ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:B307
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πoινική ΄Εφεση αρ.193/2014)
25 Ιουνίου, 2018
Γ. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ., Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ,
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσείων,
ν.
ΣΩΤΗΡΙΟΥ
Εφεσίβλητος.
- - - - - - - - -
Αίτηση τροποποίησης λόγων έφεσης ημερ. 2/4/18
Ελ.Θεοδότου, (κα), για τον εφεσείοντα-αιτητή
Στ.Ερωτοκρίτου, (κα), για τον εφεσίβλητο-καθ΄ου η αίτηση.
- - - - - - - - -
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης που εξεδόθη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας την 1η Σεπτεμβρίου, 2014 και συγκεκριμένα επί της αθώωσης του εφεσίβλητου, στην 1η κατηγορία η οποία αφορούσε στο αδίκημα της αμελούς οδήγησης κατά παράβαση του άρθρου 8 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου του 1972, Ν.86/72, όπως τροποποιήθηκε. Εν αντιθέσει ο εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος στη 2η κατηγορία για το αδίκημα της παράλειψης συμμόρφωσης σε σήμα τροχαίας, δηλαδή ότι παραβίασε συνεχή άσπρη γραμμή κατά παράβαση σήματος τροχαίας.
Η κατηγορούσα αρχή είχε καλέσει 4 μάρτυρες κατηγορίας και ο εφεσίβλητος προέβη σε ανώμοτη δήλωση.
Η Δημοκρατία καταχώρησε έφεση επί της αθώωσης με μοναδικό λόγο έφεσης, ο οποίος με την αιτιολογία του, έχει ως εξής:
«ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε το Νόμο πλημμελώς επί των πραγματικών γεγονότων αναφορικά με την κατηγορία αρ, 1 που αφορούσε Αμελή Οδήγηση κατά παράβαση των άρθρων 2, 8, 19 και 20Α του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμου, 86/72, όπως τροποποιήθηκε από τους Νόμους 166/87, 80(1)/2000 και Κ.Δ.Π 312/07.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ
Α. Εσφαλμένα και χωρίς επαρκή αιτιολογία το πρωτόδικο Δικαστήριο απάλλαξε και αθώωσε τον Εφεσίβλητο 1, στην κατηγορία αρ. 1, με αιτιολογία:
α. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο Εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατηγορούσα αρχή δεν απέδειξε το αδίκημα της Αμελούς Οδήγησης, σε σχέση με την Πρώτη Κατηγορία.
β. Εσφαλμένα και χωρίς επαρκή δικαιολογία το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του μαρτυρία καταλήγοντας στην απόφαση του να απαλλάξει και αθωώσει τον Εφεσίβλητο στην Πρώτη Κατηγορία»
Κατά την ημερομηνία ορισμού της έφεσης ενώπιον μας, η κα Ερωτοκρίτου έθεσε θέμα περί ανεπαρκούς αιτιολογίας και μη ύπαρξης βάσιμης έφεσης. Η κα Θεοδότου ζήτησε χρόνο για να εξετάσει το θέμα και ο χρόνος της εδόθη.
Ως αποτέλεσμα κατεχωρήθη η παρούσα Αίτηση με την οποία αιτείται άδεια του Δικαστηρίου ώστε να επιτρέπεται στον εφεσείοντα/αιτητή «να τροποποιήσει τους λόγους έφεσης στην ειδοποίηση έφεσης δια της προσθήκης ενός νέου λόγου, ως λόγου έφεσης 2», με το εξής περιεχόμενο:
ΛΟΓΟΣ ΕΦΕΣΗΣ 2
Η μαρτυρία έγινε πλημμελώς δεκτή ή πλημμελώς αποκλείστηκε από το Δικαστήριο.
Η αιτιολογία του λόγου αυτού παρουσιάζεται ιδιαίτερα μακροσκελής και συνίσταται στο ότι το Δικαστήριο λανθασμένα απέκλεισε και/ή αγνόησε και/ή δεν θεώρησε επαρκή και/ή περιστατική μαρτυρία σε σχέση με το αδίκημα της αμελούς οδήγησης τα κάτωθι (θα δοθούν συνοπτικά).
i) Ενώ ο κατηγορούμενος είχε αντιληφθεί το μοτοσικλετιστή να προχωρά στην αντίθετη πορεία εισήλθε σ΄αυτή αποκόπτοντας του το δρόμο.
ii) Ενώ έπραξε ως άνω, ενώ οδηγούσε ένα βαρύ όχημα, φορτηγό, χωρίς να εξετάσει το επικίνδυνο ή μη των ενεργειών του.
iii) Δεν άφησε τρόπο διαφυγής στο μοτοσικλετιστή.
iv) Αγνόησε τη λοιπή τροχαία κίνηση παραβιάζοντας το σήμα τροχαίας και απέκοψε την ελεύθερη προσέλευση του μοτοσικλετιστή.
v) Η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι οι ισχυρισμοί του εφεσίβλητου συνάδουν με τη μαρτυρία του ΜΚ4 για τους λόγους που εξηγούνται στην αιτιολογία (v) και (vi) δεν είναι ορθοί.
Η νομική βάση της αίτησης είναι κυρίως το άρθρο 137 1(α)(ιι) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155, ο Κανονισμός 24(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Κανονισμών Κεφ.14 και το ΄Αρθρο 25(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/60.
Στην αγόρευση της η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα/αιτητή προώθησε τη θέση ότι η αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης θα πρέπει να επιτύχει χωρίς ωστόσο να τεθεί ο λόγος για τον οποίο τέτοιο αίτημα δεν υποβλήθηκε νωρίτερα.
Στην αίτηση υπήρξε ένσταση της πλευράς του εφεσίβλητου με την οποία εγείρεται θέμα υπέρμετρης και αδικαιολόγητης καθυστέρησης ειδικά στη βάση του ότι η καταχωρηθείσα ειδοποίηση έφεσης είναι νομικά άκυρη και η αιτούμενη τροποποίηση γίνεται καταχρηστικά εφόσον με τον επιδιωκόμενο να εισαχθεί νέο λόγο στην πράξη αντικαθίσταται η ήδη υποβληθείσα έφεση με άλλη. Πρόκειται για νέο λόγο έφεσης με εντελώς διαφορετικές αιτιολογίες και τούτο επηρεάζει δυσμενώς τον εφεσίβλητο. Τυχόν έγκριση της αίτησης σύμφωνα με την πλευρά του εφεσίβλητου ισοδυναμεί με παροχή δεύτερης ευκαιρίας στον εφεσείοντα να παρουσιάσει την υπόθεση του.
Είναι ορθό πριν να προχωρήσουμε να εξετάσουμε τη νομική βάση της αίτησης. Το άρθρο 137 1(α)(ιι) ανωτέρω καθορίζει τους συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους μπορεί ο Γενικός Εισαγγελέας να ασκήσει έφεση. Το δε άρθρο 25(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου αφορά γενικά τις εξουσίες που παρέχονται στο Εφετείο σε ποινική έφεση.
Ο Καν.24 του περί Ποινικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού (249/1953) έχει ως εξής:
«24.-(1) Where a notice of appeal has been filed, the appellant may, before the date of hearing of the appeal, amend the grounds stated in such notice by filing such amended grounds of appeal with the Chief Registrar and delivering a copy thereof to the respondent.
(2) Where an application for leave to appeal has been filed, the applicant-
(a) at any time before such application has been dealt with under sub-section (2) of section 137; or
(b) after a Judge of the Supreme Court has granted leave to appeal, by leave of the Judge,
may amend the grounds stated in such application by filing such amended grounds of appeal with the Chief Registrar and, where leave to appeal has been granted, delivering a copy thereof to the respondent.
(3) In this rule the respondent in the case of a private prosecution means the prosecutor or his advocate and in every other case the Attorney-General".
Η ίδια η πλευρά του εφεσείοντα δέχεται στην αγόρευση της πως το αίτημα αυτής θα πρέπει να εξεταστεί κάτω από το πρίσμα του άρθρου 134 της Ποινικής Δικονομίας, Κεφ.155 αφού πρόκειται για προσθήκη νέου λόγου έφεσης. Δέχεται επίσης η ευπαίδευτη συνήγορος για τον εφεσείοντα πως προϋπόθεση επιτυχίας της έφεσης είναι η απόδειξη «βασίμου λόγου» για την παραχώρηση της αδείας δυνάμει του άρθρου 134 ανωτέρω.
Το άρθρο 134 έχει ως εξής:
«134. Εξαιρούμενης της περίπτωσης καταδίκης που συνεπάγεται τη θανατική ποινή, ο χρόνος εντός του οποίου ειδοποίηση έφεσης ή αίτηση για άδεια έφεσης δύναται να δοθεί, δύναται, κατόπι απόδειξης βάσιμου λόγου, να παραταθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο».
Στην υπόθεση Α/φοι Λαμπριανίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου, (1989)2 Α.Α.Δ. 374, αναφέρονται στη σελ.376 τα εξής σχετικά:
«Όταν η αίτηση για τροποποίηση των λόγων της έφεσης σκοπεί στην εισαγωγή νέου θέματος, σε αντίθεση με την αναμόρφωση των λόγων που έχουν υποβληθεί σε υφιστάμενη έφεση, η αίτηση κρίνεται ως αίτημα για την παράταση χρόνου για την υποβολή έφεσης για το νέο θέμα και ισχύουν, όπως είναι φυσικό, αυστηρότατα κριτήρια για την έγκρισή της».
H ίδια αρχή επαναλήφθηκε στη Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006)2 Α.Α.Δ. 98.
Στην κρινόμενη υπόθεση με απλή σύγκριση του παλαιού και νέου λόγου έφεσης, ειδικά δε με βάση την εκτεταμένη αιτιολογία του 2ου λόγου, σαφώς και ομιλούμε για εισαγωγή νέου θέματος, αφού δι΄ αυτού πλήττεται η πρωτόδικη κρίση σε διάφορα επιμέρους θέματα, όπως η σημασία της ανακριτικής κατάθεσης του εφεσίβλητου, η μαρτυρία του ΜΚ4 και άλλα. Θέματα τα οποία δεν είχαν εγερθεί μέχρι τώρα ως εσφαλμένα.
Παρατηρούμε ότι δια του περιεχομένου του νέου λόγου έφεσης και της εκτεταμένης αιτιολογίας του δεν μπορούμε απλώς να μιλούμε για «αναμόρφωση λόγου» αλλά για νέο λόγο που μάλιστα αγγίζει σχεδόν όλο το εύρος της πρωτόδικης κρίσης.
Με τη διαπίστωση ότι πρόκειται για νέο θέμα ή νέα θέματα ορθότερα, που εγείρονται δεν δύναται να εφαρμοστεί μόνο ο Καν.24, ανωτέρω, αλλά το άρθρο 134 της Ποινικής Δικονομίας στο αυστηρό πλαίσιο που θέτει ως εκ του περιεχομένου του αλλά και ως εκ της νομολογίας που το ερμήνευσε. (βλ. μεταξύ άλλων την Ποινική αίτηση 12/14 Daniel Naydenov v. Δημοκρατίας και Παύλος Αροστείδου ν. Sisamos Refrigeration Ltd, Πολιτική αίτηση αρ.11/15 δοθείσες στις 16.9.15 και 23.12.2015 αντίστοιχα.)
Όπως υποδεικνύεται από τη νομολογία το άρθρο 134 ενεργοποιείται και παρέχεται σχετική άδεια μόνο «κατόπιν απόδειξης βασίμου λόγου».
Εν προκειμένω τέτοιος βάσιμος ή καλός λόγος όχι μόνο δεν αποδείχθηκε αλλά ούτε καν προβλήθηκε στην αίτηση του εφεσείοντα.
Συνεπώς, άνευ ετέρου η αίτηση αποτυγχάνει.
Η αίτηση απορρίπτεται.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.,
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.