ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991) 2 ΑΑΔ 525
Nικολάου Nίκος Aνδρέα ν. Aστυνομίας (1998) 2 ΑΑΔ 412
Mιχαήλ Λουκάς ν. Aστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 577
Ghafari Raymond Elias ν. Aστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 442
Φραντζίδης Ανδρέας ν. Aστυνομίας (2002) 2 ΑΑΔ 77
Abunazha Muhannad Mohammad Mustafa ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 551
Μακρή Παναγιώτης ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 15
Κυριάκου Λέανδρος Κωστάκη ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 154
Τσιλικίδης Ιωάννης ν. Αστυνομίας (2013) 2 ΑΑΔ 272
Bezanidis Ντένι και Άλλος ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 785
Gheorghe Lucian και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 824
Σωκράτους Ανδρέας ν. Δημοκρατίας (2016) 2 ΑΑΔ 167, ECLI:CY:AD:2016:B105
Saadi Ahmed ν. Αστυνομίας (2016) 2 ΑΑΔ 572, ECLI:CY:AD:2016:B300
NIKOΣ ΙΟΡΔΑΝΟΥΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Πoινική ΄Εφεση αρ.152/2014, 19/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:B175
ΠΑΝΑΓΗ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 45/2016, 23/11/2018, ECLI:CY:AD:2018:B510
BALAMPANIDIS ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 210/2018, 10/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B178
HUSSEIN ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 252/2018, 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B206
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2020:B22
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 178/2018)
20 Ιανουαρίου, 2020
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx BAREK
Εφεσείων
- V -
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
---------
Ιωάννης Γ. Ιωάννου, για τον Εφεσείοντα
Χρίστια Κυθραιώτου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη
---------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος από το Κακουργιοδικείο Λεμεσού κατόπιν δικής του παραδοχής σε δύο κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπής (κατηγορίες 1 και 6), σε τρεις για κλοπή (κατηγορίες 2, 3 και 4), για πρόκληση κακόβουλης ζημιάς σε περιουσία (κατηγορία 5), για παράνομη κατοχή περιουσίας (κατηγορία 7), για κατοχή διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός (κατηγορία 8), για μεταφορά μαχαιριού που απολήγει σε μυτερή άκρη (κατηγορία 9), για οπλοφορία προς διέγερση τρόμου (κατηγορία 10), για αντίσταση κατά της νομίμου συλλήψεως (κατηγορία 11), για επίθεση κατά οργάνου τηρήσεως της τάξεως (κατηγορία 12), για επίθεση που προκάλεσε πραγματική σωματική βλάβη (κατηγορία 13), για παράνομη κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α (κατηγορίες 14 και 16), για παράνομη χρήση ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α (κατηγορία 15) και για κατοχή σκευών για τη λήψη ναρκωτικών (κατηγορία 17).
Τα αδικήματα διαπράχθηκαν στη Λεμεσό και καλύπτουν την περίοδο από 25/4/2017 μέχρι τις 24/9/2017.
Κατόπιν αιτήματος του δικηγόρου του εφεσείοντα και με τη συγκατάθεση της Κατηγορούσας Αρχής λήφθηκε υπόψη για σκοπούς ποινής η υπ' αρ. 6490/2017 υπόθεση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που αφορούσε σε κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπής, για απόπειρα διάρρηξης κτιρίου, για πρόκληση ζημιάς σε περιουσία, για απόπειρα διάρρηξης κατοικίας, για κατοχή διαρρηκτικών οργάνων εν καιρώ νυκτός, για αντίσταση κατά της νομίμου συλλήψεως και για παράνομη κατοχή περιουσίας. Τα αδικήματα της εν λόγω υπόθεσης διαπράχθηκαν στη Λεμεσό από τον εφεσείοντα από τις 27/2/2017 μέχρι τις 25/4/2017.
Στη βάση των γεγονότων που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου από τον εκπρόσωπο της Κατηγορούσας Αρχής, που καταγράφονται συνοπτικά στην απόφαση, κατόπιν έρευνας που διεξήχθηκε από πλευράς της Αστυνομίας στις 21/9/2017 σε διαμέρισμα στη Λεμεσό στο οποίο διέμεναν πέντε άτομα, μεταξύ των οποίων και ο εφεσείων, εντοπίστηκε εντός του υπνοδωματίου του εφεσείοντα μεγάλη ποσότητα χρυσαφικών, ασημικών, ειδών ένδυσης και υπόδεσης, ηλεκτρονικές συσκευές και άλλα αντικείμενα τα οποία παραλήφθηκαν ως τεκμήρια ενώ εκδόθηκε εναντίον του εφεσείοντα ένταλμα σύλληψης. Ο εφεσείων στις 24/9/2017 συνελήφθη για αυτόφωρο αδίκημα με την ανεύρεση στην κατοχή του ενός μαύρου μαχαιριού με ανοιγόμενη λεπίδα, μιας μικρής τσάντας που περιείχε δύο κατσαβίδια, χρηματικού ποσού και άλλων αντικειμένων καθώς και ποσότητα 5,69 γραμμαρίων μεταμφεταμίνης. Στην προσπάθεια του να διαφύγει επιτέθηκε σε μέλος της Αστυνομίας προκαλώντας του σωματική βλάβη. Τελικά συνελήφθη για τα αδικήματα που διέπραξε και σε θεληματική του κατάθεση παραδέχθηκε ότι στις 23/9/2017 είχε κάμει χρήση ναρκωτικών ουσιών.
Στις 30/9/2017 στην ανακριτική του κατάθεση ο εφεσείων παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων της διάρρηξης διαμερίσματος στις 15/9/2017, από την οποίαν έκλεψε διάφορα αντικείμενα, της διάρρηξης ενός γραφείου εταιρείας στις 22-25/7/2017 από την οποίαν επίσης έκλεψε διάφορα αντικείμενα, της κλοπής στις 28/7/2017 αριθμού φωτιστικών από εστιατόριο και της κλοπής από αυτοκίνητο αριθμού αντικειμένων στις 28/9/2017. Επίσης στις 25/4/2017 βρέθηκαν στην κατοχή του από την Αστυνομία ίχνη αμφεταμίνης και σκεύη για τη λήψη ναρκωτικών ουσιών.
Σ' ό,τι αφορά την ποινική υπόθεση που λήφθηκε υπόψη, ο εφεσείων στις 25/4/2017 συνελήφθη για το αυτόφωρο αδίκημα της παράνομης κατοχής περιουσίας και αναγνωρίστηκε επίσης ως ο δράστης της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής και της απόπειρας διάρρηξης εστιατορίου, αδικήματα που διαπράχθηκαν στις 27/2/2017 και 15/4/2017 αντίστοιχα. Στην προσπάθεια των μελών της Αστυνομίας να τον συλλάβουν αντέδρασε έντονα αντιστεκόμενος στη σύλληψη του.
Σε σωματική έρευνα και στην κατοικία του από μέλη της Αστυνομίας ανευρέθηκε περιουσία που παραλήφθηκε ως τεκμήριο.
Κατά την παράθεση των γεγονότων, ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής ανέφερε ότι από την κλοπιμαία περιουσία αξίας €82.895 που αφορούσαν οι κατηγορίες της παρούσας υπόθεσης και εκείνης που λήφθηκε υπόψη, ανεβρέθηκε μόνο περιουσία αξίας €46.740.
Ο εφεσείων πρωτόδικα για σκοπούς μετριασμού της ποινής έδωσε έμφαση, μέσω της αγόρευσης του δικηγόρου του, στο λευκό ποινικό του μητρώο, στην άμεση παραδοχή και συνεργασία του με την Αστυνομία, στο γεγονός ότι ανευρέθη μεγάλη ποσότητα της κλοπιμαίας περιουσίας και τέλος στο πρόβλημα εξάρτησης του από τις ναρκωτικές ουσίες, εξού και η ανεύρεση στην κατοχή του των ναρκωτικών που αφορούν οι κατηγορίες 14-17. Σ' ό,τι αφορά τον παράγοντα της συνεργασίας του με την Αστυνομία για εξυχνίαση των αδικημάτων ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής πληροφόρησε το Δικαστήριο ότι καμιά σχετική βοήθεια δεν έδωσε τελικά, θέση με την οποία συμφώνησε και ο δικηγόρος του εφεσείοντα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την επιβολή της ποινής αναφέρθηκε στη σοβαρότητα των αδικημάτων της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής, όπως αυτή αντανακλάται και από την προβλεπόμενη από το Νόμο ποινή. Τόνισε, παραπέμποντας σε νομολογία, την ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιας φύσεως αδικήματα (βλ. Μιχαήλ ν. Αστυνομίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 577, Bezanidis κ.ά ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. και Abunazha v. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 551). Δεν παραγνώρισε επίσης τη σοβαρότητα των αδικημάτων των κατηγοριών 8, 9 και 10 όπου προβάλλει το στοιχείο της επικινδυνότητας, και των 11, 12 και 13 όπου εκτός από το στοιχείο της βίας σε βάρος αστυφύλακα, πλήττουν και το ίδιο το κράτος. Σ' όσον αφορά τα αδικήματα για ναρκωτικά, σημείωσε την έξαρση που παρατηρείται στην Κύπρο, όπως και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, που έχουν ως αποτέλεσμα τη διάβρωση των ηθικών αξιών και την αύξηση του αριθμού σοβαρών αδικημάτων που διαπράττονται υπό την επήρεια ψυχοτρόπων ουσιών ή για την εξασφάλιση τους.
Ειδικά για τον εφεσείοντα τονίζει περαιτέρω την έκταση της εγκληματικής του συμπεριφοράς η οποία προβάλλει έντονα από το γεγονός ότι και μετά τη σύλληψη του για τα αδικήματα της υπόθεσης αρ. 6490/2017 για τα οποία εξέφρασε μεταμέλεια, που είναι τα πρώτα στη σειρά που διέπραξε, συνέχισε την εγκληματική του δράση με παρομοίας φύσεως αδικήματα δεικνύοντας έτσι τη ροπή του προς το έγκλημα (βλ. Νικολάου ν. Αστυνομίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 412).
Στα πλαίσια εξατομίκευσης της ποινής το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη του το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντα, τις οικογενειακές και προσωπικές του περιστάσεις, όπως διαφαίνοντο από την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας εκτός της αναφοράς ότι δεν ήταν χρήστης ναρκωτικών, ότι είναι πατέρας ενός ανήλικου παιδιού, την άμεση παραδοχή του στην Αστυνομία και μετά στο Δικαστήριο, τη συνεργασία του με την Αστυνομία με την υπόδειξη σκηνών και παροχή λεπτομερειών και τέλος τη μικρή ποσότητα των ναρκωτικών για την οποία απουσίαζε η πρόθεση εμπορίας.
Έλαβε επίσης υπόψη το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της κλαπείσας περιουσίας, ήτοι αξίας €36.245 δεν ανεβρέθηκε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο για σκοπούς επιβολής ποινής αφού άντλησε καθοδήγηση από την νομολογία που αφορούσε σε αδικήματα διάρρηξης κατοικίας και κλοπής (βλ. Gheorghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 824, Τσιλικίδης ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 272, και Σωκράτους ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 311/2014, ημερ. 22/2/2016), ECLI:CY:AD:2016:B105 και άλλη και έλαβε περαιτέρω υπόψη την υπόθεση αρ. 6490/2017, επέβαλε στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης με μέγιστη ποινή εκείνη των 3 ½ χρόνων στην 6η κατηγορία, η έκτιση των οποίων να αρχίζει από τις 24/9/2017 που τέθηκε υπό κράτηση. Δεν επέβαλε ποινή στην 9η, 10η, 11η και 12η κατηγορία.
Η ορθότητα του ύψους της ποινής φυλάκισης στην 6η κατηγορία προσβάλλεται από πλευράς εφεσείοντα με δύο λόγους έφεσης που είναι συναφείς γι' αυτό και θα εξεταστούν μαζί.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης εισηγείται ότι το Κακουργιοδικείο δεν απέδωσε τη δέουσα βαρύτητα στην παραδοχή του σε όλες τις κατηγορίες, εξοικονομώντας έτσι πολύτιμο δικαστικό χρόνο και με τον δεύτερο λόγο ότι δεν απέδωσε τη δέουσα σημασία στις προσωπικές του περιστάσεις και το λευκό ποινικό του μητρώο.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα προβαλλόμενα από τον εφεσείοντα στοιχεία προς υποστήριξη της εισήγησης του περί υπερβολικής ποινής για το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής που αφορούσε η 6η κατηγορία.
Υπάρχει πλούσια νομολογία στην οποία τονίστηκε η σοβαρότητα των αδικημάτων της διάρρηξης κατοικίας και κλοπής και η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών.
Στην υπόθεση Ahmed Saadi v. Αστυνομίας Ποιν. Έφ. 308/14 ημερ. 24/6/2016, ECLI:CY:AD:2016:B300 που αφορούσε επίσης σε κατηγορίες για διάρρηξη κατοικίας και κλοπή, το Εφετείο τόνισε τα εξής:
«Η νομολογία είναι αυστηρή στην αντιμετώπιση αυτού του είδους τις υποθέσεις. Η ανάγκη για αποτροπή είναι προεξάρχουσα, η προστασία της ζωής και της ασφάλειας των φιλήσυχων πολιτών αποτελεί προτεραιότητα και η έστω κατά κατασταλτικό τρόπο αντιμετώπιση της ανάκτησης της εμπιστοσύνης του κοινού στην εμπέδωση του δικαίου, αδήρητη αναγκαιότητα, (Φραντζίδης ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 77, Bezanidis κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 785 και Georghe κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 824).»
Η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών σε τέτοιου είδους αδικήματα επαναλήφθηκε και σε πρόσφατη νομολογία όπως στις xxx Hussein v. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. 252/2018 ημερ. 31/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B206 και Balampanidis v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 210/18 ημερ. 10/5/2019, ECLI:CY:AD:2019:B178. Στην τελευταία υπόθεση αναφέρθηκε περαιτέρω ότι σε υποθέσεις διαρρήξεων και κλοπών «ναι μεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες του παραβάτη αλλά στο βαθμό και κατά την έκταση που δεν εξουδετερώνεται το αποτρεπτικό στοιχείο της ποινής».
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα δεν διαφωνεί ότι τα αδικήματα που διέπραξε ο πελάτης του είναι σοβαρά. Η διαφωνία του έγκειται στο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε τη δέουσα βαρύτητα στους ελαφρυντικούς παράγοντες ιδιαίτερα στις προσωπικές και οικογενειακές του περιστάσεις καθώς και στο λευκό ποινικό του μητρώο.
Να υπενθυμίσουμε κατ' αρχάς ότι κατά πάγια νομολογία η επιμέτρηση της ποινής αποτελεί κατ' εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο όταν καταδεικνύεται ότι υπήρξε σφάλμα αρχής ή όταν η ποινή είναι έκδηλα υπερβολική ή ανεπαρκής (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 525, Νίκος Ιορδάνους ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 152/2014 ημερ. 19/4/2018, ECLI:CY:AD:2018:B175 και xxx Παναγή ν. Δημοκρατίας Ποιν. Έφ. 45/2016 ημερ. 23/11/2018), ECLI:CY:AD:2018:B510. Το Εφετείο δεν κρίνει πρωτογενώς το ύψος της ποινής αλλά εξετάζει αν η ποινή εντάσσεται στα πλαίσια τα οποία καθορίζονται από τη νομολογία και τα οποία αρμόζουν προς τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η έφεση δεν αποσκοπεί στον επανακαθορισμό της ποινής, αλλά στον έλεγχο της ορθότητας της. Το Εφετείο έχει εξουσία επέμβασης μόνο όπου η επιβληθείσα ποινή, αντικειμενικά κρινόμενη, είναι είτε έκδηλα ανεπαρκής, είτε έκδηλα υπερβολική. Στις περιπτώσεις αυτές εναπόκειται στο Εφετείο ο καθορισμός της αρμόζουσας ποινής (βλ. Selmani κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφέσεις 235/2013 και 236/2013 ημερ. 5/10/2016).
Στην παρούσα περίπτωση το Κακουργιοδικείο δίνονας έμφαση στη σοβαρότητα του συγκεκριμένου αδικήματος αλλά και των υπολοίπων που παραδέχθηκε ενοχή καθώς και στις συνθήκες διάπραξης τους, χωρίς να παραγνωρίζει το σύνολο των ελαφρυντικών παραγόντων, έκρινε ότι η ποινή θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται από το στοιχείο της αποτροπής.
Είναι φανερό ότι δεν μιλούμε για μια μεμονωμένη περίπτωση διάρρηξης και κλοπής αλλά δύο κατηγορίες στην παρούσα υπόθεση, η 1η αφορούσε σε διάρρηξη στις 22 - 25/2/2017 και η 6η στις 15/9/2017 και στην υπόθεση που λήφθηκε υπόψη μια για διάρρηξη κατοικίας που διαπράχθηκε στις 27/2/2017, μια για απόπειρα διάρρηξης κτιρίου στις 15/4/2017 και μια για απόπειρα διάρρηξης κατοικίας που διαπράχθηκε στις 25/4/2017. Σημειώνεται ότι λόγω της χρονικής διαφοράς διάπραξης των αδικημάτων, δηλ. από 27/2/2017 μέχρι 15/9/2017 θα μπορούσε κάλλιστα να τεθεί και θέμα επιβολής διαδοχικών ποινών.
Δεν παραγνωρίζουμε, σε συμφωνία με το Κακουργιοδικείο, ότι από το αδίκημα της 6ης κατηγορίας ο εφεσείων έκλεψε περιουσία αξίας
€72.100 και ανεβρέθηκε μόνο μέρος της αξίας μόλις €26.310, αποκόμισε δηλαδή όφελος €45.790. Δεν ανεβρέθηκε επίσης η περιουσία αξίας €200 που ήταν το προϊόν κλοπής από τη διάρρηξη στην υπόθεση 6490/2017 που λήφθηκε υπόψη.
Είναι η διαπίστωση μας ότι το Κακουργιοδικείο στάθμισε ακριβοδίκαια όλα τα ενώπιον του δεδομένα προς το σκοπό καθορισμού της ποινής. Συνεκτίμησε κάθε παράγοντα με παραπομπή σε σχετική νομολογία τόσο ελαφρυντικό όσο και επιβαρυντικό. Ορθά συνεκτίμησε και την άμεση παραδοχή του στην Αστυνομία σημειώνοντας όμως ότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες συνελήφθηκε ο κατηγορούμενος και εντοπίσθηκε η κλοπιμαία περιουσία καθιστούσαν τα περιθώρια για μη παραδοχή του «ιδιαίτερα στενά». Έδωσε επίσης την αρμόζουσα σημασία στην παραδοχή του στο Δικαστήριο που είχε ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση πολύτιμου δικαστικού χρόνου και την αποπεράτωση της υπόθεσης σε σύντομο χρονικό διάστημα, γεγονός που προσμετρούσε προς όφελος του (βλ. Ghafari v. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 442). Έλαβε περαιτέρω υπόψη προσδίδοντας τους τη δέουσα βαρύτητα τις προσωπικές του συνθήκες, όπως διαφαίνοντο από την Έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, και ότι ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών.
Για το τελευταίο σημειώνει στην απόφαση με αναφορά σε νομολογία (βλ. Μακρή ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 15 και Κωστάκη ν. Δημοκρατίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 154) ότι έδωσε κάποια βαρύτητα στο λόγο που ώθησε τον εφεσείοντα στη διάπραξη των αδικημάτων που ήταν να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους για αγορά ναρκωτικών ουσιών, μικρή όμως υπό τις περιστάσεις. Ειδικά για το λευκό ποινικό μητρώο χαρακτηρίζει το στοιχείο αυτό ως σοβαρό μετριαστικό παράγοντα που του δίνει και το δικαίωμα να αιτείται την επιείκεια του Δικαστηρίου. Συμφωνούμε με την προσέγγιση αυτή του Κακουργιοδικείου.
Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι δεν χωρεί επέμβαση μας καθότι η ποινή φυλάκισης των 3 ½ χρόνων όχι μόνο δεν είναι έκδηλα υπερβολική αλλά είναι μπορούμε να πούμε και επιεικής ενόψει της σοβαρότητας του αδικήματος και των συνθηκών διάπραξης του.
Υπό τις περιστάσεις η έφεση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.