ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:B332
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 284/2018)
19 Ιουλίου, 2019
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxxx KEMA,
Εφεσείων,
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
Δ. Τσολακίδης, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Μασούρα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Εφεσείων παρών.
_ _ _ _ _ _
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, κατηγορούμενος 2, παραδέχθηκε ενοχή, κατόπιν δικής του παραδοχής, σε τέσσερεις κατηγορίες συνομωσίας (κατηγορίες 1, 3, 5 και 7), τρεις κατηγορίες παράνομης κατοχής (κατηγορίες 2, 6 και 10), μία κατηγορία κατοχής με σκοπό τη προμήθεια (κατηγορία 4), μία προμήθειας ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α (κατηγορία 8), μία κατηγορία παράνομης χρήσης ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α (κατηγορία 12) και μία κατηγορία για κάπνισμα φυτού κάνναβης (κατηγορία 15).
Οι κατηγορίες 2, 3 και 4 αφορούσαν ποσότητα 98,82γρ. κοκαΐνης, οι κατηγορίες 6 και 8 ποσότητα 100γρ. κοκαΐνης και η κατηγορία 10 ποσότητα 19,02γρ. κοκαΐνης.
Επιβλήθηκαν στον εφεσείοντα συντρέχουσες ποινές φυλάκισης, με μεγαλύτερη αυτή των 4½ ετών στις κατηγορίες 4 και 8, τις οποίες προσβάλλει με την παρούσα έφεση ως έκδηλα υπερβολικές και υπέρμετρα αυστηρές και πως λανθασμένα του επιβλήθηκε ποινή μεγαλύτερη από αυτήν που επιβλήθηκε στον πρώην κατηγορούμενο 1.
Ο εφεσείων αντιμετώπισε κατηγορητήριο με δύο άλλα πρόσωπα, τους πρώην κατηγορούμενους 1 και 3, οι οποίοι επίσης παραδέχθηκαν ενοχή στις κατηγορίες που αντιμετώπισαν και επιβλήθηκαν στον πρώην κατηγορούμενο 1 στις κατηγορίες 4 και 8 συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3 ετών οι οποίες αναστάληκαν για περίοδο τριών ετών δυνάμει των διατάξεων του περί της Υφ΄ Όρων Αναστολής της Εκτελέσεως Ποινής Φυλακίσεως εις Ωρισμένας Περιπτώσεις Νόμου του 1972, (Ν.95/72).
Τα γεγονότα επί των οποίων εδράζονται οι κατηγορίες παρατίθενται στην πρωτόδικη απόφαση ως ακολούθως:
«Τη 10.10.2017, άνδρες της Υ.ΚΑ.Ν. κατόπιν πληροφορίας έθεσαν υπό παρακολούθηση περιμετρικά την περιοχή Αγ. Αθανασίου καθότι υπήρχε πληροφορία ότι οι κατηγορούμενοι 1 και 2 θα διακινούσαν ναρκωτικά. Τη 17:00 εντόπισαν στον κυκλικό κόμβο Αγίου Αθανασίου που βρίσκεται επί της οδού Ανοικοδομήσεως, μοτοσυκλέτα να οδηγείται από πρόσωπο που, όπως διαφάνηκε στη συνέχεια, ήταν ο κατηγορούμενος 1. Η πιο πάνω μοτοσυκλέτα ακολουθείτο από το όχημα με αριθμούς εγγραφής XXXXX-XY, το οποίο οδηγείτο από τον κατηγορούμενο 2 και είχε συνοδηγό άνδρα που, όπως διαφάνηκε στη συνέχεια, επρόκειτο για τον κατηγορούμενο 3. Η μοτοσυκλέτα στάθμευσε στο χώρο και πλησίον της στάθμευσε και το πιο πάνω όχημα. Ο κατηγορούμενος 1 έκανε ένα τηλεφώνημα μερικών δευτερολέπτων. Στη συνέχεια οι Μ.Κ.1 και Μ.Κ.4 επί του κατηγορητηρίου μαζί με άλλα μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. ανέκοψαν τον κατηγορούμενο 1 για έλεγχο. Μόλις ο κατηγορούμενος 1 αντιλήφθηκε την Αστυνομία, άρχισε να τρέχει αφήνοντας την μοτοσυκλέτα του να πέσει στο έδαφος. Αμέσως ο Μ.Κ.1 επί του κατηγορητηρίου καταδίωξε τον κατηγορούμενο 1, τον οποίο είδε να ρίχνει στο έδαφος μία άσπρη συσκευασία. Σε απόσταση μερικών μέτρων κατάφερε να τον ανακόψει Στη συνέχεια ο Μ.Κ.1 οδήγησε τον κατηγορούμενο 1 στον τόπο που βρισκόταν η άσπρη συσκευασία.
Ο Μ.Κ.1 παράλαβε την πιο πάνω συσκευασία και διαπίστωσε ότι επρόκειτο για μια νάιλον συσκευασία η οποία περιείχε άσπρη σκόνη που ομοίαζε με κοκαΐνη. Προέβη σε δειγματοληπτικό έλεγχο της εν λόγω ουσίας, ο οποίος έδειξε θετική ένδειξη στην κοκαΐνη. Πληροφόρησε τον κατηγορούμενο 1 ότι η άσπρη σκόνη στην εν λόγω συσκευασία ήταν κοκαΐνη η κατοχή της οποίας απαγορευόταν, του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο και αυτός απάντησε «εντάξει ρε κοπέλια εν κόκα». Αμέσως μετά ο Μ.Κ.1 συνέλαβε τον κατηγορούμενο 1 για αυτόφωρο αδίκημα.
Κατά τον χρόνο ανακοπής του κατηγορούμενου 1, ο Μ.Κ.7 επί του κατηγορητηρίου ανέκοψε το όχημα με αριθμό εγγραφής XXXXX-XY στο οποίο επέβαιναν οι κατηγορούμενοι 2 και 3.
Σε έρευνα που διενέργησε ο Μ.Κ.7 επί του κατηγορητηρίου τόσο στους κατηγορούμενους 2 και 3 όσο και στο αυτοκίνητο, εντόπισε και παρέλαβε διάφορα τεκμήρια, μεταξύ άλλων το χρηματικό ποσό των €220, τρία κινητά τηλέφωνα, το χρηματικό ποσό των €2.050 και εφτά κάρτες SIM.
Στη συνέχεια ο κατηγορούμενος 1 οδηγήθηκε στα γραφεία της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού ενώ οι κατηγορούμενοι 2 και 3 κλήθηκαν και προσήλθαν στα εν λόγω γραφεία για περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης.
Την ίδια μέρα, ήτοι στις 10.10.2017, ερευνήθηκε δυνάμει δικαστικού εντάλματος, η οικία της XXXXX Okoro, στη Λευκωσία με την οποία ο κατηγορούμενος 2 διατηρούσε δεσμό και μπορούσε να εισέρχεται και να εξέρχεται από αυτή. Κατά την έρευνα εντοπίστηκε μέσα σε χάρτινο κιβώτιο άσπρη ουσία, η οποία παραλήφθηκε ως Τεκμήριο.
Το βράδυ της 10.10.2017, ο Μ.Κ.17 επί του κατηγορητηρίου έλαβε από τον κατηγορούμενο 1 ανακριτική κατάθεση. Στην κατάθεση του ο τελευταίος παραδέχθηκε τη διάπραξη των αδικημάτων τα οποία διαπράχθηκαν στις 10.10.2017, κατηγορίες 1 - 4, αποκάλυψε τον αριθμό τηλεφώνου του τελικού παραλήπτη των ναρκωτικών, ενώ περαιτέρω αποκάλυψε ότι σε προγενέστερο χρόνο είχε μεταβεί μαζί με τον κατηγορούμενο 2 στην οικία του εν λόγω προσώπου, στον Άγιο Αθανάσιο Λεμεσού, αναφέροντας μάλιστα ότι τον προμήθευσαν με κοκαΐνη βάρους 100 γραμμαρίων, κατηγορίες 5 - 8.
Από έλεγχο που έγινε από το Γενικό Χημείο του Κράτους, επιβεβαιώθηκε ότι η άσπρη ουσία που πέταξε ο κατηγορούμενος 1 ήταν κοκαΐνη βάρους 98,82 γραμμαρίων.
Την ίδια μέρα, ήτοι στις 10.10.2017, συνελήφθησαν δυνάμει δικαστικών ενταλμάτων από μέλη της Υ.ΚΑ.Ν. Λεμεσού οι τρεις κατηγορούμενοι.
Την 11.10.2017 και ώρα 00:20, ο Μ.Κ.9 επί του κατηγορητηρίου υπόδειξε στον κατηγορούμενο 2 το νάιλον σακουλάκι με την άσπρη ουσία που εντοπίστηκε στην οικία της XXXXX Okoro. Ο Μ.Κ.8 επέστησε στον κατηγορούμενο 2 την προσοχή του στο Νόμο και αυτός απάντησε «it's cocaine it's mine».
Από έλεγχο που έγινε από την Γενικό Χημείο του Κράτους, επιβεβαιώθηκε ότι η εν λόγω άσπρη ουσία ήταν κοκαΐνη βάρους 19,02 γραμμαρίων.
Λίγη ώρα αργότερα, ο Μ.Κ.19 επί του κατηγορητηρίου έλαβε από τον κατηγορούμενο 2 ανακριτική κατάθεση. Στην κατάθεση του ανάφερε, μεταξύ άλλων, ότι ήταν χρήστης κοκαΐνης και παραδέχθηκε ότι ο ίδιος ακολουθούσε με το αυτοκίνητο του τον κατηγορούμενο 1, ο οποίος οδηγούσε μοτοσικλέτα, έχοντας ως συνοδηγό τον κατηγορούμενο 3, μέχρι που τους ανέκοψε η Αστυνομία. Παραδέχθηκε επίσης ότι η κοκαΐνη που βρέθηκε στην οικία της XXXXX Okoro, ήταν δική του, για δική του χρήση.
Την ίδια μέρα, ήτοι την 11.10.2017, ο Μ.Κ.19 επί του κατηγορητηρίου έλαβε ανακριτική κατάθεση και από τον κατηγορούμενο 3. Στην κατάθεση του ο τελευταίος ανάφερε, μεταξύ άλλων, ότι ήρθε στην Κύπρο το Σεπτέμβριο του 2017. Την 1.10.2017 γνώρισε τον κατηγορούμενο 2 στην Λευκωσία. Τη 10.10.2017 ο κατηγορούμενος 2 του ζήτησε όπως τον συνοδεύσει σε κάποια άλλη πόλη και αυτός δέχτηκε. Στη διαδρομή προς τη Λεμεσό, σε κάποιο σημείο του δρόμου τους ανέκοψε η Αστυνομία.
Την ίδια μέρα, ήτοι την 11.10.2017, ο Μ.Κ.18 επί του κατηγορητηρίου συνέλαβε εκ νέου με Δικαστικό ένταλμα τον κατηγορούμενο 2. Του εξήγησε τους λόγους της σύλληψης του και αφού του επέστησε την προσοχή του στο Νόμο απάντησε: «No».
Στις 16.10.2017 και μεταξύ των ωρών 11:15 - 12:20, ο Μ.Κ.19 επί του κατηγορητηρίου έλαβε από τον κατηγορούμενο 2, δεύτερη ανακριτική κατάθεση.
Στην κατάθεση του ο τελευταίος περιέγραψε τα συμβάντα που έλαβαν χώρα τη 10.10.2017, μέχρι την ανακοπή του ίδιου και των κατηγορουμένων 1 και 3 από την Αστυνομία. Παραδέχθηκε ότι γνώριζε για την επιχείρηση παράδοσης ναρκωτικών και αποκάλυψε ότι σε προγενέστερο χρόνο είχε μεταβεί μαζί με τον κατηγορούμενο 1 στον Άγιο Αθανάσιο στη Λεμεσό και προμήθευσαν τον ως άνω αγοραστή με κοκαΐνη βάρους 100 γραμμαρίων.
Ο κατηγορούμενος 2 έκανε καθημερινή χρήση τόσο κοκαΐνης όσο και κάνναβης.
.......................
Στο σημείο αυτό θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι ο κατηγορούμενος 1 μετά την καταχώριση της υπόθεσης στο Δικαστήριο, έδωσε κατάθεση στην Αστυνομία στην οποία αποκάλυψε περαιτέρω στοιχεία σε σχέση με τα άτομα που εμπλέκονταν στην υπόθεση. Έδωσε στοιχεία σε σχέση με άτομο που εμπλεκόταν στην παράνομη επιχείρηση. Συνεπεία της κατάθεσης του κατηγορούμενου 1, διώχθηκε συγκεκριμένο πρόσωπο. Η Κατηγορούσα Αρχή έδωσε ακριβή στοιχεία σε σχέση με τη συνεργασία του, δεν κρίνουμε όμως σκόπιμο να τα καταγράψουμε, έχοντας υπόψη ότι αυτό μπορεί να θέσει σε περαιτέρω κίνδυνο τη ζωή του κατηγορούμενου 1 και της οικογένειας του.»
Το Κακουργιοδικείο στην απόφασή του τόνισε τη σοβαρότητα των αδικημάτων που παραδέχθηκε ο εφεσείων, τόσο σε συνάρτηση με την ποινή που προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία, όσο και με τις επιπτώσεις που έχει στην κοινωνία η διάπραξη τέτοιου είδους αδικημάτων, καθώς και τη συχνότητα με την οποία αυτά διαπράττονται, με αποτέλεσμα να απαιτείται η επιβολή αποτρεπτικών ποινών και η αυστηρή μεταχείριση των παραβατών. Περαιτέρω, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η υπόθεση αφορά σε σημαντικές ποσότητες κοκαΐνης, ενός από τα πλέον σκληρά ναρκωτικά που συγκαταλέγεται στην κατηγορία Α. Λήφθηκε, επίσης, υπόψη ο ρόλος του εφεσείοντα, καθώς και αυτός του πρώην κατηγορούμενου 1, ως προς το ότι τα ναρκωτικά ανήκαν σε τρίτο πρόσωπο. Παράλληλα, όμως, λήφθηκε υπόψη ότι η εμπλοκή τους στην επιχείρηση ήταν ουσιαστική. Διευθέτησαν και μετέφεραν τα ναρκωτικά από τη μία επαρχία στην άλλη, με επαγγελματικό τρόπο, με στόχο να τα προμηθεύσουν σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Την πρώτη φορά, διευκρινίστηκε, η επιχείρηση ολοκληρώθηκε με την παράδοση των ναρκωτικών στον αγοραστή και την είσπραξη του τιμήματος, ενώ τη δεύτερη φορά, η όλη επιχείρηση ανατράπηκε, λόγω της ανακοπής των δραστών από την Αστυνομία.
Ως μετριαστικούς παράγοντες, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη την παραδοχή του εφεσείοντα, σημειώνοντας, όμως, ότι η ομολογία και η παραδοχή για την ποσότητα των 98,82γρ. κοκαΐνης δεν ήταν βαρύνουσας σημασίας, καθότι αυτή βρισκόταν στη φυσική κατοχή του πρώην κατηγορούμενου 1, ο οποίος μόλις αντιλήφθηκε την Αστυνομία την έριξε στο έδαφος, ενώ ο εφεσείων, μαζί με τον πρώην κατηγορούμενο 3, οι οποίοι ακολουθούσαν τον πρώην κατηγορούμενο 1, όταν αυτός σταμάτησε σε κάποιο σημείο της διαδρομής για να τηλεφωνήσει, σταμάτησαν και αυτοί δίπλα του και, ως έκ τούτου, εύκολα θα μπορούσαν να συνδεθούν με την εν λόγω ποσότητα ναρκωτικών. Θεώρησε, όμως, το Κακουργιοδικείο βαρύνουσας σημασίας την παραδοχή του εφεσείοντα και του πρώην κατηγορούμενου 1 για την ποσότητα των 100γρ. κοκαΐνης, αντικείμενο των κατηγοριών 5, 6, 7 και 8. Βαρύνουσας και καθοριστικής σημασίας ήταν, επίσης, και η αποκάλυψη από τον πρώην κατηγορούμενο 1 των στοιχείων σε σχέση με τρίτο πρόσωπο που εμπλεκόταν στην όλη επιχείρηση που οδήγησαν στη δίωξη του τρίτου προσώπου. Τονίστηκε από το Δικαστήριο ότι αυτό ήταν δυνατό να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τόσο τον ίδιο (πρώην κατηγορούμενο 1), όσο και την οικογένειά του.
Το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε, επίσης, στις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του εφεσείοντα, ο οποίος είναι ηλικίας 35 ετών και κατάγεται από το Καμερούν. Βρίσκεται στην Κύπρο από το 2009, όπου αρχικά εργάστηκε στο ΚΙΣΑ ως εθελοντής, στη συνέχεια ασχολήθηκε με το εμπόριο μετάλλων μέχρι το 2016, ακολούθως εργάστηκε ως οδηγός σε εταιρεία ανακύκλωσης και το τελευταίο διάστημα, πριν από τη σύλληψή του, ήταν άνεργος. Το 2006 γνώρισε την πρώτη του σύζυγο, η οποία είναι ομοεθνής του και απέκτησε δύο παιδιά, ηλικίας 7 και 4 ετών σήμερα. Λόγω προβλημάτων στη σχέση του, όπως και προβλημάτων υγείας της συζύγου του, το ζεύγος οδηγήθηκε στο χωρισμό το έτος 2013. Η πρώην σύζυγός του διαμένει με τα δύο ανήλικα τέκνα τους στην Γκάνα. Πριν τη σύλληψή του ο εφεσείων διατηρούσε επικοινωνία με τα παιδιά του και προσπαθούσε να τα στηρίζει οικονομικά. Το έτος 2015 γνωρίστηκε με Κύπρια, με την οποία συμβίωνε, και απέκτησε μία κόρη ηλικίας 3 ετών. Αναφέρθηκε από το συνήγορό του πως, κατά τη διάρκεια της κράτησής του στις Κεντρικές Φυλακές, επέδειξε καλή διαγωγή και κατάφερε να απεξαρτηθεί από τις εξαρτησιογόνες ουσίες. Το Κακουργιοδικείο σημείωσε πως οι προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του παραβάτη δεν είναι βαρύνουσας σημασίας, ενόψει των σοβαρότατων συνεπειών που προκύπτουν από την κατοχή και εμπορία των ναρκωτικών. Λήφθηκαν, όμως υπόψη, χωρίς να θεωρηθούν ικανές να εξασθενίσουν την αποτελεσματική εφαρμογή του Νόμου.
Εξισορροπώντας τους πιο πάνω παράγοντες και, αφού έλαβε καθοδήγηση από προηγούμενες αποφάσεις, (Mallouk v. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 711, Conrad Mbakoub Mbakoup v. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 86/2014, ημερομηνίας 27.3.2015, ECLI:CY:AD:2015:B225, Ghafari v. Αστυνομίας (2001) 1 ΑΑΔ 442, Hassan v. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 356, Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφεση 39/2015, ημερομηνίας 15.11.2016, ECLI:CY:AD:2016:B524), ως ενδεικτικές για τις ποινές που επιβάλλονται σε τέτοιου είδους αδικήματα, το Δικαστήριο κατέληξε στην επιβολή των ποινών που έχουμε παραθέσει πιο πάνω.
Στο διάγραμμα αγόρευσής του ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα προβάλλει πως ο ρόλος του εφεσείοντα στα διαπραχθέντα αδικήματα ήταν περιορισμένος, καθώς αυτός εκτελούσε χρέη, όπως ανέφερε, «τσιλιαδόρου» και παρακολουθούσε το μέρος στο οποίο θα ελάμβανε χώρα η παράδοση των ναρκωτικών ουσιών, για να βεβαιωθεί ότι δε θα παρακολουθείτο από την Αστυνομία. Συνεπώς, ο ρόλος του ήταν μειωμένος σε σχέση με το ρόλο του πρώην κατηγορούμενου 1, ο οποίος ήταν ο μεταφορέας των ναρκωτικών και, περαιτέρω, γνώριζε τον τελικό τους παραλήπτη. Ο ευπαίδευτος συνήγορος εισηγήθηκε πως η ποινή φυλάκισης των 4½ ετών που επέβαλε το Κακουργιοδικείο στον εφεσείοντα είναι, υπό τις περιστάσεις, υπερβολική και υπέρμετρα αυστηρή και προς τούτο παρέπεμψε στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Σόλωνα Κουσεττή κ.ά., Αρ. Υπόθεσης 33096/2014, ημερομηνίας 27.7.2016, του Κακουργιοδικείου Λεμεσού υπό την ίδια σύνθεση, όπου ο κατηγορούμενος είχε κριθεί ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, με παρόμοιο ρόλο όπως του εφεσείοντα, όπου, όμως η ποσότητα των ναρκωτικών ήταν πολύ μεγαλύτερη και το Κακουργιοδικείο επέβαλε μικρότερες ποινές φυλάκισης.
Περαιτέρω, αναφέρθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα ότι, μετά την ολοκλήρωση της υπόθεσης του Κακουργιοδικείου, τέθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης και ο τελικός αποδέκτης των ναρκωτικών, κατόπιν γραπτής κατάθεσης του πρώην κατηγορούμενου 1. Τονίστηκε από το συνήγορο ότι ο εφεσείων δεν γνώριζε τα στοιχεία του εν λόγω ατόμου και, επομένως, δεν ήταν σε θέση να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες γι΄ αυτόν στην Αστυνομία. Όμως, μετά τη σύλληψη του τελικού αποδέκτη, ο εφεσείων δήλωσε στην Κατηγορούσα Αρχή ότι είναι πρόθυμος να τον αναγνωρίσει και να καταθέσει εναντίον του στο Δικαστήριο. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από την εκπρόσωπο της Δημοκρατίας. Ζήτησε, λοιπόν, όπως, με βάση τα λεχθέντα στην υπόθεση Σοφοκλέους ν. Αστυνομίας (2001) 2 ΑΑΔ 144, μειωθεί η επιβληθείσα ποινή.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται πως η επιβολή μεγαλύτερης ποινής στον ίδιο σε σχέση με τον πρώην κατηγορούμενο 1, οδηγεί σε αδικαιολόγητη ανισότητα σε βάρος του εφεσείοντα. Προς τούτο, παρέπεμψε στην υπόθεση Αντωνάκη Φλούρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 27/2015, ημερομηνίας 29.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:B311, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο μείωσε την ποινή του εφεσείοντα, λόγω παραβίασης της αρχής της ισότητας.
Αντίθετη υπήρξε η θέση της εκπροσώπου της Δημοκρατίας, η οποία υποστήριξε πως το Κακουργιοδικείο, προτού επιβάλει ποινή στον εφεσείοντα, ανέλυσε και εξέτασε όλους τους μετριαστικούς παράγοντες που τον αφορούσαν. Τόνισε πως ο ρόλος του εφεσείοντα δεν ήταν περιορισμένης σημασίας, αφού η εμπλοκή του στην επιχείρηση ήταν ουσιαστική. Αναφορικά με την ισχυριζόμενη ανισότητα κατά την επιβολή των ποινών, η ευπαίδευτη συνήγορος ανέφερε ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1 είχε ελαφρυντικά τα οποία δε διέθετε ο εφεσείων. Συγκεκριμένα, αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας, πάσχει από νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου και είναι απόλυτα εξαρτώμενος από τη θεραπεία αιμοκάθαρσης και δεν μπορεί να διαβιώνει κάτω από αυστηρές συνθήκες διαβίωσης. Περαιτέρω, ο πρώην κατηγορούμενος 1 έδωσε στοιχεία σε σχέση με άτομο που εμπλεκόταν στην παράνομη επιχείρηση και, συνεπεία αυτών, συνελήφθη το εν λόγω πρόσωπο. Στη βάση αυτών των ελαφρυντικών που διέθετε ο πρώην κατηγορούμενος 1, τα οποία είναι σοβαρά, δικαιολογείται η διαφοροποίηση της ποινής που επιβλήθηκε.
Όπως έχει τονιστεί επανειλημμένα, η επέμβαση του Εφετείου στην επιβολή ποινής δικαιολογείται μόνον, εφόσον διαπιστωθεί ότι αυτή είναι έκδηλα υπερβολική ή έκδηλα ανεπαρκής ή είναι αποτέλεσμα σφάλματος αρχής. Το στοιχείο της υπερβολής πρέπει να είναι έκδηλο σε βαθμό που να βρίσκει αντικειμενικό έρεισμα μετά από το συσχετισμό της ποινής με το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένου του ατόμου του εφεσείοντα.
Τα αδικήματα που παραδέχθηκε ο εφεσείων είναι αδιαμφισβήτητα σοβαρά και γι΄αυτά προνοούνται πολυετείς ποινές φυλάκισης. Για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου Τάξεως Α όπως είναι η κοκαΐνη με σκοπό την προμήθεια και για την προμήθεια τέτοιου φαρμάκου προνοείται δια βίου φυλάκιση, ενώ για το αδίκημα της κατοχής τέτοιου είδους ελεγχόμενου φαρμάκου προνοείται ποινή φυλάκισης 12 ετών.
Έχει επανειλημμένα τονιστεί ότι τα ναρκωτικά αποτελούν μάστιγα για την κοινωνία μας. Η κυκλοφορία μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών και ο μεγάλος αριθμός χρηστών, ιδιαίτερα νεαρών που έχει εθιστεί στα ναρκωτικά οδηγούν στο θάνατο όλο και μεγαλύτερο αριθμό ατόμων. Παρατηρείται επίσης ότι πολλά άλλα αδικήματα όπως κλοπές και διαρρήξεις συνδέονται με τη χρήση ναρκωτικών ουσιών. Συνεπώς η επιβολή αποτρεπτικών ποινών είναι επιτακτική ανάγκη τόσο με στόχο την αποτροπή του ιδίου του παραβάτη όσο και την αποτροπή τρίτων από τη διάπραξη τέτοιων αδικημάτων.
Η αυξανόμενη συχνότητα διάπραξης αδικημάτων σε σχέση με ναρκωτικά αποτελεί ακόμα ένα παράγοντα, όπως αναγνώρισε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, για την επιβολή αποτρεπτικών ποινών. Περαιτέρω, αντικείμενο των κατηγοριών είναι κοκαΐνη, που αποτελεί ένα απο τα λεγόμενα «σκληρά ναρκωτικά» συνολικής ποσότητας 198,82γρ., κάτι που αποτελεί ακόμα έναν επιβαρυντικό παράγοντα.
Από τα γεγονότα προκύπτει ότι η εμπλοκή του εφεσείοντα και του πρώην κατηγορούμενου 1 ήταν ουσιαστική, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τα ναρκωτικά ανήκαν σε τρίτους. Ο εφεσείων με τους πρώην συγκατηγορούμενους του, στη βάση σχεδίου, διευθέτησαν και μετέφεραν κοκαΐνη από τη μια επαρχία στην άλλη για να την προμηθεύσουν σε συγκεκριμένο άτομο. Το γεγονός ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1 είχε τη φυσική κατοχή των ναρκωτικών, ενώ ο εφεσείων βρισκόταν σε αυτοκίνητο που ακολουθούσε προσφέροντας ουσιαστικά προστασία στο προπορευόμενο όχημα, δεν διαφοροποιεί ουσιαστικά το βαθμό της ευθύνης του εφεσείοντα. Στα πλαίσια του σχεδίου που οργανώθηκε, ο κάθε ένας που έλαβε μέρος σε αυτή τη συνωμοσία, είχε διαφορετικό ρόλο, με κοινό όμως στόχο, τη μεταφορά των ναρκωτικών ουσιών από μία επαρχία σε άλλη για να την προμηθεύσουν σε συγκεκριμένο πρόσωπο.
Εκεί όπου υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ των ενεργειών των δύο κατηγορουμένων που δικαιολογούσε τη διαφοροποίηση των ποινών ήταν το γεγονός ότι ο πρώην κατηγορούμενος 1, με προφανή κίνδυνο τόσο για τον ίδιο όσο και για την οικογένειά του αποκάλυψε τα στοιχεία τρίτου προσώπου που εμπλεκόταν στην υπόθεση, κάτι που οδήγησε στη δίωξη του προσώπου αυτού. Αυτό, όπως επεσήμανε ορθά το Κακουργιοδικείο, δικαιολογεί σημαντική έκπτωση στην ποινή (βλ. Αναστάση Φραγκίσκου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 224/14, ημερομηνίας 25.11.2015). Σύμφωνα με την Αγγλική νομολογία η έκπτωση στην ποινή κυμαίνεται από το ήμισυ μέχρι το εν τρίτο της ποινής που διαφορετικά θα επιβαλλόταν (Blackstone Criminal Practice 2016, παρ. Ε1.13, Archbold 2015, παρ. 5-138). Περαιτέρω, ο πρώην κατηγορούμενος 1 αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας, σύμφωνα με ιατρικά πιστοποιητικά που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο, τα οποία καταδεικνύουν ότι αυτός παρουσιάζει τελικού σταδίου χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και είναι απόλυτα εξαρτώμενος από αιμοκάθαρση εφ΄ όρου ζωής. Διευκρινίζεται ότι υποβάλλεται σε τρεις συνεδρίες αιμοκάθαρσης εβδομαδιαίως διαρκείας τεσσάρων ωρών κάθε μία και είναι επιρρεπής σε λοιμώξεις. Αυτός ο παράγοντας είχε βαρύνουσα σημασία στην απόφαση του Κακουργιοδικείου να αναστείλει την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης.
Η υπόθεση Αντωνάκη Φλούρου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση 27/2015, ημερομηνίας 29.6.2016, ECLI:CY:AD:2016:B311, που μας παρέπεμψε ο κ. Τσολακίδης, διαφοροποιείται ως προς τα γεγονότα. Εκεί το ζήτημα που εγέρθηκε ήταν, σε συνάρτηση με την αναστολή σοβαρότερης κατηγορίας σε έναν από τους κατηγορούμενους, χωρίς να δοθούν εξηγήσεις, κάτι που δημιούργησε εξ αντικειμένου δικαιολογημένο αίσθημα αδικίας, δεδομένου ότι και τα περιστατικά της υπόθεσης δεν δικαιολογούσαν τη διαφοροποίηση.
Η αρχή της ισότητας διασφαλίζεται από το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος. Η υποχρέωση του Δικαστηρίου κατά την επιβολή ποινής είναι να μεταχειρίζεται με ομοιόμορφο τρόπο όλους όσους βρίσκονται στην ίδια θέση, έτσι ώστε να μην προκαλείται, δικαιολογημένα, αίσθημα αδικίας. Η ισότητα, όμως, ενώπιον του Νόμου δε σημαίνει αριθμητική εξίσωση, αλλά ισότητα έναντι αυθαίρετων διακρίσεων, μη αποκλείοντας εύλογες διακρίσεις, εάν αυτό δικαιολογείται από τις περιστάσεις (βλ. Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (1999) 2 ΑΑΔ 354 και Γερμανός ν. Δημοκρατίας (2013) 2 ΑΑΔ 525).
Στην παρούσα περίπτωση, όπως έχουμε αναλύσει πιο πάνω, υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των ενεργειών των δύο κατηγορουμένων. Τόσο η ουσιαστική αποκάλυψη των στοιχείων τρίτου προσώπου που εμπλεκόταν στην υπόθεση, κάτι που οδήγησε στη σύλληψή του, με προφανή τον κίνδυνο στον ίδιο και στην οικογένειά του, όσο και η κατάσταση της υγείας του, ορθά οδηγήσαν σε διαφοροποίηση της ποινής που επιβλήθηκε στους δύο κατηγορούμενους. Συνεπώς, δε διαπιστώνουμε ότι έχει παραβιαστεί η αρχή της ισότητας και ο σχετικός λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Αναφορικά με την εισήγηση του εφεσείοντα περί έκδηλα υπερβολικής ποινής στις κατηγορίες 4 και 8 θεωρούμε ότι το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη του και εξισορρόπησε τόσο τα επιβαρυντικά όσο και τα ελαφρυντικά στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του. Υπενθυμίζουμε την αρχή της νομολογίας ότι οι προηγούμενες υποθέσεις είναι ενδεικτικές των ποινών που επιβάλλονται για παρόμοια αδικήματα, με τη μεγαλύτερη ίσως χρησιμότητα του δικαστικού προηγούμενου στον τομέα αυτό να έγκειται στον εντοπισμό των περιστάσεων που θεωρήθηκαν ως ελαφρυντικές ή επιβαρυντικές. Οι προηγούμενες υποθέσεις δεν παρέχουν πάντοτε ασφαλή καθοδήγηση, καθότι μπορούν να παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά, εν τούτοις συχνά δεν υπάρχει ταυτοσημία σε βαθμό που θα ήταν σωστό να επιβάλλεται η ίδια ποινή σε κατοπινή υπόθεση.
Ο ρόλος του εφεσείοντα στην όλη επιχείρηση έχει αναλυθεί πιο πάνω και, για τους λόγους που εξηγήσαμε, δεν εντοπίζουμε οποιοδήποτε σφάλμα αρχής, ούτε κρίνουμε την ποινή υπερβολική, δεδομένης της σοβαρότητας των κατηγοριών και της ανάγκης για αποτροπή.
Το ζήτημα που εγέρθηκε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα, ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μετά τη σύλληψη του τρίτου προσώπου ο εφεσείων δήλωσε στην κατηγορούσα αρχή ότι είναι πρόθυμος να αναγνωρίσει το τρίτο πρόσωπο και να καταθέσει εναντίον του στο Δικαστήριο, δεν θεωρούμε ότι μπορεί να έχει οποιαδήποτε επίπτωση στην ποινή. Ο εφεσείων, εάν επιθυμούσε να συνεργαστεί με τις αστυνομικές αρχές για τη δίωξη τρίτου προσώπου που ήταν εμπλεκόμενο, θα μπορούσε να το κάνει, πριν επιβληθεί η ποινή για να μπορεί να τον επικαλεστεί ως επιπρόσθετο μετριαστικό παράγοντα με την αναγκαία έκπτωση στην ποινή. Το γεγονός ότι δεν γνώριζε τα στοιχεία του τελικού αποδέκτη, δεν τον εμπόδιζε να αναφέρει ότι ήταν διατεθειμένος να τον αναγνωρίσει, και εφόσον το τρίτο πρόσωπο είχε συλληφθεί, θα μπορούσε να προβεί στην αναγνώρισή του σ΄ εκείνο το στάδιο. Άλλωστε, σύμφωνα με τη νομολογία, η έκπτωση που μπορεί να δοθεί στην ποινή σε τέτοια περίπτωση εξαρτάται από την ποιότητα και ακρίβεια των πληροφοριών. Η εκ των υστέρων και με γενικό και αόριστο τρόπο δήλωσή του δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Εφετείο και να οδηγήσει σε έκπτωση της ποινής.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