ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Πάνος Παφίτης, για την Εφεσείουσα Ανδρέας Π. Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2022-10-18 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΒΕΡΑ ΣΗΜΑΝ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 208/2020, 18/10/2022 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2022:B389

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            [ΠΟΙΝΙΚΗ  ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 208/2020]

 

18 Οκτωβρίου, 2022

 

[Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,

 Σ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ,  Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΒΕΡΑ ΣΗΜΑΝ

                          Εφεσείουσα

v.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

                          Εφεσίβλητης

***************************

 

Πάνος Παφίτης, για την Εφεσείουσα

 Ανδρέας Π.  Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη 

 

***************************

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟY, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Στ. Χατζηγιάννη.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

          ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.:  Η Εφεσείουσα παραδέχθηκε ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, την κατηγορία της Απόπειρας Φόνου (Άρθρο 214(α) του ΚΕΦ. 154), της Βαριάς Σωματικής Βλάβης (Άρθρο 231 του ΚΕΦ. 154) και της Εισόδου σε Ξένη Περιουσία με Σκοπό Διάπραξης Ποινικού Αδικήματος (Άρθρο 280 του ΚΕΦ. 154).  Της επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών στην κατηγορία της Απόπειρας Φόνου, ενώ στις υπόλοιπες κατηγορίες δεν επιβλήθηκε ποινή, εφόσον κρίθηκε ότι τα γεγονότα τους περιλαμβάνοντο στα γεγονότα της κατηγορίας της Απόπειρας Φόνου.

 

          Τα ουσιώδη γεγονότα της υπόθεσης, όπως εκτέθηκαν από το Κακουργιοδικείο έχουν ως ακολούθως:

 

          Η παραπονούμενη Μ. Ρ. ηλικίας 72 ετών, κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος, διέμενε μόνη της σε οικία στη Λευκωσία.  Σε ξεχωριστό υποστατικό, που βρισκόταν στην αυλή πίσω από την προαναφερθείσα οικία της, διέμενε ο υιός της μαζί με την Εφεσείουσα, ηλικίας 43 ετών, με την οποία διατηρούσε δεσμό από τον Νοέμβριο του 2016.  Κατά τον Αύγουστο του 2019 ο υιός της διέκοψε τη σχέση του με την Εφεσείουσα, λόγω διαφωνιών και εντάσεων που δημιουργούνταν και τις οποίες η Εφεσείουσα, σύμφωνα με τη δική της αντίληψη, απέδιδε στην παραπονούμενη.  Ενόψει του χωρισμού τους, η Εφεσείουσα αποχώρησε από το υποστατικό και εγκαταστάθηκε σε εγκατελειμμένο σπίτι, πλησίον της οικίας της παραπονούμενης.

 

          Το πρωί της 4ης Σεπτεμβρίου 2019, η Εφεσείουσα εισήλθε αυτοβούλως και παρανόμως στην οικία της παραπονούμενης, την οποία συνάντησε στην κουζίνα.  Η Εφεσείουσα ζήτησε τσιγάρο από την παραπονούμενη και η τελευταία της ανέφερε ότι το πακέτο βρισκόταν στον σαλόνι, όπου  η Εφεσείουσα μετέβηκε.  Ελάχιστο χρόνο αργότερα και αφού η Εφεσείουσα καθυστέρησε να επιστρέψει στην κουζίνα, η παραπονούμενη μετέβη επίσης στο σαλόνι, όπου είδε την Εφεσείουσα να κλαίει.  Η παραπονούμενη κάθησε στον καναπέ δίπλα από την Εφεσείουσα, ζητώντας να μάθει το λόγο για τον οποίο αυτή έκλαιγε.  Αμέσως η Εφεσείουσα άρπαξε με τα χέρια της την παραπονούμενη στην περιοχή του λαιμού, σπρώχνοντας την στο κάθισμα του καναπέ.  Η παραπονούμενη προσπάθησε να αντισταθεί και να απωθήσει την Εφεσείουσα,  η οποία  βρισκόταν από πάνω της, αλλά τούτο δεν κατέστη δυνατό λόγω της υπερβολικής δύναμης που η Εφεσείουσα ασκούσε.

 

          Παρά το γεγονός ότι η παραπονούμενη φώναζε και καλούσε σε βοήθεια, η Εφεσείουσα έσφιγγε με ακόμη περισσότερη δύναμη το λαιμό της προσπαθώντας να την στραγγαλίσει.  Εν τέλει η παραπονούμενη απώλεσε τις αισθήσεις της.  Ο υιός της παραπονούμενης εισήλθε στην οικία της, την ίδια χρονική στιγμή που η Εφεσείουσα έβγαινε από αυτήν και παρατήρησε αίμα στα χέρια της.  Ευθύς αμέσως, έτρεξε στο σαλόνι, όπου εντόπισε την παραπονούμενη να κείτεται ανάσκελα στο πάτωμα και ένα μαξιλάρι να καλύπτει το πρόσωπο της, διαπιστώνοντας ταυτόχρονα ότι αιμορραγούσε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.

 

          Στη σκηνή κλήθηκε ασθενοφόρο με το οποίο η παραπονούμενη, περί ώρα 12.30, μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και εισήχθηκε για νοσηλεία στο Νευροχειρουργικό Τμήμα.  Ακολούθως την ίδια μέρα ο ιατροδικαστής Νικόλας Χαραλάμπους εξέτασε το σώμα της παραπονούμενης και διαπίστωσε τις εξής κακώσεις, οι οποίες προκλήθηκαν κατά την τέλεση του αδικήματος:

 

i.              Πολλαπλές εκχυμώσεις και εκδορές διαστάσεων 20 χ 7 εκ. στην τραχηλική περιοχή.

ii.            Εκχύμωση διαστάσεων 5 χ 7 εκ. στην δεξιά παρειακή χώρα στο ύψος της κάτω γνάθου.

iii.          Εκχύμωση διαστάσεων 3 χ 3 εκ. στην αριστερή παρειά στο ύψος της κάτω γνάθου.

iv.          Τραύμα μήκους 5 εκ. στην αριστερή μετωπιαία χώρα.

v.           Εκχύμωση διαστάσεων 10 χ 8 εκ. με εξοίδηση στην αριστερή μετωπιαία χώρα και αριστερή κογχική περιοχή.

vi.          Εκχύμωση διαστάσεων 2 χ 1,5 εκ. στον αριστερό αγκώνα.

vii.         Πολλαπλές εκδορές διαστάσεων 6 χ 4,5 εκ. στην αριστερή αυχενική περιοχή.

viii.       Πολλαπλές εκχυμώσεις διαστάσεων 11 χ 8 εκ. στο ύψος της αριστερής κλείδας.

ix.          Εκχύμωση διαστάσεων 6,5 χ 2 στον αριστερό αγκωνιαίο βόθρο.

x.           Εκχύμωση ρινός.

xi.          Πολλαπλές εκδορές διαστάσεων 7 χ 8 εκ. στο ύψος της δεξιάς κλείδας.

xii.         Πολλαπλές εκχυμώσεις και εκδορές διαστάσεων 20 χ 7 εκ. στην τραχηλική περιοχή.

xiii.       Εκχύμωση διαστάσεων 11 χ 13 εκ. στον αριστερό βραχίονα.

 

 Η Εφεσείουσα είχε στο παρελθόν νοσηλευθεί σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις στο Ψυχιατρείο Αθαλάσσας.  Σύμφωνα με Ψυχίατρο των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας, η Εφεσείουσα διεγνώσθη με Διαταραχή Χρήσης Αλκοόλ και Ψυχωτική Διαταραχή.  Πάρα ταύτα δεν παρουσίαζε μείζονα ψυχοπαθολογία και ως εκ τούτου μπορούσε να διαμορφώσει λογική κρίση σε σχέση με την απόφαση της να διαπράξει το επίδικο αδίκημα.  Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ως άνω ψυχίατρο, η Εφεσείουσα είχε ικανότητα να αντιληφθεί τη φύση και ποιότητα των πράξεων της.  Ωστόσο, λόγω της συναισθηματικής αστάθειας, της διαταραχής χρήσης αλκοόλ και του γενικευμένου άγχους που κατά διαστήματα παρουσιάζει, η Εφεσείουσα αντιμετωπίζει δυσκολίες στην άσκηση αυτοελέγχου και τον έλεγχο των παρορμήσεων της. 

 

          Όσον αφορά την παραπονούμενη, αφού εισήχθη για νοσηλεία, διαπιστώθηκε ότι, λόγω της επίθεσης, προκλήθηκε υποσκληρίδιο αιμάτωμα και υπαραχνωιδής αιμορραγία στον εγκέφαλο.  Υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και παρέμεινε στο Νοσοκομείο μέχρι 2.12.2019 και ακολούθως για αποθεραπεία στο Κέντρο Αποκατάστασης του Μέλαθρου Αγωνιστών ΕΟΚΑ μέχρι τις 22.3.2020.

 

     Η Εφεσείουσα δεν βαρύνεται με προηγούμενες καταδίκες.

           Η Εφεσείουσα προσβάλλει την επιβληθείσα σ' αυτήν ποινή με ένα λόγο έφεσης.  Παραπονείται ότι αυτή είναι έκδηλα υπερβολική και/ή νομικά εσφαλμένη και όπως συναφώς διατείνεται, το Κακουργιοδικείο δεν έδωσε την δέουσα βαρύτητα στην ψυχική κατάσταση της κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, αλλά ούτε και στα προβλήματα υγείας της κατά το χρόνο επιβολής της ποινής.  Παραπονείται τέλος, ότι το εύρημα του Κακουργιοδικείου ότι «η αποτυχία στην υλοποίηση της πρόθεσης της Εφεσείουσας οφείλεται περισσότερο σε τυχαία συγκυρία αφού το θύμα απώλεσε τις αισθήσεις του και η Εφεσείουσα εγκατέλειψε τη σκηνή», είναι ασαφές και δεν πηγάζει από τα ενώπιον του τεθέντα γεγονότα. 

 

          Σε ό,τι αφορά την εξουσία επέμβασης του Εφετείου σε ποινές που επέβαλε πρωτόδικο Δικαστήριο, είναι πάγια νομολογημένο ότι το Εφετείο δεν κρίνει πρωτογενώς το ύψος της ποινής, καθότι ο καθορισμός της ποινής αποτελεί ευθύνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Σε δεύτερο βαθμό, εξετάζεται αν η ποινή εντάσσεται στα πλαίσια τα οποία καθορίζονται από τη νομολογία και τα οποία αρμόζουν προς τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η έφεση δεν αποσκοπεί στον επανακαθορισμό της ποινής, αλλά στον έλεγχο της ορθότητάς της. Η επάρκεια  της τιμωρίας καταδικασθέντος κρίνεται υπό το φως του συνόλου των γεγονότων που άπτονται της ποινής. Το Εφετείο έχει εξουσία επέμβασης μόνο όπου η επιβληθείσα ποινή, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι είτε έκδηλα ανεπαρκής, είτε έκδηλα υπερβολική. Στις περιπτώσεις αυτές εναπόκειται στο Εφετείο ο καθορισμός της αρμόζουσας ποινής. Επέμβαση του Εφετείου χωρεί επίσης όπου διαπιστώνεται σφάλμα αρχής (Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 525, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αβρααμίδου (1993)   2 ΑΑΔ 355, Γενικός Εισαγγελέας ν. Λάμπρου (2009) 2  ΑΑΔ 686, Χρίστου Μιχαήλ ν. Αστυνομίας,  (2014) 2 (Α) ΑΑΔ 329, ECLI:CY:AD:2014:B327  και Αναστάσιος Φραγκίσκου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση  Αρ. 222/2014, ημερ. 25/11/2015). Η επιτυχία ισχυρισμού περί έκδηλα ανεπαρκούς ή υπερβολικής ποινής, προϋποθέτει τεκμηρίωση πασιφανούς αναντιστοιχίας μεταξύ σοβαρότητας του εγκλήματος και επιβληθείσας ποινής ή/και ουσιώδη απόκλιση της ποινής από το πλαίσιο που οριοθετεί η νομολογία σε παρόμοιες περιπτώσεις (Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 525).

 

          Το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε στη σοβαρότητα του εγκλήματος της Απόπειρας Φόνου, που τιμωρείται με ανώτατη ποινή την διά βίου φυλάκιση και συνιστά την αφετηρία για την επιμέτρηση της ποινής.  Αναφορά έγινε και στο απόσπασμα από την υπόθεση Ονησίλλου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 556, 584, ότι «Η ανθρώπινη ζωή αποτελεί το ύψιστο αγαθό και η αφαίρεση της μέγιστο έγκλημα», προσθέτοντας ότι σύμφωνα με την υπόθεση Τσεκούρα ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 563, 607-8 «Αλλά και κάθε εκ προθέσεως πράξη που θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή, το ύψιστο αυτό αγαθό, ενέχει σοβαρή ποινική, κοινωνική και ηθική απαξία».  Ανέφερε ότι η Εφεσείουσα, με επίγνωση των πράξεων της και με πρόθεση να επιφέρει το θάνατο της παραπονούμενης, εισήλθε στην οικία της και ενήργησε με τον πιο πάνω τρόπο, χωρίς οποιαδήποτε πρόκληση εκ μέρους της,   η δε αποτυχία υλοποίησης της πρόθεσης της, οφείλεται περισσότερο σε τυχαία συγκυρία, αφού το θύμα απώλεσε τις αισθήσεις του και η Εφεσείουσα εγκατέλειψε τη σκηνή.

 

          Επεσήμανε ακόμα, ότι τα εγκλήματα που στρέφονται εναντίον της ζωής του ανθρώπου συνεχίζουν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της εγκληματικότητας και πως η αυξητική τάση του εγκλήματος θα πρέπει να έχει την ανάλογη αντιμετώπιση από τα Δικαστήρια με την αύξηση των ποινών (Selmani κ.ά. ν. Δημοκρατίας,  Ποιν. Εφ. Αρ. 235/2013 και 236/2013, ημερ.5.10.2016).

                                   

 

Παρά τη διαπιστωθείσα ανάγκη για επιβολή αυστηρής και αποτρεπτικής ποινής, στο πλαίσιο εξατομίκευσης της ποινής, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη του όλα τα ελαφρυντικά στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του και με αναφορά στην σχετική νομολογία, τόνισε   ότι ακόμη και στα σοβαρά αδικήματα, το καθήκον του Δικαστηρίου για εξατομίκευση της ποινής δεν ατονεί και καθηκόντως πραγματεύεται την κάθε περίπτωση στη βάση των γεγονότων της και τον κάθε κατηγορούμενο αναλόγως των περιστάσεων του (βλ. Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 478 και Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2008) 2 ΑΑΔ 124). 

 

Στο πλαίσιο αυτό προσμέτρησε προς όφελος της Εφεσείουσας ότι κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων, αυτή αντιμετώπιζε δυσκολίες στην άσκηση αυτοελέγχου, ως και στον έλεγχο των παρορμήσεων της, στοιχεία που συνετέλεσαν στην διάπραξη των αδικημάτων (βλ. Λεμής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 340 και ABDO v. Δημοκρατίας Ποινική Έφεση 230/2016, ημερομηνίας 31.1.2018), ECLI:CY:AD:2018:B51, τις οικογενειακές και προσωπικές της περιστάσεις, όπως αυτές προέκυψαν μέσα από την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, το λευκό ποινικό μητρώο της, και τέλος την άμεση ομολογία και παραδοχή της στο Δικαστήριο, η οποία όπως επεσήμανε, δικαιολογούσε έκπτωση στην ποινή της αφού «ενθαρρύνει τους αδικοπραγούντες να παραδέχονται ενοχή, με συνέπεια να μην σπαταλάται πολύτιμος χρόνος στην εκδίκαση των υποθέσεων»  (βλ. Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 28).

 

Έχουμε εξετάσει με προσοχή το λόγο έφεσης με τον οποίο η Εφεσείουσα προσβάλλει την επιβληθείσα σ' αυτήν ποινή, ως υπερβολική.  Το Κακουργιοδικείο δεν παρέλειψε να αναφερθεί σε προηγούμενες αποφάσεις, οι οποίες, όπως επεσήμανε, δίδουν το στίγμα των ευρύτερων παραμέτρων επιμέτρησης της ποινής σε παρόμοιες περιπτώσεις, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι, σύμφωνα με την νομολογία, «ουδέποτε κατά την επιμέτρηση της ποινής είναι δυνατόν να αντληθεί άμεση βοήθεια από προηγούμενες αποφάσεις, λόγω των ιδιαίτερων γεγονότων της κάθε υπόθεσης» (βλ. LCA DOMIKI LTD v. RKA KIKKOS DEVELOPERS LTD κ.ά., (2015) 2 (Α) ΑΑΔ 91 και Πολυδώρου ν. Δημοκρατίας,  Ποινική Έφεση 141/2017 ημερομηνίας 31.5.2019), ECLI:CY:AD:2019:B202Συγκεκριμένα, το Κακουργιοδικείο παρέθεσε τις ακόλουθες αποφάσεις οι οποίες είναι ενδεικτικές του μέτρου τιμωρίας του Εφεσείουσας:

 

          Στην υπόθεση Τσεκούρα (ανωτέρω) επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 13 ετών για απόπειρα φόνου, μετά από ακροαματική διαδικασία.  Ο ηλικίας 52 ετών κατηγορούμενος βαρυνόταν με μία προηγούμενη καταδίκη.

 

          Στην υπόθεση Σεργίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 172/2015, ημερομηνίας 13.3.2018, ECLI:CY:AD:2018:D108, επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 9 ετών για απόπειρα φόνου, που επιβλήθηκε σε κατηγορούμενο ηλικίας 44 ετών, λευκού ποινικού μητρώου, με προβλήματα εξάρτησης στο αλκοόλ, ο οποίος ενήργησε υπό την επήρεια αλκοόλ και υπό συναισθηματική φόρτιση.

 

          Στην υπόθεση Q.A. v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 71/2018, ημερομηνίας 11.9.2019, ECLI:CY:AD:2019:B361 επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 9 ετών για απόπειρα φόνου σε λευκού ποινικού μητρώου 40χρονο κατηγορούμενο, ο οποίος τελούσε υπό έντονη συναισθηματική φόρτιση και ψυχολογική πίεση και ενήργησε υπό το κράτος απώλειας της ψυχραιμίας του.

           

          Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης προσομοιάζουν με αυτά της υπόθεσης  Dontharaveni v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 134/2020, ημερομηνίας 20.5.2021, ECLI:CY:AD:2021:B194, στην οποία, το Εφετείο επεκύρωσε ποινή φυλάκισης 10 ετών που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα για το αδίκημα της απόπειρας φόνου, ο οποίος είχε παραδεχθεί πρωτόδικα την κατηγορία.  Ο εφεσείων είχε εισέλθει παράνομα σε οικία ηλικιωμένης γυναίκας ετών 79 και προσπάθησε να την πνίξει με τα χέρια  του, καθ' ον χρόνο αυτή κοιμόταν.  Αυτός υπαναχώρησε μόνο όταν το θύμα κατάφερε εν τέλει να αντισταθεί. 

 

          Είναι η κρίση μας ότι το Κακουργιοδικείο στάθμισε προσεκτικά και ορθά κάθε σχετικό παράγοντα και έλαβε υπόψη του κάθε στοιχείο το οποίο ήταν προς όφελος της Εφεσείουσας.  Το δε συμπέρασμα του ότι η αποτυχία υλοποίησης της πρόθεσης της Εφεσείουσας να επιφέρει το θάνατο της παραπονούμενης, οφείλεται σε τυχαία συγκυρία, αφού αυτή απώλεσε τις αισθήσεις της και η Εφεσείουσα εγκατέλειψε τη σκηνή με αίμα στα χέρια της, δεν κρίνεται ως ασαφές και αυθαίρετο, ως είναι η εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου της Εφεσείουσας.  Αντίθετα, το συμπέρασμα αυτό είναι το μόνο εύλογο υπό τα περιστατικά της υπόθεσης, με δεδομένο ότι η παραπονούμενη εντοπίστηκε από τον υιό της να κείτεται ανάσκελα στο πάτωμα και με ένα μαξιλάρι να καλύπτει το πρόσωπο της, ενώ αιμορραγούσε στο πίσω μέρος  του κεφαλιού της.

 

          Συνεπώς δεν εντοπίζουμε οποιοδήποτε σφάλμα αρχής, ούτε και έχει καταδειχθεί ότι η υπό κρίση ποινή είναι έκδηλα υπερβολική, δεδομένης της σοβαρότητας της κατηγορίας, αλλά και των γεγονότων που την περιβάλλουν. 

          Η Έφεση απορρίπτεται, η επιβληθείσα ποινή επικυρώνεται.

 

 

                                                                   Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

                                                          ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο