ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:D69
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 153/2019)
22 Φεβρουαρίου, 2022
[ΠΑΝΑΓΗ, Πρόεδρος]
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
xxx ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων/Καθ΄ων η Αίτηση.
___________________
Σάββας Μάτσας μαζί με Ιωάννα Νεοφύτου (κα) και Άντρεα Παυλίδου (κα), για τον Εφεσείοντα.
Αντώνης Αντωνίου, Δημόσιος Κατήγορος, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
____________________
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Παναγή, Π.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΝΑΓΗ, Π.:- Ο εφεσείων, μετά από μακρά ακροαματική διαδικασία, κρίθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας/Αμμοχώστου για απόπειρα φόνου, κατά παράβαση του άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 (1η κατηγορία), μεταφορά μαχαιριού εκτός κατοικίας, κατά παράβαση των άρθρων 82(2) και 85 του Ποινικού Κώδικα (2η κατηγορία) και απερίσκεπτες και αμελείς πράξεις, κατά παράβαση των άρθρων 236(α) και 35 του Ποινικού Κώδικα (3η κατηγορία). Του επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μέγιστη αυτή των 10 ετών στην 1η κατηγορία. Η έφεση περιορίζεται στην ορθότητα της επιβληθείσας στον εφεσείοντα ποινής εφόσον η έφεση κατά της καταδίκης, όπως καταγράφεται στην ειδοποίηση έφεσης, δεν προωθήθηκε περαιτέρω και εγκαταλείφθηκε.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν τα αδικήματα, όπως εκτίθενται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, έχουν ως ακολούθως. Στις 16.12.2016 ο ΜΒ («το θύμα») και η παρέα του βρίσκονταν στο καφέ του χωριού Μαζωτός όταν γύρω στις 10.30μμ εισήλθε στο χώρο ο εφεσείων μαζί με φίλο του. Ο εφεσείων, ηλικίας τότε 23 ετών, και ο φίλος του έπαιζαν μπιλιάρδο ενώ κάποιοι από την παρέα του θύματος τους παρακολουθούσαν και συνομιλούσαν μαζί τους. Τόσο η παρέα του θύματος όσο και ο εφεσείων με τον φίλο του κατανάλωναν μπύρες. Όταν το παιχνίδι τελείωσε μετέβησαν στο μπιλιάρδο δύο μέλη από την παρέα του θύματος και έπαιζαν ενώ ο εφεσείων και ο φίλος του παρακολουθούσαν. Εκεί μετέβη και το θύμα με το οποίο ο εφεσείων άρχισε στιχομυθία. Η στιχομυθία εξελίχθηκε σε καυγά. «Ακολούθησε αλληλοσπρώξιμο των δύο και μόλις ο [Εφεσείων] εξύβρισε το θύμα με τη φράση "Γαμώ τη μάνα σου", πιάστηκαν στα χέρια και άρχισαν τα χτυπήματα. Με αυτό τον τρόπο η λεκτική αψιμαχία εξελίχθηκε σε συμπλοκή». Έσπευσαν θαμώνες του καφενείου να τους χωρίσουν. Αφότου τους χώρισαν, ο εφεσείων εγκατέλειψε το χώρο και σε κάποιο χρόνο μετά βρέθηκε έξω από συγκεκριμένη υπεραγορά. Εκεί, μόλις είδε το θύμα, που τη δεδομένη στιγμή βρισκόταν έξω από το καφενείο, τον εξύβρισε με τη φράση "γαμώ τη μάνα σου". Σημειώνει, το Κακουργιοδικείο ότι ο εφεσείων δεν βρέθηκε εκεί τυχαία, «σκοπός του ήταν η περαιτέρω όχληση και πρόκληση του θύματος με την ίδια φράση που όπως είχε φανεί από το προηγούμενο επεισόδιο άγγιξε και ενόχλησε το θύμα.» Το θύμα έτρεξε κατά πάνω στον εφεσείοντα και πιάστηκαν πάλι στα χέρια έξω από την υπεραγορά. Εκεί, το θύμα άρπαξε γλάστρα από παρακείμενο υποστατικό και την έριξε προς το μέρος του εφεσείοντα. Γυρίζοντας για να αποφύγει τη γλάστρα ο εφεσείων χτυπήθηκε στην πλάτη. Μετά που τους χώρισαν παριστάμενοι, ο εφεσείων αποχώρησε από το μέρος και μετέβη στην οικία του για να επιστρέψει μετά πάροδο λίγων λεπτών, οδηγώντας μονοκάμπινο όχημα του πατέρα του με σκοπό να χτυπήσει το θύμα με αυτό. Προσεγγίζοντας το σημείο που στεκόταν το θύμα, ο εφεσείων πέρασε με μεγάλη ταχύτητα δίπλα από τους ΜΚ9 και ΜΚ12 οι οποίοι κατευθύνονταν πεζοί προς το θύμα, κτυπώντας με το όχημα του τον ΜΚ9 ελαφριά στο πόδι. Ο εφεσείων φρέναρε και σταμάτησε ακριβώς πίσω από τον τοίχο της υπεραγοράς. Κατέβηκε από το όχημα κρατώντας μαχαίρι και βαδίζοντας πίσω από το όχημα, κατευθύνθηκε προς το θύμα ανοίγοντας καθ' οδόν το μαχαίρι με το οποίο κατάφερε στο θύμα δύο χτυπήματα. Το πρώτο χτύπημα που επιχείρησε ο εφεσείων εναντίον του θύματος ήταν στο λαιμό. Το θύμα το απέκρουσε μερικώς με αποτέλεσμα να χτυπηθεί στο σβέρκο. Το δεύτερο χτύπημα ήταν κάτω από το αριστερό στήθος, στο μέρος της καρδίας. Το θύμα μεταφέρθηκε σχεδόν λιπόθυμος από φίλους του στο νοσοκομείο και σε κάποια περίπτωση έχασε τις αισθήσεις του. Το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε ότι ο εφεσείων χρειάστηκε 5-10 δευτερόλεπτα «ώστε να καρφώσει το μαχαίρι που κρατούσε στην καρδιά του θύματος, μετά που το πρώτο χτύπημα στο λαιμό αποκρούστηκε».
Η ορθότητα της ποινής που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα προσβάλλεται στη βάση τεσσάρων λόγων έφεσης: Ότι η επιβληθείσα ποινή είναι έκδηλα υπερβολική (1ος λόγος έφεσης), ότι δεν λήφθηκαν επαρκώς υπόψη οι προσωπικές συνθήκες και οι μετριαστικοί παράγοντες του εφεσείοντα (2ος λόγος έφεσης), ότι η επιβληθείσα ποινή είναι λανθασμένη και/ή αντίθετη με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές επιμέτρησης της ποινής (3ος λόγος έφεσης) και τέλος, ότι η επιβληθείσα ποινή δεν είναι αναμορφωτική αλλά έκδηλα τιμωρητική (4ος λόγος έφεσης).
Ο εφεσείων παραπονείται ότι το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε επαρκώς ή και καθόλου υπόψη τις προσωπικές του περιστάσεις, όπως το γεγονός ότι είχε σχεδόν εξ ολοκλήρου αναλάβει τη γεωργική εργασία της οικογένειας του, με αποτέλεσμα από το 2016 μέχρι σήμερα να έχουν μειωθεί δραστικά τα εισοδήματα της οικογένειας λόγω της απουσίας του. Επίσης, ότι δεν δόθηκε από το Κακουργιοδικείο η δέουσα βαρύτητα σε μετριαστικούς παράγοντες, όπως το λευκό ποινικό μητρώο του, το νεαρό της ηλικίας του και ότι πρέπει να αποφεύγονται εξοντωτικές ποινές οι οποίες δυνατό να επηρεάσουν δυσμενώς την πορεία της ζωής νεαρών παραβατών, όπως ο εφεσείων. Απώτερος δε στόχος πρέπει να είναι η αναμόρφωση του αδικοπραγούντα. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα τόνισε ιδιαίτερα ότι ο εφεσείων ενήργησε με την επιπολαιότητα που χαρακτηρίζει έναν νέο υπό το καθεστώς της συναισθηματικής φόρτισης, χωρίς ουσιαστικό προσχεδιασμό, μετά από αφόρητο πόνο λόγω του κτυπήματος με γλάστρα σε ήδη χειρουργημένη περιοχή του προσώπου του, στην παρουσία μάλιστα πολλών νεαρών συνομήλικών του. Παράγοντες οι οποίοι κατά την εισήγηση, πρέπει να ληφθούν υπόψη προς μείωση της ποινής στο πλαίσιο των καθιερωμένων αρχών εξατομίκευσής της.
Με την έφεση επαναφέρονται και άλλοι πρωτοδίκως εγερθέντες ισχυρισμοί. Υποστηρίζεται ότι «το Δικαστήριο δεν φαίνεται να καταλήγει σε κάποιο ξεκάθαρο κίνητρο του εφεσείοντα για να διαπράξει τα αδικήματα για τα οποία βρέθηκε ένοχος» και ότι η επήρεια ναρκωτικών ουσιών, υπό την οποία ο εφεσείων τελούσε, σύμφωνα με την εισήγηση, κατά τη διάπραξη των αδικημάτων, λαμβάνεται υπόψη ως μετριαστικός παράγοντας της ποινής από τα Δικαστήριο. Επίκληση γίνεται, επίσης, της πρόκλησης από το θύμα και στο ότι κατά το επεισόδιο τραυματίστηκε και ο εφεσείων, ο οποίος έγινε δέκτης και προσβολών, γεγονότα τα οποία έπρεπε να ληφθούν υπόψη ως μετριαστικοί παράγοντες. Προβάλλεται και η μη δίωξη του θύματος, ιδίως για την πρόκληση σωματικής βλάβης στον εφεσείοντα σε βαθμό μάλιστα που, σύμφωνα με εύρημα του Κακουργιοδικείου, «τα χτυπήματα του [εφεσείοντα], δηλαδή αυτά που φαίνονται στο Τεκμήριο 2, ήταν σοβαρότερα από εκείνα που είχε [το θύμα] μέχρι τη στιγμή πριν το μαχαίρωμα», παράγοντας που έπρεπε να είχε λάβει υπόψη το Κακουργιοδικείο κατά την επιμέτρηση της ποινής. Αναφορά γίνεται και στη συνεργασία του εφεσείοντα με τις αρχές και στο ότι από την πρώτη στιγμή, παραδέχθηκε ότι μαχαίρωσε το θύμα. Ήταν δε ένα μεμονωμένο περιστατικό για το οποίο επέδειξε ειλικρινή μεταμέλεια και μέσω του συνηγόρου του. Κατά τον εφεσείοντα, υπήρξε σφάλμα αρχής στην επιμέτρηση της ποινής.
Διαφορετική είναι η θέση της εφεσίβλητης, η οποία χαρακτηρίζει την επιβληθείσα ποινή ως επιεική, και πως στην επιμέτρηση της συνυπολογίστηκαν όλοι οι μετριαστικοί παράγοντες που θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη.
Όπως αναφέρεται από το Εφετείο στις υποθέσεις Λευκαρίτης κ.ά. ν Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 135/2014 και 138/2014, ημερ. 22.11.2016:
«Η δικαστική διεργασία για την επιμέτρηση της ποινής δεν είναι εύκολη. Πρώτιστος στόχος του Δικαστηρίου είναι να σταθμίσει και συνεκτιμήσει όλους τους σχετικούς παράγοντες, περιλαμβανομένων της επίδρασης της εγκληματικής συμπεριφοράς στο θύμα, των περιστάσεων του κατηγορούμενου, αλλά και του δημοσίου συμφέροντος για επισήμανση της αποδοκιμασίας της κοινωνίας, ώστε να φθάσει, στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, στην καταλληλότερη και πλέον αρμόζουσα και δίκαιη ποινή.»
Εν προκειμένω, το Κακουργιοδικείο εξέτασε ενδελεχώς τα ενώπιον του στοιχεία με σκοπό να καταλήξει στην αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις ποινή. Έλαβε υπόψη όλους τους παράγοντες που επιδρούν και επηρεάζουν την έκταση της ποινής, μετριαστικούς και επιβαρυντικούς. Επισημαίνοντας, ότι η καταδικαστική απόφαση, η οποία δεν τελεί πλέον υπό έφεση, δεσμεύει τα μέρη και τα όποια ελαφρυντικά δεν μπορεί παρά να αναδύονται μέσα από τα ευρήματα του Δικαστηρίου, το Κακουργιοδικείο ορθά απέρριψε αριθμό θέσεων της υπεράσπισης θεωρώντας ότι αντιστρατεύονταν τα ευρήματα του, (βλ. Tabrazv v. Αστυνομίας, Π.Ε. 8/17 ημερ. 14.5.2018, ECLI:CY:AD:2018:B228). Τέτοια ήταν η θέση ότι ο εφεσείων δεν προσχεδίασε και δεν προγραμμάτισε το αδίκημα της απόπειρας φόνου αφού σύμφωνα με την καταδικαστική απόφαση «μετά τα δύο επεισόδια που, προηγήθηκαν, ήταν με πλήρη επίγνωση, προγραμματισμό και σχεδιασμό που [ο εφεσείων] έφυγε από την οικία του προς αναζήτηση του θύματος, εξ ου και στον πατέρα του ανέφερε ότι πρόθεση του ήταν να χτυπήσει το θύμα».
Ως επιβαρυντικό στοιχείο το Κακουργιοδικείο θεώρησε το γεγονός ότι η αντικοινωνική και «βάρβαρη», όπως τη χαρακτήρισε, συμπεριφορά του εφεσείοντα που είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο το σοβαρό τραυματισμό του θύματος αλλά και την σύνθλιψη της αξιοπρέπειάς του, έλαβε χώρα σε δημόσιο χώρο, παρουσία συγχωριανών και φίλων του θύματος. Χαρακτήρισε δε ως «άκρως επιβαρυντικές» τις επιπτώσεις που ο τραυματισμός επέφερε στο θύμα εφόσον εντός σύντομου χρόνου από το μαχαίρωμα, υπέστη καρδιακή ανακοπή. Επαναφέρθηκε από τους γιατρούς και εισήλθε δύο φορές στο χειρουργείο για να διαπιστωθεί, εν τέλει με την αποσωλήνωσή του ότι υπέστη νευρολογική βλάβη, οπότε εισήλθε στο Μέλαθρον Αγωνιστών ΕΟΚΑ για πέντε μήνες, μέχρι τις 30.6.2017. Με μόνιμες όμως σημαντικές βλάβες εφόσον ο τραυματισμός αλλοίωσε την ποιότητα της ζωής του, χωρίς περιθώριο καλυτέρευσης.
Ασύμφωνο βρήκε το Κακουργιοδικείο και η θέση της υπεράσπισης ότι κατά το χρόνο διάπραξης των αδικημάτων ο εφεσείων, τελούσε υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλης, υποδεικνύοντας ορθά πως οι διαπιστώσεις στην καταδικαστική του απόφαση δεν άφηναν «περιθώριο εισήγησης ότι ο [εφεσείων] ήταν υπό την επήρεια είτε αλκοόλης είτε ναρκωτικών». Σημειώνουμε, τη σαφή απόρριψη της θέσης του εφεσείοντα, στη σελ. 179 της καταδικαστικής απόφασης, ότι έκανε χρήση κοκαΐνης αμέσως πριν το επεισόδιο.
Όσον αφορά τη θέση ότι δεν κατέληξε σε κάποιο ξεκάθαρο κίνητρο του εφεσείοντα, το Κακουργιοδικείο ορθά υπέδειξε, παραπέμποντας στα ευρήματά του, ότι κίνητρο του εφεσείοντα ήταν ότι θίγηκε ο εγωισμός του, κτυπήθηκε από το θύμα και δεν «κατόρθωσε» να τον «καθηλώσει». Αποδέχθηκε, όμως, και έλαβε υπόψη υπέρ του εφεσείοντα, κατά την επιμέτρηση της ποινής, ότι το θύμα τον προκάλεσε, όχι εξαρχής, αλλά αφού πλέον είχε αρχίσει η διένεξη και το θύμα τον χτύπησε, γεγονός το οποίο αποτελούσε μορφή πρόκλησης που συναποτιμάται στο πλαίσιο των συνθηκών διάπραξης των αδικημάτων και μετρίαζε την αντίδραση του εφεσείοντα. Η πρόκληση συναρτάτο και με τον μετριαστικό παράγοντα της συναισθηματικής φόρτισης αφού το επεισόδιο εκτυλίχθηκε στην παρουσία τρίτων προσώπων, και ο εφεσείων χτυπήθηκε από το θύμα, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του μηχανισμού αυτοελέγχου της οργής του.
Το Κακουργιοδικείο δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη υπέρ του εφεσείοντα και άλλους μετριαστικούς παράγοντες που υπέδειξε η υπεράσπιση, όπως το λευκό ποινικό μητρώο του και τη μεταμέλειά του, τη συνεργασία του με την Αστυνομία, τη σημαντική συμβολή του στις γεωργικές εργασίες του πατέρα του, το νεαρό της ηλικίας του και το γεγονός της μη δίωξης του θύματος. Ούτε παραγνώρισε, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εφεσείοντα, την υποχρέωση για εξατομίκευση της ποινής, σημειώνοντας με αναφορά στην Σακαρίδης ν Αστυνομία (2011) 2 Α.Α.Δ 272, ότι στόχος είναι η επιβολή αρμόζουσας και δίκαιης ποινής όχι μόνο για το έγκλημα, αλλά και για τον παραβάτη. Το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη όλες τις περιστάσεις του εφεσείοντα και εξατομίκευσε δεόντως την ποινή, αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση, όπως καταγράφει, στο νεαρό της ηλικίας του χωρίς να παραγνωρίσει καθετί άλλο που αναφέρθηκε.
Είναι πάγια νομολογημένο ότι ο καθορισμός της ποινής, τόσο του είδους όσο και της έκτασής της, αποτελεί ευθύνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου (βλ. Ιωσήφ ν. Δημοκρατίας (2012) 2ΑΑΔ 930). Σκοπός της έφεσης δεν είναι ο επανακαθορισμός της ποινής (Selmani κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 235/2013 και 236/2013, ημερ. 5/10/2016). Το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν διαπιστωθεί ότι η ποινή, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής ή έκδηλα ανεπαρκής ή έκδηλα υπερβολική (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Λάμπρου (2009) 2 ΑΑΔ 686 και Λευκαρίτης (ανωτέρω)).
Εν προκειμένω, το Κακουργιοδικείο, έχοντας προσδιορίσει τη σοβαρότητα του αδικήματος της 1ης κατηγορίας, με αναφορά στην ποινή που προβλέπει ο νόμος και σε άλλους παράγοντες, χωρίς να παραβλέπει τη σοβαρότητα και των άλλων δύο αδικημάτων, σημείωσε ότι το αδίκημα της απόπειρας φόνου, αντικείμενο της 1ης κατηγορίας, είναι από τα σοβαρότερα αδικήματα που περιέχονται στον Ποινικό Κώδικα, Κεφ. 154, όπως καταφαίνεται από την ανώτατη στο νόμο προβλεπόμενη ποινή, τη δια βίου φυλάκιση. Θεώρησε δε, ορθά, με αναφορά στη διαπίστωση του ότι στόχος του εφεσείοντα όταν εξήλθε του οχήματος και κατευθύνθηκε προς το θύμα, ήταν η φόνευση του τελευταίου, ότι η διαπίστωση αυτή τοποθετούσε «τη σοβαρότητα του αδικήματος σε υψηλό επίπεδο». Επιμετρώντας την ποινή, το Κακουργιοδικείο στηρίχθηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων σε συνάρτηση με τις περιστάσεις που το περιέβαλλαν και στις επιπτώσεις που ο τραυματισμός επέφερε στο θύμα, τα οποία συνυπολόγισε, ορθά, με τους ελαφρυντικούς παράγοντες που προσμέτρησε προς όφελος του εφεσείοντα.
Δεν διαπιστώνουμε οποιαδήποτε παράλειψη ή σφάλμα αρχής στην απόφαση του Κακουργιοδικείου, η οποία κρίθηκε στη βάση των δικών της ιδιαίτερων περιστατικών. Το ποινικό μέτρο καθορίζεται πρωτίστως από το πρωτόδικο δικαστήριο. Εν προκειμένω, η ποινή στη βάση των δεδομένων και των νομικών αρχών που έχουμε παραθέσει είναι τέτοια ώστε να μη χωρεί παρέμβαση του Εφετείου.
Η έφεση απορρίπτεται.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Π.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΣΓεωργίου