ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:B101
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 163/2018)
11 Μαρτίου, 2020
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Αλ. Κληρίδης για Φοίβο, Χρίστο Κληρίδη & Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
Ε. Θεοδότου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Πρωτοδίκως, η Εφεσείουσα - κατηγορούμενη κρίθηκε ένοχη, μετά από ακροαματική διαδικασία, σε κατηγορία αμελούς οδήγησης, κατά παράβαση των άρθρων 2, 8, 19 και 20Α του Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου, Ν.86/72, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 166/87, 80(Ι)/2000 και την ΚΔΠ 312/07. Συγκεκριμένα, ότι στις 10.4.2014 στη Λεωφόρο Προδρόμου στη Λευκωσία της Επαρχίας Λευκωσίας, οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής xxx72 χωρίς την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή. Στη δεύτερη κατηγορία που αντιμετώπιζε, η οποία αφορούσε παράλειψη συμμόρφωσης σε σήμα τροχαίας και ειδικότερα για το ότι ενώ οδηγούσε στην οδό Αλκαίου, έστριψε δεξιά στη Λεωφόρο Προδρόμου, κατά απαγόρευση σήματος τροχαίας, η Εφεσείουσα δήλωσε την παραδοχή της.
Η Εφεσίβλητη - Κατηγορούσα Αρχή προς απόδειξη της υπόθεσής της κάλεσε τέσσερις μάρτυρες. Ουσιαστική, όμως, ως προς τα επίδικα ζητήματα ήταν μόνο η μαρτυρία του αστυνομικού εξεταστή, ΜΚ1. Η Εφεσείουσα επέλεξε να ασκήσει το δικαίωμα της σιωπής και δεν πρόσφερε οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία προς υπεράσπιση. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:
«Έχοντας κατά νου την πιο πάνω αξιολόγηση της ενώπιον μου μαρτυρίας, την πραγματική μαρτυρία (σχέδιο της σκηνής), την κατάθεση της Κατηγορουμένης σε συνάρτηση με τις αρχές που διέπουν τα θέματα αξιολόγησης γραπτών καταθέσεων κατηγορουμένου, καταλήγω στα ακόλουθα ευρήματα:
Στις 10.4.2014 και περί ώρα 10:00, η Κατηγορούμενη οδηγούσε το αυτοκίνητο xxx72 στην οδό Αλκαίου στο Στρόβολο με κατεύθυνση την Λεωφόρο Προδρόμου η οποία είναι λεωφόρος κάθετη επί της Αλκαίου. Η λεωφόρος Προδρόμου είναι δρόμος διπλής κατεύθυνσης, και στο ύψος της συμβολής με την οδό Αλκαίου αποτελείται από δύο λωρίδες κυκλοφορίας που έχουν κατεύθυνση από την οδό Βυζαντίου προς την Λεωφόρο Γρίβα Διγενή. Η αντίθετη κατεύθυνση αποτελείται από μία λωρίδα κυκλοφορίας. Οι δύο κατευθύνσεις διαχωρίζονται με άσπρη συνεχόμενη γραμμή. Δεξιά και αριστερά του δρόμου υπάρχει πεζοδρόμιο. Κατά τον ουσιώδη χρόνο υπήρχε φως της ημέρας και ο καιρός ήταν αίθριος. Η τροχαία κίνηση ήταν αραιή.
Φτάνοντας στην συμβολή με τη Λεωφόρο Προδρόμου, η Κατηγορούμενη σταμάτησε στο Αλτ της οδού Αλκαίου. Δεν υπήρχε άλλο αυτοκίνητο μπροστά της. Είχε πρόθεση να εισέλθει στην Λεωφόρο Προδρόμου και να κατευθυνθεί στην οδό Βυζαντίου. Προς τούτο, θα επιχειρούσε στροφή δεξιά ως η πορεία της παραβιάζοντας σήμα τροχαίας το οποίο ήταν τοποθετημένο στο Αλτ της οδού Αλκαίου με κατεύθυνση την Λεωφόρο Προδρόμου. Εξάλλου, για να εισέλθει η Κατηγορούμενη στην λωρίδα κυκλοφορίας που οδηγεί στην οδό Βυζαντίου θα παραβίαζε συνεχή άσπρη γραμμή. Παρά ταύτα και παρά το ότι η Κατηγορούμενη γνώριζε ότι θα παραβίαζε σήμα τροχαίας ξεκίνησε να υλοποιεί την πρόθεση της. Η ορατότητα της Κατηγορούμενης ήταν περίπου 80 μέτρα και δεν υπήρχε οποιονδήποτε εμπόδιο που να εμποδίζει την ορατότητα. Ο δρόμος ως η πορεία της είναι ευθύς και επίπεδος.
