ένα περαιτέρω ζήτημα, ήτοι κατά πόσον ο νόμος ο οποίος έχει συστήσει τις Δ.Ε. ως νομικές οντότητες (ο περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224, όπως έχει τροποποιηθεί (ο Νόμος)), έχει εξουσιοδοτήσει τις Δ.Ε. όπως καταχωρούν ιδιωτικές ποινικές υποθέσεις.
Το ζήτημα των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων των Διαχειριστικών Επιτροπών (Δ.Ε.) κοινοκτήτων οικοδομών διέπεται από τις πρόνοιες των Άρθρων 38ΚΒ - 38ΚΗ του Νόμου.
Το Άρθρο 38ΚΒ προβλέπει ότι:
«Κάθε κοινόκτητη οικοδομή πρέπει να έχει Διαχειριστική Επιτροπή για τη ρύθμιση και διαχείρηση των υποθέσεών της. Η Διαχειριστική Επιτροπή συνίσταται και ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους αυτού και των Κανονισμών.»
Οι αρμοδιότητες της Δ.Ε. καθορίζονται από το Άρθρο 38ΚΣΤ ως ακολούθως:
«(1) Η Διαχειριστική Επιτροπή θα ενεργεί από μέρους και για λογαριασμό των κυρίων των μονάδων, θα είναι υπεύθυνη για την επιβολή των Κανονισμών, θα έχει τις εξουσίες και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται από ή δυνάμει του Μέρους αυτού ή των Κανονισμών και θα ασκεί τις εξουσίες και θα εκτελεί τα καθήκοντα που καθορίζονται από ή δυνάμει αυτών.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), η Διαχειριστική Επιτροπή μπορεί-
(α) Να ενάγει και ενάγεται σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά την κοινόκτητη ιδιοκτησία ή την κοινόκτητη οικοδομή.
(β) να ενάγει για και σε σχέση με οποιεσδήποτε ζημιές ή βλάβες που προκλήθηκαν στην κοινόκτητη ιδιοκτησία από οποιοδήποτε πρόσωπο, ανεξάρτητα από το αν το πρόσωπο αυτό είναι κύριος μονάδας ή όχι.
(γ) να συνάπτει συμβάσεις σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά τη συντήρηση και διαχείριση της κοινόκτητης οικοδομής.
(δ) να ενάγει και ενάγεται σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.»
Αγορεύοντας ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας παρέπεμψε στο ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Ταλιάνου ν. Διαχειριστικής Επιτροπής Belmar Complex (2002) 1 AAΔ 102:
«Σύμφωνα με το άρθρο 38ΚΒ του νόμου:
"Κάθε κοινόκτητη οικοδομή πρέπει να έχει Διαχειριστική Επιτροπή για τη ρύθμιση και διαχείρηση των υποθέσεών της. Η Διαχειριστική Επιτροπή συνίσταται και ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους αυτού και των Κανονισμών."
Ανάμεσα στις εξουσίες της Διαχειριστικής Επιτροπής είναι, σύμφωνα με το άρθρο 38ΚΗ(1)(δ) του νόμου, η ανάκτηση με αγωγή από κύριο μονάδας οποιουδήποτε ποσού χρημάτων που δαπανήθηκε σε σχέση με τις κοινόκτητες οικοδομές. ενώ με βάση το άρθρο 38ΚΣΤ(1) "η Διαχειριστική Επιτροπή θα ενεργεί από μέρους και για λογαριασμό των κυρίων ...........". Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο ΚΣΤ(2), η Διαχειριστική Επιτροπή μπορεί να ενάγει και να ενάγεται σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα αφορά την κοινόκτητη οικοδομή και να ενάγει σε σχέση με ζημιές ή βλάβες που προκλήθηκαν στην οικοδομή, να συνάπτει συμβάσεις και να ενάγει και ενάγεται σε σχέση με ζητήματα που αφορούν την εφαρμογή του νόμου και των κανονισμών.
Προκύπτει από τις πιο πάνω νομοθετικές διατάξεις ότι ο νομοθέτης θέλησε να προσδώσει στις προβλεπόμενες από το νόμο Διαχειριστικές Επιτροπές νομική υπόσταση και δικαιοπρακτική ικανότητα. Προκύπτει επίσης ότι οι Διαχειριστικές αυτές Επιτροπές έχουν δικαίωμα να εμφανίζονται στο Δικαστήριο ως διάδικοι, να ενάγουν και να ενάγονται. Η ανησυχία της εφεσείουσας ότι θα αποτελούσε έκπληξη για τους ιδιοκτήτες των μονάδων των κοινόκτητων οικοδομών να πληροφορηθούν ότι ο διαχειριστής τους δεν είναι το πρόσωπο που διόρισαν αλλά κάποιο πλασματικό πρόσωπο χωρίς κανένα αντίκρυσμα είναι ανεδαφική γιατί οι συγκεκριμένες διαχειριστικές επιτροπές, ενεργούν, σύμφωνα με το νόμο, από μέρους και για λογαριασμό των κυρίων των μονάδων κλπ. Επομένως, τα πρόσωπα που αποτελούν μια τέτοια Διαχειριστική Επιτροπή δεν εμφανίζονται προς τα έξω υπό την προσωπική τους ιδιότητα ούτε ενάγουν ή ενάγονται υπό την προσωπική τους ιδιότητα. Για τους σκοπούς του νόμου, τα πρόσωπα που αποτελούν τη Διαχειριστική Επιτροπή, αποτελούν ένα εκ του νόμου συγκροτημένο σώμα το οποίο εύλογα μπορεί να ονομάζεται Διαχειριστική Επιτροπή με την προσθήκη κάποιου άλλου διακριτικού ονόματος ή χαρακτηριστικού για σκοπούς προσδιορισμού ή διάκρισης από άλλες παρόμοιες Διαχειριστικές Επιτροπές. Στην προκείμενη περίπτωση που οι εφεσίβλητοι, "Διαχειριστική Επιτροπή Belmar Complex" συνιστούν πράγματι εκ του νόμου συγκροτημένο σώμα και νομιμοποιούνται ως ενάγοντες στην αγωγή εναντίον της εφεσείουσας.»
Εφόσον, συνέχισε ο ευπαίδευτος δικηγόρος της εφεσείουσας, η Δ.Ε. «ενεργεί από μέρους και δια λογαριασμών των κυρίων» έχει τα δικαιώματα των κυρίων, τόνισε δε την αναφορά από την υπόθεση Ταλιάνου ότι η Δ.Ε. έχει νομική υπόσταση και δικαιοπρακτική ικανότητα. Εισηγήθηκε ότι η αναγνωρισθείσα νομική υπόσταση δεν μπορεί να είναι κολοβή. Είτε υπάρχει για κάθε σκοπό, είτε δεν υπάρχει, είπε. Παρέπεμψε επίσης στο Άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, όπου ως «πρόσωπο» αναγνωρίζεται, μεταξύ άλλων η ένωση ή σώμα προσώπων, με νομική προσωπικότητα ή όχι. Παρέπεμψε και στο Άρθρο 38ΚΖ(1) του Νόμου, το οποίο έχοντας τίτλο «Καθήκοντα Διαχειριστικής Επιτροπής» ορίζει ως υποχρέωση, μεταξύ άλλων, της Επιτροπής όπως προβαίνει «σε κάθε πράξη που είναι αναγκαία για την επιβολή των Κανονισμών και τον έλεγχο, λειτουργία, διαχείριση και διεύθυνση της κοινόκτητης ιδιοκτησίας» και βεβαίως «να ελέγχει, λειτουργεί, διαχειρίζεται και διευθύνει την κοινόκτητη ιδιοκτησία». Μια τέτοια «πράξη», εισηγήθηκε, περιλαμβάνει και την άσκηση ιδιωτικής ποινικής δίωξης με σκοπό τη διασφάλιση των υποχρεώσεων αυτών της Επιτροπής. Άλλωστε, κατέληξε, θα ήταν νομικά άτοπο να μπορούσε να ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον μιας Δ.Ε., αλλά η ίδια να μην είναι σε θέση, ως νομικό πρόσωπο, να ασκεί ποινική δίωξη για σκοπούς πραγμάτωσης των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της.
Η ευπαίδευτη δικηγόρος των εφεσιβλήτων υπέδειξε, αντικρούοντας τα παραπάνω, ότι στο Άρθρο 38ΚΣΤ(2) καθορίζεται ρητά η αρμοδιότητα της Δ.Ε. να ενάγει και να ενάγεται για τα ζητήματα που εκεί καθορίζονται και περιπλέον με το Άρθρο 38ΚΗ(1)(δ) της αποδίδεται εξουσία να ανακτά με αγωγή από τον κύριο μονάδας χρήματα που δαπανήθηκαν από τη Δ.Ε. για επιδιορθώσεις ή εργασίες που έγιναν, υπό τους όρους που εκεί προβλέπονται. Καμιά πρόνοια του Νόμου δεν δίδει εξουσία στην Δ.Ε. για άσκηση ιδιωτικής ποινικής δίωξης. Κατέληξε δε ότι σκοπός του δικαστηρίου είναι η ερμηνεία του Νόμου με μόνο αυθεντικό οδηγό το κείμενο του, χωρίς να επιχειρείται ερμηνευτικά να προσδοθεί η σοφότερη ή η δικαιότερη ή η πιο επιθυμητή λύση από εκείνη που προβλέπει η διάταξη του Νόμου (Ghalanos Distributors Ltd v. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 528, 533).
Μια ένωση φυσικών προσώπων μπορεί να αναγνωριστεί από το Νόμο ως πρόσωπο, κατά πλάσμα δικαίου. Σε τέτοια περίπτωση έχει εκείνα τα δικαιώματα και μπορεί να διενεργήσει εκείνες μόνο τις πράξεις για τις οποίες εξουσιοδοτείται άμεσα ή έμμεσα από το Νόμο, ο οποίος προβλέπει την σύσταση της.[1] Ρητά άλλωστε προβλέπεται στο Νόμο ότι μια Δ.Ε. συνίσταται και ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου Μέρους και των Κανονισμών.
Eν προκειμένω ρητά ο Νόμος προβλέπει ότι η Δ.Ε. νομιμοποιείται να ενάγει και να ενάγεται. Καμιά πρόνοια δεν τη νομιμοποιεί ως κατήγορο. Ούτε και έμμεσα μπορεί να εξαχθεί τέτοια εξουσία. Η αναφορά στο Άρθρο 38ΚΖ(1) του Νόμου, «σε κάθε πράξη που είναι αναγκαία για την επιβολή των Κανονισμών και τον έλεγχο, λειτουργία, διαχείριση και διεύθυνση της κοινόκτητης ιδιοκτησίας» δεν μπορεί, με τον δέοντα σεβασμό, να τύχει τέτοιας διευρυμένης ερμηνείας, ώστε να καλύπτει και τη δυνατότητα άσκησης ιδιωτικής ποινικής δίωξης γενικά ή, εν πάση περιπτώσει, ποινική δίωξη με βάση τον περί Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων Νόμο. Η Δ.Ε. έχει σκοπό τη ρύθμιση και τη διαχείριση των υποθέσεων της κοινόκτητης οικοδομής (Άρθρο 38ΚΒ) και είναι υπεύθυνη για την επιβολή των Κανονισμών, έχοντας τις εξουσίες που καθορίζονται δυνάμει του οικείου Μέρους του Νόμου ή των Κανονισμών (Άρθρο 38ΚΣΤ). Η νομιμοποίηση της ενώπιον δικαστηρίου περιορίζεται εκ του Νόμου σε πολιτικές αγωγές, παθητικά και ενεργητικά. Ως ιδιωτική κατήγορος δεν προβλέπεται. Ούτε αποτελεί αντικείμενο της παρούσας κατά πόσον θα μπορούσε να αντιμετωπίσει κατηγορία.
Εν πάση περιπτώσει, ακόμα και αν θα μπορούσε, μιλώντας γενικά, να εξαχθεί έμμεσα το συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να ασκήσει ιδιωτική ποινική δίωξη, υπεισέρχεται σε ένα δεύτερο επίπεδο το κριτήριο της Ttofinis. Όπως έχει περαιτέρω αναλυθεί στην Παναγιώτου ν. Ευαγγέλου (2014) 2Β ΑΑΔ 846, ECLI:CY:AD:2014:B917, απαιτείται άμεσος επηρεασμός δηλαδή βλάβη στα δικαιώματα του θύματος από την ποινική πράξη, υπό την έννοια ότι με την συγκεκριμένη παράνομη πράξη τα δικαιώματα κάποιου, του παρανομούντος, εκτείνονται εις βάρος τρίτων προσώπων κατά τρόπο που να παρατηρείται πλέον σφετερισμός και οικειοποίηση των νόμιμων δικαιωμάτων των τρίτων αυτών προσώπων. Eίναι αυτό που στην Ttofinis αναφέρεται ως «direct encroachment upon one's rights». Ο άμεσος αυτός επηρεασμός είναι καθοριστικός και για σκοπούς ενεργοποίησης του δικαιώματος ιδιωτικής ποινικής δίωξης.
Εν προκειμένω, από τα γεγονότα όπως έχουν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, ό,τι ενδεχομένως θα μπορούσε να προκύψει θα ήταν ο άμεσος επηρεασμός των δικαιωμάτων των υπολοίπων ιδιοκτήτων της κοινόκτητης οικοδομής και όχι της Δ.Ε.. Η Δ.Ε. δεν έχει τα δικαιώματα των ιδιοκτητών των μονάδων, αλλά ενεργεί από μέρους τους και για λογαριασμό τους κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της. Επηρεαζόμενα πρόσωπα θα παρέμεναν οι ιδιοκτήτες ή οιοσδήποτε εξ αυτών.
Εν όψει των παραπάνω δεν θα εξετάσουμε την έφεση και από την σκοπιά που αντίκρισε την υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με €3.000 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ των εφεσιβλήτων.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Στ. Χατζηγιάννη, Δ.
/φκ
[1] Ανάλογες είναι οι αρχές που διέπουν τις ενώσεις προσώπων που στην Αγγλία είναι γνωστές ως «statutory corporations» (Halsbury's Laws of England, Corporations, (Vol.24 (2019)), 4 Powers, Duties and Liabilities, (1) Powers, Duties and Liabilities in General 524). Όπως δε σημειώνεται στην παραγρ. 588 «any corporation may institute legal proceedings».