ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:B254
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 108/2022)
21 Ιουνίου, 2022
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
V.N.V.,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
Α. Αναστασίου, για τον Εφεσείοντα.
Θ. Παπανικολάου, Δημόσιος Κατήγορος Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετωπίζει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας δύο Κατηγορίες, ήτοι μία Κατηγορία για το αδίκημα της κατοχής διαρρηκτικών οργάνων κατά τη διάρκεια της ημέρας με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος και μία Κατηγορία για παράνομη κατοχή περιουσίας.
Εμφανιζόμενος στις 20/5/2022 ενώπιον του Δικαστηρίου ο Εφεσείων ζήτησε, μέσω του συνηγόρου του, χρόνο για απάντηση και το Δικαστήριο ικανοποιώντας το αίτημα του όρισε την υπόθεση στις 25/5/2022. Η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ζήτησε την κράτηση του μέχρι την πιο πάνω ημερομηνία, επικαλούμενη τον κίνδυνο φυγοδικίας, καθώς και τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων. Στο αίτημα ενέστη η πλευρά του Εφεσείοντα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κρίνοντας ότι και οι δύο πιο πάνω κίνδυνοι ευσταθούσαν διέταξε την κράτηση του Εφεσείοντα μέχρι την 25/5/2022. Αυτή η Απόφαση είναι που προσβάλλεται με την παρούσα Έφεση.
Στις 25/5/2022 ο Εφεσείων δήλωσε μη παραδοχή και στις δύο Κατηγορίες που αντιμετώπιζε και το Δικαστήριο, αφού όρισε την υπόθεση για ακρόαση στις 6/6/2022, διέταξε την εκ νέου παραμονή του υπό κράτηση μέχρι τότε.
Στις 6/6/2022 η υπόθεση ανεβλήθη για τις 14/6/2022 και στη συνέχεια ξανά για τις 30/6/2022. Τόσο στις 6/6/2022, όσο και στις 14/6/2022, διετάχθη η παράταση της παραμονής του Εφεσείοντα υπό κράτηση. Κανένα από τα διατάγματα κράτησης που μεσολάβησαν μετά την έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος, ημερ. 20/5/2022, δεν έχει εφεσιβληθεί από μέρους της Υπεράσπισης.
Ενόψει των πιο πάνω δεδομένων, ήτοι του γεγονότος ότι η ισχύς του προσβαλλόμενου με την παρούσα Έφεση διατάγματος κράτησης, ημερ. 20/5/2022, εξέπνευσε και μεσολάβησαν στη συνέχεια άλλα δύο διατάγματα κράτησης, ημερ. 25/5/2022 και 6/6/2022, ζητήσαμε τη θέση του συνηγόρου του Εφεσείοντα κατά πόσο η Έφεση, εν προκειμένω, έχει απωλέσει το αντικείμενό της. Και τούτο ενόψει του γεγονότος ότι τα μεταγενέστερα διατάγματα κράτησης έχουν εκδοθεί, χωρίς αυτά να έχουν αμφισβητηθεί από την Υπεράσπιση και δεν έχουν εφεσιβληθεί.
Είναι νομολογιακά αποσαφηνισμένο ότι με την εκπνοή του διατάγματος κράτησης και την έκδοση νέου μεταγενέστερα, το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί, η Έφεση έχει απωλέσει το αντικείμενό της (Πατατάρης ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 46, Χρίστου ν. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 792, ECLI:CY:AD:2014:D804, Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 279/2015, ημερ. 18/12/2015 και Γεωργίου ν. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 66/2020, ημερ. 4/8/2020).
Υπό τα δεδομένα της παρούσας υπόθεσης, είναι φανερό ότι τα πιο πάνω ισχύουν και στην παρούσα υπόθεση.
Παρόλο που η πιο πάνω διαπίστωση καθιστά την Έφεση άνευ αντικειμένου, θεωρούμε σκόπιμο να σχολιάσουμε τα παράπονα τα οποία έχει θέσει ενώπιον μας ο Εφεσείων.
Υπενθυμίζουμε ότι η κράτηση ενός υποδίκου μέχρι τη δίκη ή η επιβολή όρων για σκοπούς εξασφάλισης της παρουσίας του στο Δικαστήριο, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με αφετηρία, βεβαίως, την ατομική ελευθερία και ότι η κράτηση αποτελεί μέτρο κατ' εξαίρεση (Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, 134). Επέμβαση του Εφετείου χωρεί αν διαπιστωθεί ότι αυτή η εξουσία δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία, είτε γιατί παραγνωρίστηκαν κριτήρια που καθορίστηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα (Dydi v. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 103/2020 [σχ. με 104/2020], ημερ. 3/9/2020 και Γεωργίου v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 131/2021, ημερ. 1/9/2021).
Μέσω των Λόγων Έφεσης 1, 2 και 3 ο Εφεσείων διατείνεται ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με τον κίνδυνο διαφυγής είναι λανθασμένη, στη βάση του ότι υπήρξε λανθασμένο συμπέρασμα πιθανολόγησης καταδίκης, του γεγονότος ότι δεν λήφθηκαν υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του Εφεσείοντα και για το λόγο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προαποφάσισε την κράτηση του. Με το Λόγο Έφεσης 4 προσβάλλεται το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι υπήρχε κίνδυνος διάπραξης άλλων αδικημάτων.
Εξέταση της Απόφασης αποκαλύπτει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού καθοδηγήθηκε από τη σχετική επί του θέματος νομολογία, εξέτασε τον κίνδυνο της φυγοδικίας στη βάση τόσο των τριών αντικειμενικών κριτηρίων, σοβαρότητα αδικημάτων, πιθανότητα καταδίκης και ενδεχόμενο αυστηρής τιμωρίας, λαμβανομένων, όμως, σοβαρώς υπόψη και άλλων σχετικών παραγόντων που ανάγονται σε υποκειμενικά δεδομένα, όπως των προσωπικών περιστάσεων του Εφεσείοντα και των δεσμών του με την Κύπρο (Χατζηδημητρίου v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45, Θεοχάρους κ.ά. v. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, Κωνσταντινίδης ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109, Σιακαλλή v. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130, Παρασκευά v. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 607, Δημητρίου v. Δημοκρατίας (2011) 2 Α.Α.Δ. 130, Τουμάζου v. Δημοκρατίας (2014) 2 Α.Α.Δ. 70, ECLI:CY:AD:2014:B93 και Badur v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 75/2022, ημερ. 15/4/2022).
Η καθοδήγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τον τρόπο αξιολόγησης της πιθανότητας καταδίκης ήταν ορθή. Αφού αναφέρθηκε στη σχετική νομολογία, προσέγγισε το μαρτυρικό υλικό που είχε τεθεί ενώπιον του στη βάση των αρχών που προέκυπταν από αυτή (Μαλά ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 135, Ευριπίδου κ.ά. ν. Αστυνομίας (2007) 2 Α.Α.Δ. 337 και Μαρκίδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 50/2017 και 51/2017, ημερ. 22/3/2017).
Τα όσα δε προέβαλε ο Εφεσείων σε σχέση με τον τρόπο εξέτασης του ζητήματος της πιθανολόγησης της καταδίκης ενός κατηγορουμένου δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Ούτε είναι ορθή η θέση του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε το εύρημα πιθανολόγησης καταδίκης. Αναφερόμενο στο μαρτυρικό υλικό, αφού επεσήμανε ότι η μαρτυρία εναντίον του προέρχεται από μέλη της Αστυνομικής Δύναμης που καταδίωξαν συγκεκριμένο όχημα από τη Λευκωσία μέχρι τη Λάρνακα, σημείωσε ότι ένας εξ αυτών αναγνώρισε τον Εφεσείοντα ως τον οδηγό του οχήματος όταν τον είδε να εξέρχεται αυτού, ενώ, καθόσον αφορά τα διαρρηκτικά εργαλεία και τα αντικείμενα για τα οποία υπήρχε υποψία ότι είναι κλοπιμαία, αυτά βρέθηκαν από την Αστυνομία εντός του οχήματος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού διαπίστωσε τη συνδρομή των τριών αντικειμενικών κριτηρίων, έλαβε υπόψη του και τη συμπεριφορά του Εφεσείοντα σε σχέση τόσο με άλλες υποθέσεις που αντιμετωπίζει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας και την παράλειψη εμφάνισης του σε αυτές, όσο και τη συμπεριφορά του κατά το στάδιο της διερεύνησης της παρούσας υπόθεσης, αφού στη θέα της Αστυνομίας και της υπόδειξης να σταματήσει ανέπτυξε ταχύτητα και τράπηκε σε φυγή. Δεν περιορίστηκε, ωστόσο, μόνο σε αυτά εφόσον προχώρησε στη συνέχεια να εξετάσει τα υποκειμενικά δεδομένα του Εφεσείοντα. Αφού αναφέρθηκε στις προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντα επισημαίνοντας ότι αυτός διαμένει εδώ και 15 χρόνια στη Δημοκρατία, έχοντας παιδί το οποίο συμβιώνει με τη μητέρα του η οποία είναι Κύπρια, έκρινε ότι αυτές οι περιστάσεις δεν ήταν ικανές να επενεργήσουν προς όφελος του ώστε να εξαλείψουν τον κίνδυνο φυγοδικίας, όπως αυτός προέκυπτε από την κατάληξη του ως προς τους τρεις παράγοντες που τον θεμελίωναν σε συνάρτηση και με τη συμπεριφορά που αυτός επέδειξε, όπως περιγράφηκε ανωτέρω.
Όπως προκύπτει, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποτίμησε τις προσωπικές περιστάσεις του Εφεσείοντα και τους δεσμούς του με τη Δημοκρατία στο πλαίσιο του συνόλου της υπόθεσης, διεργασία απολύτως θεμιτή και εμπίπτουσα στη διακριτική του ευχέρεια.
Η δε θέση του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο «προαποφάσισε» την κράτηση του δεν βρίσκει έρεισμα στα περιστατικά της υπόθεσης.
Πέραν της κατάληξης ότι η Έφεση ήταν άνευ αντικειμένου, έχοντας καταλήξει ότι σε κάθε περίπτωση ο κίνδυνος φυγοδικίας ήταν υπαρκτός, θεωρούμε αχρείαστο να προχωρήσουμε στην εξέταση και του δεύτερου λόγου ουσίας (Λόγος Έφεσης 4).
Συνακόλουθα η Έφεση κρίνεται αβάσιμη και ως προς την ουσία της.
Η Έφεση απορρίπτεται.
Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Σ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.