Η Κατηγορούμενη εξήλθε με χαμηλή ταχύτητα από το Αλτ της οδού Αλκαίου βλέποντας συνεχώς αριστερά. Αφού εξήλθε με δεξιά κλίση και αφού βεβαιώθηκε ότι από αριστερά δεν ερχόταν κάποιο όχημα, γύρισε το κεφάλι της μπροστά της και περίπου την ίδια στιγμή το αυτοκίνητο της ήλθε σε επαφή με τον xxx Παπαδόπουλο ο οποίος εκείνη την στιγμή διασταύρωνε πεζός τον δρόμο. Ο Παπαδόπουλος βρισκόταν εντός της λωρίδας κυκλοφορίας η οποία οδηγεί στην οδό Βυζαντίου και ειδικότερα σε απόσταση 3 μέτρων από το πεζοδρόμιο που βρισκόταν αριστερά ως η πορεία της Κατηγορουμένης και 6,90 μέτρα από το απέναντι πεζοδρόμιο. Ούτε στο σημείο του δυστυχήματος αλλά ούτε και σε κοντινό σημείο υπήρχε διάβαση πεζών. Από το σημείο από το οποίο εξήλθε η Κατηγορούμενη σε σχέση με το σημείο επαφής, δεν υπήρχε οτιδήποτε που να εμποδίζει την ορατότητα της. Από το δυστύχημα, ο xxx Παπαδόπουλος υπέστη χτύπημα στο κεφάλι λόγω της πτώσης του στο δρόμο. Η Κατηγορούμενη κατηγορήθηκε γραπτώς για το ότι στις 10.4.2014 και περί ώρα 10:00 οδηγούσε το αυτοκίνητο xxx72 1) χωρίς την δέουσα προσοχή και φροντίδα και 2) παραβίασε σήμα τροχαίας ήτοι έστριψε παράνομα δεξιά. Αφού της επιστήθηκε η προσοχή στο νόμο απάντησε «Παραδέχομαι».»
Κρίθηκε, τελικά, ότι το επίδικο ατύχημα ήταν το άμεσο αποτέλεσμα της παράλειψης της Εφεσείουσας να αντιληφθεί την παρουσία του πεζού στο δρόμο, στοιχείο που από μόνο του οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η Εφεσείουσα παρέλειψε να δει κάτι το οποίο ήταν εύλογα ορατό στο δρόμο, ενεργώντας, έτσι, κάτω από το επίπεδο του μέσου συνετού οδηγού, αφού ουδέποτε έλεγξε τον δρόμο προς την κατεύθυνση που κινείτο το όχημά της, αλλά, αντιθέτως, έβλεπε συνεχώς μόνο προς την αντίθετη κατεύθυνση, ήτοι αριστερά.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, συνυπολογίζοντας όλους τους σχετικούς με την επιμέτρηση της ποινής παράγοντες, επέβαλε στην Εφεσείουσα χρηματική ποινή ύψους €600 και 4 βαθμούς ποινής σε σχέση με την κατηγορία της αμελούς οδήγησης και στέρηση της κατοχής άδειας οδήγησης μηχανοκινήτου οχήματος για περίοδο δύο μηνών.
Η ουσία των ενώπιόν μας λόγων έφεσης, κινείται γύρω από τη θέση ότι η μαρτυρία που παρουσίασε η Εφεσίβλητη - Κατηγορούσα Αρχή σε καμία περίπτωση δεν αποδείκνυε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την κατηγορία της αμελούς οδήγησης, αφού δεν παρουσιάστηκε συγκεκριμένη μαρτυρία που να διαφωτίζει ως προς την εικόνα των γεγονότων, ούτε και υπήρχε ίχνος περιστατικής μαρτυρίας μέσω της οποίας το πρωτόδικο Δικαστήριο θα μπορούσε να καταλήξει σε καταδίκη της Εφεσείουσας. Προβάλλεται ακόμη ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε ως εμπειρογνώμονας μάρτυρας και ότι, λανθασμένα, προέβη σε ανάλυση της σκηνής του ατυχήματος, προκειμένου να καταλήξει σε ευρήματα.
Οι ενώπιόν μας λόγοι έφεσης είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία. Η καταδίκη της Εφεσείουσας ήταν η αναπόδραστη συνέπεια ορθής αποτίμησης των αδιαμφισβήτητων στοιχείων που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Δυνάμει του άρθρου 8 του Ν.86/72, το οποίο κωδικοποιεί το κοινοδίκαιο επί του προκειμένου, όποιος οδηγεί μηχανοκίνητο όχημα σε δρόμο χωρίς να καταβάλλει την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή ή χωρίς να επιδεικνύει εύλογη μέριμνα για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν το δρόμο είναι ένοχος αδικήματος. Η οδήγηση εξυπακούει την άσκηση προσήκουσας προσοχής και φροντίδας. Βασικό καθήκον ενός οδηγού είναι η τήρηση της δέουσας παρατηρητικότητας υπό το φως του συνόλου των συνθηκών που καλύπτουν την κάθε δεδομένη περίσταση. Το κριτήριο που εφαρμόζεται προς διαπίστωση του κατά πόσο συγκεκριμένος οδηγός εκπλήρωσε το καθήκον που τον βαραίνει προς άσκηση λογικής φροντίδας για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούν το δρόμο, είναι αντικειμενικό και έχει ως μέτρο τη συμπεριφορά ενός συνετού και σώφρονα οδηγού.
Στην υπό κρίση περίπτωση, τα ουσιαστικά γεγονότα που οδήγησαν στην καταδίκη, πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, της Εφεσείουσας παρέμειναν αδιαμφισβήτητα. Μάλιστα, η ίδια η Εφεσείουσα, πέραν της άμεσης παραδοχής της κατά το χρόνο του ατυχήματος και της υπογραφής εκ μέρους της, ως ορθού, του σχεδίου της σκηνής που ετοίμασε ο ΜΚ1, στην ανακριτική κατάθεσή της, τεκμήριο 4, σημειώνει πως γνώριζε ότι θα παρανομούσε επιχειρώντας να στρίψει προς τα δεξιά και προχώρησε βλέποντας συνεχώς αριστερά. Αφού εξήλθε με δεξιά κλίση και αφού βεβαιώθηκε ότι από αριστερά δεν ερχόταν κάποιο όχημα, γύρισε το κεφάλι της και με την κίνηση αυτή είδε ένα άνθρωπο πάνω στο καπώ του αυτοκινήτου της τον οποίο δεν είχε προσέξει ή αντιληφθεί, ποτέ προηγουμένως. Οι δηλώσεις αυτές της Εφεσείουσας, οι οποίες συνιστούσαν ουσιαστικά παραδοχή του αδικήματος που αντιμετώπιζε, ορθά έγιναν παραδεκτές ως μαρτυρία και ορθά λήφθηκαν υπόψη και εκτιμήθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο ως προς τη βαρύτητά τους, με σχετική αναφορά στην επί του θέματος νομολογία (Γαβριήλ ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 693, Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (1989) 2 ΑΑΔ 109).
Συνοψίζοντας, προσθέτουμε, με όλο το σεβασμό προς τις εισηγήσεις του ευπαίδευτου συνήγορου για την Εφεσείουσα, ότι δύσκολα θα εντοπιζόταν υπόθεση πιο ξεκάθαρης αμελούς οδήγησης από την παρούσα. Η Εφεσείουσα οδηγούσε κατά τον επίδικο χρόνο παραλείποντας να ασκήσει οποιαδήποτε λογική φροντίδα και προσοχή για άλλα πρόσωπα που χρησιμοποιούσαν το δρόμο, αφού παραβίασε το βασικό καθήκον που είχε να ελέγξει το δρόμο προς την κατεύθυνση που κινείτο το όχημά της και να δει αυτό που ήταν, ανεμπόδιστα ορατό, ήτοι τον πεζό, τον οποίο και τραυμάτισε σοβαρά.
Η έφεση απορρίπτεται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΣΦ.