ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:B491
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 41/2017)
12 Νοεμβρίου 2018
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ICE DEVELOPERS LIMITED,
Εφεσείουσα
ΚΑΙ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ
ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ,
Εφεσιβλήτων
--------------------------------------------
Χ. Φωτίου, για την Εφεσείουσα.
Ν. Τσιαπαλλής, για τους Εφεσίβλητους.
---------------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
ΑΠΟΦΑΣΗ (EX-TEMPORE)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου εισήχθηκαν δύο κατηγορίες, η μια εκ των οποίων αφορούσε σε εκτέλεση οικοδομικού έργου από την εφεσείουσα εταιρεία ότι ως νομικό πρόσωπο είχε αναλάβει την οικοδόμηση έργου εντός του τεμαχίου XXXXX, Φ/Σχ. LI/46 στην τοποθεσία Βίκλα στην Τίμη της επαρχίας Πάφου τον Ιανουάριο του 2013, χωρίς να ήταν κάτοχος ετήσιας άδειας σύμφωνα με τον περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμου αρ. 29(Ι)/2001, ως τροποποιήθηκε. Η δεύτερη κατηγορία αφορούσε τους τότε κατηγορούμενους 2, 3 και 4, ότι στη βάση του ίδιου Νόμου και υπό την ιδιότητα τους ως διευθυντές της εταιρείας υποβοήθησαν ή παρείχαν συνδρομή ή εξουσιοδότησαν ή παρακίνησαν την εκτέλεση του εν λόγω οικοδομικού έργου χωρίς να υπάρχει ετήσια άδεια σε ισχύ.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 22.11.2016, με το σκεπτικό του έκρινε ότι είχε στοιχειοθετηθεί η κατηγορία όσον αφορά την κατηγορούμενη 1, νυν εφεσείουσα εταιρεία, αλλά όχι όσον αφορά τη στοιχειοθέτηση της κατηγορίας εναντίον του τότε κατηγορούμενου 2, ο οποίος και αθωώθηκε. Να σημειωθεί ότι ο πρώην κατηγορούμενος 3 απαλλάχθηκε λόγω απόσυρσης της κατηγορίας κατά την έναρξη της υπόθεσης, ενώ ο πρώην κατηγορούμενος 4, είχε αθωωθεί και είχε απαλλαγεί από την ίδια κατηγορία με σχετική ενδιάμεση απόφαση.
Η στοιχειοθέτηση της κατηγορίας όσον αφορά το νομικό πρόσωπο που είναι ενώπιον τώρα του Εφετείου στηρίχθηκε στο γεγονός ότι είχε πιστοποιηθεί μέσα από τη μαρτυρία η ανάληψη της οικοδόμησης στο συγκεκριμένο χώρο χωρίς να είχε ανανεωθεί ή ενιαυσία άδεια για το 2013, ενώ κατά τα άλλα ήταν κάτοχος άδειας οικοδομής εργοληπτικών έργων κατηγορίας Δ. Το Δικαστήριο βρήκε, αφού απέρριψε διάφορες εισηγήσεις που έγιναν εκ μέρους της υπεράσπισης όσον αφορά την ανέγερση του έργου, την κατηγορία και του εμβαδού αυτού, ότι ενόψει του γεγονότος ότι δεν υπήρχε άδεια ανανεωμένη για το 2013, η κατηγορία ευσταθούσε όχι όμως και για τον πρώην κατηγορούμενο 2, εφόσον στη βάση των δεδομένων που είχε ενώπιον του δεν παρουσιάστηκε ικανοποιητική μαρτυρία σε ότι αφορούσε τη συνέργεια ή υποβοήθηση ή συνδρομή αυτού στην εφεσείουσα εταιρεία προς διάπραξη του αδικήματος το οποίο αυτός αντιμετώπιζε όσον αφορά τη δεύτερη κατηγορία.
Σε σχέση με την πρώτη κατηγορία η έφεση σήμερα επιδιώκει την ανατροπή της καταδίκης της εφεσείουσας στη βάση ενός και μοναδικού λόγου έφεσης και στη βάση ενός σύντομου διαγράμματος που αφορά στο ότι λανθασμένα και αντινομικά κρίθηκε ένοχη η εφεσείουσα εταιρεία για αδίκημα το οποίο δεν είναι αυστηρής ευθύνης, ενώ οι διευθυντές της και συγκεκριμένα ο πρώην κατηγορούμενος 2, απαλλάγηκε και αθωώθηκε από το Δικαστήριο στην πορεία της εκδίκασης της υπόθεσης, ενώ και οι υπόλοιποι δύο πρώην κατηγορούμενοι είχαν προγενέστερα επίσης απαλλαγεί και αθωωθεί αντίστοιχα. Η βασική εισήγηση του συνηγόρου της εφεσείουσας είναι ότι κατά νομοτελειακή αρχή, ένα νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να κριθεί ένοχο αν δεν αποδειχθεί ενοχή και του φυσικού προσώπου το οποίο κατά τον επίδικο χρόνο εκπροσωπούσε και δρούσε εκ μέρους και για λογαριασμό του νομικού προσώπου. Το επιχείρημα τέθηκε ενώπιον του Εφετείου κατά τον ίδιο τρόπο όπως και στο εφετήριο και το διάγραμμα, με την προσθήκη της απόφασης στην Ανδρέας Κυπρίζογλου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 53/2017, 64/2017, 66/2017 και 68/2017, ημερ. 15.12.2017.
Η αντίθετη θέση της εφεσίβλητης είναι ότι η καταδίκη μπορούσε να λάβει χώραν στη βάση του ότι διαφορετικό είναι το νομικό πρόσωπο και διαφορετικό το φυσικό πρόσωπο και από τη στιγμή που δεν υπήρχε άδεια σε ισχύ, η κατηγορία στοιχειοθετήθηκε υπό το φως της σχετικής μαρτυρίας, τα δε δεδομένα της καταδίκης, κατά τα λοιπά, δεν έχουν αμφισβητηθεί με την έφεση.
Έχοντας εξετάσει την όλη υπόθεση κρίνεται ότι δεν υφίσταται λόγος για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Η έφεση δεν αμφισβητεί στο ελάχιστο τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος που οδήγησαν στην καταδίκη της εφεσείουσας. Ως συστατικά στοιχεία της καταδίκης αναφέρθηκαν πρωτοδίκως, και ορθά από το Δικαστήριο, να ήταν η ανάληψη ή η εκτέλεση οικοδομικού ή τεχνικού έργου χωρίς ο αναλαμβάνων την εκτέλεση αυτή να είναι κάτοχος ετήσιας άδειας σε ισχύ, ενώ βεβαίως ο κατηγορούμενος πρέπει να είναι εγγεγραμμένος εργολήπτης που να δικαιούται να αναλαμβάνει τέτοια έργα. Και τα τέσσερα αυτά συστατικά στοιχεία στη βάση των προνοιών του άρθρου 29 εδάφιο (1) του Νόμου, έχουν αποδειχθεί στην παρούσα υπόθεση και δεν αμφισβητήθηκαν με την έφεση.
Η μοναδική αμφισβήτηση της καταδίκης συναρτάται με την αθώωση του πρώην κατηγορούμενου 2 και των υπόλοιπων φυσικών προσώπων. Η εισήγηση έγκειται στη θέση ότι είναι αντινομική η καταδίκη νομικού προσώπου με ταυτόχρονη αθώωση του κινητήριου μοχλού που κείται πίσω από την εταιρεία, δηλαδή, του φυσικού προσώπου που ενεργεί ως διοικητικός σύμβουλος αυτής. Αυτό όμως δεν είναι ορθό διότι παραγνωρίζει τη βασική διάκριση μεταξύ νομικού και φυσικού προσώπου και το ότι μπορεί να αποδειχθεί ένα αδίκημα της φύσεως αυτής και μόνο εναντίον του νομικού προσώπου, το οποίο νομικό πρόσωπο ήταν, σημειώνεται, και το εγγεγραμμένο πρόσωπο ως εργολήπτης στη βάση των προνοιών του Νόμου. Το ότι η διάκριση αυτή είναι δυνατή απορρέει και από την απόφαση στην Pavlos Zenonos General Motors Ltd ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 5. Η απόφαση εκείνη αφορούσε την παρουσίαση αναληθών δηλώσεων διασάφησης κατά την εκτελώνιση προϊόντων, ενέργεια που κρίθηκε ως αδίκημα αυστηρής ευθύνης. Η εταιρεία καταδικάστηκε αλλά όχι ο διευθυντής της εφόσον απαιτείτο και ένοχη σκέψη ή συνέργεια ή υποβοήθηση στην παρουσίαση αυτής της αναληθούς δήλωσης.
Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ανέφερε κατά πόσο το αδίκημα της ανάληψης έργου οικοδομής χωρίς την κατοχή άδειας ή ετήσιας άδειας, είναι ή όχι αυστηρής ευθύνης. Μπορεί όμως να το κρίνει το Εφετείο. Πράγματι το αδίκημα αυτό στη βάση των προνοιών του Νόμου, θεωρείται αυστηρής ευθύνης. Δεν χρειάζεται οτιδήποτε άλλο για την απόδειξη του, όπως ορθά ανέφερε το Δικαστήριο, πέραν των τεσσάρων αυτών βασικών στοιχείων που καθορίζει το άρθρο 29 του Νόμου. Στη βάση δε και του άρθρου 44 του Νόμου κάθε πρόσωπο περιλαμβανομένου εργολήπτη το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε απαγορευτικό καθήκον ή υποχρέωση που επιβάλλεται δυνάμει του Νόμου διαπράττει αδίκημα και αυτό δείχνει ακριβώς την αυστηρή ευθύνη του διαπράττοντος το αδίκημα. Η μη ύπαρξη κατά το χρόνο της ανάληψης έργου από εργολήπτη ή η μη ανανέωση ισχύουσας άδειας, στοιχειοθετεί την τέλεση του αδικήματος. Στη συνέχεια ο Νόμος, κατά το άρθρο 45, καθορίζει τους αυτουργούς και συναυτουργούς. Ιδιαίτερα το άρθρο 45 εδάφιο (2) του Νόμου, αναφέρει ότι όταν νομικό πρόσωπο διαπράττει αδίκημα, ο τεχνικός διευθυντής ή ο διευθύνων σύμβουλος, γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος του νομικού αυτού προσώπου ο οποίος εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, και ο οποίος εξουσιοδοτεί ή παρακινεί ή επιτρέπει την τέλεση της πράξης, είναι επίσης ένοχο αδικήματος. Είναι φανερό ότι για τη διάπραξη αδικήματος και την καταδίκη φυσικού προσώπου που είναι αξιωματούχος του νομικού προσώπου χρειάζεται κάτι πέραν της απλής διαπίστωσης της ύπαρξης των συστατικών στοιχείων του αδικήματος κατά το άρθρο 29. Χρειάζεται η παρακίνηση, η εξουσιοδότηση ή το επιτρεπτικό δεδομένο τέλεσης της πράξης, το οποίο παραπέμπει στην ύπαρξη νοητικού στοιχείου.
Ακριβώς υπό το φως της γενικότερα αναγνωρισμένης νομικής αρχής περί της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου και της λειτουργίας του κατ΄ αυτόνομο τόπο, δηλαδή, ανεξάρτητα από το διοικητικό του συμβούλιο, όπου ο νομοθέτης ήθελε να εναποθέσει ιδιαίτερη ευθύνη, ποινικής φύσεως, υπό τύπον ρωγμής στο διαχωρισμό μεταξύ νομικού και φυσικού προσώπου, και στους αξιωματούχους του νομικού προσώπου, προσέθεσε και το νοητικό στοιχείο της πρόθεσης.
Η απόφαση στην Κυπρίζογλου που έχει αναφερθεί προηγουμένως δεν έχει καμιά σχέση με την παρούσα, δεδομένου ότι εκεί ήταν το αντίστροφο που συζητήθηκε, δηλαδή, η στοιχειοθέτηση ποινικής ευθύνης στην εταιρεία ως νομικό πρόσωπο λόγω των πράξεων ή παραλείψεων του φυσικού προσώπου. Αυτό προϋποθέτει την αναγνώριση του δράστη και στη συνέχεια την απάντηση στο ερώτημα εάν ο δράστης είναι και ο ιθύνων νους της εταιρείας. Στην παρούσα υπόθεση, πέραν του ότι είναι αυστηρή η ευθύνη σε ό,τι αφορά το νομικό πρόσωπο, δηλαδή, την εφεσείουσα, δεν επιδιωκόταν η εναπόθεση ευθύνης στην εφεσείουσα μέσω των διευθυντών της. Η κατηγορούσα αρχή μπορούσε να είχε εισαγάγει την πρώτη κατηγορία και χωρίς τη συμπερίληψη των φυσικών προσώπων στο κατηγορητήριο.
Η έφεση απορρίπτεται. Τα έξοδα τα οποία θα βαρύνουν την εφεσείουσα εταιρεία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.