ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Α. Χατζηκύρου, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-11-14 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 208/2015, 14/11/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:B497

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 208/2015

 

14 Νοεμβρίου 2018

 

[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΔ]

 

 

XXXXX ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ

Εφεσείοντα

ν.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσίβλητης

 

---------------

 

Εφεσείοντας παρών, προσωπικά.

Α. Χατζηκύρου, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη.

 

--------------

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

(Αναφορικά με αίτημα για εξαίρεση του Οικονόμου, Δ.)

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.:  Ο εφεσείοντας καταδικάστηκε για αριθμό σοβαρών κατηγοριών, περιλαμβανομένων κατηγοριών για απόπειρα φόνου και εκκρεμεί η έφεσή του εναντίον της καταδίκης και της ποινής. 

 

Πριν την έναρξη της ακρόασης της έφεσης ο εφεσείοντας έθεσε θέμα εξαίρεσής μου από τη σύνθεση του Εφετείου λέγοντας ότι είχα εκδικάσει μια υπόθεση του 2010 στη Λάρνακα στην οποία ήταν κατηγορούμενος (Δημοκρατία ν. Ανδρέα Ονουφρίου, Κακουργιοδικείο Λάρνακας, Αρ. Υποθ. 1678/2010).  Ως εκ τούτου, έλαβα γνώση των προηγουμένων καταδικών του, αλλά γνώση έχω και της ίδιας της υπόθεσης  1678/2010.  Η γνώση των προηγουμένων καταδικών και της ύπαρξης της υπόθεσης 1678/2010 δημιουργεί προκατάληψη και αποτελεί λόγο εξαίρεσης μου, εισηγήθηκε παραπέμποντας στην υπόθεση Ismoilov and Others v. Russia, (Application no. 2947/06), ημερ. 24.4.2008.

 

Πέραν τούτου, ζήτησε την εξαίρεσή μου σε σχέση με μια αναφορά του Κακουργιοδικείου στα πλαίσια της υπόθεσης 1678/2010.

 

Με την πρώτη πτυχή του αιτήματος του εφεσείοντα εγείρει ζήτημα εξ αντικειμένου έλλειψης αμεροληψίας, ενώ, όπως το αντιλαμβάνομαι, με τη δεύτερη πτυχή το ζήτημα τίθεται επί υποκειμενικής βάσης. 

 

Η θεμελιακή αρχή που διέπει τη νομολογία, είναι ότι όχι μόνο ο δικαστής δεν πρέπει να διακατέχεται από προκατάληψη εναντίον του διαδίκου, αλλά θα πρέπει η σχέση του με την υπόθεση ή με οποιουσδήποτε διαδίκους να μην είναι τέτοια ώστε να εγείρει αμφιβολίες για την αμεροληψία του στο μέσο λογικά σκεπτόμενο άνθρωπο (Μόδεστος Πίτσιλλος ν. Δημητράκης Ευγενίου (1989) 1 ΑΑΔ 691, 695, R. v. Sussex Justices, Ex parte, McCarthy [1923] All ER Rep 233, Delcourt v. Belgium (1970) 1 EHRR 355).  Το κριτήριο είναι αντικειμενικό (Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας, (1994) 1 ΑΑΔ 268, Nicholas v. Cyprus, No. 63246/2010, απόφαση ημερ. 9.2.2018, Porter v. Magill [2002] 2 A.C. 359).

 

Το δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου να κρίνεται από αμερόληπτο δικαστήριο αποτελεί δικαίωμα σύμφυτο στην ανθρώπινη ιδιότητα.  Προστατεύεται ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και ως εχέγγυο της δίκαιης δίκης τόσο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Άρθρο 6.1) όσο και από το Σύνταγμα της Δημοκρατίας (Άρθρο 30.2) (Μιχαηλίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 125/2017 κ.α., ημερομ. 26.4.2018).

 

Η προσήλωση όμως στην ανάγκη διασφάλισης του θεμελιακού αυτού δικαιώματος για κάθε διάδικο δεν μπορεί να απολήγει σε αβασάνιστη και αδικαιολόγητη παραίτηση του δικαστή από το καθήκον του να δικάσει την υπόθεση που του αναλόγισε και σε αναγνώριση δικαιώματος στο διάδικο να επιλέγει το δικαστή που θα τον δικάσει.  Τούτο θα είχε ολέθρια συνέπεια για το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης.  Κριτήριο δεν είναι η προσωπική ευαισθησία του δικαστή αλλά η ορθή εκτίμηση του δικαστικού του καθήκοντος.  Εικασίες και απλή καχυποψία δεν είναι αρκετές. (Barry Evangeli (1992) 1 CLR 1443, Αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Απόλυση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας δια Ανάρμοστη Συμπεριφορά, Αίτηση Αρ. 1/2015, ημερ. 23.6.2015Πίτσιλλου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω)273-274, Κωνσταντίνου ν. Κωνσταντίνου (2009) 1 ΑΑΔ, 761, 766, Markides vRepublic (1984) 3 CLR 304, Μιχαηλίδης, (ανωτέρω).

 

 

Εν προκειμένω, σε ότι αφορά την πρώτη πτυχή του αιτήματος, τα μέλη του Εφετείου καθηκόντως έχουν γνώση των προηγουμένων καταδικών, εφόσον πρόκειται για παράγοντα που συνυπολογίστηκε στην επιμέτρηση της υπό έφεση ποινής.  Υπ΄αυτή την έννοια, το Εφετείο με οποιαδήποτε σύνθεση θα έχει, εν πάση περιπτώσει, γνώση των προηγουμένων καταδικών του εφεσείοντα. Η υπόθεση Ismoilov ασχολήθηκε με την εμβέλεια του τεκμηρίου αθωώτητας το οποίο, όπως επιβεβαιώθηκε, παραβιάζεται, «if a judicial decision [.] concerning a person charged with a criminal offence reflects an opinion that he is guilty before he has been proved guilty according to law.».  Δεν είναι τέτοια η περίπτωση εν προκειμένω.  Εκ του γεγονότος αυτού δεν μπορεί να εγερθεί αμφιβολία ως προς την αμεροληψία στο μέσο λογικά σκεπτόμενο άνθρωπο.  Ούτε και από το γεγονός, από μόνο του, ότι στο παρελθόν είχα συμμετάσχει ως Πρόεδρος στη σύνθεση του Κακουργιοδικείου που εκδίκασε την υπόθεση 1678/2010, μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα περί προκατάληψης.

 

Σε ότι αφορά τη δεύτερη πτυχή του αιτήματος, αυτή σχετίζεται με όσα είχαν αναφερθεί σε απόφαση του Κακουργιοδικείου, ημερομηνίας 31.5.2010, αναφορικά με το αίτημα της κατηγορούσας αρχής για την κράτηση του κατηγορούμενου μέχρι τη δίκη του, το οποίο έγινε δεκτό. Κατά την εξέταση του κινδύνου διάπραξης άλλων αδικημάτων σημειώθηκε στην εν λόγω απόφαση η διαπίστωση ότι με βάση τις ποινές που είχαν επιβληθεί στον εφεσείοντα προηγουμένως, θα έπρεπε να παραμείνει στη φυλακή για πολλά ακόμα χρόνια αλλά αποφυλακίστηκε πασιφανώς με χάρη.  Η έκφραση αυτή έδωσε έρεισμα ώστε να εγερθεί ζήτημα προκατάληψης του Κακουργιοδικείου σε ένα από τους λόγους της έφεσης δια της οποίας προσβλήθηκε η απόφασή του.  Το Ανώτατο Δικαστήριο αν και χαρακτήρισε τη διατύπωση ως ατυχή, εξήγησε ότι αυτή έγινε «στα πλαίσια παράθεσης του ιστορικού, του ποινικού μητρώου του, παράγοντας που λαμβάνεται υπόψιν όταν εξετάζεται εισήγηση για ύπαρξη πιθανότητας διάπραξης στο μέλλον αδικημάτων.».  Το αποτέλεσμα ήταν να θεωρηθεί ότι δεν είχε θεμελιωθεί με οποιοδήποτε τρόπο ο ισχυρισμός του εφεσείοντα περί προκατάληψης του Κακουργιοδικείου.  Συνεπώς, ως προς το ζήτημα αυτό υπάρχει αυθεντική απάντηση (Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2010) 2 ΑΑΔ 503).

 

Για τους παραπάνω λόγους θεωρώ ότι δεν αποτελεί προσωπική μου επιλογή η εξαίρεση ή μη, αλλά άσκηση δικαστικού καθήκοντος το οποίο επιβάλλει τη συνέχιση της συμμετοχής μου στη σύνθεση του Εφετείου.

 

 

 

                                                          Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΚΧ»Π


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο