ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:B70
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 281/2018)
1 Μαρτίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30.2 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ
(ΚΕΦ. 155) ΑΡΘΡΟ 43(2)
ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ xxx ΚΑΚΑΡΑΝΤΖΑ
_ _ _ _ _ _
Εφεσείων προσωπικά.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Ο Εφεσείων, ως ιδιώτης κατήγορος, συνέταξε κατηγορητήριο, το οποίο παρουσιάστηκε ενώπιον Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, προκειμένου να διατάξει όπως αυτό καταχωρισθεί. Η ευπαίδευτη πρωτόδικος Δικαστής δεν επέτρεψε την καταχώρηση του εν λόγω κατηγορητηρίου, για λόγους που αναφέρει στην απόφασή της. Στη συνέχεια, κατ΄ ακολουθία των διαλαμβανομένων στο άρθρο 43(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, εξασφαλίσθηκε από τον Εφεσείοντα βεβαίωση της άρνησης της Δικαστού και ακολούθησε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, με αίτημα την έκδοση διατάγματος το οποίο και να διατάσσει την καταχώρηση του κατηγορητηρίου. Αδελφή Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου απέρριψε το υπό αναφορά αίτημα, κρίνοντας ότι η αιτούμενη άδεια για καταχώρηση του κατηγορητηρίου δεν δικαιολογείτο. Με αυτό ως δεδομένο, ο Εφεσείων καταχώρησε ειδοποίηση έφεσης, προσβάλλοντας την άρνηση παροχής άδειας.
Προτού προχωρήσουμε στην εξέταση της ουσίας του ενώπιόν μας διαβήματος, καλέσαμε τον Εφεσείοντα να αγορεύσει ως προς το κατά πόσον παρέχεται η δυνατότητα περαιτέρω προσβολής, δι΄ «εφέσεως», της απόφασης για απόρριψη του αιτήματός του από την αδελφή Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Εισηγήθηκε ότι η ειδοποίηση εφέσεως είναι απόλυτα δικαιολογημένη αφού, «. κατά το άρθρο 155 του Συντάγματος το Ανώτατο Δικαστήριο είναι το Ανώτατο Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο και έχει τη δικαιοδοσία να κρίνει και να αποφασίζει κατά τις διατάξεις του Συντάγματος επί πάσης εφέσεως κατ΄ αποφάσεως οποιουδήποτε άλλου Δικαστηρίου».
Το όλο ζήτημα, της ιδιότυπης (suis generis) αυτής διαδικασίας, διέπεται από τις πρόνοιες του άρθρου 43 του Κεφ. 155, το οποίο έχει ως ακολούθως:
«43.(1) Κάθε κατηγορητήριο παρουσιάζεται σε Δικαστή του Δικαστηρίου στο οποίο το κατηγορητήριο απαγγέλλεται.
(2) Κατόπιν μελέτης του κατηγορητηρίου ο Δικαστής δύναται να διατάξει όπως αυτό καταχωριστεί ή, αν αρνείται να δώσει τέτοια διαταγή, αυτός πρέπει, αν παρακληθεί με αυτό τον τρόπο από το πρόσωπο που απαγγέλλει την κατηγορία εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της άρνησης, να δώσει σε αυτό βεβαίωση της άρνησης, και το πρόσωπο αυτό δύναται, εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της εξασφάλισης της βεβαίωσης να ζητήσει από το Ανώτατο Δικαστήριο ή Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου την έκδοση διατάγματος που να διατάσσει την καταχώριση του κατηγορητηρίου και, αν το διάταγμα εκδοθεί, το κατηγορητήριο καταχωρίζεται ανάλογα.»
Τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 43 του Κεφ. 155, εξετάζονται στο σύγγραμμα των Λοϊζου και Πική, Criminal Procedure in Cyprus, στις σελίδες 61 και 62, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Before a charge is filed, it must be approved by a Judge of the Court before which the charge is preferred.
The Judge may, after perusal of the charge, either approve it by directing that the same shall be filed or may withhold approval. In the event of refusal the Judge must, if he is so requested, give within ten days from the date of refusal, a certificate of such refusal whereupon it will be open to an aggrieved party to apply within ten days to the Supreme Court to review the decision. If the Supreme Court decides that the filing of the charge was wrongly refused, they may make an order directing that the charge be filed. A certificate of refusal must be in the form prescribed by the Criminal Procedure Rules.»
Στο σύγγραμμα Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, 2η Αναθεωρημένη Έκδοση του Criminal Procedure in Cyprus 1975 του Γεώργιου Μ. Πική, στη σελίδα 123, εντοπίζονται τα εξής σχετικά:
«Το κατηγορητήριο πρέπει να εγκριθεί από δικαστή πριν την καταχώρισή του. Ο δικαστής, μετά τη θεώρηση του κατηγορητηρίου, μπορεί να το εγκρίνει, διατάσσοντας την καταχώρισή του ή μπορεί να αποστεί από την έγκρισή του. Στη δεύτερη περίπτωση - εάν ζητηθεί - ο δικαστής πρέπει, εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της άρνησής του να εγκρίνει το κατηγορητήριο, να εκδώσει πιστοποιητικό απόρριψης, οπόταν παρέχεται ευχέρεια στον Κατήγορο να εφεσιβάλει την απόφαση εντός δέκα ημερών.»
Υπό το φως των πιο πάνω, διαπιστώνεται ότι τα ένδικα μέσα που είχε στη διάθεσή του ο Εφεσείων εξαντλήθηκαν, αφού είχε ήδη απευθυνθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, προσβάλλοντας, ουσιαστικά, την πρωτόδικη άρνηση προς καταχώρηση του κατηγορητηρίου. Η απόφαση Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου που ακολούθησε, σφράγισε οριστικά και την τύχη του αιτήματός του.
Συμπληρώνουμε, προς ολοκλήρωση, ότι δεν αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα, ούτε από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ως δικαίωμα, η δυνατότητα άσκησης έφεσης. Τέτοια δυνατότητα μπορεί να προσδιοριστεί και να ρυθμιστεί με νόμο, χωρίς τον οποίο δεν χωρεί έφεση, όπως επισημαίνεται στη σχετική επί του θέματος απόφαση Γρηγορίου ν. Τράπεζας Κύπρου Λτδ (Αρ. 2) (1999) 2 ΑΑΔ 174, 183:
«Ούτε το Σύνταγμα ούτε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγνωρίζουν ως δικαίωμα τη δυνατότητα άσκησης έφεσης. Η δυνατότητα άσκησης έφεσης μπορεί να προσδιοριστεί και να ρυθμιστεί με νόμο. Χωρίς τον οποίο, δεν χωρεί έφεση. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε από τον Τριανταφυλλίδη Π. στην Photini Polycarpou Georkadji and Another v. The Republic (1971) 2 C.L.R. 229, με αναφορά στην Healy v. Ministry of Health [1954] 3 All E.R. 449, τα Δικαστήρια δεν εφευρίσκουν δικαίωμα έφεσης όταν τέτοιο δεν παρέχεται ούτε σφετερίζονται κατ΄έφεση δικαιοδοσία όταν τέτοια δεν δημιουργείται. (Βλ. συναφώς και Εvangelos Christofi v. The Police (1970) 2 C.L.R. 117, Georghios Lazarou and Others v. The Police (1973) 2 C.L.R. 81, Attorney-General v. Pouris & Others, (ανωτέρω), Γενικός Εισαγγελέας ν. Λαζαρίδης κ.ά. (1992) 2 Α.Α.Δ. 8, Κυριάκου ν. Δήμου Έγκωμης (1992) 2 Α.Α.Δ. 414, Δημοκρατία ν. Ερμογένους κ.ά. (1990) 2 Α.Α.Δ. 459 και Χριστοδούλου και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 443.).»
Συνεπώς, η ενώπιόν μας έφεση είναι ανυπόστατη και, συνακόλουθα, δεν ενεργοποιεί τη δικαιοδοσία μας. Κατά προέκταση, απορρίπτεται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΣΦ.