ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Φωτεινή Μιχαηλίδου - Χρίστου (κα) για Σπύρο Μιχαηλίδη και Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα Γιώτα Ιωαννίδου (κα) μαζί με Στέλλα Γιασκούρη (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-10-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΦΕΛΛΑ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ , ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.: 256/2018, 16/10/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:B430

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ.: 256/2018

 

16 Οκτωβρίου, 2019

[Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,  Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ ΔΔ]

 

xxxx ΦΕΛΛΑ

                          Εφεσείουσα

και

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ

                          Εφεσίβλητη

***************************

Φωτεινή Μιχαηλίδου - Χρίστου (κα) για Σπύρο Μιχαηλίδη και Σία ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα 

Γιώτα Ιωαννίδου (κα) μαζί με Στέλλα Γιασκούρη (κα), για Γενικό Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη

 

                                      ***************************

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:  Η εφεσείουσα κρίθηκε ένοχη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, κατόπιν ακρόασης, για αμελή οδήγηση (πρώτη κατηγορία) και για μη συμμόρφωση με φώτα τροχαίας (δεύτερη κατηγορία).

 

Τα αδικήματα διαπράχθηκαν στις 6/5/2015 στη συμβολή των οδών Σπύρου Κυπριανού και Χριστάκη Κράνου στη Λεμεσό που ελέγχεται με φώτα τροχαίας, ενώ η εφεσείουσα οδηγούσε το μηχανοκίνητο όχημα με αρ. εγγραφής xxxx και παραβιάζοντας - όπως της καταλογίστηκε -  το κόκκινο φως της πορείας της εισήλθε στη διασταύρωση και συγκρούστηκε με το όχημα της παραπονούμενης ενώ το φως της πορείας της τελευταίας ήταν πράσινο.

 

Από τη σύγκρουση προκλήθηκαν υλικές ζημιές στα δύο οχήματα ενώ η κατηγορούμενη/εφεσείουσα τραυματίστηκε.

 

Πρωτόδικα έδωσαν μαρτυρία για την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής ο εξεταστής του δυστυχήματος (ΜΚ1), η παραπονούμενη (ΜΚ2) και ένας υπάλληλος των Δημοσίων Έργων (ΜΚ3) ενώ για την Υπεράσπιση η κατηγορούμενη,  η οποία δεν κάλεσε μάρτυρες. 

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε τους μάρτυρες κατηγορίας καθόλα αξιόπιστους, τη μαρτυρία των οποίων αποδέχθηκε στην ολότητα της, ενώ απέρριψε την εκδοχή της εφεσείουσας που απέδωσε πλήρη ευθύνη για το δυστύχημα στην παραπονούμενη.

 

 

Καταδικάζοντας την εφεσείουσα στις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, το Δικαστήριο της επέβαλε την ποινή του προστίμου των €500 στην πρώτη κατηγορία και την πληρωμή του ποσού των €120 έξοδα της Κατηγορούσας Αρχής.  Δεν επέβαλε ποινή στη δεύτερη κατηγορία.

 

Η εφεσείουσα θεωρεί εσφαλμένη την καταδίκη της την οποίαν προσέβαλε με την υπό κρίση έφεση, αρχικά με οκτώ λόγους έφεσης.  Κατά την ακρόαση απέσυρε τους λόγους έφεσης 1 μέχρι 5 και 7 και παρέμεινε μόνο ο λόγος 6 που προσβάλλει την διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία από πλευράς της Κατηγορούσας Αρχής ήταν επαρκής και/ή ικανοποιητική για να αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η διάπραξη των αδικημάτων από την εφεσείουσα.  Υποστήριξε ιδιαίτερα ότι η μη κλήση από την Κατηγορούσα Αρχή του Μάρτυρα 2 επί του κατηγορητηρίου να δώσει μαρτυρία  καθιστούσε την όλη μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής ανεπαρκή, αντιφατική και αντινομική και συνακόλουθα την καταδίκη της εφεσείουσας επισφαλή. 

 

Συγκεκριμένα προώθησε τη θέση, παραπέμποντας σε αποσπάσματα  της μαρτυρίας του ΜΚ1, ότι ο Μάρτυρας 2 στο κατηγορητήριο   ήταν αυτόπτης μάρτυρας του δυστυχήματος, η μαρτυρία του οποίου ήταν ανεξάρτητη και συνεπώς βασική. Όπως ανάφερε στη μαρτυρία του ο ΜΚ1, ο μάρτυρας αυτός εντοπίστηκε  εκ των υστέρων, από πληροφορίες που του έδωσε η παραπονούμενη ένα μήνα περίπου μετά το δυστύχημα.

 

Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσιο το απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση για να διαφανεί ο τρόπος που ο Δικαστής αντιμετώπισε το θέμα:


«Εν κατακλείδι οφείλω να αναφέρω ότι η παράλειψη  παρουσίασης του μάρτυρα επί του κατηγορητήριου που σύμφωνα με την μαρτυρία του ΜΚ1 ήτο ο αυτόπτης μάρτυρας επί του οποίου βάσισε την εισήγηση του για ποινική δίωξη της κατηγορούμενης θεωρώ και καταλήγω ότι δεν δύναται να αποβεί μοιραία για την υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής. Βεβαίως το Δικαστήριο επ' ουδενί δεν βασίζει οιοδήποτε εύρημα του επί πραγματικών γεγονότων στην αναφορά των όσων το πρόσωπο αυτό φέρεται να ανάφερε στον ΜΚ1 ή στην ΜΚ2 αλλά τα ευρήματα του Δικαστηρίου έχουν προκύψει αποκλειστικά και μόνο από την δοθείσα ενώπιον του μαρτυρία. Σε κάθε περίπτωση όμως αναφέρω με βάση και την αναφορά του συνηγόρου της Κατηγορούσας Αρχής για τον λόγο που δεν παρουσιάστηκε ο μάρτυρας αυτός ότι υπήρχε η δυνατότητα στην υπεράσπιση να καλέσει εάν επιθυμούσε το πρόσωπο αυτό, ενέργεια που δεν έπραξε.»

 

Η δικηγόρος της εφεσείουσας στην προφορική της αγόρευση αν και αποδέχθηκε ότι δεν ήταν υποχρέωση της Κατηγορούσας Αρχής να τον καλέσει ως μάρτυρα κατηγορίας, εν τούτοις συνάρτησε την παράλειψη κλήσης του Μάρτυρα 2 στο κατηγορητήριο με την παραβίαση του δικαιώματος της εφεσείουσας για δίκαιη δίκη εφόσον, κατά την άποψη της,  επί της μαρτυρίας του είχε βασιστεί ο ΜΚ1 για να προσάψει τις σχετικές κατηγορίες.  Πρόβαλε επίσης τη θέση ότι δεν δόθηκε  καμιά δικαιολογία για τη μη κλήτευση του.  

 

Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η θέση της εκπροσώπου της εφεσίβλητης  ότι δηλ. δόθηκε επαρκής εξήγηση στο Δικαστήριο γιατί δεν μπορούσε να κλητευθεί από την Κατηγορούσα Αρχή ο συγκεκριμένος μάρτυρας επί του Κατηγορητηρίου, εφόσον απουσίαζε στην Κίνα από την οποίαν θα επέστρεφε μετά έξη μήνες περίπου, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη την αναβολή για συνέχιση της ακρόασης μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

Ενόψει των αντιφατικών  θέσεων για τη μη κλήτευση του μάρτυρα,  κρίναμε σκόπιμη την αναδρομή μας  στα πρακτικά, όπου στη σελ. 69 εντοπίζεται αναφορά της εκπροσώπου της Κατηγορούσας Αρχής, με το πέρας της μαρτυρίας της παραπονούμενης, ότι θα είχε ακόμη ένα μάρτυρα στον οποίον είχε σταλεί μαρτυρική κλήση και ότι δεν γνώριζε τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν παρών κατ' εκείνη τη δικάσιμο.  Ζήτησε αναβολή 15-20 μέρες για να του επιδοθεί μαρτυρική κλήση και με τη συγκατάθεση της δικηγόρου της εφεσείουσας, η υπόθεση αναβλήθηκε για συνέχιση της ακρόασης για τις 14/2/2018.

 

Στις 14/12/2018 η ακρόαση αναβλήθηκε εκ νέου κατόπιν αιτήματος αυτή τη φορά  της εφεσείουσας, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε και αναβλήθηκε περαιτέρω  για τις 2/3/2018 και μετά στις 14/3/2018 πάλι για τους ίδιους λόγους. 

 

Στις 14/3/2018 η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, αμέσως μετά την αναφορά του Δικαστηρίου ότι είχε παραμείνει να ακουστεί ο Μάρτυρας 2 επί του κατηγορητηρίου για την Κατηγορούσα Αρχή, προέβη στη δήλωση  ότι ο συγκεκριμένος μάρτυρας  απουσίαζε στην Κίνα και αναμένετο να επιστρέψει το Σεπτέμβρη ή Οκτώβρη του ιδίου έτους.  Ενόψει της εξέλιξης αυτής έκλεισε την υπόθεση της. 

 

Από πλευράς υπεράσπισης δεν έγινε  αίτημα σ' ότι αφορά το μάρτυρα αυτό παρά μόνο προχώρησε με την εισήγηση για απαλλαγή της εφεσείουσας στο εκ πρώτης όψεως στάδιο.

 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να λεχθεί ότι με το λόγο έφεσης 6 η εφεσείουσα εντάσσει την παράλειψη κλήσης του μάρτυρα στα πλαίσια της αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού και την επάρκεια του για καταδίκη της και όχι γιατί θεώρησε ότι συνιστούσε υποχρέωση της Κατηγορούσας Αρχής να τον καλέσει, γεγονός που επανέλαβε η δικηγόρος της κατά την προφορική αγόρευση της.   Εφόσον όμως η εφεσείουσα συνδέει την παράλειψη κλήσης του μάρτυρα με την παραβίαση του δικαιώματος της για  δίκαιη δίκη κρίνουμε ορθό όπως επιληφθούμε της εξέτασης του λόγου έφεσης και επ' αυτής της βάσης.

 

 

Υπάρχει πλούσια νομολογία επί του θέματος παράλειψης  κλήτευσης μαρτύρων που καταγράφονται στο κατηγορητήριο  (βλ. ΧΧΧ ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 1771/2017 ημερ. 20/12/2018).

 

Είναι νομολογιακά  γνωστό ότι εναπόκειται  στην Κατηγορούσα Αρχή να προσφέρει αξιόπιστη μαρτυρία, τέτοια που να ικανοποιήσει το Δικαστήριο για την ενοχή ενός κατηγορουμένου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. 

 

Στην υπόθεση xxxx Evgeni v. Aστυνομίας, Ποιν. Έφ. 273/2017, ημερ. 22/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:B154 αντικείμενο εξέτασης υπήρξε ακριβώς η υποχρέωση της Κατηγορούσας Αρχής παρουσίασης όλης της μαρτυρίας που διαθέτει.  Κατόπιν ανασκόπησης όλης της μέχρι τότε νομολογίας τονίστηκαν  τα εξής:

 

«................ ως γενική αρχή η κατηγορούσα αρχή έχει ταυτόχρονα την υποχρέωση να προσφέρει στο Δικαστήριο όλη τη μαρτυρία που διαθέτει και αυτό πρωτίστως περιλαμβάνει όλους τους μάρτυρες κατηγορίας που αναγράφονται στο κατηγορητήριο.  Εάν δεν το πράξει, οφείλει να προσφέρει τους μάρτυρες που δεν επιθυμεί να καλέσει για αντεξέταση από την υπεράσπιση.  Η ύπαρξη μάρτυρα εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής εξυπακούει και προϋποθέτει την εκ μέρους του μάρτυρα συνεργασία και λήψη κατάθεσης απ΄ αυτόν ώστε να είναι διαθέσιμη προς την υπεράσπιση, (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 104).

 

        Εξαίρεση στην πιο πάνω υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής να παρουσιάσει όλους τους μάρτυρες, ακόμη και αυτούς των οποίων η μαρτυρία δυνατόν να περιέχει βοηθητικά στοιχεία προς τον κατηγορούμενο, αποτελεί η περίπτωση όπου η κατηγορούσα αρχή κρίνει, και είναι δική της η ευθύνη, ότι ο μάρτυρας δεν θα γίνει πιστευτός και στη μαρτυρία του οποίου δεν προτίθεται επομένως να βασιστεί, (Ιωάννου και Ηρακλέους ν. Δημοκρατίας (2001)  2 Α.Α.Δ. 657RvOliva (1965) 49 CrAppR. 298, Brown vBrown (1997) 1 Cr. App. R. 112 και Τυμπιώτης ν. Δημοκρατίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 612).

 

        Τα πιο πάνω ισχύουν στις περιπτώσεις όπου η κατηγορία εισάγεται  στο  Κακουργιοδικείο   οπότε   και ακολουθείται ο τύπος του  κατηγορητηρίου που αναφέρεται στο άρθρο 109 του Κεφ. 155, η παράγραφος (δ) του οποίου θεσμοθετεί την αναγραφή στο κατηγορητήριο των ονομάτων των μαρτύρων τους οποίους η κατηγορούσα αρχή προτίθεται να καλέσει.  Το αντίστοιχο  άρθρο 38 με πλαγιότιτλο («Τύπος κατηγορητηρίου») δεν εμπεριέχει  αντίστοιχη πρόνοια.  Ούτε και το επόμενο άρθρο 39 (με πλαγιότιτλο «Διατάξεις αναφορικά με τη σύνταξη κατηγορητηρίου») επιβάλλει τέτοια υποχρέωση.  Σε συνοπτικές δίκες, δηλαδή, δίκες που δεν εκδικάζονται από Κακουργιοδικείο (η διαφορά αναφέρεται

στους αντίστοιχους ορισμούς του άρθρου 2 του Κεφαλαίου 155), η αναγραφή των μαρτύρων κατηγορίας στο κατηγορητήριο προερχόμενη από πρωτοβουλία της κατηγορούσας αρχής δεν επάγεται και  υποχρέωση κλήσης τους, (Γενικός Εισαγγελέας ν. Σάββα (1998) 2 Α.Α.Δ. 224 και Κλεοβούλου ν. Αστυνομίας (2012) 2 Α.Α.Δ 17).

 

        Είναι όμως ευρύτερη η υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής να διαθέσει προς την υπεράσπιση όλη την αξιόπιστη μαρτυρία της.  Ακόμη και αν δεν την καλέσει, αποτελεί δικαίωμα της υπεράσπισης να καλεί  μάρτυρα το όνομα του οποίου υπάρχει στο κατηγορητήριο, (Κλεοβούλου ν. Αστυνομίας - ανωτέρω -).  Η συνοπτικότητα της δίκης δεν εξαλείφει την υποχρέωση αυτή διότι αντικειμενικός σκοπός δεν είναι η καταδίωξη,  αλλά  η   δίωξη   προς ενδεχόμενη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας.  Είναι δε ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι το άρθρο 38 αναφέρεται σε κατηγορία που υπογράφεται και από «Κυβερνητικό Τμήμα», γεγονός που δείχνει το ήσσονο, συνήθως, των σχετικών κατηγορητηρίων.

Όμως η υποχρέωση της κατηγορούσας αρχής παραμένει στη βάση του άρθρου 7 του      Κεφ. 155, να διαθέσει στον κατηγορούμενο όλες τις καταθέσεις και έγγραφα που λήφθηκαν κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης.»

 

 

Στην υπό κρίση περίπτωση η Κατηγορούσα Αρχή έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις για τη μη κλήτευση του Μάρτυρα 2 στο κατηγορητήριο ότι δηλ. παρ' όλες τις προσπάθειες της δεν κατέστη εφικτή λόγω απουσίας του στο εξωτερικό για μεγάλο χρονικό διάστημα.  Συνεπώς δεν τίθεται θέμα αδικαιολόγητης  παράλειψης από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής ή παραβίασης του δικαιώματος της εφεσείουσας για δίκαιη δίκη, ως η εισήγηση από πλευράς της.  Το ότι το  πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε παρεμπιπτόντως ότι θα μπορούσε η Υπεράσπιση να καλέσει τον εν λόγω μάρτυρα, ενώ η υποχρέωση κλήσης ήταν επί της Κατηγορούσας Αρχής, δεν έχει επιπτώσεις στην τελική του απόφαση.  Τούτο γιατί δεν ήταν δυνατή η κλήση του μάρτυρα αυτού εφόσον βρισκόταν στο εξωτερικό και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποδοθεί στην Κατηγορούσα Αρχή αδικαιολόγητη παράλειψη κλήσης του.  Κάτω από αυτές τις περιστάσεις εναπόκειτο στην υπεράσπιση να ασκήσει το δικαίωμα της (βλ., Κλεοβούλου (ανωτέρω)) για κλήση του, αν αυτό ήταν δυνατό, υποβάλλοντας σχετικό αίτημα στο Δικαστήριο για αναβολή της ακρόασης, δικαίωμα που δεν άσκησε.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.       

 

Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

                                                                   Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                                   Α.  ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο