ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Λέσχη Ιπποδρομιών Λευκωσίας ν. Ανδρέα Νικήτα (2000) 1 ΑΑΔ 1712
Σχολική Εφορεία Στροβόλου ν. Μαρίνας Στεργίδου και Άλλης (2016) 1 ΑΑΔ 691, ECLI:CY:AD:2016:D143
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:B104
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 222/19)
24 Μαρτίου, 2021
[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
S. STYLIANOU & SON AUTO-CARE SERVICES LTD
Εφεσείουσα
ΚΑΙ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Εφεσίβλητος
-----
Δ. Νικολετόπουλος για κ. Ε. Ευσταθίου, για την εφεσείουσα.
Ερ. Παπαλοϊζου (κα), για τον εφεσίβλητο.
------------
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: H εφεσείουσα εταιρεία βρέθηκε, μετά από ακρόαση, ένοχη σε αριθμό κατηγοριών επί τω ότι ως εργοδότρια του παραπονούμενου παραβίασε πρόνοιες των περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμων του 1996-2011 (ο Νόμος), με αποτέλεσμα ο παραπονούμενος να υποστεί εγκαύματα συνεπεία πυρκαγιάς που προκλήθηκε στην εργασία του, στο υποστατικό της εφεσείουσας που χρησιμοποιείτο ως συνεργείο/γκαράζ για την επισκευή αυτοκινήτων.
Με την έφεση εγείρονται δύο ζητήματα:
(α) ότι δεν υφίστατο σχέση εργοδότη-εργοδοτουμένου ώστε να μπορούσε να εφαρμοστεί ο εν λόγω Νόμος,
(β) ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψιν του ότι για την πρόκληση της πυρκαγιάς ευθυνόταν ο παραπονούμενος.
Αμφότερα τα παραπάνω ζητήματα διασυνδέονται με κατ' ισχυρισμόν σφάλμα του δικαστηρίου στην αξιολόγηση της μαρτυρίας και στη διατύπωση ευρημάτων.
Το πρωτόδικο δικαστήριο άκουσε ως μάρτυρες κατηγορίας τον ΜΚ1, επιθεωρητή εργασίας και τον παραπονούμενο (ΜΚ2). Από πλευράς υπεράσπισης άκουσε χωρίς όρκο τον Σ.Σ., διευθυντή της εφεσείουσας εταιρείας και τον Η.Μ. (ΜΥ).
Η εκδοχή του παραπονούμενου, όπως την προώθησε ενόρκως στο δικαστήριο, ήταν ότι είχε τότε, λίγες ημέρες προηγουμένως, αρχίσει να εργάζεται στο συνεργείο της εφεσείουσας. Τη συγκεκριμένη ημέρα βοηθούσε τον Σ.Σ. να αντλήσει καύσιμα από αυτοκίνητο το οποίο είχε μεταφέρει εκεί ο ΜΥ και στο οποίο εκ λάθους είχε τοποθετηθεί βενζίνη αντί πετρέλαιο. Ανύψωσαν το αυτοκίνητο, ο Σ.Σ. μπήκε από κάτω, αφαίρεσε τον λαιμό γέμισης του ταγκιού, τοποθέτησε το λάστιχο μιας ηλεκτρικής αντλίας που λειτουργούσε με μπαταρία μέσα στο τάγκι και ένωσε τα γυμνά άκρα των καλωδίων στους πόλους της μπαταρίας. Το λάστιχο επιστροφής της αντλίας τοποθετήθηκε μέσα σε πλαστικό δοχείο. Κατά τη διάρκεια αφαίρεσης των καυσίμων ο Σ.Σ. είπε ότι θα πήγαινε με τον ΜΥ να φέρει πετρέλαιο και ζήτησε από τον ΜΚ2 να μπει κάτω από το αυτοκίνητο και «να κρατά τα σύρματα να βκάλλει την πεζίνα». Ο ΜΚ2, ακολουθώντας την οδηγία αυτή, μπήκε στο κάτω μέρος του αυτοκινήτου και κρατούσε με τα χέρια του τα δύο σύρματα της αντλίας τα οποία ήταν τυλιγμένα πάνω στους πόλους της μπαταρίας. Μετά από ένα περίπου λεπτό η ηλεκτρική αντλία μετακινήθηκε από μόνη της και έπεσε κάτω με αποτέλεσμα να τεντωθούν τα σύρματα και να δημιουργηθεί σπινθήρας μεταξύ του πόλου της μπαταρίας και του σύρματος. Από τον σπινθήρα έγινε αυτανάφλεξη. Ο ΜΚ2 προσπάθησε να βγει κάτω από το αυτοκίνητο αλλά ακολούθησε έκρηξη και ανατινάχθηκε η βενζίνη που βρισκόταν στο δοχείο με αποτέλεσμα αυτός να τυλιχθεί στις φλόγες. Βγήκε τρέχοντας από το συνεργείο και προσπάθησε να βγάλει το παντελόνι το οποίο καιγόταν. Όταν έβγαλε τα ρούχα και τα παπούτσια του διαπίστωσε ότι είχε πάθει σοβαρά εγκαύματα στα χέρια και στα πόδια. Ακολούθησαν απανωτές εκρήξεις μέσα στο συνεργείο. Όταν επέστρεψε ο Σ.Σ. του ζήτησε να αποκρύψει το γεγονός ότι εργαζόταν στο συνεργείο και να πει ότι είχε επισκεφθεί το συνεργείο για να επιδιορθώσει το αυτοκίνητο του.
Αυτή, δηλαδή ότι ήταν «επισκέπτης» και όχι εργαζόμενος, ήταν η αρχική εκδοχή που έδωσε ο παραπονούμενος σε κατάθεση του προς την Αστυνομία όταν βρισκόταν στο νοσοκομείο, μετά από δύσκολες χειρουργικές επεμβάσεις και κάτω από ισχυρή φαρμακευτική αγωγή. Υπό τέτοιες περιστάσεις, είπε, δεχόταν καθημερινώς πιέσεις από τον Σ.Σ., ο οποίος του υπαγόρευε τι να πει καθώς και από τον νονό και τη νονά του οι οποίοι του ζητούσαν να μην προκαλέσει κακό στον Σ.Σ. Όταν όμως εξήλθε του νοσοκομείου έδωσε δεύτερη κατάθεση προβάλλοντας την αληθινή εκδοχή την οποία προώθησε, ως άνω, στο δικαστήριο.
Ο ΜΚ1, επιθεωρητής εργασίας, είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός με πολύμηνη ενδοτμηματική εκπαίδευση σε θέματα ασφάλειας και υγείας. Από το 2018 ενεγράφη στο μητρώο του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας ως σύμβουλος για θέματα ασφάλειας και υγείας και είναι εκπαιδευτής για τέτοια θέματα. Επισκέφθηκε το υποστατικό και έχοντας λάβει πληροφορίες από αμφότερους, και τον Σ.Σ. και τον παραπονούμενο, επιβεβαίωσε ότι κατά τον επίδικο χρόνο ο Σ.Σ. προσπαθούσε να αντλήσει τα καύσιμα από δεξαμενή καυσίμων ενός οχήματος στο οποίο τοποθετήθηκε βενζίνη αντί πετρέλαιο. Ο Σ.Σ. σήκωσε το πίσω αριστερό μέρος του οχήματος με την χρήση υδραυλικού κρίκου, αφαίρεσε ένα κομμάτι από το στόμιο εισόδου καυσίμων και τοποθέτησε μέσα στη δεξαμενή καυσίμων πλαστικό σωλήνα (λάστιχο) τον οποίο συνέδεσε στο στόμιο εισόδου ηλεκτρικής αντλίας καυσίμων την οποία είχε στο συνεργείο. Κάτω από την αντλία τοποθέτησε πλαστική λεκάνη στην οποία θα περισυνέλλεγε το καύσιμο. Στη συνέχεια τοποθέτησε κοντά στην αντλία μπαταρία αυτοκινήτου και ένωσε πάνω στον αρνητικό της πόλο τον ένα ακροδέκτη της αντλίας ενώ τον άλλο τον ακουμπούσε με το χέρι του στον θετικό της πόλο. Έτσι άρχισε η άντληση των καυσίμων από τη δεξαμενή καυσίμων μέσα στην πλαστική λεκάνη. Τέτοια μέθοδος εργασίας ήταν εντελώς λανθασμένη, είπε ο ΜΚ1. Πρώτον, διότι τα καύσιμα περισυλλέγονταν σε μια ανοικτή λεκάνη με αποτέλεσμα να εξαεριώνεται μεγάλη ποσότητα του καυσίμου, να παράγεται εύφλεκτος ατμός και να δημιουργείται μια εύφλεκτη εκρήξιμη ατμόσφαιρα. Δεύτερον, η τοποθέτηση της μπαταρίας για τροφοδότηση με ηλεκτρισμό της συσκευής που χρησιμοποιήθηκε για την άντληση κοντά στην λεκάνη αποτελούσε πηγή ανάφλεξης η οποία μπορούσε να αναφλέξει τους ατμούς της εξαεριούμενης βενζίνης και να προκαλέσει έκρηξη. Η ορθή μέθοδος θα ήταν η χρήση ειδικής συσκευής που ονομάζεται συσκευή ανάκτησης καυσίμων η οποία λειτουργεί κατά τρόπο που να μην αφήνει τους ατμούς της να διαχέονται στον χώρο εργασίας και να μην υπάρχει ο κίνδυνος στατικής αποφόρτισης, δηλαδή δημιουργίας σπινθήρα από ηλεκτροστατικό ηλεκτρισμό στον χώρο που αποτελεί πηγή ανάφλεξης.
Ο Σ.Σ. ισχυρίστηκε στην ανώμοτη δήλωση του ότι ουδέποτε εργοδότησε τον παραπονούμενο ο οποίος μετέβη στο συνεργείο του λόγω προβλήματος που είχε το αυτοκίνητο του. Πρόσθεσε πως δεν θα άφηνε ποτέ ένα επισκέπτη να εργαστεί και μάλιστα με μηχάνημα που χειριζόταν μόνο ο ίδιος στο συνεργείο.
Ο ΜΥ είναι το πρόσωπο που είχε τοποθετήσει στο εν λόγω όχημα βενζίνη αντί πετρέλαιο και είχε μεταφέρει το όχημα αυτό στο συνεργείο του Σ.Σ. προς άντληση των καυσίμων. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας μετέβη στο συνεργείο και είδε τον Σ.Σ. να ασχολείται με την άντληση καυσίμων. Βρισκόταν και κάποιο άλλο πρόσωπο εκεί (ο παραπονούμενος) το οποίο ήταν κοντά στο αυτοκίνητο του χωρίς να κάνει οτιδήποτε. Ο Σ.Σ. ανέφερε στον ΜΥ ότι θα χρειάζονταν πετρέλαιο και του ζήτησε να τον μεταφέρει στο Μάμμαρι για να φέρουν πετρέλαιο. Όταν αυτοί έφυγαν ο παραπονούμενος έμεινε εκεί. Όταν επέστρεψαν είδαν την πυρκαγιά και τον παραπονούμενο να τρέχει, να φωνάζει και να κλαίει έχοντας υποστεί εγκαύματα. Από ότι θυμάται, ο Σ.Σ. δεν έδωσε οποιεσδήποτε οδηγίες στον παραπονούμενο και υποστήριξε ότι αν έδιδε ή αν έλεγε οτιδήποτε στον παραπονούμενο, θα τον άκουγε.
Το δικαστήριο αξιολογώντας τη μαρτυρία αποδέχθηκε τον παραπονούμενο ως αξιόπιστο. Ειδικότερα αποδέχθηκε την εξήγηση του για την αλλαγή στάσης από την πρώτη του κατάθεση επικαλούμενος την κακή κατάσταση στην οποία βρισκόταν και την ψυχολογική πίεση που του ασκείτο. Επίσης σε ότι αφορά την δήλωση του ΜΥ ότι «απ' ότι θυμάται ο Σ.Σ. δεν είχε δώσει οδηγίες στον παραπονούμενο και ότι δεν άκουσε να του λέει οτιδήποτε», το δικαστήριο παρέπεμψε σε αναφορά στην κατάθεση του ίδιου του Σ.Σ. στην Αστυνομία ότι φεύγοντας από το γκαράζ είχε μιλήσει με τον παραπονούμενο προσθέτοντας, ορθά, ότι είναι άλλωστε λογικό να είπε κάτι ο Σ.Σ. στον παραπονούμενο όταν θα έφευγε από το συνεργείο του και θα άφηνε τον τελευταίο μόνο του εκεί υπό οποιαδήποτε ιδιότητα και αν αυτός βρισκόταν στο συνεργείο του. Με αυτό το σκεπτικό το δικαστήριο δεν αποδέχθηκε αυτή την πτυχή της μαρτυρίας του ΜΥ. Όπως δεν αποδέχθηκε και την ανώμοτη δήλωση του Σ.Σ. για τους λόγους που επαρκώς εξήγησε. Κατόπιν τούτου προέβη σε ευρήματα με βάση τη μαρτυρία του παραπονούμενου και του ΜΚ1.
Μας ελέχθη ότι κακώς το δικαστήριο έπραξε τούτο εν όψει των διαφορετικών εκδοχών που ο παραπονούμενος προέβαλε, υποστηρίζοντας την πρώτη φορά ότι ήταν επισκέπτης και τη δεύτερη ότι ήταν εργοδοτούμενος και ότι συνεπώς ήταν πρόσωπο που είχε συμφέρον και οικονομικό όφελος να πράξει τούτο, νοουμένου ότι έχει καταχωρίσει και πολιτική αγωγή για αποζημιώσεις σε σχέση με το επίδικο ατύχημα.
Η θέση όμως αυτή παραβλέπει το γεγονός ότι, ακόμα και αν η σχέση ήταν όπως ο Σ.Σ. ισχυρίζεται και όχι σχέση εργοδότη-εργοδουμένου εν τη εννοία των περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμων, η αστική ευθύνη, που κατά την εισήγηση αποτελεί το αλλότριο κίνητρο για τον παραπονούμενο, θα μπορούσε να θεμελιωθεί στην κατάσταση που ο ίδιος ο Σ.Σ. επικαλείται, ως ευθύνη κατόχου υποστατικού, ο οποίος έναντι «προσκεκλημένου» (invitee), δηλαδή έναντι προσώπου που εισέρχεται στην ιδιοκτησία με την συγκατάθεση του κατόχου για σκοπούς κάποιας εργασίας αναφορικά με την οποία τόσο ο κάτοχος όσο και ο προσκεκλημένος έχουν κοινό συμφέρον, έχει καθήκον, τόσο για την στατική κατάσταση των πραγμάτων (κατάσταση, συντήρηση και επιδιόρθωση του ακινήτου), όσο και για την λειτουργία της δραστηριότητας ή επιχείρησης του (Α.Π. Φραγκεσκίδης & Σία Λτδ ν. Μάμα (1989) 1 ΑΑΔ 70, Λέσχη Ιπποδρομιών Λευκωσίας ν. Νικήτα (2000) 1 ΑΑΔ 1712, Σχολική Εφορεία Στροβόλου ν. Στεργίδου κ.α. Πολιτική Έφεση 8/2011, 4.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:D143).
Συνεπώς για τις ανάγκες μιας αξίωσης του στα πλαίσια πολιτικής αγωγής ο παραπονούμενος δεν θα ήταν αναγκασμένος να επικαλείται σχέση εργοδότησης ή να στηριχθεί στις πρόνοιες της εργατικής νομοθεσίας. Αντίθετα είναι η εφεσείουσα που θα είχε συμφέρον να συσκοτίσει τα πράγματα και να αποκρύψει την σχέση εργοδότησης ώστε να αποφύγει ποινική ευθύνη.
Επί της μαρτυρίας του παραπονούμενου την οποία το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχθηκε, προκύπτει με ασφάλεια ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ο παραπονούμενος ήταν εργοδοτούμενος και η εφεσείουσα ήταν εργοδότρια του, εφόσον ο παραπονούμενος εργάστηκε στο συνεργείο της εφεσείουσας στις 2, 3 και 6 Σεπτεμβρίου του 2013, καθώς και στις 9 Σεπτεμβρίου, την ημέρα που επεσυνέβη το επίδικο ατύχημα. Την Παρασκευή, 6 Σεπτεμβρίου 2013, ο Σ.Σ. ως διευθυντής της εφεσείουσας κατέβαλε στον παραπονούμενο το ποσό των €200 σε μετρητά για την εργασία του. Υπό το φως των ευρημάτων αυτών ορθά έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο ότι ο παραπονούμενος ήταν «εργοδοτούμενος» και η εφεσείουσα «εργοδότρια» του εν τη εννοία του άρθρου 2 του Νόμου, που έχει ως ακολούθως:
«"εργοδότης" σημαίνει κάθε πρόσωπο το οποίο έχει την ευθύνη για το χώρο εργασίας, το υποστατικό, την επιχείρηση ή την εγκατάσταση όπου απασχολήθηκε και/ή απασχολείται εργοδοτούμενος και περιλαμβάνει πρόσωπο το οποίο δεν έχει εργοδοτουμένους, αλλά διεξάγει οικονομική δραστηριότητα ή διευθύνει την επιχείρησή του και/ή διεξάγει οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα·
"εργοδοτούμενος" σημαίνει πρόσωπο που εργάζεται ή εργάστηκε με σύμβαση απασχόλησης με σκοπό την εκτέλεση εργασίας ή ασκούμενο ή μαθητευόμενο πρόσωπο και περιλαμβάνει πρόσωπο που εκπληρεί εναλλακτική κοινωνική υπηρεσία, δυνάμει του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ή πρόσωπο που εκτελεί κοινοτική εργασία κατόπιν διατάγματος κηδεμονίας δυνάμει του περί Κηδεμονίας και Άλλων Τρόπων Μεταχείρισης Αδικοπραγούντων Νόμου του 1996 καθώς και πρόσωπο το οποίο ως τρόφιμος ιδρύματος ή ως εθελοντής εκτελεί ή εκτελούσε εργασία που του έχει ανατεθεί υπό τον έλεγχο και την καθοδήγηση εργοδότη, και ο όρος «εργοδότηση» θα ερμηνεύεται ανάλογα·»
Περαιτέρω, από την μαρτυρία που προσέφερε η κατηγορούσα αρχή και ειδικότερα από τη μαρτυρία του ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα ΜΚ1, θεμελιώνονται με κάθε ασφάλεια οι κατηγορίες που σχετίζονται με την παράλειψη να παρασχεθεί και διατηρηθεί ασφαλές σύστημα εργασίας και άλλες συναφείς παραλείψεις. Δεν θα μπορούσε καθόλου να αποδοθεί η ευθύνη στον παραπονούμενο προς απαλλαγή της εργοδότριας εταιρείας.
Η έφεση απορρίπτεται.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Ι. Ιωαννίδης, Δ.
/φκ