ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Σταματίου, Κατερίνα Μαλαχτός, Χάρης Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Κ. Ευσταθίου για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή. Π. Βαρνάβας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-04-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ, Ποινική Αίτηση Αρ. 8/2020, 16/4/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:B149

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Αίτηση Αρ. 8/2020)

 

16 Απριλίου, 2021

                                                        

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 134 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟ ΚΕΦ. 155

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΙΜΟΥ ΚΑΚΟΥΡΓΙΟΔΙΚΕΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ 4881/20 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21/10/2020

 

ΚΑΙ

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ XXX ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ

 

_ _ _ _ _ _

 

Κ. Ευσταθίου για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

Π. Βαρνάβας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της

 Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

 

_ _ _ _ _ _

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣTAMATIOY, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ο αιτητής ζητά, στη βάση του άρθρου 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης κατά της καταδίκης του, επιπρόσθετα προς την έφεση εναντίον της ποινής, την οποία καταχώρησε ο ίδιος μέσω των Κεντρικών Φυλακών.

 

Ο αιτητής παραδέχθηκε ενοχή, ενώπιον του Κακουργιοδικείου, σε επτά κατηγορίες που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, την κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια ναρκωτικών ουσιών και στις 21.10.2020 του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 10 ετών. Κατά τη διαδικασία ενώπιον του Κακουργιοδικείου είχε τις υπηρεσίες δικηγόρου και τα γεγονότα επί των οποίων εδράζοντο οι κατηγορίες ήταν κοινώς παραδεκτά.

 

Ακολούθως, στις 29.10.2020, ενώ βρισκόταν στις Κεντρικές Φυλακές, καταχώρησε έφεση εναντίον της ποινής στο έντυπο που του παραχώρησαν εκεί, χωρίς να λάβει συμβουλή από τον  δικηγόρο που τον εκπροσώπησε στην πρωτόδικη διαδικασία, καθότι κατ΄ εκείνο το χρόνο εξέταζε την πιθανότητα προώθησης της έφεσης με άλλο δικηγόρο. Ήταν δε με την εντύπωση ότι άσκησε έφεση και κατά της καταδίκης. Αυτά τα ανέφερε στο νυν δικηγόρο κ. Ευσταθίου, όταν αυτός τον επισκέφθηκε στις φυλακές στις 30.10.2020, και περιλαμβάνονται στην ένορκη δήλωση της xxx Στυλιανού, δικηγορικής υπαλλήλου στο δικηγορικό γραφείο του δικηγόρου του αιτητή, που συνοδεύει την αίτηση. Περαιτέρω, αναφέρονται τα ακόλουθα ως προς το λόγο που ο αιτητής δεν καταχώρησε έγκαιρα έφεση κατά της καταδίκης:

 

«5. Επειδή όμως παρέρχετο ο χρόνος χωρίς να λάβει οποιαδήποτε πληροφόρηση αναφορικά με τον αριθμό ή την πορεία της έφεσης του απευθύνθηκε εκ νέου στις Κεντρικές φυλακές και σε εμένα μέσω συγγενικού του προσώπου ώστε να ελέγξω περί της τύχης της έφεσης. Σε έρευνα που έκαμα διεφάνη ότι δεν υφίσταται καταχωρημένη έφεση εναντίον της καταδίκης από το εν λόγω πρόσωπο και τον ειδοποίησα προς τούτο. Ο xxx Φραγκίσκου ήταν πεπλανημένος ως προς το γεγονός αυτό, αφού ως διεφάνη αργότερα αιτήθηκε έφεση μόνο ως προς την ποινή του, ενώ επιθυμούσε και εδικαιούτο βάση των συνταγματικών του δικαιωμάτων να αιτηθεί έφεση και ως προς την καταδίκη του.

 

6. Τοιουτοτρόπως στις 5.11.2020 ο κ. Ευσταθίου επισκέφθηκε τον αιτητή στις Κεντρικές Φυλακές, όπου και συζητήθηκε το θέμα της μη καταχώρησης έφεσης εναντίον της καταδίκης και ο ίδιος ο αιτητής, έδωσε οδηγίες όπως καταχωριστεί αίτηση ώστε να επιτραπεί η εκπρόθεσμη καταχώρηση της έφεσης εναντίον της καταδίκης του στην ως άνω υπόθεση, γιατί ήταν με την εντύπωση και την πεποίθηση ότι από 29.10.2020 είχεν καταχωρηθεί έφεση τόσο εναντίον της ποινής όσο και εναντίον της καταδίκης του, όπως περιγράφω στις παραγράφους 4 και 5 ανωτέρω.

 

7. Ως έντιμα και ειλικρινά πιστεύω και πληροφορούμαι αλλά και ως με ενημερώνει ο αιτητής, ουδέποτε στην υπόθεση αυτή ο xxx Φραγκίσκου είχεν αποποιηθεί ή παραλείψει ή αδιαφορήσει να ασκήσει το δικαίωμα έφεσης εναντίον της καταδίκης του.»

 

Ως προς το λόγο που επιθυμεί να καταχωρήσει έφεση κατά της καταδίκης, αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«9. Υπάρχει σοβαρός νομικός λόγος για τον οποίο το Δικαστήριο δύναται να επιτρέψει την παράταση χρόνου για να μπορεί να καταχωρηθεί έφεση και ως προς την καταδίκη του xxx Φραγκίσκου. Όπως μου εξηγεί  ο κ. Ευσταθίου κατόπιν της συνάντησης με τον αιτητή, ο τελευταίος μετά την καταδίκη του ουδέποτε κατείχε εν τη εννοία του Νόμου ούτε είχε υπό τον φυσικό έλεγχο ή γενικότερα υπό τον έλεγχό του τις ποσότητες των ναρκωτικών για τις οποίες παραδέχθηκε ενοχή. Αυτό προκύπτει από νέα γεγονότα και στοιχεία που έχει στην κατοχή του ο αιτητής και δεν τα είχε στο παρελθόν. Αυτό νομικώς, και ως με συμβουλεύουν οι δικηγόροι του αιτητή και τυγχάνω νομικής συμβουλής, θέτει εν αμφιβόλω την καταδίκη του στην κατοχή με σκοπό την προμήθεια των ναρκωτικών, παρά το γεγονός ότι ο xxx Φραγκίσκου παραδέχθηκε όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε στο Κατηγορητήριο.

 

10. Ως με πληροφορεί ο κ. Ευσταθίου και ως έντιμα και ειλικρινά πιστεύω, παρά το γεγονός ότι παραδέχθηκε ενοχή ο αιτητής, η δικαιοσύνη και η απονομή αυτής επιτάσσει όπως δοθεί στον ίδιον η ευκαιρία να αμφισβητήσει την καταδίκη του με βάση τις πραγματικές περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων. Επιχείρησε μεν ο xxx Φραγκίσκου να λάβει κατοχή των ναρκωτικών αλλά ουδέποτε αυτά περιήλθαν στον έλεγχο και την κατοχή του.»

 

Η Δημοκρατία καταχώρησε ένσταση στην αίτηση, με την οποία επικαλείται ότι (α) δεν υπάρχει βάσιμος λόγος για να δοθεί η αιτούμενη παράταση και (β) από τις αναφορές που γίνονται στην ένορκη δήλωση, δεν υπάρχει διασύνδεση με το μοναδικό λόγο για τον οποίο επιτρέπεται έφεση κατά της καταδίκης μετά από παραδοχή, στη βάση του άρθρου 135 του Κεφ. 155.

 

Εξετάσαμε με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις που προβλήθηκαν, τόσο μέσω των γραπτών αγορεύσεων, όσο και των προφορικών διευκρινίσεων.

 

Δυνάμει του άρθρου 134 της Ποινικής Δικονομίας Κεφ.155, ο χρόνος εντός του οποίου μπορεί να ασκηθεί έφεση δύναται να παραταθεί, κατόπιν απόδειξης βάσιμου λόγου, από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο.

 

Η ερμηνεία του εν λόγω άρθρου υπήρξε αντικείμενο πλούσιας νομολογίας η οποία, όπως αναφέρθηκε στην Eurohouse Finance Ltd v. Αστυνομικού Διευθυντή Επαρχίας Λεμεσού (2000) 2 ΑΑΔ 52, «συγκλίνει ότι η παράταση του χρόνου για υποβολή έφεσης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, το οποίο μπορεί να παρασχεθεί μόνο εφόσον καταδειχθεί καλός λόγος, τέτοιος που να αντισταθμίζει το τελέσφορο των δικαστικών αποφάσεων, συνυφασμένο με την τελεσιδικία.» (Βλ., επίσης, xxx Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 ΑΑΔ 98, Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 ΑΑΔ 479, xxx Λουκαΐδης ν. xxx Κυριάκου, Ποινική Αίτηση Αρ. 13/2017 ημερομηνίας 7.7.2017 και xxx Χρυσίκος ν. Δήμου Λάρνακας, Ποινική Αίτηση Αρ. 14/2017, ημερομηνίας 15.1.2018).

 

Εν προκειμένω, στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, δε δίδεται καμία επαρκής και πειστική αιτιολογία, τόσο για το λόγο που δεν καταχωρήθηκε έφεση κατά της καταδίκης, όσο και για την καθυστέρηση που επήλθε μετά την εκπνοή της προθεσμίας των 10 ημερών στις 31.10.2020, ενώ είχε προηγηθεί η επίσκεψη του κ. Ευσταθίου στις φυλακές στις 30.10.2020 ή ακόμα και γιατί υπήρξε καθυστέρηση και μετά τις 5.11.2020 που τον επισκέφθηκε εκ νέου ο κ. Ευσταθίου, μέχρι τις 18.11.2020, που καταχωρήθηκε η υπό κρίση αίτηση. Αντίθετα, θα λέγαμε, υπάρχει μία ασάφεια και σύγχυση ως προς τα γεγονότα που δεν επέτρεψαν την έγκαιρη καταχώρηση της έφεσης, χωρίς να δίδεται καμία δικαιολογία για την μετέπειτα καθυστέρηση που επήλθε μέχρι την καταχώρηση της αίτησης. Ακόμα, ο ισχυρισμός του αιτητή πως ήταν με την εντύπωση ότι είχε καταχωρήσει έφεση και κατά της καταδίκης, παρέμεινε μετέωρος.

 

Όπως τέθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 ΑΑΔ 479, είναι όπου καταδεικνύεται ουσιαστική αδυναμία άσκησης έφεσης μέσα στην καθορισμένη περίοδο και για όσο χρόνο συντρέχει μετά την εκπνοή της, που μπορεί δικαιολογημένα να παραταθεί ο χρόνος για την άσκηση έφεσης. Τέτοια ουσιαστική αδυναμία άσκησης έφεσης πρέπει, βεβαίως, να προκύπτει στη βάση γεγονότων που ο αιτητής θέτει ενώπιον του Δικαστηρίου.

 

Η ίδια συγκεχυμένη εικόνα παρουσιάζεται και ως προς τους λόγους που ώθησαν τον αιτητή να ασκήσει έφεση κατά της καταδίκης, με δεδομένο το κοινώς παραδεκτό πλαίσιο γεγονότων επί των οποίων εδράζονται οι κατηγορίες στις οποίες παραδέχθηκε ενοχή. Ούτε δίδονται στοιχεία ως προς τα νέα γεγονότα που κατ΄ ισχυρισμό έχει στην κατοχή του ο αιτητής και θέτουν εν αμφιβόλω την παραδοχή του. Το ουσιαστικότερο, όμως, ζήτημα που τίθεται είναι η δυνατότητα του αιτητή να καταχωρήσει έφεση εναντίον καταδίκης που επήλθε μετά από δική του παραδοχή.

 

Σχετικό είναι το άρθρο 135 του Κεφ. 155, το οποίο προνοεί τα ακόλουθα:

 

«135. Πρόσωπο το οποίο βρέθηκε ένοχο και καταδικάστηκε από οποιοδήποτε Δικαστήριο βάσει ομολογίας ενοχής δικαιούται μόνο να ζητήσει άδεια για άσκηση έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου-

(α) κατά της ποινής εκτός αν η ποινή είναι καθορισμένη από το νόμο

 

(β) κατά της καταδίκης για το λόγο ότι τα πραγματικά γεγονότα που εκτίθενται στο Κατηγορητήριο ή το Κατηγορητήριο που καταχωρίστηκε στο Κακουργιοδικείο τα οποία αυτός παραδέχτηκε δεν αποκαλύπτουν ποινικό αδίκημα.»

 

Στην προκείμενη περίπτωση, για να μπορεί ο αιτητής να καταχωρήσει έφεση κατά της καταδίκης, θα πρέπει η περίπτωσή του να τίθεται εντός της εμβέλειας του άρθρου 135(β). Με βάση το πλαίσιο γεγονότων που πρόβαλε ο ίδιος ο αιτητής, η περίπτωσή του δεν εμπίπτει εντός της εν λόγω νομοθετικής πρόνοιας.

 

Ως προς την εισήγηση που έγινε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του αιτητή, με αναφορά στην Palata Investments Ltd v. Burt & Sinefield Ltd (1985) 2 All E.R. 517, ότι, κατά την εξέταση αίτησης για παράταση, δεν εξετάζεται απαραίτητα η πιθανότητα επιτυχίας της έφεσης, εν προκειμένω, δεν τυγχάνει εφαρμογής. Και ο λόγος είναι πως, εφόσον με βάση το άρθρο 135(β) τέτοια έφεση δεν είναι επιτρεπτή και άρα θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία, η αίτηση για παράταση δεν θα πρέπει να επιτύχει. Προς τούτο, συνηγορεί και το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση Palata, πιο πάνω, στο οποίο μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία:

 

«No doubt in some cases it may be material to have regard to the merits of the appeal; because it may be wrong, and indeed an unkindness to the appellant himself, to extend his time for appealing, after he has allowed the time to elapse, to enable him to pursue a hopeless appeal. »

 

Η υπόθεση Komurgu κά. ν. Δημοκρατίας (1991) 2 ΑΑΔ 83, που μας παρέπεμψε ο κ. Ευσταθίου, διαφοροποιείται ως προς τα γεγονότα.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, θεωρούμε ότι ο αιτητής απέτυχε να καταδείξει καλό λόγο ουσιαστικής αδυναμίας για να ασκήσει έφεση κατά της καταδίκης, και επίσης ότι η περίπτωσή του εμπίπτει στις πρόνοιες του άρθρου 135(β) του Κεφ. 155. Συνακόλουθα, η αίτηση είναι έκθετη σε απόρριψη.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

                                                                                  ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο