ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Ν. Θρασυβούλου, για τον Εφεσείοντα. Μ. Αβρααμίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-01-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΠΑΤΣΑΛΙΔΗΣ ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ, Ποινική Έφεση Αρ. 81/2016, 16/1/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:B7

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 81/2016)

 

16 Ιανουαρίου, 2019

                                                        

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΧΧΧΧ ΠΑΤΣΑΛΙΔΗΣ,

Εφεσείων,

ΚΑΙ

 

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ,

Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

Ν. Θρασυβούλου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Αβρααμίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από την Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος σε μία κατηγορία προσβολής δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, κατά παράβαση των άρθρων 2, 3, 4, 5, 6, 7, 7Β, 7Δ, 7Ε, 11Ε, 13, 14Γ και 14(1)(δ) του περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου (Ν.59/76), όπως τροποποιήθηκε και του επιβλήθηκε χρηματική ποινή €1.000.

 

Με βάση τις λεπτομέρειες του αδικήματος, ο κατηγορούμενος στις 28.10.2012 και ώρα 11.50, στο υπαίθριο παζάρι στα Λειβάδια της Επαρχίας Λάρνακας, εν γνώσει του εξέθετε εμπορικά 208 αντίτυπα ψηφιακών οπτικών δίσκων (DVDs) κινηματογραφικού περιεχομένου ενέχοντα προσβολή υφιστάμενου δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας επί ψηφιακών δίσκων. Ακόμα μία κατηγορία που αντιμετώπιζε ο εφεσείων απορρίφθηκε και ο εφεσείων αθωώθηκε και απαλλάγηκε από αυτήν στο τέλος της διαδικασίας.

 

Προς υποστήριξη της υπόθεσης της κατηγορούσας αρχής δόθηκε μαρτυρία από τέσσερις μάρτυρες. Οι δύο πρώτοι μάρτυρες, ήταν αστυφύλακες, οι οποίοι ερεύνησαν την υπόθεση. Μαρτυρία δόθηκε επίσης από τον Π.Π., ΜΚ3, ο οποίος κατέθεσε ως πραγματογνώμονας, εξέτασε τους 208 ψηφιακούς δίσκους που κατασχέθηκαν στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης και ετοίμασε σχετική έκθεση, η οποία κατατέθηκε ως Τεκμ. 6. Κατέληξε στο τελικό συμπέρασμα ότι το σύνολο των ψηφιακών οπτικών δίσκων που κατασχέθηκαν είναι κλεψίτυπα αντίτυπα των γνήσιων. Συνέταξε, επίσης, και επισύναψε στην έκθεσή του κατάσταση κατασχεθέντων κινηματογραφικών ταινιών με τους τίτλους και τις δικαιούχες εταιρείες. Κατάθεσε ως ΜΚ4 ο Μ.Α., γραμματέας της Κυπριακής Εταιρείας Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων (Κ.Ε.Π.Ο.Ε.) Λίμιτεδ, ο οποίος κατέθεσε το καταστατικό της εταιρείας, πιστοποιητικό διευθυντών και πιστοποιητικό εγγραφής της εν λόγω εταιρείας. Στο μάρτυρα δόθηκε η κατάσταση των κατασχεθέντων κινηματογραφικών ταινιών με τους τίτλους και τις δικαιούχες εταιρείες που ετοιμάστηκε από το ΜΚ3 και υποστήριξε ότι οι συγκεκριμένες ταινίες ανήκαν σε μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Κατέθεσε, επίσης, δύο έγγραφα που δόθηκαν από την εταιρεία ODEON A.E. και Village Road Show Διανομείς Ταινιών Α.Ε., αντίστοιχα, με τα οποία βεβαιώνεται ότι η κάθε εταιρεία είναι αποκλειστική νόμιμη δικαιούχος δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών και εκμετάλλευσης για την Ελλάδα και Κύπρο, των αναφερομένων στα αντίστοιχα έγγραφα κινηματογραφικών ταινιών.

 

Ο εφεσείων, αφού κλήθηκε σε απολογία, επέλεξε τη σιωπή. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία που προσήχθη από την κατηγορούσα αρχή την οποία έκρινε αξιόπιστη, κατέληξε στα ακόλουθα ευρήματα:

 

«. ότι ο Κατηγορούμενος στο παζαράκι, στο χωριό Λειβάδια, είχε σε πάγκο εκτεθειμένα 208 DVD στα οποία υπήρχαν εγγεγραμμένες διάφορες κινηματογραφικές ταινίες. Ο Μ.Κ.2 είχε υποψιαστεί, λόγω της εξωτερικής εμφάνισης τους, ότι δεν ήταν γνήσια για αυτό και τα κατάσχε προς διαπίστωση της γνησιότητας τους. Κλήθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό ο εμπειρογνώμονας της Κυπριακής Εταιρείας Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων, κ. Π.Π, Μ.Κ.3, ο οποίος εξέτασε σε ειδικό πρόγραμμα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του την γνησιότητα των συγκεκριμένων DVD, εφαρμόζοντας το ικανό δείγμα και κατέληξε, για τους λόγους που κατέγραψε με λεπτομέρεια στο Τεκμήριο 6,  ότι ήταν κλεψίτυπα. Λόγω του ότι ήταν κλεψίτυπα εξετάστηκε περαιτέρω το θέμα κατά πόσο προστατεύονταν από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Η έρευνα του εμπειρογνώμονα κατέδειξε ότι τα περισσότερα προστατεύονταν από πνευματικά δικαιώματα τα οποία εκπροσωπούνταν, δυνάμει εκχώρησης, από την Κ.Ε.Π.Ο.Ε.»

 

Ακολούθως, το Δικαστήριο ανέλυσε τις πρόνοιες της σχετικής νομοθεσίας και, αφού ενέταξε τα γεγονότα στο νομικό πλαίσιο επί του οποίου εδράζονταν οι κατηγορίες, κατέληξε ότι η κατηγορούσα αρχή είχε αποδείξει την υπόθεσή της σε σχέση με τη δεύτερη κατηγορία, ενώ αθώωσε τον εφεσείοντα σε σχέση με την πρώτη κατηγορία.

 

Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον της καταδίκης, και προβάλλονται εννέα λόγοι έφεσης, ως ακολούθως:

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης αμφισβητείται το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι αποδεικνύονται τα συστατικά στοιχεία της κατηγορίας. Με το δεύτερο και τρίτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία του ΜΚ2 ήταν εμπεριστατωμένη, τεκμηριωμένη, πλήρως αιτιολογημένη και ανεξάρτητη, καθώς και το ότι ο εν λόγω μάρτυρας κρίθηκε ως εμπειρογνώμονας. Με τον τέταρτο λόγο έφεσης αμφισβητείται η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η μαρτυρία του ΜΚ4 ήταν πειστική και έπεισε για την αλήθεια των λεχθέντων. Με τον πέμπτο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το Δικαστήριο στηρίχθηκε σε ανύπαρκτη μαρτυρία για την εξαγωγή συμπερασμάτων. Με τον έκτο, έβδομο και όγδοο λόγο έφεσης αμφισβητούνται τα ευρήματα του Δικαστηρίου που συναρτώνται με το ότι δικαιούχος των πνευματικών δικαιωμάτων ήταν η Κ.Ε.Π.Ο.Ε., κάτι που δεν υποστηρίζεται ούτε από τις λεπτομέρειες της κατηγορίας, όπως διατυπώνονται στο κατηγορητήριο. Με τον ένατο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε αντιφατικά ευρήματα.

 

Αποτελεί θέση του εφεσείοντα ότι στη βάση των λεπτομερειών της κατηγορίας που κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, η κατηγορούσα αρχή όφειλε να αποδείξει (α) ότι υφίστατο δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί των 208 DVDs, (β) το δικαιούχο πνευματικής ιδιοκτησίας του κάθε DVD ξεχωριστά, (γ) κατά πόσο υπήρξε προσβολή του εν λόγω δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας για το κάθε DVD ξεχωριστά μέσω της προσφοράς προς πώληση και (δ) τη γνώση του εφεσείοντα.

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία, εισηγήθηκε ο εφεσείων, ο ΜΚ3, ο οποίος εξέτασε τα επίδικα DVDs, δεν εξέτασε και τους 208 δίσκους. Η παράλειψή του να προβεί σε φυσικό έλεγχο με προβολή της κινηματογραφικής ταινίας από τη μια και της βιντεοταινίας από την άλλη, για να διαπιστωθεί ότι αφορούσαν το ίδιο ακριβώς έργο, αποτελεί κενό αναφορικά με την ύπαρξη πρωτογενών γεγονότων. Δεν έχει επίσης αποδειχθεί ποιος είναι ο δικαιούχος του κάθε ενός από τους 208 ψηφιακούς δίσκους στους οποίους γίνεται αναφορά στο κατηγορητήριο. Καμία μαρτυρία, σύμφωνα με την εισήγηση, δεν υπάρχει που να καταδεικνύει για τον κάθε τίτλο του κάθε ψηφιακού δίσκου ποιος έχει το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και πώς το απέκτησε, όπως προνοείται στο σχετικό Νόμο, κάτι το οποίο θα έπρεπε να αποδειχθεί με συγκεκριμένη έγγραφη μαρτυρία, σύμφωνα με το άρθρο 12(5) του Νόμου. Η αναφορά του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι τα μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε. είναι δικαιούχοι, δεν υποστηρίζεται από οποιαδήποτε έγγραφη μαρτυρία και, εν πάση περιπτώσει, η μαρτυρία τόσο του ΜΚ3, όσο και του ΜΚ4, δεν καθορίζει χρονικά πότε οι εταιρείες είχαν τα ισχυριζόμενα πνευματικά δικαιώματα, ούτε υπήρξε μαρτυρία κατά πόσο η ODEON, VILLAGE ROAD SHOW και SONY PICTURES HOME ENTERTAINMENT HELLAS είναι οντότητες που εμπίπτουν στο άρθρο 4 του Νόμου.

 

Από την άλλη, η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας υποστήριξε στο διάγραμμα αγόρευσής της και κατά την ενώπιόν μας συζήτηση της έφεσης την πρωτόδικη απόφαση.

 

Η κατηγορία στην οποία κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων στηρίζεται στο άρθρο 14(1)(δ) του περί του Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου του 1976, Ν.59/1976, ως τροποποιήθηκε, στο εξής «ο Νόμος». Το άρθρο 14, σε όση έκταση ενδιαφέρει για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης, προνοεί ως ακολούθως:

 

«14(1) Οποιοσδήποτε ο οποίος εν γνώσει του-

 

(α) Παράγει για πώληση ή εκμίσθωση οποιοδήποτε αντίτυπο το οποίο ενέχει προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας το οποίο υπάρχει σε κάποιο έργο, ή συγγενικού δικαιώματος, το οποίο προστατεύεται από τον παρόντα Νόμο, ή

 

(β).

 

(γ).

 

(δ) εκθέτει εμπορικά και δημόσια οποιοδήποτε τέτοιο αντίτυπο, ή

 

(ε)..

 

διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δε θα υπερβαίνει τις ογδόντα χιλιάδες ευρώ (€80.000) ή σε φυλάκιση η οποία δε θα υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές και, σε περίπτωση δεύτερης ή οποιασδήποτε μεταγενέστερης καταδίκης υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δε θα υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή σε φυλάκιση η οποία δε θα υπερβαίνει τέσσερα (4) έτη ή και στις δύο αυτές ποινές.»

 

Το άρθρο 2 του Νόμου, όπου περιέχονται οι ερμηνευτικές διατάξεις, καθορίζει το αντίτυπο ως ακολούθως:

«"αvτίτυπo" σημαίvει εκείvo τo oπoίo αvαπαράγεται με τη μoρφή εγγράφoυ, ηχoγράφησης, κινηματογραφικής ταιvίας, εγγραφής με ηλεκτρovικό ή άλλo μέσo ή με oπoιαδήπoτε άλλη υλική μoρφή, αλλά έτσι ώστε έvα αvτικείμεvo vα μη θεωρείται αvτίτυπo κάπoιoυ αρχιτεκτovικoύ έργoυ εκτός αv τo αvτικείμεvo είvαι oικoδoμή ή πρόπλασμα·».

 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ούτε έχει αμφισβητηθεί από τον εφεσείοντα ότι τα κατασχεθέντα DVDs είναι αντίτυπα εν τη εννοία του Νόμου. Σχετική είναι η μαρτυρία του ΜΚ3 και το Τεκμ. 6. Δεν αμφισβητήθηκε, επίσης, όπως ορθά ανέφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι οι ταινίες είναι προστατεύσιμα έργα, σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του Νόμου.

 

Ως προς τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται από το Νόμο σχετικό είναι το άρθρο 4, το οποίο προνοεί ως ακολούθως:

 

«4. Δικαιώματα αναγνωρίζονται κατά τον παρόντα Νόμο—

 

(α) Επί παντός προστατεύσιμου αντικειμένου, ο δικαιούχος του οποίου, ή προκειμένου περί περισσότερων δικαιούχων, οιοσδήποτε των δικαιούχων, είναι, κατά το χρόνο της γενέσεως του δικαιώματος ή, ειδικώς προκειμένου περί εκπομπής, κατά το χρόνο της πραγματοποιήσεως της εκπομπής, προσοντούχο πρόσωπο, ήτοι—

 

(i) Άτομο, το οποίο είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή έχει τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία,

 

(ii) νομικό πρόσωπο, το οποίο συστάθηκε δυνάμει των νόμων της Δημοκρατίας, ή

 

(iii) υπήκοος Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

 

Νοείται ότι το αυτό ισχύει και για νομικά πρόσωπα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται πραγματικά και αδιάλειπτα με την οικονομία του Κράτους Μέλους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, επί τη βάσει των νόμων του οποίου απέκτησαν νομική προσωπικότητα.»

 

«Δικαιούχος» στις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2 σημαίνει «τον αρχικό δικαιούχο, τον εκδοχέα ή τον δικαιούχο αποκλειστικής άδειας, αναλόγως της περιπτώσεως, του σχετικού μέρους του δικαιώματος·».

 

Ως προς το πότε υπάρχει προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας προνοείται από το άρθρο 13:

«13.-(1) Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας προσβάλλεται από όποιο πρόσωπο προβαίνει, προκαλεί ή επιτρέπει σε άλλο πρόσωπο να προβεί, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, στην τέλεση πράξης η οποία ελέγχεται από δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας.

 

(2) Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας προσβάλλεται επίσης από οποιοδήποτε, ο οποίος, χωρίς την άδεια του δικαιούχου, εισάγει στη Δημοκρατία ή εξάγει από τη Δημοκρατία για χρήση, εξαιρουμένης της ατομικής ή οικιακής, ή διανέμει σ' αυτήν εμπορικά ή πωλεί ή ενοικιάζει ή δανείζεται ή μεταδίδει στο κοινό ή εκπέμπει ή εκθέτει δημόσια ή με οποιοδήποτε τρόπο διαφημίζει οποιοδήποτε αντικείμενο το οποίο συνιστά δυνάμει του εδαφίου (1) προσβολή δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας.»

 

Σημειώνουμε ότι το εν λόγω άρθρο τροποποιήθηκε μεταγενέστερα της παρούσας υπόθεσης με το Νόμο 207(Ι)/2012, χωρίς όμως η τροποποίηση να επηρεάζει τις πιο πάνω πρόνοιες.

 

Το άρθρο 13(8) του Νόμου που ίσχυε κατά τον επίδικο χρόνο προνοεί την ίδια ερμηνεία για το δικαιούχο πνευματικής ιδιοκτησίας, ως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 2 του Νόμου, ήτοι τον αρχικό δικαιούχο, τον εκδοχέα ή τον αποκλειστικό αδειούχο, αναλόγως της περιπτώσεως του σχετικού μέρους του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. 

 

Δικαιούχος στην προκείμενη περίπτωση ήταν, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, η Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Σημειώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε λανθασμένα για την ερμηνεία του δικαιούχου πνευματικής ιδιοκτησίας στο άρθρο 13(14) του Νόμου, το οποίο δεν ίσχυε στη δεδομένη περίπτωση, όπως έχουμε προαναφέρει. Όμως, δε δημιουργείται οποιοδήποτε πρόβλημα, καθότι δεν έχει αλλάξει η ερμηνεία του δικαιούχου, απλά η αρίθμηση.

 

Παραθέτουμε αυτούσια την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του θέματος αυτού:

 

«Όπως προκύπτει από το Τεκμήριο 7, παράγραφος 3, του Ιδρυτικού και Καταστατικού Εγγράφου της Κ.Ε.Π.Ο.Ε. η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας συγκεκριμένων πολυεθνικών εταιρειών είχε παραχωρηθεί στην Κ.Ε.Π.Ο.Ε. Μεταξύ των εταιρειών αυτών ήταν η ODEON, η VILLAGE ROAD SHOW και η SONY PICTURES HOME ENTERTAINMENT HELLAS, η οποία σύμφωνα με την μαρτυρία του M.K.4 έχει παραχωρήσει τα δικαιώματα της στην FEELGOOD ENTERTAINMENT AE. Οπόταν, δικαιούχος των πνευματικών δικαιωμάτων ήταν η Κ.Ε.Π.Ο.Ε.»

 

Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ΜΚ4, γραμματέα της Κ.Ε.Π.Ο.Ε., όλες οι ταινίες ανήκουν σε μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Το όνομα Κ.Ε.Π.Ο.Ε. είναι διαφορετικό από την Ε.Π.Ο.Ε. που αναγράφεται στο κατηγορητήριο. Όμως, φαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια που έδιδε μαρτυρία ο ΜΚ4, δεν αμφισβητήθηκε ότι η Κ.Ε.Π.Ο.Ε. δεν είχε σχέση με την υπόθεση. Ούτε στο στάδιο των αγορεύσεων εγέρθηκε τέτοιο θέμα. Αντίθετα, η εισήγηση που προωθήθηκε από τον κ. Θρασυβούλου πρωτοδίκως ήταν ότι δεν αποδείχθηκε ότι τα δικαιώματα επί των ταινιών τα έχει η Κ.Ε.Π.Ο.Ε., παρά μόνο μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε., χωρίς να προσκομιστεί μαρτυρία για παραχώρηση ή εκχώρηση των δικαιωμάτων αυτών.

 

Η Κ.Ε.Π.Ο.Ε., σύμφωνα με το καταστατικό της, Τεκμ. 7, συστάθηκε με στόχο την προστασία των συμφερόντων και προάσπιση των πάσης φύσεως δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων επί των οπτικοακουστικών έργων των οποίων τα μέλη της εταιρείας είναι νόμιμοι δικαιούχοι. Προκύπτει, λοιπόν, σαφώς ότι νόμιμοι δικαιούχοι των οπτικοακουστικών έργων είναι τα μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Με βάση τη βεβαίωση που κατατέθηκε πρωτοδίκως ως Τεκμ. 9, η ODEON A.E. είναι αποκλειστική νόμιμη δικαιούχος δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας οκτώ εκ των κινηματογραφικών ταινιών που περιλαμβάνονταν στα κατασχεθέντα DVDs. Επίσης, η εν λόγω εταιρεία αποτελεί μία εκ των μελών της Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Περαιτέρω, με βάση τη δεύτερη βεβαίωση του Τεκμ. 9, η εταιρεία Village Roadshow Διανομείς Ταινιών Α.Ε., επίσης μέλος της Κ.Ε.Π.Ο.Ε., είναι αποκλειστική νόμιμη δικαιούχος των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δύο άλλων κινηματογραφικών ταινιών που περιλαμβάνονται στα DVDs που κατασχέθηκαν.

Ως εκ των ανωτέρω, θεωρούμε ότι ο ΜΚ4, γραμματέας της Κ.Ε.Π.Ο.Ε., μπορούσε να παρουσιαστεί στο Δικαστήριο και να δώσει μαρτυρία ως προς την ύπαρξη των δικαιωμάτων αυτών των εταιρειών στις επίδικες ταινίες. Δικαιούχοι των έργων είναι εταιρείες, μέλη της Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Σύμφωνα με το καταστατικό που υπέγραψαν τα μέλη, η Κ.Ε.Π.Ο.Ε. στόχο είχε την προστασία αυτών των δικαιωμάτων.  Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία για σκοπούς απόδειξης της κατηγορίας είναι ότι τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί των αρχικών έργων δεν ανήκαν στον εφεσείοντα, ούτε έλαβε άδεια από τους δικαιούχους να εκθέτει εμπορικά τα κατασχεθέντα DVDs.

 

Συνεπώς, θεωρούμε ότι τα δικαιώματα επί των έργων που περιέχονται στα κατασχεθέντα DVDs καλύπτονται από το άρθρο 4 του Νόμου πιο πάνω.

 

Ο ΜΚ3 εξέτασε μόνο ένα DVD για κάθε τίτλο έργου. Με δεδομένο ότι η παραβίαση δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας αναφέρεται στο περιεχόμενο και δεν υπήρχε κατά τον επίδικο χρόνο νομοθετική πρόνοια που να επιτρέπει τη δειγματοληπτική εξέταση, όπως υπάρχει σήμερα, μετά την τροποποίηση που επέφερε ο Ν.207(Ι)/2012, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποδείχθηκε ότι όλα τα DVDs παραβιάζουν δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Δε μας διαφεύγει ότι ο ΜΚ3 κατέληξε στα ευρήματά του, εξετάζοντας τα κατασχεθέντα τεκμήρια και εξωτερικά. Παραπέμπουμε σχετικά στο Τεκμ. 6, όπου παρατίθενται με λεπτομέρεια τα αποτελέσματα εξέτασης των εν λόγω δίσκων. Όμως, στην απουσία μαρτυρίας περί εξέτασης του κάθε DVD ξεχωριστά, θεωρούμε ότι δε θα μπορούσε το Δικαστήριο να καταλήξει σε ασφαλές εύρημα ως προς την παραβίαση πνευματικού δικαιώματος σε συνάρτηση με όλα τα DVDs, παρά μόνο ως προς αυτά που εξέτασε ο ΜΚ3. Βέβαια, αυτό δεν επηρεάζει την κατηγορία στην οποία κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, η οποία διαπράττεται ανεξαρτήτως του αριθμού των DVDs. Θα επηρέαζε ενδεχομένως το ύψος του προστίμου, αλλά δεν υπάρχει έφεση επ΄ αυτού. Εν πάση περιπτώσει, και το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι τα περισσότερα DVDs ήταν κλεψίτυπα, έστω και εάν γίνεται αναφορά σε κάποιο σημείο της απόφασης περί 208 αντιτύπων.

 

Ως προς τη «γνώση» του εφεσείοντα, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι αυτή εξυπακούεται από τα περιστατικά της υπόθεσης στη βάση του πιο κάτω σκεπτικού:

 

«Από την ποιότητα των κατασχεθέντων DVD και από την τιμή πώλησης των ψηφιακών δίσκων μπορεί να συναχθεί η γνώση του Κατηγορούμενου ότι τα συγκεκριμένα ήταν κλεψίτυπα.  Δεν ήταν σφραγισμένα, δεν έφεραν την ταινία ασφαλείας για γνωστοποίηση της γνησιότητας, το περιτύλιγμά τους είναι από φθηνή ζελατίνη ενώ το εξώφυλλό τους είχε αναπαραχθεί από εκτύπωση μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή ή φωτοτύπιση.  Κάποιος που ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο σίγουρα είναι σε θέση να αναγνωρίζει κατά πόσο ένα DVD είναι αυθεντικό ή όχι και γνωρίζει πολύ καλά ότι η τιμή πώλησής του υπερβαίνει τα €5.  Εν πάση περιπτώσει ο Κατηγορούμενος δεν υποστήριξε ότι δεν γνώριζε, παρά το γεγονός ότι όταν κατηγορήθηκε είχε αναφέρει ότι έχει να πει θα το πει στο Δικαστήριο. .»

 

Δε διακρίνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου έτσι ώστε να απαιτείται η  παρέμβασή μας.

 

Θα εξετάσουμε το δεύτερο και τον τρίτο λόγο έφεσης μαζί. Ο ΜΚ2 κατέθεσε πιστοποιητικό της εταιρείας Ε.Π.Ο.Ε. με το οποίο πιστοποιείται ότι το εν λόγω πρόσωπο, μετά τη συμπλήρωση μαθημάτων πληροί τις απαραίτητες απαιτήσεις του λεγόμενου «Identification of counterfeit audiovisual products». Το γεγονός ότι, όπως αναφέρεται και στο  εν λόγω πιστοποιητικό, ο ΜΚ2 προέβη σε εκπαίδευση διάρκειας τριών μηνών μόνο, δεν υποδηλοί ότι δεν κατείχε την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη. Δεν έχει τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οτιδήποτε, ούτε η αντεξέταση που έγινε από τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα κατέδειξε έλλειψη εμπειρογνωμοσύνης επί του αντικειμένου για το οποίο κλήθηκε να καταθέσει.

 

Οι πραγματογνώμονες αντιμετωπίζονται από το Δικαστήριο με τον ίδιο τρόπο όπως και οι υπόλοιποι μάρτυρες και η μαρτυρία τους αξιολογείται στη βάση των ίδιων αρχών. Μόνο που στην περίπτωση των πραγματογνωμόνων η συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα δεν έχει τόση σημασία κατά την αξιολόγηση της αξιοπιστίας τους. Έχοντας διεξέλθει των πρακτικών, δε θεωρούμε ότι η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την αξιολόγηση του ΜΚ2 ήταν εσφαλμένη. Το γεγονός και μόνο ότι ο μάρτυρας είναι πραγματογνώμονας της Ε.Π.Ο.Ε. δεν μπορεί από μόνο του να έχει καταλυτική επίπτωση στην αξιολόγησή του. Η σχετική, όμως, έκθεση του Τεκμ. 6, η οποία περιέχει πλήρη ανάλυση και λεπτομέρειες της διεργασίας που έκαμε για να διαπιστώσει το γνήσιο ή μη των αντιτύπων, αποκαλύπτει την εμπειρογνωμοσύνη του. Διευκρινίζεται ότι η Κ.Ε.Π.Ο.Ε. αντιπροσωπεύει αρκετές εταιρείες - διανομείς κινηματογραφικών ταινιών.

 

Οι λόγοι έφεσης 2 και 3 απορρίπτονται.

 

Με τον τέταρτο λόγο έφεσης αμφισβητείται ουσιαστικά η αξιολόγηση της μαρτυρίας του ΜΚ4 ως πειστική «για την αλήθεια των λεχθέντων». Ούτε σε αυτή την περίπτωση θεωρούμε ότι προκύπτει λανθασμένη αξιολόγηση. Αντίθετα, ο μάρτυρας υπήρξε ειλικρινής και δεν προσπάθησε να παραθέσει στο Δικαστήριο οτιδήποτε για το οποίο ο ίδιος δεν ήταν σίγουρος. Περιορίστηκε να αναφέρει τα γεγονότα τα οποία γνώριζε. Συνεπώς, ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.

 

Ο πέμπτος, έκτος και έβδομος λόγος έφεσης αφορούν ουσιαστικά την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι τα πνευματικά δικαιώματα των περισσότερων ψηφιακών δίσκων εκπροσωπούνται δυνάμει εκχώρησης από την Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. Έχουμε ασχοληθεί με το ζήτημα αυτό κατά την εξέταση του πρώτου λόγου έφεσης.

 

Με τον όγδοο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δικαιούχος των πνευματικών δικαιωμάτων ήταν η Κ.Ε.Π.Ο.Ε., δε συνάδει με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας όπως διατυπώνονται στο κατηγορητήριο, όπου αναγράφεται η «εταιρεία προστασίας οπτικοακουστικών έργων». Είναι γεγονός ότι στο κατηγορητήριο αναφέρεται μία διαφορετική οντότητα από την Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. 

 

Οι λεπτομέρειες του αδικήματος στο οποίο κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων έχουν ως ακολούθως:

 

«Ο κατηγορούμενος κατά τον ίδιο τόπο και χρόνο που αναφέρεται στην πρώτη κατηγορία εν γνώσει του εξέθετε εμπορικά 208 αντίτυπα ψηφιακών οπτικών δίσκων (DVDς) κινηματογραφικού περιεχομένου ενέχοντα προσβολή του υφισταμένου δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας επί ψηφιακών δίσκων η «Εταιρεία Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων».»

 

Είναι εμφανές ότι το λεκτικό των λεπτομερειών πάσχει υπό την έννοια ότι δεν αναφέρει ποιος είναι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και λανθασμένα αναφέρεται σε Εταιρεία Προστασίας Οπτικοακουστικών Έργων, ενώ η όλη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν ότι οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων επί των DVDs στην Κύπρο ήταν η Κ.Ε.Π.Ο.Ε.. 

 

Με τις λεπτομέρειες που παρέχονται στο κατηγορητήριο παρατίθενται όλα τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος.  Το όνομα του δικαιούχου δεν είναι απαραίτητο να αναγράφεται στις λεπτομέρειες.  Σύμφωνα με τη μαρτυρία η Κ.Ε.Π.Ο.Ε. είναι κυπριακή εταιρεία της οποίας τα μέλη κατέχουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας επί των επίδικων ταινιών.  Το γεγονός ότι παρατέθηκε λανθασμένα στο κατηγορητήριο η Ε.Π.Ο.Ε. δεν προκάλεσε οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό στην Υπεράσπιση.  Ούτε εγέρθηκε εκ μέρους της Υπεράσπισης πρωτοδίκως το ζήτημα της λανθασμένης αναγραφής του δικαιούχου. Ούτε βεβαίως ζητήθηκε όπως δοθούν περαιτέρω λεπτομέρειες στις κατηγορίες λόγω του λανθασμένου λεκτικού που χρησιμοποιήθηκε προς διευκρίνιση της κατηγορίας.  Ως εκ τούτου, δεν κρίνουμε ότι η απόφαση θα μπορούσε να ανατραπεί λόγω λανθασμένης αναφοράς του δικαιούχου στις λεπτομέρειες της κατηγορίας.  Η μαρτυρία ήταν αρκούντος κατατοπιστική και δεν αμφισβητήθηκε από την Υπεράσπιση σε κανένα στάδιο, παρά μόνο με τον σχετικό λόγο έφεσης.  Ως εκ των ανωτέρω ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Με τον ένατο λόγο έφεσης προβάλλεται ότι το Δικαστήριο κατέληξε σε αντιφατικά ευρήματα, καταλήγοντας ότι περισσότεροι από τους 208 ψηφιακούς δίσκους καλύπτονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ενώ στο τέλος καταδικάζει τον εφεσείοντα για το αδίκημα της προσβολής πνευματικής ιδιοκτησίας για όλους τους 208 ψηφιακούς δίσκους.

 

Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Έχουμε ασχοληθεί με αυτό το ζήτημα κατά την εξέταση άλλου λόγου έφεσης.

 

Ενόψει των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται.

 

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο