ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χρ. Χριστάκη, για τον Εφεσείοντα. Λ. Γιακουμεττή (κα), Δημόσιος Κατήγορος, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-09-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΤΙΣΤΗ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, Ποινική Έφεση Αρ. 264/2017, 26/9/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:B396

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Ποινική Έφεση Αρ. 264/2017)

 

26 Σεπτεμβρίου, 2019

                                                        

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

xxx ΚΤΙΣΤΗ,

Εφεσείων,

 

ΚΑΙ

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,

Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

Χρ. Χριστάκη, για τον Εφεσείοντα.

Λ. Γιακουμεττή (κα), Δημόσιος Κατήγορος, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες για τα αδικήματα της καταδίωξης θηράματος/αγρίων πτηνών, χωρίς άδεια κυνηγίου και εντός απαγορευμένης περιοχής κυνηγίου κατά παράβαση των σχετικών άρθρων του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου, Ν.152(Ι)/2003. Του επιβλήθηκε χρηματική ποινή προστίμου €1.200 στην κάθε κατηγορία, πλέον έξοδα. Τρίτη κατηγορία που αντιμετώπιζε για κατοχή προστατευομένων αγρίων πτηνών, απορρίφθηκε από το εκ πρώτης όψεως στάδιο.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τη μαρτυρία των μαρτύρων κατηγορίας, ενώ απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα και κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα ως προς τα γεγονότα:

 

«Ο Κατηγορούμενος είναι συνιδιοκτήτης χωραφιού στην περιοχή «Πετούντας» στον Μαζωτό, περιοχή απαγορευμένη για το κυνήγι. Εντός του χωραφιού υπάρχει και οικία. Στις 29/10/14 και ενώ ο ΜΚ2 βρισκόταν δίπλα από το ξωκλήσι της Παναγίας Πετούντας μαζί με άλλους συναδέλφους του άκουσε τρεις πυροβολισμούς. Διαπίστωσε ότι οι πυροβολισμοί προέρχονταν από το περιβόλι του Κατηγορουμένου που ήταν περιφραγμένο και φυτεμένο με ελιές και χαρουπιές. Ο ΜΚ2 πλησίασε το εν λόγω περιβόλι και είδε σε απόσταση 30 μέτρων τον Κατηγορούμενο να βρίσκεται εντός του χωραφιού και να κρατά ένα κυνηγετικό όπλο τύπου φλομπέρ. Όταν τους αντιλήφθηκε με γοργό βήμα μπήκε μέσα στην κατοικία. Ο ΜΚ2 φώναξε στον Κατηγορούμενο που βγήκε έξω από την οικία και τον ρώτησε γιατί κυνηγούσε με το φλομπέρ. Ο Κατηγορούμενος του είπε ότι το είχε για να παίζει τους γάτους και οτιδήποτε τον ενοχλεί. Του επίστησε την προσοχή του στο νόμο και ζήτησε από τον Κατηγορούμενο όπως του παραδώσει το όπλο που ήταν ΜΟΚΟ με αριθμό κάννης xxxxxxxx πράγμα το οποίο έπραξε. Του παρέδωσε επίσης και τέσσερα φυσίγγια. Ο Κατηγορούμενος δεν ήταν κάτοχος άδειας κυνηγίου. Το ΜΟΚΟ στάληκε για εξετάσεις στο Αρχηγείο Αστυνομίας όπου διαπιστώθηκε ότι ήταν σε χρησιμοποιήσιμη κατάσταση.»

 

Περαιτέρω, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τα δηλωθέντα παραδεκτά γεγονότα ότι η περιοχή που εντοπίστηκε ο εφεσείων είναι απαγορευμένη περιοχή κυνηγίου και ότι ο εφεσείων δεν ήταν κάτοχος άδειας κυνηγίου και έκρινε τον εφεσείοντα ένοχο και στις δύο κατηγορίες δυνάμει των άρθρων 31(1) και 52(1)(α) του Νόμου αντίστοιχα.

 

Περαιτέρω, εξέτασε τη θέση που προβλήθηκε από την υπεράσπιση ότι υπάρχει κατάχρηση της διαδικασίας λόγω της παράλειψης του ανακριτή να λάβει κατάθεση από τον εφεσείοντα, την οποία απέρριψε, στη βάση του ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι η μη λήψη κατάθεσης από τον εφεσείοντα τον επηρέασε δυσμενώς.

 

Ο εφεσείων, με πέντε λόγους έφεσης, αμφισβητεί την καταδίκη του. Συγκεκριμένα, προβάλλει ότι εσφαλμένα δεν εξέτασε στο στάδιο του εκ πρώτης όψεως την εισήγηση του εφεσείοντα για αναστολή της διαδικασίας λόγω κατάχρησης, στη βάση της παράλειψης των ανακριτικών αρχών να πάρουν κατάθεση από τον εφεσείοντα και να του δώσουν την ευκαιρία να θέσει την εκδοχή του, καθώς και την απόρριψη της σχετικής εισήγησης κατά το τελικό στάδιο της απόφασης. Περαιτέρω, στη βάση της ίδιας παράλειψης, προβάλλεται ότι ο εφεσείων δεν έτυχε δίκαιης δίκης, ενώ με τον τρίτο και τέταρτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η κρίση του Δικαστηρίου ότι ο ΜΚ2 ήταν αξιόπιστος μάρτυρας και ότι ο εφεσείων ήταν αναξιόπιστος. Με τον τελευταίο λόγο έφεσης ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα έκρινε ότι η Κατηγορούσα Αρχή απέδειξε την υπόθεσή της πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας και τον έκρινε ένοχο στις δύο κατηγορίες.

 

Συγκεκριμένα, είναι η εισήγηση του εφεσείοντα με τον τελευταίο λόγο έφεσης πως το γεγονός και μόνο ότι ο εφεσείων κρατούσε ΜΟΚΟ και προηγουμένως είχαν ακουστεί πυροβολισμοί, δεν ήταν αρκετά για να στοιχειοθετήσουν τις δύο κατηγορίες στις οποίες κρίθηκε ένοχος. Κρίνουμε σκόπιμο όπως προχωρήσουμε με την εξέταση αυτού του λόγου έφεσης, εφόσον με αυτόν ενδεχόμενα να κριθεί και η τύχη της έφεσης.

 

Η πρώτη κατηγορία εδράζεται ουσιαστικά στο άρθρο 31(1) του περί Προστασίας και Διαχείρισης Αγρίων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου του 2003, Ν.152(Ι)/2003, το οποίο προνοεί ως ακολούθως:

 

«31.-(1) Κανένα πρόσωπο με ή χωρίς τη συνοδεία σκύλου ή σκύλων δεν πυροβολεί, φονεύει, κατέχει, συλλαμβάνει ή καταδιώκει με οποιοδήποτε τρόπο θήραμα, εκτός αν είναι κάτοχος άδειας κυνηγιού.»

 

Στο άρθρο 2 του ιδίου Νόμου, που αποτελεί τις ερμηνευτικές διατάξεις, δίδεται η ερμηνεία του θηράματος, του θηραματικού  και του άγριου πτηνού ως ακολούθως:

 

"θήραμα" σημαίνει λαγούς (lepus europeus) και θηραματικά πτηνά και περιλαμβάνει οποιαδήποτε άλλα ζώα τα οποία δυνατό να καθοριστούν ως θήραμα·

 

"άγριο πτηνό" σημαίνει κάθε πτηνό το οποίο ζει εκ φύσεως σε άγρια κατάσταση και περιλαμβάνει θηραματικό πτηνό˙

 

"θηραματικό πτηνό" σημαίνει κάθε θηρεύσιμο πτηνό του Παραρτήματος ΙΙ·

 

Η δεύτερη κατηγορία βασίζεται στο άρθρο 52 του ιδίου Νόμου, το οποίο προνοεί ως ακολούθως:

«52.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 50, 51 και 57, πρόσωπο το οποίο:

(α) πυροβολεί, φονεύει, συλλαμβάνει ή καταδιώκει οποιοδήποτε θήραμα μέσα σε απαγορευμένη περιοχή κυνηγιού ή σε προσωρινά απαγορευμένη περιοχή κυνηγιού ή βρίσκεται σε οποιαδήποτε τέτοια περιοχή κάτω από περιστάσεις που φανερώνουν ότι παράνομα κατεδίωκε θήραμα· ή

(β) δεν είναι μέλος της αστυνομικής δύναμης ή θηροφύλακας και μεταφέρει πυροβόλο όπλο σε απαγορευμένη περιοχή κυνηγιού ή προσωρινά απαγορευμένη περιοχή κυνηγιού, χωρίς τη γραπτή άδεια του προϊσταμένου,

είναι ένοχο αδικήματος.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται σε κάτοχο ανανεωμένης άδειας κυνηγιού με παραπληγία, του οποίου η εν λόγω άδεια το επιτρέπει υπό τους όρους που ρητώς καθορίζονται σε αυτήν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της άδειας:

Νοείται ότι ο κάτοχος ανανεωμένης άδειας κυνηγιού με παραπληγία συνοδεύεται μόνο από πρόσωπα στα οποία δεν έχει χορηγηθεί ή ανανεωθεί άδεια κυνηγιού.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στις πιο πάνω νομοθετικές πρόνοιες και, με δεδομένο ως παραδεκτό γεγονός ότι η περιοχή που εντοπίστηκε ο εφεσείων είναι απαγορευμένη περιοχή κυνηγίου και ότι ο εφεσείων δεν ήταν κάτοχος άδειας κυνηγίου, εξέτασε τη θέση που προβλήθηκε από την υπεράσπιση ότι ακόμα και αν γίνει δεκτό από το Δικαστήριο ότι ο εφεσείων κρατούσε το ΜΟΚΟ όταν τον είδε ο ΜΚ2, δε σημαίνει ότι καταδίωκε θήραμα. Παραθέτουμε αυτούσιο το σκεπτικό του Δικαστηρίου:

 

«Το τι αποτελεί καταδίωξη δεν ερμηνεύεται στο νόμο, ως εκ τούτου, θα προστρέξω στο λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη όπου το ρήμα «καταδιώκω» σημαίνει ότι κυνηγώ κάποιον για να τον συλλάβω. «Καταδίωξη» δε σημαίνει το κυνηγητό κάποιου με σκοπό την σύλληψη ή εξόντωση του. Στην υπό κρίση περίπτωση το Δικαστήριο έχει προβεί σε εύρημα μετά την αποδοχή της μαρτυρίας του ΜΚ2 ως αξιόπιστης, ότι ο τελευταίος άκουσε πυροβολισμούς να έρχονται από το περιφραγμένο περιβόλι του Κατηγορούμενου και είδε τον Κατηγορούμενο να κρατά το ΜΟΚΟ. Ο κ. Χριστάκη υποστήριξε ότι ακόμα και με αυτά τα δεδομένα η μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου μόνο εικασία μπορεί να θεωρηθεί και όχι απόδειξη της κατηγορίας πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Το εάν κάποιος καταδιώκει θήραμα μπορεί να συναχθεί και από τα περιβάλλοντα δεδομένα, χωρίς να είναι αναγκαίο να θεαθεί κάποιος να τρέχει πίσω από ένα λαγό με το όπλο του ή από ένα πτηνό. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος κρατούσε ΜΟΚΟ και προηγουμένως είχαν ακουστεί πυροβολισμοί αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας την καταδίωξη θηράματος. Επιπρόσθετα, το άρθρο 52(1)(α) του Ν.152(Ι)/2003 επί του οποίου βασίζεται το αδίκημα της δεύτερης κατηγορίας, αναφέρεται και σε περιπτώσεις που φανερώνουν ότι παράνομα καταδίωκε θήραμα.» 

 

Στην υπόθεση Γεωργίου άλλως Παφίτης κ.ά. ν. Αστυνομίας (2000) 2 ΑΑΔ 65, οι εφεσείοντες είχαν κριθεί ένοχοι πρωτοδίκως, μεταξύ άλλων, σε κατηγορίες λαθροθηρίας και παράβασης διαφόρων άρθρων του περί Προστασίας και Αναπτύξεως Θηραμάτων και Αγρίων Πτηνών Νόμου (Ν.39/1974) που ίσχυε τότε. Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε απαλλάξει τους εφεσείοντες σε κατηγορία που βασίστηκε στο άρθρο 28 του Ν.39/1974, εφόσον δεν είχε δοθεί μαρτυρία ότι υπήρχε θήραμα ή άγριο πτηνό που βρισκόταν υπό καταδίωξη από τους εφεσείοντες, καταδικάστηκαν όμως για καταδίωξη θηράματος με τη χρήση μηχανοκινήτου οχήματος, δυνάμει του άρθρου 15(1) του ιδίου Νόμου. Κρίθηκε από το Εφετείο ότι η καταδίκη θα έπρεπε να ακυρωθεί, εφόσον υπήρξε ήδη εύρημα ότι δεν είχε προσφερθεί μαρτυρία ύπαρξης θηράματος ή άγριου πτηνού.

 

Ως εκ των ανωτέρω, προκύπτει ότι απαιτείται μαρτυρία περί ύπαρξης θηράματος για να αποδειχθεί η πρώτη κατηγορία του άρθρου 31(1) του Νόμου.

 

Και οι δύο υπό κρίση κατηγορίες αφορούν καταδίωξη θηράματος. Η κατηγορούσα αρχή οφείλει να αποδείξει κάθε στοιχείο που συνιστά την κάθε κατηγορία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Μαρτυρία ότι ακούστηκαν πυροβολισμοί και ο εφεσείων θεάθηκε να κρατά ΜΟΚΟ όταν τον είδε ο ΜΚ2 δεν είναι αρκετή για απόδειξη ότι αυτός καταδίωκε «θήραμα», όπως αυτό ερμηνεύεται στο Νόμο.

 

Αναφορικά με τη δεύτερη κατηγορία, η οποία στηρίζεται στο άρθρο 52(1)(α), η απουσία μαρτυρίας περί ύπαρξης θηράματος δεν  μπορεί να οδηγήσει σε ενοχή, στη βάση που αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Οι περιστάσεις που φανερώνουν ότι παράνομα καταδιώκετο θήραμα, ως αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, δεν εξουδετερώνουν την ανάγκη ύπαρξη μαρτυρίας περί θηράματος, παρά μόνο αποτελεί διαζευκτική δυνατότητα διάπραξης του αδικήματος. Εν πάση περιπτώσει, το αδίκημα, όπως παρατίθεται στο κατηγορητήριο, αποδίδει στον εφεσείοντα ότι καταδίωκε θήραμα/άγρια πτηνά εντός απαγορευμένης περιοχής κυνηγίου. Καμία, όμως, μαρτυρία δεν δόθηκε περί ύπαρξης θηράματος ή άγριων πτηνών στο συγκεκριμένο τόπο για τον οποίο κατηγορήθηκε ο εφεσείων. Ούτε βέβαια τίθεται θέμα καταδίωξης θηράματος, εφόσον δεν έχει καταδειχθεί η ύπαρξη θηράματος.

 

Ενόψει των όσων έχουμε αναφέρει πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει, χωρίς να απαιτείται η εξέταση των υπολοίπων λόγων έφεσης. Συνακόλουθα, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και ο εφεσείων αθωώνεται και απαλλάττεται και από τις δύο κατηγορίες.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο