ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Μιχαηλίδου, Δέσπω Λιάτσος, Αντώνης Θ. Παπαχαραλάμπους (κα), για τον Εφεσείοντα. Μ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-03-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΕΝΑΚΗΣ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση 79/2016, 13/3/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:B109

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

13 Μαρτίου, 2018

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

 

(Ποινική Έφεση 79/2016)

 

 

ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΕΝΑΚΗΣ,

 

Εφεσείοντας,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

 

Ε. Ευσταθίου με Δ. Νικολετόπουλο και

   Θ. Παπαχαραλάμπους (κα), για τον Εφεσείοντα.

 

Μ. Πασιαρδή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι επιβληθείσες στον εφεσείοντα ποινές φυλάκισης των 3,5 και 6 ετών, για σειρά αδικημάτων που έχουν ως βάση την κατοχή, μεταφορά και χρήση πυροβόλου όπλου, αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας έφεσης.

 

Συγκεκριμένα, ο εφεσείων αντιμετώπιζε οκτώ κατηγορίες που αφορούσαν κατοχή, μεταφορά και χρήση εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια, κατοχή και μεταφορά πυροβόλου Β χωρίς άδεια και πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης. Ο εφεσείων προέβηκε σε παραδοχή και του επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης 3 ετών στην κατηγορία της χρήσης εκρηκτικών υλών (κατηγορία 5), 5 ετών για την κατηγορία της μεταφοράς πυροβόλου όπλου (κατηγορία 7) και 6 ετών για την κατηγορία της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης (κατηγορία 8). Το Κακουργιοδικείο δεν επέβαλε ποινή στις υπόλοιπες κατηγορίες, αφού έκρινε ότι τα γεγονότα τους καλύπτονταν από τις κατηγορίες για τις οποίες επιβλήθηκε ποινή.

 

Η υπόθεση στηρίχθηκε στην πιο κάτω δέσμη γεγονότων και την παραθέτουμε σε συντομία.

 

Ο εφεσείων είχε πωλήσει ποσότητα κοκαΐνης στο θύμα. Ο τελευταίος, αφού διαπίστωσε ότι η κοκαΐνη ήταν νοθευμένη, επικοινώνησε με τον εφεσείοντα και διευθετήθηκε μια μεταξύ τους  συνάντηση. Στην εν λόγω συνάντηση τόσο το θύμα όσο και ο εφεσείων συνοδεύοντο από άλλα δύο άτομα, αντιστοίχως.

 

Στη διάρκεια της συνάντησης το θύμα ζήτησε τα χρήματα που έδωσε στον εφεσείοντα και παράλληλα επιστροφή της κοκαΐνης, κάτι που ο τελευταίος αρνείτο να κάμει.

 

Το θύμα σε κάποια στιγμή, πέταξε στο έδαφος την κοκαΐνη και γύρισε να επιστρέψει στο αυτοκίνητο του όταν άκουσε όπλο να οπλίζει. Είδε τον εφεσείοντα να στοχεύει προς το μέρος του. Όταν ρώτησε «Είντα που ρε Σταυρή, εν να μας παίξεις;» ο εφεσείων απάντησε «ναι ρε εν να σε παίξω» και υλοποίησε την πρόθεση του πυροβολώντας και τραυματίζοντας τον στο χέρι. Το θύμα μπήκε στο όχημα του και έφυγε ενώ ο εφεσείων πυροβόλησε και δεύτερη φορά προς το όχημα του θύματος για εκφοβισμό.

 

Στην επιμέτρηση της ποινής λήφθηκε υπόψη από το Κακουργιοδικείο και άλλη υπόθεση, που αφορούσε και πάλι οπλοφορία.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα χαρακτήρισε ως υπερβολικές τις ποινές που επιβλήθηκαν. Επισήμανε ο συνήγορος ότι το Κακουργιοδικείο έκαμε αναφορά στις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπόθεσης, πλην, όμως, δεν τις έλαβε δεόντως υπόψη, και δεν απέδωσε σ' αυτές τη δέουσα βαρύτητα και σημασία. Η επιχειρηματολογία του επικεντρώθηκε στο νεαρό                 της ηλικίας του εφεσείοντα και ότι θα πρέπει το Εφετείο, αναγνωρίζοντας όλους τους μετριαστικούς παράγοντες, να διαφοροποιήσει την επιβληθείσα ποινή ώστε να καταστεί  αναμορφωτική και όχι τιμωρητική.

 

Έγινε αναφορά στα δύσκολα παιδικά του χρόνια που βίωσε ο εφεσείων, τη μεταμέλεια που υπέδειξε, που αντικατοπτρίζεται με την παραδοχή του, και το γεγονός ότι είναι πατέρας ενός παιδιού δύο ετών. Τέλος, προβλήθηκε ότι ο εφεσείων τη στιγμή της διάπραξης των αδικημάτων τελούσε υπό καθεστώς φόβου, έχοντας δει ένα τσεκούρι να βρίσκεται στο αυτοκίνητο του θύματος.

 

Η επιβολή ποινής αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της δικαστικής λειτουργίας του εκδικάσαντος δικαστηρίου, που έχοντας ακούσει τα γεγονότα της υπόθεσης τα αξιολογεί και εφαρμόζοντας την κείμενη νομοθεσία επιβάλλει την αρμόζουσα, υπό τις περιστάσεις, ποινή.

 

Το Εφετείο δεν επανεξετάζει το ύψος της επιβληθείσας ποινής με στόχο την εκ νέου επιβολή. Όμως, παρέχεται η δυνατότητα μείωσης μόνο όταν αυτή καταφαίνεται ότι είναι, υπό τις περιστάσεις, έκδηλα υπερβολική. Το κριτήριο για προσδιορισμό της τοιαύτης υπερβολής, είναι αντικειμενικό. (Βλ. Ποιν. Έφ. 299/2014, H & K Nery' S Collection Limited ν. Αστυνομίας, ημερ. 22 Δεκεμβρίου 2015, Γεωργίου ν. Αστυνομίας (1991)               2 Α.Α.Δ. 525 και Σωκράτους ν. Δημοκρατίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 132).

 

Το έκδηλο δε της ποινής πρέπει να βρίσκει αντικειμενικό                       έρεισμα επί του συνόλου των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και των προσωπικών περιστάσεων του εφεσείοντα. (Βλ. Χριστοφή ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 549).

 

Θεωρούμε ότι δεν υπάρχει πεδίο επέμβασης. Το Κακουργιοδικείο στην απόφαση του αναφέρθηκε λεπτομερώς στις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντα και δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη του κανένα από τους μετριαστικούς παράγοντες.

 

Τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο εφεσείων είναι ιδιαίτερα σοβαρά.

 

Όπως αναφέρεται στην Ποιν. Έφ. 159/2014, Παναγή ν. Δημοκρατίας, ημερ. 16 Δεκεμβρίου 2016: « . η νομολογία θεωρεί την κατοχή και τη μεταφορά πυροβόλων όπλων άνευ αδείας ως εμπίπτουσες στα ιδιαιτέρως σοβαρά αδικήματα. Διαχρονική είναι επίσης η θέση της νομολογίας ότι η παράνομη κατοχή και χρήση πυροβόλων όπλων υπονομεύουν την έννομη τάξη, ανοίγουν το δρόμο για την αναρχία, θέτουν σε κίνδυνο ανυποψίαστους κυρίως πολίτες και εκθέτουν ολόκληρη την κοινωνία στο αίσθημα ανασφάλειας. Το Κακουργιοδικείο σημείωσε επίσης τη δικαστική του γνώση ότι το φαινόμενο της παράνομης οπλοκατοχής και οπλοχρησίας δεν έχει υποχωρήσει με αποτέλεσμα να υπάρχει έξαρση στη διάπραξη παρομοίων αδικημάτων, με αντίστοιχη την υποχρέωση των Δικαστηρίων να επιβάλλουν αυστηρές και ταυτόχρονα αποτρεπτικές ποινές».

 

Όπως έχει καθιερωθεί από τη νομολογία, οι προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου είναι παράγοντες που πρέπει να συνυπολογίζονται κατά την επιμέτρηση της ποινής. Σε σοβαρά, όμως, αδικήματα, όπου η συχνότητα διάπραξης τους επιβάλλει την επιβολή αποτρεπτικής και αυστηρής ποινής, οι παράγοντες αυτοί είναι ήσσονος σημασίας. Προέχει η αυστηρή τιμωρία για την προστασία της κοινωνίας. (Παναγιώτου ν. Αστυνομίας (2001)                 2 Α.Α.Δ. 540, 544 και Dorianin Vero κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 168/2013 και 169/2013, ημερ. 14 Μαΐου 2015).

 

Έχοντας λάβει υπόψη τη φύση των αδικημάτων, σε συνδυασμό με τις προβλεπόμενες από το Νόμο ποινές, όπου, ανώτατη ποινή για το αδίκημα της χρήσης εκρηκτικών υλών χωρίς άδεια είναι τα                10 έτη, για το αδίκημα της μεταφοράς πυροβόλου όπλου χωρίς άδεια είναι φυλάκιση μέχρι δεκαπέντε έτη και για το αδίκημα της πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης είναι διά βίου φυλάκιση, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η επιβληθείσα, υπό τις περιστάσεις, ποινή δεν είναι υπερβολική. Δεν έχουμε                  εντοπίσει οποιοδήποτε σφάλμα αρχής στην προσέγγιση του Κακουργιοδικείου το οποίο, όπως φαίνεται από την απόφαση του και από το ύψος της ποινής που έχει επιβάλει, έδωσε τη δέουσα βαρύτητα σε όλους τους ελαφρυντικούς παράγοντες που είχαν τεθεί ενώπιον του.

 

Η μεταφορά όπλου κάτω από τις συνθήκες που περιγράψαμε, καθιστά ακόμη σοβαρότερο το έγκλημα όταν αυτό είναι έμφορτο και θέτει στο προσκήνιο τον εν δυνάμει κίνδυνο περαιτέρω σοβαρής παρανομίας και απειλής. (Νικολεττή ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 279 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Yevgen Chronyy (2006) 2 Α.Α.Δ. 177).

 

Επί του προκειμένου, η ευκολία με την οποία ο εφεσείων χρησιμοποίησε το όπλο που πήρε μαζί του στη συνάντηση, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης, αν υπήρχε βεβαίως, αντέφεση.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 

 

Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

                                      Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.

 

 

                                      Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο