ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2021:B194
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 134/2020)
20 Μαίου, 2021
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Δ/στές]
DONTHARAVENI,
Εφεσείων
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης
_________________________
Ι. Ιάσωνος (κα), για τον Εφεσείοντα.
Θ. Παπακυριακού (κα) εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,
για την Εφεσίβλητη.
__________________________
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Ι. Ιωαννίδη, Δ..
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο Εφεσείων, ο οποίος κατάγεται από την Ινδία, και ο οποίος είχε αφιχθεί στην Κύπρο το 2018 για να εργαστεί ως εργάτης φάρμας, αντιμετώπισε ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, δύο κατηγορίες, τις οποίες και παραδέχθηκε.
Η πρώτη κατηγορία, αφορούσε σε απόπειρα φόνου κατά παράβαση του άρθρου 214(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας, ο Εφεσείων στις 27.3.2020, στον Καλοπαναγιώτη της επαρχίας Λευκωσίας, αποπειράθηκε παράνομα να επιφέρει το θάνατο της A.Π., ηλικίας 79 ετών. Όπως διεφάνη από τα γεγονότα που είχαν εκτεθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου, προσπάθησε να την πνίξει με τα χέρια του καθ΄ ον χρόνο αυτή κοιμόταν, βράδυ και μόνη, σε υπνοδωμάτιο της κατοικίας της στον Καλοπαναγιώτη.
Η δεύτερη κατηγορία, αφορούσε σε διάρρηξη της κατοικίας της παραπονουμένης και είσοδο εντός αυτής, με σκοπό να διαπράξει κακούργημα κατά παράβαση των άρθρων 291 και 292(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας, αφού έθεσε ενώπιον του τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων και αφού έλαβε υπόψη του όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που είχαν εκτεθεί από τη συνήγορο του Εφεσείοντα, η οποία τότε ήταν άλλη από αυτή που τον εκπροσώπησε ενώπιον μας, επέβαλε στον Εφεσείοντα ποινή φυλάκισης 10 ετών στην πρώτη κατηγορία και ποινή φυλάκισης 4 ετών στη δεύτερη κατηγορία. Διέταξε όπως οι δύο πιο πάνω ποινές συντρέχουν ενώ αποφάσισε όπως μειωθούν κατά την περίοδο που αυτός τελούσε υπό κράτηση και συγκεκριμένα από τις 18.5.2020.
Ο Εφεσείων με την υπό εκδίκαση έφεση, θεωρεί ότι η ποινή των 10 ετών που του επέβαλε το Κακουργιοδικείο στην κατηγορία της απόπειρας φόνου είναι υπερβολική. Στην αιτιολογία του μοναδικού λόγου έφεσης αναφέρει ότι το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη του τους μετριαστικούς παράγοντες και δεν εκτίμησε δεόντως τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτός διέπραξε την απόπειρα φόνου, με αποτέλεσμα να μην προσεγγίσει ορθά τη Νομολογία.
Η σοβαρότητα του αδικήματος που ο Εφεσείων διέπραξε είναι δεδομένη, αφού ο Νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης δια βίου. Έχει δε επανειλημμένα τονιστεί ότι η προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή είναι η βάση από την οποία ξεκινά ένα Δικαστήριο για να επιμετρήσει την ποινή. Βεβαίως τα Δικαστήρια λαμβάνουν υπόψη πέρα από την προβλεπόμενη από το Νόμο ανώτατη ποινή, και τις προσωπικές περιστάσεις του δράστη, και τις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων, αφού η ποινή πρέπει να εξατομικεύεται. Οι περιστάσεις διάπραξης ενός αδικήματος δυνατόν να το καθιστούν λιγότερο σοβαρό, έστω και αν γι΄ αυτό ο Νόμος προβλέπει αυστηρή ποινή, ενώ είναι δυνατόν να το καθιστούν σοβαρό έστω και αν για το συγκεκριμένο αδίκημα ο Νόμος δεν προβλέπει αυστηρή ποινή (Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ, 391).
Για τις περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος της απόπειρας φόνου, θα παραθέσουμε αυτολεξεί τα όσα είχαν εκτεθεί ενώπιον του Κακουργιοδικείου, και τα οποία δεν είχαν αμφισβητηθεί από την Υπεράσπιση:
«1. Η παραπονούμενη, Α.Π., ηλικίας 79 ετών, συνταξιούχα, διαμένει μόνη της σε μονοκατοικία στην οδό xxx xxx xxx xxx στο χωριό Καλοπαναγιώτη.
2. Στις 27/3/20 και περί ώρα 18:00, η παραπονούμενη ξάπλωσε στο κρεβάτι της και άναψε με το τηλεχειριστήριο την τηλεόραση η οποία βρίσκεται σε έπιπλο απέναντι από το κρεβάτι της. Αφού παρακολούθησε για λίγο τηλεόραση, αποκοιμήθηκε.
3. Την ίδια μέρα, ήτοι στις 27/3/20 και περί ώρα 20:40 ο Κατηγορούμενος παραβίασε το συρόμενο αλουμινένιο παράθυρο του υπνοδωματίου της κατοικίας της παραπονούμενης. Η παραπονούμενη κοιμόταν γυρισμένη στο πλάι με το πρόσωπο της στραμμένο στην ανατολική πλευρά του σπιτιού της. Ένιωσε ένα χέρι να την αρπάζει από το πρόσωπο και να της κλείνει το στόμα. Ο κατηγορούμενος καθόταν πάνω της και την έσφιγγε με τα χέρια του στο λαιμό και στο στόμα. Η παραπονούμενη εκείνη τη στιγμή δεν ανέπνεε και όπως κρατούσε το τηλεχειριστήριο της τηλεόρασης, το οποίο βρισκόταν στο χέρι της γιατί είχε αποκοιμηθεί, αντέδρασε και τον κτύπησε με το τηλεχειριστήριο στο κεφάλι και τον έγδαρε. Μόλις απελευθερώθηκε το στόμα της κατάφερε να φωνάξει και τότε ο Κατηγορούμενος πανικοβλημένος πήδηξε και βγήκε από το παράθυρο του υπνοδωματίου της.
4. Το υπνοδωμάτιο της παραπονούμενης βρίσκεται στο ισόγειο και έχει δύο παράθυρα. Το ένα είναι ξύλινο και βρίσκεται στην δυτική πλευρά προς δρόμο και είναι πάντοτε κλειστό και το άλλο παράθυρο, από το οποίο και εισήλθε ο Κατηγορούμενος, είναι στην ανατολική πλευρά ψηλά και είναι αλουμινένιο συρόμενο τζάμι. Πρόσβαση στο εν λόγω παράθυρο μπορεί να επιτύχει κάποιος αν ανέβει πάνω στις στέγες των σπιτιών. Τονίζεται, ότι το σπίτι όπου διαμένει ο Κατηγορούμενος είναι κολλητό με το σπίτι της παραπονούμενης. Επίσης, βρίσκεται στη βόρεια πλευρά εν σχέση με το σπίτι της παραπονούμενης.»
Καθίσταται σαφές από τα πιο πάνω, πως οι περιστάσεις διάπραξης του αδικήματος της απόπειρας φόνου, για το οποίο, ως ελέχθη, ο Νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης δια βίου, είναι άκρως επιβαρυντικές για τον Εφεσείοντα, και θα λέγαμε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση είναι από τις σοβαρότερες του είδους, με αποτέλεσμα το αδίκημα της απόπειρας φόνου που ο Εφεσείων διέπραξε εναντίον της ανυπεράσπιστης 79χρονης, και μάλιστα καθ΄ ον χρόνο αυτή κοιμόταν, βράδυ και μόνη, σε υπνοδωμάτιο της κατοικίας της, να καθίσταται εξαιρετικά σοβαρό.
Όπως εύστοχα καταγράφεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου «.. ο κατηγορούμενος εισήλθε παράνομα κατά τις βραδινές ώρες στην οικία της ανυποψίαστης και ανυπεράσπιστης ηλικιωμένης γειτόνισσας του και επιχείρησε εντελώς αναίτια και χωρίς να προηγηθεί οτιδήποτε άλλο να την δολοφονήσει, πνίγοντας την στον ύπνο της. Οι τραγικές στιγμές που έζησε η παραπονούμενη η οποία ξύπνησε απότομα μη μπορώντας να αναπνεύσει, έχοντας από πάνω της τον κατηγορούμενο να της κλείνει το στόμα, να της σφίγγει το λαιμό, παρατίθενται χαρακτηριστικά στα γεγονότα της υπόθεσης. Είναι δε ενδεικτικό ότι μόλις την τελευταία στιγμή, η παραπονούμενη γλίτωσε από βέβαιο θάνατο αφού παρότι δεν μπορούσε να αναπνεύσει βρήκε τη δύναμη να κτυπήσει τον κατηγορούμενο στο κεφάλι με το τηλεχειριστήριο που κρατούσε ώστε να απελευθερωθεί το στόμα της για να πάρει ανάσες και να φωνάξει βοήθεια».
Ενώπιον μας η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα δεν αμφισβήτησε, και ορθά, υπό το φως και των πιο πάνω, τη σοβαρότητα του αδικήματος της απόπειρας φόνου που ο Εφεσείων διέπραξε. Επικέντρωσε όμως την αγόρευση της στη θέση της πως κακώς το Κακουργιοδικείο ανέφερε στην απόφαση του ότι ο Εφεσείων «λειτούργησε προσχεδιασμένα». Συνεπεία αυτού του λάθους, ανέφερε, η ποινή θα πρέπει να μειωθεί. Με κάθε σεβασμό, δεν συμφωνούμε με τη θέση της. Αυτό που το Κακουργιοδικείο ήθελε να πει, και το οποίο δικαιολογείται πλήρως από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα που είχαν τεθεί ενώπιον του, ήταν ότι οι ενέργειες και η εν γένει εγκληματική συμπεριφορά του Εφεσείοντα, δεν ήταν το αποτέλεσμα ενός στιγμιαίου ή τυχαίου επεισοδίου, κατά το οποίο ο Εφεσείων δεν μπόρεσε να ελέγξει τη συμπεριφορά και τις ενέργειες του, με αποτέλεσμα να επιτεθεί στην ηλικιωμένη με πρόθεση να τη φονεύσει.
Ο Εφεσείων γνώριζε πριν από τη διάπραξη του εγκλήματος την ηλικιώμενη, αφού διέμενε σε οικία που εφάπτεται με την οικία της. Κατ΄ επέκταση γνώριζε ότι αυτή διέμενε μόνη εντός της οικίας της. Έτσι, αποφάσισε να ανέβει στη στέγη της οικίας της ηλικιωμένης για να μπορέσει να παραβιάσει το αλουμινένιο παράθυρο, το οποίο βρισκόταν ψηλά, με τη χρήση μαχαιριού που είχε πάρει προηγουμένως από τη δική του οικία. Αφού παραβίασε το παράθυρο, πέτυχε είσοδο στο υπνοδωμάτιο της ηλικιωμένης. Μόλις εισήλθε εντός του υπνοδωματίου της, το πρώτο πράγμα που έκανε, και χωρίς να προηγηθεί οτιδήποτε άλλο, ήταν να επιτεθεί σ΄ αυτήν καθ΄ ον χρόνο κοιμόταν, με πρόθεση να την πνίξει με τα χέρια του και να την αποτελειώσει.
Αυτό το παραδέχθηκε και η τότε ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσείοντα ενώπιον του Κακουργιοδικείου. Όπως χαρακτηριστικά είπε: «.. Με την είσοδο του στο υπνοδωμάτιο της παραπονούμενης, άμεσα ακολούθησαν τα γεγονότα όπως αυτά αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5 της Έκθεσης Γεγονότων». Συνεπώς, δεν είναι ορθό η νυν συνήγορος του Εφεσείοντα να λέγει τώρα ενώπιον μας ότι «. Δεν στοιχειοθετείται από τα γεγονότα ότι η πράξη του κατηγορουμένου ήταν το πρώτο πράγμα που επιχείρησε ή το δεύτερο πράγμα που επιχείρησε». Προφανώς, η ευπαίδευτη συνήγορος δεν μελέτησε προσεκτικά την αγόρευση της ευπαίδευτης συνηγόρου που εκπροσώπησε στην πρωτόδικη διαδικασία τον Εφεσείοντα. Να σημειώσουμε ακόμη πως ουδέποτε η συνήγορος που τον εκπροσώπησε τότε, ανέφερε ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι πρόθεση του Εφεσείοντα ήταν η κλοπή και ότι «λόγω αιφνίδιου πανικού και φόβου οδήγησε τον Εφεσείοντα στην επίμαχη ενέργεια», θέση που προέβαλε ενώπιον μας η νυν συνήγορος του για να μας πείσει ότι το Κακουργιοδικείο έκανε λάθος. Ούτε θα μπορούσε το Κακουργιοδικείο να είχε καταλήξει από μόνο του σε τέτοιο συμπέρασμα. Τουναντίον, το Κακουργιοδικείο, στη βάση των αδιαμφισβήτητων γεγονότων που είχαν τεθεί ενώπιον του, ορθά και δικαιολογημένα βρήκε πως ο Εφεσείων «λειτούργησε προσχεδιασμένα». Για τη σημασία του μαρτυρικού υλικού ή των αδιαμφισβήτητων γεγονότων που τίθενται ενώπιον των Δικαστηρίων, παραπέμπουμε στην Dervish Halil v. The Republic (1961) CLR, 432. Εδώ, είχαμε παράνομη είσοδο εντός της κατοικίας της ηλικιωμένης, βραδινές ώρες και μάλιστα την ώρα που αυτή κοιμόταν. Η παράνομη είσοδος επιτεύχθηκε αφού προηγουμένως ο Εφεσείων παραβίασε το συρόμενο αλουμινένιο παράθυρο που υπήρχε στο υπνοδωμάτιο όπου κοιμόταν η ηλικιωμένη. Είχαμε ακόμη μεταφορά και κατοχή μαχαιριού εντός του υπνοδωματίου της ηλικιωμένης, το οποίο εντοπίστηκε στο κρεβάτι όπου αυτή κοιμόταν. Τέλος, ο Εφεσείων μόλις πέτυχε είσοδο στο υπνοδωμάτιο της ηλικιωμένης, της επιτέθηκε με πρόθεση να τη φονεύσει. Υπό το φως των πιο πάνω, και ελλείψει άλλης λογικής εξήγησης εκ μέρους του Εφεσείοντα, το μόνο λογικό συμπέρασμα που θα μπορούσε να είχε εξαχθεί, ήταν ότι αυτός ενήργησε με προσχεδιασμό για να θανατώσει την ηλικιωμένη. Δεν τα κατάφερε, όχι γιατί ο ίδιος αποφάσισε να εγκαταλείψει τον παράνομο σκοπό του, αλλά γιατί αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή, μετά που η ηλικιωμένη, αφού ξύπνησε, βρήκε τη ψυχική δύναμη να τον κτυπήσει με τηλεχειριστήριο στο κεφάλι, και να φωνάξει σε βοήθεια.
Ούτε συμφωνούμε με τη θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου του Εφεσείοντα, θέση η οποία είχε προβληθεί και ενώπιον του Κακουργιοδικείου, και η οποία ορθά απερρίφθη, ότι ο Εφεσείων ενήργησε με ερασιτεχνισμό. Για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες πέτυχε είσοδο στην οικία της ηλικιωμένης, έχουμε ήδη κάνει αναφορά. Κάθε άλλο παρά ερασιτεχνισμό αυτές αποκαλύπτουν. Τέλος, να επαναλάβουμε πως ο Εφεσείων, στην προσπάθεια του να μην επιτρέψει στην ηλικιωμένη να σηκωθεί από το κρεβάτι της, και για μπορέσει έτσι να υλοποιήσει πιο εύκολα τον ανίερο σκοπό του, δεν δίστασε να καθίσει πάνω στο σώμα της, και καθήμενος να της σφίγγει με τα χέρια του το λαιμό και να της κλείνει το στόμα.
Το Κακουργιοδικείο ορθά έλαβε υπόψη του και την έξαρση στη διάπραξη παρόμοιας φύσης αδικημάτων, με αυτά που διέπραξε ο Εφεσείων. Έχει δε κατά κόρον λεχθεί, ότι εκεί όπου υπάρχει επιμονή ή έξαρση στη διάπραξη συγκεκριμένων αδικημάτων, τα Δικαστήρια θα πρέπει να επιβάλλουν ακόμη πιο αυστηρές ποινές ( xxx Selmani κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 235/13 και 236/13, απόφαση ημερ. 5.10.2016).
Το Κακουργιοδικείο, ως όφειλε, έλαβε υπόψη του και την παραδοχή του Εφεσείοντα ενώπιον του Κακουργιοδικείου, παρόλο που δεν παρέλειψε να σημειώσει πως ο Εφεσείων αναγνωρίστηκε από την ηλικιωμένη ως ο άνθρωπος που αποπειράθηκε να τη φονεύσει, και παρόλο που ουδέποτε αμφισβητήθηκε ότι υπήρχε συντριπτική επιστημονική μαρτυρία που τον συνέδεε με τη διάπραξη των αδικημάτων, και την οποία δεν χρειάζεται να παραθέσουμε. Με άλλα λόγια, έδωσε στον Εφεσείοντα έκπτωση στην ποινή συνεπεία της παραδοχής του, για ένα αδίκημα για το οποίο ο Νόμος προβλέπει ποινή φυλάκισης δια βίου. Να σημειώσουμε πως ο Εφεσείων, ως είχε κάθε δικαίωμα, δεν παραδέχθηκε ενώπιον των Ανακριτικών Αρχών τη διάπραξη των αδικημάτων, αλλά ούτε και συνεργάστηκε με αυτές για την εξιχνίαση του εγκλήματος. Μάλιστα, όταν συνελήφθη, δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης, απάντησε «I didn't go». Αν συνεργαζόταν, θα είχε ένα πρόσθετο ελαφρυντικό παράγοντα αφού δεν είναι μόνο η παραδοχή ενώπιον του Δικαστηρίου που αμείβεται με έκπτωση στην ποινή, αλλά και η συνεργασία με τις Ανακριτικές Αρχές.
Το Κακουργιοδικείο γνωρίζοντας πολύ καλά τη Νομολογία για το αδίκημα της απόπειρας φόνου, την οποία και παραθέτει στην απόφασή του, καθοδηγήθηκε ορθά από αυτή επιβάλλοντας την ποινή. Με άλλα λόγια, με την παράθεση της Νομολογίας, την οποία ορθά προσέγγισε στα ιδιαίτερα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης, θωράκισε τη δικαστική του κρίση για το ύψος της ποινής και με την απαραίτητη πειστικότητα (xxx Μαυρολουκά ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση αρ. 212/13, απόφαση ημερ. 5.2.2015, ECLI:CY:AD:2015:B73).
Εν κατακλείδι, αφού έλαβε υπόψη του το λευκό ποινικό μητρώο του Εφεσείοντα, το νεαρό της ηλικίας του και όλες τις άλλες προσωπικές-οικογενειακές του περιστάσεις, επέβαλε σ΄ αυτόν ποινή φυλάκισης 10 ετών, η οποία κρίνουμε ότι σε καμιά περίπτωση δεν είναι έκδηλα υπερβολική που να δικαιολογεί παρέμβαση στο έργο του από το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο. Η επιβληθείσα ποινή είναι καλά ζυγιασμένη.
Η έφεση είναι αβάσιμη και απορρίπτεται.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΕΑΠ.