ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:B118
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 133/2016
29 Μαρτίου, 2019
[ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΗΛΙΑ
Εφεσείοντας
v.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Εφεσίβλητη
***************************
Μιχάλης Β. Ιωάννου, Για τον Εφεσείοντα
Ζαχαρίας Λ. Συμεού, δικηγόρος της Δημοκρατίας, Για την Εφεσίβλητη, Δημοκρατία
*******************************
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Α. Πούγιουρου, Δ.
****************
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ: Ο εφεσείων βρέθηκε ένοχος μετά από ακρόαση στις κατηγορίες α)για οδήγηση οχήματος χωρίς φώτα κατά παράβαση του Κανονισμού 50(10)(α)(ι) των περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Κανονισμών του 1984 (κατηγορία 1), β) για οδήγηση μοτοσυκλέτας/ μοτοποδηλάτου χωρίς προστατευτικό κράνος κατά παράβαση του Κανονισμού 59(2) των ιδίων Κανονισμών (κατηγορία 2) και γ) για οδήγηση οχήματος χωρίς πινακίδες εγγραφής κατά παράβαση του Κανονισμού 6(1)(2)(5)(6) και 16 των ιδίων Κανονισμών (κατηγορία 3).
Η κατηγορία 1 αφορούσε στην οδήγηση στις 15/4/2012 της μοτοσυκλέττας με αρ. εγγραφής xxx x88 στην οδό Μίλτωνος στη Λεμεσό κατά το διάστημα μεταξύ μισής ώρας μετά τη δύση του ήλιου και μισής ώρας πριν την ανατολή του ήλιου δηλ. η ώρα 00.40 χωρίς να είναι εφοδιασμένο με μπροστινό φανό που να εκπέμπει φως χρώματος λευκού.
Οι κατηγορίες 2 και 3 αφορούσαν στην οδήγηση της ίδιας μοτοσυκλέτας κατά τον ίδιο χρόνο και τόπο με την κατηγορία 1 χωρίς προστατευτικό κράνος και χωρίς πινακίδα με τα διακριτικά σημεία της ταυτότητας της στο μπροστινό της μέρος, αντίστοιχα.
Ο εφεσείων/κατηγορούμενος αρνήθηκε ενοχή και η υπόθεση οδηγήθηκε σε ακρόαση στην οποίαν βρέθηκε ένοχος και στις τρεις κατηγορίες και του επιβλήθηκε η ποινή του προστίμου των 200, 150 και 100 στις κατηγορίες 1, 2 και 3 αντίστοιχα.
Ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της απόφασης που στρέφεται εναντίον της καταδίκης του μόνο, ως λανθασμένης, με δέκα λόγους έφεσης.
Οι λόγοι έφεσης 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7 και 8 είναι συναφείς και προσβάλλουν ουσιαστικά την αξιολόγηση της μαρτυρίας από πλευράς Δικαστηρίου που οδήγησε σε λανθασμένα ευρήματα. Ο λόγος έφεσης 4 προσβάλλει το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η χρήση κράνους χωρίς τα λουριά πρόσδεσης του συνιστούσε το αδίκημα της κατηγορίας 2. Ο λόγος έφεσης 9 αναφέρεται στο αναιτιολόγητο της απόφασης και τέλος ο λόγος έφεσης 10 προσβάλλει ως λανθασμένη την παράλειψη του Δικαστηρίου να λάβει υπόψη του την ανακριτική κατάθεση της ΜΚ1 μαζί με τη μετάφραση της, περιοριζόμενο μόνο στη διά ζώσης μαρτυρία της.
Για την πλευρά της Κατηγορούσας Αρχής έδωσαν μαρτυρία πρωτόδικα η Μ. Σ. N. (ΜΚ1), ο αστυφύλακας xxxx, Π. Π. (ΜΚ2) και ο Σ. Ε. (ΜΚ3). Ο εφεσείων, αφού κλήθηκε σε απολογία, προτίμησε να δώσει μαρτυρία ενόρκως και δεν κάλεσε οποιοδήποτε μάρτυρα υπεράσπισης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εκδίδοντας την απόφαση του ασχολήθηκε κατ' αρχάς με τη δεκτότητα της μετάφρασης της ανακριτικής κατάθεσης της ΜΚ1, η οποία είχεν κατατεθεί ως Τεκμήριο 7 για τον περιορισμένο σκοπό ότι ήταν απλά η μετάφραση που έγινε από τον μεταφραστή και κατεγράφη από τον ΜΚ2 και όχι για την ακρίβεια του περιεχομένου της. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, το Δικαστήριο με αναφορά στο σύγγραμμα Το Δίκαιο της Απόδειξης, Δικονομικές και Ουσιαστικές Πτυχές, Τ. Ηλιάδη και Ν. Σάντη σελ. 393) δεν έλαβε οτιδήποτε υπόψη σε σχέση με το Τεκμήριο 7, πέραν του σκοπού για τον οποίον κατατέθηκε. Με τον ίδιο τρόπο το Δικαστήριο αντιμετώπισε και τη μετάφραση που ετοιμάστηκε δυνάμει του άρθρου 5 του περι Επισήμων Γλωσσών της Δημοκρατίας Νόμου του 1988 (Ν.67/1988), εφόσον ούτε αυτή έγινε δεκτή για την ακρίβεια του περιεχομένου της από την υπεράσπιση. Όπως το Δικαστήριο αναφέρει στην απόφαση του, έλαβε υπόψη μόνο την μετάφραση της ανακριτικής κατάθεσης της ΜΚ1 που έγινε κατά τη διάρκεια της διά ζώσης μαρτυρίας της στο Δικαστήριο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέθεσε στη συνέχεια τα γεγονότα που έκρινε ότι αποτελούν κοινές θέσεις των διαδίκων που είναι τα εξής:
«(1) Στις 15/4/2012 περί ώρα 00:40 ο κατηγορούμενος οδηγούσε το μοτοποδήλατο με αρ. εγγραφής xxx x88 στην οδό Μίλτωνος με νότια κατεύθυνση.
(2) Την ίδια μέρα και ώρα η ΜΚ 1 οδηγούσε το όχημα με αρ. εγγραφής xxx x63 στη νότια πλευρά της οδού Μίλτωνος με βόρεια κατεύθυνση.
(3) Σε κάποιο σημείο στη συμβολή της οδού Μίλτωνος με την Αντικυθήρων, ενώ η ΜΚ 1 επιχειρούσε δεξιά στροφή προς την οδό Αντικυθήρων το όχημα της συγκρούστηκε με το μοτοποδήλατο του κατηγορούμενου.
(4) Στη σκηνή εντοπίστηκε το κράνος του κατηγορούμενου.
(5) Από το μοτοποδήλατο xxx x88 έλειπε όλο το σύστημα φώτων πορείας μπροστά και πίσω. Έλειπε δηλαδή η βάση του φανού με τη λάμπα (βλ. Λεχθέντα του κατηγορούμενου κατά την αντεξέταση και ανακριτική κατάθεση Τεκμήριο 4, ως επίσης και του ΜΚ 2 στην κατάθεση του, Τεκμήριο 3).»
Αμέσως μετά κατέγραψε τις θέσεις του εφεσείοντα, τις οποίες θεώρησε ως αναντίλεκτες, που είναι οι εξής:
«(1) Τα λουριά πρόσδεσης του κράνους του ήταν κομμένα (βλ. Λεχθέντα του κατά την αντεξέταση και ανακριτική κατάθεση Τεκμήριο 4).
(2) Ότι φορούσε το κράνος του σε αυτή την κατάσταση (βλ. Λεχθέντα του κατά την αντεξέταση και ανακριτική κατάθεση Τεκμήριο 4).»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο σημειώνει στην απόφαση του ότι η ευθύνη πρόκλησης του δυστυχήματος δεν αποτελούσε αντικείμενο της διαδικασίας, προσθέτοντας ότι τα θέματα που έχρηζαν εξέτασης ήταν 1) κατά πόσο ο εφεσείων οδηγούσε το μοτοποδήλατο χωρίς μπροστινό φανό και συγκεκριμένα χωρίς φανάρι με μπαταρίες σε λειτουργία, 2) κατά πόσο συνιστούσε ικανοποιητική μαρτυρία για τη διάπραξη του αδικήματος της κατηγορίας 2 ότι φορούσε το κράνος στην κατάσταση που περιέγραψε και 3) αν το μοτοποδήλατο του έφερε πινακίδες με αρ. κυκλοφορίας.
Το Δικαστήριο αξιολογώντας την ενώπιον του μαρτυρία έκρινε ότι οι ΜΚ1 και ΜΚ2 είπαν την αλήθεια στο Δικαστήριο. Ειδικά για τη ΜΚ1 που ήταν η οδηγός του αυτοκινήτου που είχεν εμπλακεί στο δυστύχημα με το μοτοποδήλατο του εφεσείοντα, από το οποίο προέκυψαν και τα αδικήματα που αντιμετώπιζε ο εφεσείων, τονίζει στην απόφαση ότι η θέση της ότι το μοτοποδήλατο του εφεσείοντα δεν είχε αναμμένο το μπροστινό φως ήταν σαφής. Σημειώνει δε ότι η ΜΚ1 δεν ήταν σε θέση να τοποθετηθεί σε σχέση με το κράνος ή τις πινακίδες εγγραφής ή αν αυτό είχε φανό, χωρίς όμως η τοποθέτηση της αυτή να επηρέαζε την αξιοπιστία της ή να προσέδιδε αντιφατικότητα στις θέσεις της.
Σ' όσον αφορά τον ΜΚ2, αστυνομικό εξεταστή του δυστυχήματος, το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν πολύ συγκεκριμένος στις θέσεις του και ότι από έρευνα που έκαμε στη σκηνή δεν εντόπισε στο μοτοποδήλατο του εφεσείοντα να υπήρχε σύστημα με φανό ή πινακίδες εγγραφής. Αντιλήφθηκε όμως την ύπαρξη καλωδίων στο μοτοποδήλατο τα οποία δεν έλεγξε, εφόσον η υπερασπιστική γραμμή του εφεσείοντα ήταν διαφορετική, ότι δηλαδή το μοτοποδήλατο του διέθετε φανάρι με μπαταρίες. Σημειώνει περαιτέρω ότι δεν υποβλήθηκε εξάλλου στον ΜΚ2 ότι τα καλώδια αυτά σχετίζοντο με το φανάρι.
Για τον δε ΜΚ3 που ήταν συνοδηγός στο αυτοκίνητο που οδηγούσε η ΜΚ1, το Δικαστήριο έκρινε ότι στα κύρια σημεία η μαρτυρία του ήταν συμπερασματική παρά δικής του γνώσης, παραπέμποντας στο μέρος της μαρτυρίας του που καταδείκνυε την τάση του αυτή. Ως αποτέλεσμα, απέρριψε τη μαρτυρία του ως αναξιόπιστη.
Σ' όσον αφορά τον εφεσείοντα, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν ειλικρινής στις βασικές του θέσεις, μια εκ των οποίων ήταν η κατ' ισχυρισμόν ύπαρξη στο μοτοποποδήλατο φαναριού με μπαταρίες, έτσι ώστε το Δικαστήριο να σχηματίσει την εντύπωση ότι αποτελούσαν εκ των υστέρων σκέψεις. Οι αναφορές επίσης του εφεσείοντα για την ταχύτητα του μοτοποδηλάτου του που ο ίδιος καθορίζει σε 30-40 χαω ενώ δεν είχε ταχύμετρο, με αναφορά σε νομολογία (βλ. Χαραλάμπους ν. Ξυδά (2007) 1 Α.Α.Δ. 792, Σπύρου ν. Χριστοδούλου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1193, Χρυσοστόμου ν. Cameron (2010) 1 (Γ) A.A.Δ. 1992, Χρίστου ν. Χρίστου, Πολ. Έφ. 250/2010, ημερ. 10/7/2015), ECLI:CY:AD:2015:A483, δεν έγιναν αποδεκτές από το πρωτόδικο Δικαστήριο, λόγω μη παράθεσης του γνωσιολογικού υπόβαθρου που να επέτρεπε στον εφεσείοντα να προβεί σε υπολογισμό της ταχύτητας του. Τελικά το Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα ως αναξιόπιστη.
Μετά την πιο πάνω αξιολόγηση προέβη στα ακόλουθα επιπρόσθετα ευρήματα:
«Ευρήματα:
(1) Ο κατηγορούμενος οδηγούσε το μοτοποδήλατο του χωρίς να έχει μπροστινό σύστημα με φανό επομένως χωρίς αναμμένο φως.
(2) Ο κατηγορούμενος οδηγούσε το μοτοποδήλατο του χωρίς να έχει μπροστινή πινακίδα με αρ. κυκλοφορίας.
(3) Ο κατηγορούμενος φορούσε κράνος του οποίου τα λουριά ήταν κομμένα. Μετά τη σύγκρουση, όταν έπεσε στο οδόστρωμα, δεν φορούσε το κράνος του. Εξέτασα κατά πόσο ο τρόπος που φορούσε το κράνος ικανοποιεί τον κ. 59 (2) που απαιτεί όπως το κράνος είναι «στερεά προσδεδεμένο στην κεφαλή» και της χρήσης του «εκ κατασκευής εξοπλισμού πρόσδεσης του εν λόγω κράνους» και κατέληξα ότι η χρήση κράνους χωρίς τα λουριά πρόσδεσης του συνιστά το αδίκημα για το οποίο κατηγορείται. (βλ. Ανάλογη πρόνοια του κ. 4(3) των Αγγλικών Motor Cycles (Protective Helmets) Regulations 1998 (SI 1998/1807)[4] και τα αναφερόμενα στο σύγγραμμα Wilkinson's Road Traffic Offences, 23rd ed, 2007, Vol. 1, §9.59, σελ. 671[5]) .»
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα στο διάγραμμα αγόρευσης του προς υποστήριξη των λόγων έφεσης, έδωσε έμφαση στις κατ' ισχυρισμό αντιφατικές εκδοχές της ΜΚ1 στη μαρτυρία της, ιδιαίτερα ως προς το χρόνο που αντιλήφθηκε για πρώτη φορά τον εφεσείοντα και αν πρόσεξε ότι το μοτοποδήλατο είχε μπροστινό φανό. Από αναδρομή μας στα πρακτικά η ΜΚ1 ήταν σαφής ότι η πρώτη φορά που αντιλήφθηκε το μοτοποδήλατο του εφεσείοντα ήταν ένα δευτερόλεπτο πριν τη σύγκρουση των δύο οχημάτων, διαφορετικά αν τον έβλεπε πιο πριν δεν θα επιχειρούσε τη στροφή δεξιά. Η διαφορά του ενός δευτερολέπτου απ' όταν αντιλήφθηκε τον εφεσείοντα, σίγουρα δεν ενέχει τη σημασία που της απέδωσε ο δικηγόρος του εφεσείοντα, για να θεωρηθεί τόσο ουσιώδης αντίφαση με την ανακριτική της κατάθεση, όπου ισχυρίστηκε ότι δεν είδε προηγουμένως τον εφεσείοντα. Ούτε επίσης η θέση της ΜΚ1 ότι στο ένα δευτερόλεπτο που προηγήθηκε του δυστυχήματος δεν είχε χρόνο να ελέγξει κατά πόσο το μοτοποδήλατο ήταν εφοδιασμένο με μπροστινό φανό, καθιστά τη μαρτυρία της αναξιόπιστη, που είναι μια από τις εισηγήσεις που πρόβαλε ο εφεσείων. Από την όλη μαρτυρία της ΜΚ1 προβάλλει σταθερή η θέση της ότι το μοτοποδήλατο δεν είχε αναμμένο φως διαφορετικά θα το έβλεπε.
Η θέση αυτή της ΜΚ1 επιβεβαιώνεται και από τη μαρτυρία του ΜΚ2 ότι από έρευνα που έκαμε στο μοτοποδήλατο απουσίαζε το όλο σύστημα φώτων πορείας τόσο στο μπροστινό όσο και στο πισινό μέρος του μοτοποδηλάτου. Δεν εντόπισε επίσης να υπήρχε φανάρι μπαταρίας αλλ' ούτε και η έρευνα του στη σκηνή κατέδειξε την ύπαρξη τέτοιου φαναριού.
Παραθέτουμε αυτούσιο τον Κανονισμό 50(10)(α)(ι):
«50. Τηρου΅ένων των διατάξεων των Κανονισ΅ών 51, 52 και 53 και λα΅βανο΅ένου υπ' όψιν ότι ο κινητήρ φορτηγού ΅ηχανοκινήτου οχή΅ατος ή λεωφορείου δέον όπως αναπτύσση 4.4. καθαράς χιλιοβατόρας (NET KILOWATTS) ανά 1000 χιλιόγρα΅΅α ΅ικτού βάρους, ουδείς θέλει προκαλέσει, ανεχθεί ή επιτρέψει την χρήσιν ΅ηχανοκινήτου οχή΅ατος εφ' οιασδήποτε οδού, ουδέ οδηγήσει ή αναλάβει την ευθύνην ή τον έλεγχο ΅ηχανοκινήτου οχή΅ατος ότε τούτο χρησι΅οποιείται εφ' οιασδήποτε οδού, εκτός εάν τηρηθώσιν αι ακόλουθοι διατάξεις:
..............................................................................................................................................................................................
(10) Παν όχη΅α ΅ηχανοκίνητον ή ΅η δέον όπως είναι εφωδιασ΅ένον διά δύο ή πλειόνων φανών ούτω κατεσκευασ΅ένων και τοποθετη΅ένων επί του οχή΅ατος ώστε να εκπέ΅ωσι φώς κατά τας κάτωθι διατάξεις: ...................................................................................
....................................................................................
........................................................................................................................................................................
Νοείται ότι προκει΅ένου περί ΅οτοσυκλεττών και ΅οτοποδηλάτων, ταύτα δέον όπως είναι εφωδιασ΅ένα ΅ε σύστη΅α πρόσθιων φανών όπως αυτά τοποθετούνται από τον κατασκευαστή, τα οποία εκπέ΅πουν προς την κατεύθυνσιν της πορείας ή της σκοπου΅ένης πορείας του οχή΅ατος, και δι' ενός οπισθίου φανού εκπέ΅ποντος φως χρώ΅ατος ερυθρού προς την αντίθετον κατεύθυνσιν·οι φανοί θα πρέπει να είναι ανα΅΅ένοι και κατά τη διάρκεια της η΅έρας και κατά τη διάρκεια της νύκτας· ΅οτοσυκλέτται ΅ετ' α΅αξιδίου υπόκεινται, διά τους σκοπούς της παρούσης παραγράφου, εις τας προνοίας, αι οποίαι διέπουσι τα λοιπά ΅ηχανοκίνητα οχή΅ατα: Νοείται περαιτέρω ότι οι πρόσθιοι φανοί δύνανται να εκπέ΅πωσι φως χρώ΅ατος κιτρίνου αντί λευκού, εις τοιαύτην περίπτωσιν ό΅ως άπαντα τα χρησι΅οποιού΅ενα φώτα της αυτής κατηγορίας δέον όπως εκπέ΅πωσι φως του αυτού χρώ΅ατος: Νοείται έτι περαιτέρω ότι όλα τα οχή΅ατα των κατηγοριών L1e, L2e, L3e, L4e, L5e, L6e, και L7e, όπως αυτές καθορίζονται στην παράγραφο (1) του Κανονισ΅ού 13 των περί Έγκρισης Τύπου Οχη΅άτων (Κατηγορίες L1e ΅έχρι L7e), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστη΅άτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισ΅ών, που εισάγονται ή ΅εταφέρονται στη ∆η΅οκρατία από την 1η Ιανουαρίου 2010, για να εγγραφούν, πρέπει να είναι εξοπλισ΅ένα ΅ε σύστη΅α αυτο΅άτης λειτουργίας των προσθίων φανών ΅ε την εκκίνηση και κατά τη λειτουργία του κινητήρα·
.......................................................................................................»
(θ)............................................................................................
(ι) παν ΅ηχανοκίνητον όχη΅α δέον όπως έχη ανη΅΅ένους τους φανούς, κατά το διάστη΅α ΅εταξύ η΅ισείας ώρας ΅ετά την δύσιν του ηλίου και η΅ισείας ώρας προ της ανατολής του ήλιου, ώστε να εκπέ΅πουν φως κατά τας ανωτέρω διατάξεις.»
Συνεπώς ο λόγος έφεσης 1 που προσβάλλει το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων οδηγούσε το μοτοποδήλατο χωρίς αυτό να έχει μπροστινό σύστημα με φανό και επομένως χωρίς να έχει αναμμένο φως, δεν μπορεί να πετύχει.
Σ' όσον αφορά την εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα στο διάγραμμα αγόρευσης του ότι απουσίαζε μαρτυρία που να οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι το μοτοποδήλατο δεν έφερε στο μπροστινό μέρος πινακίδες εγγραφής (λόγος έφεσης 2), δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Η μαρτυρία του ΜΚ2, την οποία αποδέχθηκε το Δικαστήριο, ήταν σαφής ότι το μοτοποδήλατο δεν έφερε πινακίδα εγγραφής στο μπροστινό του μέρος και ούτε η έρευνα του στη σκηνή κατέδειξε ότι καταστράφηκαν πινακίδες κατά τη σύγκρουση ή απωλέσθηκαν στη σκηνή.
Συνεπώς ούτε ο λόγος έφεσης 2 μπορεί να πετύχει.
Οι λόγοι έφεσης 3 και 4 είναι συναφείς και προσβάλλουν τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το γεγονός ότι ο εφεσείων φορούσε κράνος του οποίου τα λουριά ήταν κομμένα, στοιχειοθετείτο το αδίκημα της κατηγορίας 2. Σημειώνεται ότι από τα πρακτικά στα οποία έχουμε ανατρέξει διαφαίνεται ότι η πιο πάνω θέση προβλήθηκε από τον ίδιο τον εφεσείοντα στη μαρτυρία του, ότι δηλαδή φορούσε το κράνος με κομμένα τα λουριά του. Το Δικαστήριο ενόψει του ευρήματος του αυτού, εξέτασε κατά πόσο ο τρόπος αυτός ικανοποιούσε τις πρόνοιες του Κανονισμού 59(2) που είναι ανάλογες με του Κανονισμού 4(3) των Αγγλικών Motor Cycles (Protective Helmets) Regulations 1998, που προνοεί όπως το κράνος είναι «στερεά προσδεδεμένο στην κεφαλή» και της χρήσης του «εκ κατασκευής εξοπλισμού πρόσδεσης του εν λόγω κράνους» και κατέληξε με αναφορά στο σύγγραμμα Wilkinson' s Road Traffic Offences, 23η Έκδ. 2007, Τόμος 1, παραγρ. 9.59 σελ. 671, ότι η χρήση κράνους χωρίς λουριά πρόσδεσης αποκαλύπτει το αδίκημα για το οποίο κατηγορείτο ο εφεσείων.
Παραθέτουμε αυτούσιο τον κανονισμό 59(2):
«59(2) Ο οδηγός ΅οτοσικλέτας ή ΅οτοποδηλάτου ή ηλεκτροκίνητου ποδηλάτου ή οχή΅ατος κατηγορίας L6e ή L7e καθώς και το πρόσωπο που ΅εταφέρεται Υποχρεώσεις οδηγών και επιβατών ΅οτοσυκλετών ή ΅οτοποδηλάτων κλπ. 78 πάνω σε αυτό ως επιβάτης, όταν ταξιδεύουν σε οποιαδήποτε οδό ή όταν χρησι΅οποιούν το εν λόγω όχη΅α, πρέπει να φέρουν στερεά προσδεδε΅ένο στην κεφαλή τους προστατευτικό κράνος του τύπου που εγκρίνεται εκάστοτε από τον Έφορο σύ΅φωνα ΅ε γνωστοποίηση του που δη΅οσιεύεται στην Επίση΅η Εφη΅ερίδα της ∆η΅οκρατίας, χρησι΅οποιώντας τον εκ κατασκευής εξοπλισ΅ό πρόσδεσης του εν λόγω κράνους: Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος Κανονισ΅ού όχη΅α κατηγορίας L6e ή L7e έχει την έννοια που καθορίζεται στην παράγραφο 1 του Κανονισ΅ού 13 των περί Έγκρισης Τύπου Οχη΅άτων (Κατηγορίας L1e ΅έχρι L7e) των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστη΅άτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισ΅ών.»
Από την άλλη εντοπίζεται και το σημείο από τη μαρτυρία της ΜΚ1 ότι όταν ο εφεσείων έπεσε στο οδόστρωμα συνεπεία του δυστυχήματος, δεν φορούσε κράνος. Σημειώνουμε επίσης τη θέση της ότι δεν πρόσεξε στο ένα δευτερόλεπτο που προηγήθηκε αν φορούσε κράνος.
Εξετάσαμε την εισήγηση και δεν εντοπίζουμε οτιδήποτε το μεμπτόν ως προς την πιο πάνω διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Οι λόγοι έφεσης 5, 6 και 7 προσβάλλουν την αξιολόγηση της μαρτυρίας του εφεσείοντα, της ΜΚ1 και του ΜΚ2 αντίστοιχα, ως λανθασμένης.
Πάγια θέση της νομολογίας είναι ότι το θέμα αξιολόγησης της μαρτυρίας ανήκει κατά κύριο λόγο στο πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους μέσα στα πλαίσια της ζωντανής ατμόσφαιρας της δίκης. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε θέματα αξιοπιστίας. Τέτοια επέμβαση δικαιολογείται αν τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται τη κοινή λογική ή αν δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή τα ίδια τα ευρήματα του. Όπου, με βάση το σύνολο της μαρτυρίας ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να καταλήξει στις διαπιστώσεις που τελούν υπό αμφισβήτηση, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. Είναι επίσης νομολογιακά καθιερωμένο ότι, ακόμη και αν διαπιστώνονται αντιφάσεις στη μαρτυρία, πεδίο επέμβασης του Εφετείου παρέχεται μόνο όταν οι εν λόγω αντιφάσεις είναι ουσιαστικής μορφής, δημιουργούν ρήγμα στην υπόθεση, πλήττουν καίρια την αξιοπιστία μάρτυρα και φανερώνουν διάθεση να αποκρύψει την αλήθεια (βλ. Κωνσταντίνου ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 754, Γερμανός κ.ά. ν. Αστυνομίας (2013) 2 Α.Α.Δ. 525 και Λαζάρου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 633, Ανδρέας Μαππούρας ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 77/2016, ημερ. 12/4/2017, ECLI:CY:AD:2017:B143 και Δώρος Πολυκάρπου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 149/2015, ημερ. 25/4/2017, ECLI:CY:AD:2017:D145.).
Εξετάσαμε κάθε στοιχείο που προβλήθηκε από πλευράς δικηγόρου του εφεσείοντα στο διάγραμμα αγόρευσης του που κατ' ισχυρισμό καταδείκνυε το λανθασμένο της αποδοχής της μαρτυρίας των ΜΚ1 και ΜΚ2 και της απόρριψης εκείνης του εφεσείοντα. Συνολικά κρίνοντας την πρωτόδικη απόφαση, δεν εντοπίσαμε οτιδήποτε το μεμπτόν ως προς τον τρόπο προσέγγισης της μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Η αξιολόγηση της μαρτυρίας συντελέστηκε με άμεμπτο και επιμελή τρόπο και ορθά οδήγησε σε εύρημα ενοχής του εφεσείοντα επί των πιο πάνω αδικημάτων.
Ο λόγος έφεσης 8 προσβάλλει ως εσφαλμένο το συμπέρασμα του Δικαστηρίου ότι αποτελούσε κοινή θέση των μερών ότι έλειπε από το μοτοποδήλατο η βάση του φανού με τη λάμπα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εντοπίζει από τη μαρτυρία του εφεσείοντα τη θέση του ότι το μοτοποδήλατο δεν διέθετε σύστημα φώτων μπροστά και πίσω αλλά διέθετε φανάρι με μπαταρία μπροστά και πίσω από το χρόνο που το αγόρασε, που σημειωτέον τέτοιο φανάρι δεν εντοπίστηκε από το ΜΚ2. Σχετική επίσης είναι και η μαρτυρία του ΜΚ2 ότι έλειπε η βάση του φαναριού με τη λάμπα που είναι μέρος του συστήματος των φώτων. Συνεπώς η εισήγηση αυτή του δικηγόρου ότι δηλαδή δεν ήταν κοινή θέση ότι έλειπε η βάση του φανού της λάμπας δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
Σ΄ όσον αφορά το λόγο έφεσης 9 που αναφέρεται στο αναιτιολόγητο της απόφασης, από ενδελεχή μελέτη των πρακτικών σε συνάρτηση με τα τεκμήρια, βρίσκουμε την απόφαση πλήρως αιτιολογημένη και τα ευρήματα του Δικαστηρίου να είναι σύμφωνα με την αξιολόγηση και τα ενώπιον του στοιχεία. Είναι η διαπίστωση μας ότι όλα τα ευρήματα και διαπιστώσεις του Δικαστηρίου ήταν εύλογες στη βάση του μαρτυρικού υλικού.
Παρέμεινε τέλος να εξεταστεί ο λόγος έφεσης 10 που προσβάλλει ως λανθασμένο τον αποκλεισμό της μετάφρασης του Τεκμηρίου 7, που είναι η γραπτή κατάθεση της ΜΚ1 στην Αστυνομία. Θα πρέπει να λεχθεί ότι μας εκπλήττει η εισήγηση αυτή από πλευράς εφεσείοντα. Από αναδρομή στα πρακτικά διαφαίνεται ότι όταν επιχειρήθηκε η κατάθεση της μετάφρασης του Τεκμηρίου 7 ως κανονικού τεκμηρίου, η πλευρά του εφεσείοντα έφερε ένσταση, αμφισβητώντας την ορθότητα της μετάφρασης, την οποία ένσταση το Δικαστήριο έκαμε δεκτή. Εν πάση περιπτώσει, όπως αναφέραμε ανωτέρω, καμιά σημασία ενέχει η μη κατάθεση της μετάφρασης του Τεκμηρίου 7, εφόσον κατά τη διάρκεια της μαρτυρίας της ΜΚ1 έγινε μετάφραση του Τεκμηρίου 7 διά ζώσης.
Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι τίποτε το ουσιαστικό δεν προβάλλεται από πλευράς εφεσείοντα με το οποίο να μπορούσε να τεθεί θέμα μεμπτότητας του τρόπου αξιολόγησης της δοθείσας μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο και συνακόλουθα εσφαλμένων ευρημάτων.
H έφεση απορρίπτεται.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.