ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 ΑΑΔ 152
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Σωφρόνη Σωφρονίου (2000) 2 ΑΑΔ 151
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:B52
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 111/15)
21 Φεβρουαρίου 2019
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
xxx ΧΡΙΣΤΟΦΗ
Εφεσείων
ΚΑΙ
xxx ΚΩΣΤΑΠΠΗ
Εφεσίβλητου
---------
Λ. Λυσάνδρου, για εφεσείοντα.
Γ. Χατζηπαρασκευάς για Κούσιο, Κορφιώτη και Παπαχαραλάμπους ΔΕΠΕ, για τον εφεσίβλητο.
--------------
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της αθώωσης του εφεσίβλητου από κατηγορίες έκδοσης επιταγών χωρίς αντίκρισμα.
Η μαρτυρία του ιδιώτη κατήγορου ΜΚ2 δεν έγινε αποδεκτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο το οποίο θεώρησε ότι η μαρτυρία αυτή άφηνε σοβαρό κενό και σκιές και μετέωρο το θέμα της αντιπαροχής σε ότι αφορά τις επίδικες επιταγές. Εν όψει δε της θέσης που προέβαλε η υπεράσπιση ότι οι επίδικες επιταγές εξοφλήθηκαν και μάλιστα πριν από την ημερομηνία πληρωμής τους με διάφορες πληρωμές που γίνονταν από τον εφεσίβλητο προς τον ΜΚ2 και αφορούσαν την εξόφληση δανείων με πολύ υψηλό επιτόκιο, το Δικαστήριο θεώρησε ότι υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με το τι αφορούσαν τελικά οι επίδικες επιταγές και ότι δεν έχει πεισθεί από τον ΜΚ2 σχετικά.
Με τους τρεις λόγους έφεσης προσβάλλεται το έργο της αξιολόγησης της μαρτυρίας του ΜΚ2 αφενός και του εφεσίβλητου αφετέρου. Με τους λόγους έφεσης 2 και 3 προσβάλλεται ρητώς και ευθέως η αξιολόγηση της μαρτυρίας. Ο πρώτος λόγος επίσης στρέφεται κατά της κατάληξης του πρωτοδίκου Δικαστηρίου ότι δεν έχει αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας η μη πληρωμή των επιταγών. Ο λόγος όμως αυτός δεν εδράζεται επί νομικού σημείου, αλλά δι΄αυτού προσβάλλεται εύρημα του Δικαστηρίου επί γεγονότων και ειδικά για το ότι οι επιταγές έχουν πληρωθεί. Τούτο όμως δεν επιτρέπεται. Η άσκηση έφεσης από αθωωτική απόφαση υπόκειται στους περιορισμούς που θέτει το άρθρο 137(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Οι πρόνοιες του άρθρου αυτού αντανακλούν τη θεμελιακή αρχή ότι ο κατηγορούμενος δεν πρέπει να βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο καταδίκης για περισσότερες της μιας φοράς. Η αρχή αυτή αποτελεί ένα από τα εχέγγυα της ελευθερίας και ενσωματώνεται στο Άρθρο 12.2 του Συντάγματος (Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 Α.Α.Δ. 152). Η εκδήλωση της αρχής αυτής εξηγήθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Σοφρωνίου (2000) 2 Α.Α.Δ. 151:
«Πρόδηλο είναι από το κείμενο του Άρθρου 137(1)(α), κρινόμενο στην ολότητά του, ότι το δικαίωμα υποβολής έφεσης από το Γενικό Εισαγγελέα περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Αποκλείεται η άσκηση έφεσης κατά της αξιολόγησης της μαρτυρίας ή οποιουδήποτε θέματος συναφούς προς αυτή, όπως αποκλείεται η προσβολή των ευρημάτων του δικαστηρίου επί των γεγονότων.»
Εν όψει της διαπίστωσης ότι η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της αξιολόγησης της μαρτυρίας, η έφεση κρίνεται απαράδεκτη.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα υπέρ εφεσίβλητου και εναντίον εφεσείοντα πλέον Φ.Π.Α.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/φκ