ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Κ.Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα. Μικ.Πασιαρδή, (κα), για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-03-13 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΕΡΓΙΟΣ ΣΕΡΓΙΟΥ ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση 172/15, 13/3/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:D108

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Ποινική Έφεση 172/15

 

13 Μαρτίου, 2018

 

(ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ - ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές)

 

 

ΣΕΡΓΙΟΣ  ΣΕΡΓΙΟΥ

 

Εφεσείων,

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

 

Εφεσίβλητη.

_ _ _ _ _ _

 

Κ.Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα.

Μικ.Πασιαρδή, (κα),  για την Εφεσίβλητη.

Εφεσείων παρών.

_ _ _ _ _ _

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:  Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Ψαρά-Μιλτιάδου,Δ.: Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων-κατηγορούμενος ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λάρνακας αμφισβητεί τόσο την καταδίκη του σε αδικήματα απόπειρας φόνου και τραυματισμού της συζύγου του, αδικήματα για τα οποία εκρίθη ένοχος κατόπιν ακροαματικής διαδικασίας, όσο και την ποινή των 9 ετών φυλάκισης που του επεβλήθη, στο αδίκημα της απόπειρας φόνου, αλλά και την ποινή των 3 ετών φυλάκισης στο αδίκημα του τραυματισμού, καθώς και τις ποινές που του επιβλήθηκαν για αδικήματα στα οποία υπήρξε παραδοχή (κατοχή πυροβόλου όπλου, 3 έτη και εκρηκτικών υλών  2 έτη και επίθεση μετά πρόκλησης σωματικής βλάβης 1 έτος) ως έκδηλα υπερβολικές.

 

Ο εφεσείων κατηγορείτο ότι στις 26.1.2015 στη Λάρνακα αποπειράθηκε παράνομα να επιφέρει το θάνατο στη Μαργαρίτα Ποβέτκινα από τη Μολδαβία (άρθρο 214(α) του Ποινικού Κώδικα) και ότι στον ίδιο χρόνο παράνομα επιτέθηκε εναντίον της ως άνω παραπονούμενης πρώην συζύγου του, δηλαδή την πυροβόλησε τραυματίζοντας την  (άρθρο 234 του Ποινικού Κώδικα και 4(1)(2)(ια) του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου, Ν.119(Ι)/00).

 

Εκτός των δύο πιο πάνω κατηγοριών, αντιμετώπιζε κατηγορίες κατοχής και χρήσης πυροβόλου όπλου και εκρηκτικών υλών στον ίδιο χρόνο και τόπο,  (κατηγορίες 3-8).  Προσθέτως στην 9η κατηγορία αντιμετώπιζε το αδίκημα της επίθεσης με πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης ότι δηλαδή στις 16.1.2015 στην Ορόκλινη παράνομα επιτέθηκε και κτύπησε την ως άνω πρώην σύζυγο του, με αποτέλεσμα να της προκαλέσει πραγματική σωματική βλάβη. 

 

Το Κακουργιοδικείο με εκτενή ευρήματα παραθέτει τις λεπτομέρειες των σχέσεων της παραπονούμενης με τον εφεσείοντα από την ημέρα του γάμου τους, τον Μάϊο του 2013 μέχρι την επίδικη ημερομηνία του επεισοδίου.  Δεν θεωρούμε χρήσιμο να αναφερθούμε στο ογκώδες τούτο πλαίσιο ευρημάτων για την περίοδο πριν τον ουσιώδη χρόνο των αδικημάτων.  Θα πούμε απλώς ότι ο εφεσείων παρουσίαζε προβλήματα αλκοολισμού καθώς και βίαιης συμπεριφοράς έναντι της παραπονούμενης.  Μάλιστα το Νοέμβριο του 2013 ο εφεσείων κτύπησε για πρώτη φορά την παραπονούμενη.  Μετά από διάφορες παλινδρομήσεις στη σχέση τους και κατά διαστήματα εκδίωξη της παραπονούμενης από την οικογενειακή εστία, επήλθε το 2014 διάλυση του γάμου τους με έκδοση διαζυγίου.  Να σημειωθεί ότι το ζεύγος είχε αποκτήσει ένα παιδί στις 29.9.2013, ενώ, η παραπονούμενη είχε ακόμη δύο παιδιά από προηγούμενους γάμους της.  Και μετά την έκδοση διαζυγίου ο εφεσείων συνέχισε να της τηλεφωνεί και να την απειλεί.  Μάλιστα σε μια συγκεκριμένη περίπτωση τηλεφωνικά της είπε ότι «θα την παίξει όπως τον σιήλλο και ότι έχει χαρτούτσιες στο όπλο». Η παραπονούμενη ενώ ανέφερε το περιστατικό στην Αστυνομία τελικά δεν προέβη σε καταγγελία εναντίον του γιατί τον φοβόταν.  Επίσης παρατίθεται συγκεκριμένο περιστατικό επίθεσης εναντίον της ημερ. 11.4.2014.  Μεσολάβησε μια περίοδος κατά την οποία έγινε προσπάθεια επανασύνδεσης του ζεύγους εφόσον η παραπονούμενη μετά το επεισόδιο στις 11.4.2014 διέγνωσε μια προσπάθεια του εφεσείοντα να αλλάξει συμπεριφορά.  Στο μεσοδιάστημα αυτό ο εφεσείων ενοικίασε μπυραρία την οποία άρχισε να λειτουργεί από τον Αύγουστο του 2014 και η παραπονούμενη εργαζόταν στην εν λόγω μπυραρία, βοηθώντας τον εφεσείοντα.  Κατά την περίοδο αυτή ο εφεσείων κάποιες μέρες απουσίασε στην Αγγλία στην προσπάθεια του, όπως της ανέφερε, να εξεύρει χρήματα για την μπυραρία.  Μετά την επιστροφή του επανήρχισαν τα προβλήματα. 

 

Στη συνέχεια το Κακουργιοδικείο αναφέρεται στα περιστατικά που επεσυνέβησαν στις 16.1.2015, περιστατικά που συνθέτουν την 9η κατηγορία, της επίθεσης με πραγματική σωματική βλάβη, κατηγορία που είχε παραδεχθεί,  και έχουν ως εξής σε συντομία:

 

Στις 16.1.2015 έγινε νέος καυγάς με αφορμή κάποια ρούχα που ζητούσε ο εφεσείων.  Όταν η παραπονούμενη του απάντησε ότι μπορούσε να τα πάρει από το καθαριστήριο, αυτός άρχισε να ωρύεται και να την εξυβρίζει.  Το αποτέλεσμα εντέλει ήταν να της επιτεθεί, κτυπώντας τη δυνατά στο πρόσωπο και να της προκαλέσει πραγματική σωματική βλάβη και δη αιμάτωμα περιοφθαλμικώς, αιμάτωμα ρινός και μικρά θλαστικά τραύματα στο μέτωπο και στη βάση της μύτης.  Η επίθεση είχε και δεύτερο στάδιο όταν ο εφεσείων την πλησίασε και τη κτύπησε με τα χέρια στο πρόσωπο.  Η παραπονούμενη διαπίστωσε πως αιμορραγούσε πολύ.  Εντέλει έφυγε από το σπίτι και επισκέφθηκε το Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας και την επόμενη τον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης.  Και πάλιν όμως ζήτησε να μη προχωρήσει η υπόθεση γιατί φοβόταν τον εφεσείοντα.  Μεσολάβησε μια περίοδος κατά την οποία η παραπονούμενη του ανέφερε ότι μπορούσε να έρχεται και να βλέπει το μωρό ενώ αυτός της απάντησε πως το μωρό θα έμενε μαζί του.  Στις 23.1.2015 όντως επισκέφθηκε το μωρό και την επόμενη επισκέφθηκε την οικία της παραπονούμενης και  της είπε πως θα έπαιρνε το μωρό στη μπυραρία όπου και διέμενε τις τελευταίες εκείνες ημέρες. 

 

Τα επόμενα σχετικά ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αφορούν τον επίδικο χρόνο της κατηγορίας της απόπειρας φόνου, του τραυματισμού και των λοιπών κατηγοριών που αφορούν μεταφορά και κατοχή πυροβόλου όπλου.  Επειδή πρόκειται για μακρύ ιστορικό θεωρήσαμε χρήσιμο να το διαχωρίσουμε σε κεφάλαια με τίτλους ώστε να μεταφερθούν αυτούσια τα γεγονότα με τονισμό κάποιων αναφορών που έχουν ιδιαίτερη σημασία για την εξέταση των λόγων έφεσης.

1.    Στην οικία

Στις 26.1.15 και γύρω στις 07:30, ο κατηγορούμενος ήρθε ξανά στην οικία της παραπονούμενης και άρχισε να την προσβάλλει και να της λέει (αυτή τη φορά) πως έκανε φίλο όταν τούτος (ο κατηγορούμενος) απουσίαζε στην Αγγλία και ότι τον απατούσε. Η παραπονούμενη τού είπε πως δεν τον απάτησε και ορκίστηκε για τούτο και στα μωρά της για να την πιστέψει ο κατηγορούμενος. Ο τελευταίος τής είπε πως είχε μάρτυρες που έλεγαν ότι τον απάτησε. Η παραπονούμενη τού είπε πως όλα αυτά ήσαν ψέματα και τον προκάλεσε να παρουσιάσει μπροστά της όποιον ήθελε για να ξεκαθαρίσει το ζήτημα και να μην την ξαναενοχλήσει. Ο κατηγορούμενος τής ζήτησε τότε να πάει στην μπυραρία στις 09:00, λέγοντας της πως εκεί θα βρίσκονταν και οι μάρτυρες του. Πριν η παραπονούμενη μεταβεί στην μπυραρία - που εκείνη τη μέρα (όπως και τις αμέσως προηγούμενες) δεν λειτουργούσε - του τηλεφώνησε στις 09:08 και τον ρώτησε εάν είχε ήδη φθάσει στην μπυραρία και οποιοσδήποτε άλλος επειδή εάν τούτο δεν ίσχυε, δεν θα πήγαινε εκεί μονάχη. Ο κατηγορούμενος έδωσε το τηλέφωνο του σε μια κοπέλα (κατά τα φαινόμενα την Χριστίνα Αλογιάν που βρισκόταν εκεί πριν από τη δική της άφιξη), η οποία άρχισε να της μιλά, με επακόλουθο η παραπονούμενη να πειστεί πως ο κατηγορούμενος δεν ήταν μόνος στην μπυραρία. ...

 

2.    Στη μπυραρία πριν ο εφεσείων λάβει όπλο

 

Η παραπονούμενη, έφθασε στην μπυραρία γύρω στις 09:15, με το αυτοκίνητο της το οποίο στάθμευσε έξω από την μπυραρία αφήνοντας το ξεκλείδωτο και σε λειτουργία ώστε εάν συνέβαινε κάτι και ο κατηγορούμενος την κτυπούσε, να μπορούσε να εγκαταλείψει το χώρο ταχέως. Η παραπονούμενη εισήλθε στην μπυραρία φορώντας ανάμεσα σε άλλα μια μαύρη κοντομάνικη φανέλα (βλ. Τεκμήριο 6) και μια μακρυμάνικη ζακέτα μαύρου χρώματος (βλ. Τεκμήριο 7). Είδε πως εκεί βρισκόταν η Χριστίνα Αλογιάν την οποίαν και γνώριζε. Μόλις η παραπονούμενη μπήκε στην μπυραρία, ο κατηγορούμενος κλείδωσε την κεντρική είσοδο και τοποθέτησε το κλειδί στη τσέπη του παντελονιού του. Στη συνέχεια, η παραπονούμενη είδε τον κατηγορούμενο να πίνει μπύρα και κατάλαβε πως ήταν μεθυσμένος. Προτού προλάβουν καλά-καλά να πουν οτιδήποτε, κάποιος κτύπησε την πόρτα της μπυραρίας και ο κατηγορούμενος την άνοιξε, με αποτέλεσμα να εισέλθουν οι Βικτώρια Αλογιάν (ΜΚ21) και η Ιωάννα Κώστα (ΜΚ22). Ο κατηγορούμενος κλείδωσε ξανά την πόρτα βάζοντας τα κλειδιά στη τσέπη του παντελονιού του. Η παραπονούμενη τον ρώτησε πού βρίσκονταν οι μάρτυρες του και εκείνος της απάντησε πως θα έρχονταν. Του είπε ακολούθως πως δεν είχε χρόνο να περιμένει. Όμως, η παραπονούμενη δεν μπορούσε να φύγει γιατί οι πόρτες της μπυραρίας ήσαν κλειδωμένες. Τότε, ο κατηγορούμενος άρχισε να φωνάζει και να της λέγει πως τον κεράτωσε. Την ρώτησε «Πε μου για τα τζιέρρατα, πέ του μαλάκα, πε μου ότι ετζιερράτωσες με, πε μου ποιος εν ο γκόμενος σου». Η παραπονούμενη τού έλεγε πως αυτό δεν ήταν αλήθεια, ο κατηγορούμενος όμως επέμενε να φωνάζει και να την καλεί συνεχώς να του πει την αλήθεια ότι τον κεράτωσε. Τα μάτια του ήταν ολοκόκκινα και ήταν πολύ θυμωμένος, φαινόταν δε μεθυσμένος. Η Χριστίνα Αλογιάν προσπαθούσε να τον ηρεμήσει αλλά αυτός συνέχισε να καταφέρεται εναντίον της παραπονούμενης με τον ίδιο τρόπο. Της έλεγε συνεχώς πως τον είχε κερατώσει «.με κάποιον Αράπη.», με την παραπονούμενη να καλεί τον κατηγορούμενο να παρουσιάσει αυτό το άτομο μπροστά της επειδή το τι έλεγε δεν ήταν αληθές. Ο κατηγορούμενος συνέχισε να φωνάζει και να λέγει στην παραπονούμενη «I am gonna fucking kill you». Σε κάποια στιγμή, είπε στην παραπονούμενη «.πες μου ότι μου έκανες κέρατα και να σε αφήσω ήσυχη» και η παραπονούμενη (για να την αφήσει ήσυχη ο κατηγορούμενος), του είπε «Εάν θέλεις να ακούσεις αυτό ναι έκανα σου κέρατα». Εκείνη τη στιγμή η παραπονούμενη στεκόταν δίπλα από την κεντρική γυάλινη πόρτα της μπυραρίας που ήταν κλειδωμένη. Ο κατηγορούμενος ήταν σε απόσταση περίπου τεσσάρων μέτρων από την παραπονούμενη. Μόλις λοιπόν η παραπονούμενη τού ανέφερε πως τον είχε κερατώσει, αυτός μετά πάροδο ελάχιστων δευτερολέπτων (και ενώ στεκόταν στο σημείο Χ επί της φωτογραφίας 4 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2), άρπαξε από μπροστά του μια σιδερένια καρέκλα και την πέταξε προς το μέρος της ενώ η παραπονούμενη βρισκόταν στη θέση που φαίνεται να ίσταται (με γκριζόμαυρα ρούχα) στη φωτογραφία 13 της δέσμης φωτογραφιών-Τεκμήριο 2. Η παραπονούμενη (ύψους 1.55 μ.), μετακινήθηκε αμέσως από τη θέση της και απέφυγε την καρέκλα τρέχοντας να κρυφθεί πίσω από χαμηλό τοίχο ύψους περίπου 1.30 εκατοστών «.που υπάρχει όπως μπαίνεις στην μπυραρία στα δεξιά, αυτόν που οδηγά στην σκάλα.». Ο κατηγορούμενος έτρεξε προς το μέρος της παραπονούμενης για να την αρπάξει. Την ίδια στιγμή έτρεξε πίσω από τον κατηγορούμενο η Βικτώρια Αλογιάν (ΜΚ21), που προσπάθησε να τον αντικόψει αρπάζοντας τον από το σακάκι. Δημιουργήθηκε πανικός. Ο κατηγορούμενος, όπως τον κρατούσε η μάρτυς, κατόρθωσε να βγάλει το σακάκι για να της ξεφύγει.

 

3.   Στη μπυραρία μετά που ο εφεσείων έλαβε το όπλο

 

Τότε αυτή στάθηκε μπροστά του και προσπάθησε να τον σταματήσει, μετά όμως από δευτερόλεπτα, ο κατηγορούμενος μετακινήθηκε προς τον καναπέ και σήκωσε από εκεί κάποιο σκέπασμα παίρνοντας στα χέρια το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8 (βλ. σημείο Χ επί της φωτογραφίας 6 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 29). Η παραπονούμενη γνώριζε πως ο κατηγορούμενος φύλαγε το υπό αναφορά όπλο στην μπυραρία, δεν γνώριζε όμως σε ποιο σημείο. Η Βικτώρια Αλογιάν (ΜΚ21), κατάλαβε πως θα «.γίνει ένα πολλά μεγάλο κακό.»,τρομοκρατήθηκε και έτρεξε προς την Ιωάννα Κώστα (ΜΚ22), η οποία κειτόταν στο δάπεδο συγκλονισμένη, πίσω από την κολώνα που σημειώνεται με Χ1 στη φωτογραφία 6 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 29. Κάθισε και αυτή εκεί. Η ένταση στην μπυραρία κορυφώθηκε. Μετά από κάποια δευτερόλεπτα, η παραπονούμενη έτρεξε κοντύτερα προς τη σκάλα. Τόσο μεγάλος ήταν ο πανικός και η αναστάτωση που ένιωθε, που κατόρθωσε να σπάσει (τραβώντας την με τα χέρια) τη σιδερένια κλειδαριά (βλ. φωτογραφίες 54-58 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 29) της συρτής γυάλινης μπαλκονόπορτας (βλ. φωτογραφία 15 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2), την οποία (κλειδαριά) δεν θα μπορούσε να σπάσει υπό διαφορετικές συνθήκες. Μολοντούτο, δεν κατόρθωσε να εξέλθει από την μπυραρία τη στιγμή εκείνη αφού δεν πρόλαβε να απασφαλίσει την μπαλκονόπορτα. Ενώ βρισκόταν εκεί, είδε από το γυαλί τον κατηγορούμενο να έρχεται προς το μέρος της από την αντίθετη μεριά, δηλαδή από το ψηλό τοίχο και να κρατάει το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8.

 

4.    Πρώτος πυροβολισμός

 

Στην εξέλιξη του επεισοδίου, η παραπονούμενη άρχισε να τρέχει προς τη μεριά της κυρίως εισόδου. Ο κατηγορούμενος έτρεξε και αυτός και σημαδεύοντας την, πυροβόλησε προς το μέρος της - με πρόθεση παράνομης θανάτωσης της - ενώ βρισκόταν τη στιγμή εκείνη σε απόσταση 2-2½ μέτρων από την παραπονούμενη. Τη στιγμή εκείνη (του πρώτου πυροβολισμού), η παραπονούμενη ίστατο κρυπτόμενη πίσω από την επενδυμένη με πέτρα κολώνα (πλάτους 17 εκατοστών), που σημειώνεται με Χ επί της φωτογραφίας 24 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2, για να προστατευθεί, ενώ ο κατηγορούμενος, (κρατώντας το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8, την σημάδευε κατευθείαν στο στήθος «.όχι στο πρόσωπο μου ούτε στα πόδια.»), ως αναπαρίσταται στο σημείο Χ1 της ίδιας φωτογραφίας. Την πυροβόλησε. Η παραπονούμενη δεν τραυματίστηκε κατά τον πρώτο τούτο πυροβολισμό. Τα σφαιρίδια κατέληξαν στην κολώνα, ως φαίνεται (εντός κύκλου με μπλε μελάνι) στις φωτογραφίες 22-24 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2. Η κατεύθυνση του πυροβολισμού ήταν από αριστερά προς τα δεξιά (ως φαίνεται κατά την αναπαράσταση στις φωτογραφίες 22-27 της δέσμης φωτογραφιών-Τεκμήριο 2). Το ύψος του κτυπήματος ήταν 93 εκατοστά από το δάπεδο και 17 εκατοστά από την αριστερή γωνία της κολώνας. Η παραπονούμενη συνέχισε να τρέχει εντός της μπυραρίας, κρυβόμενη (αναλόγως της πορείας που έπαιρναν τα πράγματα), πίσω από τον τοίχο που σημειώνεται με Χ επί της φωτογραφίας 20 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2. Ο κατηγορούμενος έτρεχε και αυτός συνέχεια από πίσω της (ουρλιάζοντας και απειλώντας την), κρατώντας το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8, με τον τρόπο που σημειώνεται στο σημείο Χ1 στη φωτογραφία 24 της δέσμης φωτογραφιών-Τεκμήριο 2. Το μόνο που σκεφτόταν η παραπονούμενη εκείνες τις στιγμές ήταν με ποιο τρόπο θα μπορούσε να διαφύγει από την μπυραρία, φοβούμενη συν τω χρόνω πως ο κατηγορούμενος μπορούσε κιόλας να την αρπάξει με τα χέρια. Η Βικτώρια Αλογιάν (ΜΚ21), ούρλιαζε και αυτή από το φόβο της, η δε Χριστίνα Αλογιάν καλούσε τον κατηγορούμενο να σταματήσει και να ηρεμήσει. Σε κάποια στιγμή καθώς έτρεχε η παραπονούμενη, έφθασε στην μπαλκονόπορτα τής οποίας είχε σπάσει προηγουμένως την κλειδαριά και άνοιξε τη συρτή θύρα για να εξέλθει.

 

5.    Δεύτερος πυροβολισμός

 

Στην προσπάθεια της αυτή, είδε τον κατηγορούμενο να την πλησίαζε από απέναντι σε απόσταση 2½ μέτρων περίπου, να την σημαδεύει με το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8 και να την πυροβολεί ενώ τούτη βρισκόταν στο σημείο Χ επί της φωτογραφίας 38 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2 (εξερχόμενη της μπαλκονόπορτας). Ο πυροβολισμός που στόχευε και αυτός την παραπονούμενη - και αποσκοπούσε στη θανάτωση της - έπληξε πρώτα το ξύλινο διαχωριστικό, με τα σφαιρίδια να το διαπερνούν και να κτυπούν στον απέναντι τοίχο της πρόσοψης του (διαχωριστικού), πέραν ασφαλώς από την παραπονούμενη. Το ύψος του κτυπήματος ήταν 1.24 εκατοστά και η απόσταση του από την άκρη του διαχωριστικού ήταν 52 εκατοστά. Η κατεύθυνση του πυροβολισμού ήταν από δεξιά προς τα αριστερά (βλ. φωτογραφίες 33-39 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2). Τη στιγμή του δεύτερου αυτού πυροβολισμού, ο κατηγορούμενος βρισκόταν στο σημείο Χ επί της φωτογραφίας 39 στη δέσμη φωτογραφιών-Τεκμήριο 2. Ως εκ του πυροβολισμού αυτού, η παραπονούμενη υπέστη μικρό τραύμα στην αριστερή δελτοειδή χώρα (άνω τριτημόριο ραχιαίας επιφάνειας αριστερού βραχίονα), μικρό τραύμα στην ραχιαία επιφάνεια άνω τριτημορίου αριστερού αντιβραχίονα μετά εκχυμώσεως (αγκωνιαία χώρα) και μικρό τραύμα στην πλάγια αριστερή κοιλιακή χώρα (βλ. Ιατροδικαστική Έκθεση-Έγγραφο ΚΑ και φωτογραφίες 1-6 επί του επισυνημμένου Παραρτήματος Α΄ στη γραπτή κατάθεση της Αλεξίας Παναγή [ΜΚ3] (Έγγραφο Γ)). Η κοντομάνικη φανέλα (βλ. Τεκμήριο 6) και κοντομάνικη ζακέτα (Τεκμήριο 7), που φορούσε η παραπονούμενη, διατρυπήθηκαν ένεκα του δεύτερου τούτου πυροβολισμού. Τα τραύματα της παραπονούμενης, συνάδουν με τον τρόπο που η τελευταία τα περιέγραψε τόσο στη μαρτυρία της όσο και κατά την αναπαράσταση (βλ. Τεκμήρια 31-32).

 

6.    Διαφυγή της παραπονουμένης και επόμενα

 

Η παραπονούμενη κατόρθωσε να διαφύγει τρέχοντας προς το αυτοκίνητο της που εξακολουθούσε να βρίσκεται σε λειτουργία χωρίς να κοιτάξει πίσω της. Μόλις προχώρησε λίγο, τηλεφώνησε στην Αστυνομία (στο τηλέφωνο με αριθμό 911), όμως τερμάτισε την κλήση αμέσως επειδή δεν γνώριζε εάν τούτος ήταν ο ορθός αριθμός τηλεφώνου και ως εκ τούτου τηλεφώνησε στην Marharyta Bartashevich (MK17) και της είπε να καλέσει την Αστυνομία γιατί, όπως της δήλωσε αυθόρμητα, ο κατηγορούμενος την είχε πυροβολήσει. Η τηλεφωνική αυτή δήλωση συνιστά πρώτο παράπονο σύμφωνα με το άρθρο 10 του Περί Απόδειξης Νόμου, Κεφ. 9 και ενισχυτική μαρτυρία της μαρτυρίας της παραπονούμενης (βλ. κατ' αναλογίαν, Queen v Votsis (1950-53) 19 CLR 306). Η ώρα ήταν 09:39. Στο μεταξύ η παραπονούμενη συνέχισε να οδηγεί, καταλήγοντας πίσω από το ξενοδοχείο Vergi. Στις 09:43, η παραπονούμενη έλαβε τηλεφώνημα από αστυνομικό ο οποίος ήρθε τελικώς και την παρέλαβε μετά από 1-2 λεπτά μεταφέροντας την στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης. Ήταν συνταραγμένη και μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε προσέξει ότι ήταν τραυματισμένη. Αυτό, το διαπίστωσε όταν μετέβη στον Αστυνομικό Σταθμό. Την ώρα που άγγιξε πάνω στην κοιλιά της, έπιασε ένα σφαιρίδιο το οποίο, απ' ό,τι κατάλαβε, είχε βγει (και όντως έτσι έγινε) από το τραύμα της κοιλιάς της και το παρέδωσε σε αστυνομικό. Ακολούθως στον Αστυνομικό Σταθμό Ορόκλινης έφθασαν και οι τρεις άλλες κοπέλες που βρισκόντουσαν στην μπυραρία κατά τη διάρκεια του επεισοδίου. Μετέπειτα, η παραπονούμενη μεταφέρθηκε από την Αστυνομία στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρνακας όπου έτυχε ιατρικής περίθαλψης και ιατροδικαστικής εξέτασης. O γιατρός Πέτρος Κιουτενιάν (ΜΚ15), αφαίρεσε από τον αριστερό ώμο της παραπονούμενης ένα σφαιρίδιο το οποίο προήλθε από το δεύτερο πυροβολισμό με το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8 (βλ. Τεκμήριο 5). Ο μάρτυς δεν αφαίρεσε όμως το σφαιρίδιο από τον αριστερό αγκώνα της παραπονούμενης επειδή η διαδικασία αφαίρεσης του ενδεχομένως να προκαλούσε μεγαλύτερο τραυματισμό σε αυτήν. Η παραπονούμενη πλήγηκε και από τρίτο σφαιρίδιο στην κοιλιά ασχέτως εάν δήλωσε με ειλικρίνεια πως δεν ένιωσε πόνο όταν βλήθηκε σχετικώς από τον κατηγορούμενο, κάτι που αναδεικνύει με ακόμη περισσότερη γλαφυρότητα και ανησυχία την κατάσταση πανικού στην οποία βρισκόταν κατά τους κρίσιμους εκείνους χρόνους. Οι τραυματισμοί της παραπονούμενης μπορεί να μην χαρακτηρίζονται ιατρικώς ως σοβαροί πλην όμως οι πιθανές επιπτώσεις επιφοράς πολύ χειρότερων αποτελεσμάτων, ακόμη και του θανάτου, ήταν δεδομένη και τούτο θα συνέβαινε εάν η παραπονούμενη τραυματιζόταν στην περιοχή του πνεύμονα ή της καρδίας αφού τα βόλια μπορούσαν να κατέληγαν εκεί αντί εκεί που τελικώς κατέληξαν. Επέκεινα, τα πράγματα ακολούθησαν την ανακριτική τους πορεία (που ήδη είχε χαραχθεί, μετά βεβαίως και από τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στον τελικό τερματισμό του επεισοδίου στις 27.1.15 με τη διαμεσολάβηση του Κώστα Κωνσταντίνου [ΜΚ12] και της ομάδας του).

 

 

Aξιολογώντας τα πιο πάνω στη νομική τους διάσταση το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι οι πυροβολισμοί με το κυνηγετικό όπλο (Τεκμήριο 8), ένα δυνητικά θανατηφόρο μέσο - το οποίο ο κατηγορούμενος κατείχε, μετέφερε (και χρησιμοποίησε) παρανόμως τη μέρα εκείνη μαζί με τέσσερα πλήρη φυσίγγια (από τα οποία χρησιμοποίησε τα δύο), με συγκεκριμενοποιημένη στόχευση προς το σώμα της παραπονούμενης (και όχι για σκοπούς εκφοβισμού), η εκτόξευση δύο πυροβολισμών εναντίον της ως άνω, στοιχειοθετούσαν τα αδικήματα της απόπειρας φόνου και του τραυματισμού.

 

Ο εφεσείων προσβάλλει την πρωτόδικη κρίση επί της καταδίκης στα αδικήματα της απόπειρας φόνου και του τραυματισμού με δύο λόγους έφεσης.  Ισχυρίζεται ότι το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα τον καταδίκασε στο αδίκημα της απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του άρθρου 214 του Κεφ.155 και ταυτόχρονα και στο αδίκημα του τραυματισμού κατά παράβαση του άρθρου 234(α) του Κεφ.155, «αφού η απόδειξη ειδικής πρόθεσης στο αδίκημα της απόπειρας φόνου αποκλείει την ύπαρξη ειδικής πρόθεσης στο αδίκημα του τραυματισμού, αφού το αδίκημα αυτό δεν είναι αδίκημα ειδικής πρόθεσης». (3ος λόγος έφεσης).  Επίσης ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο εφεσείων είχε πρόθεση να επιφέρει το θάνατο στην παραπονούμενη είναι εσφαλμένο, καθώς η περιστατική μαρτυρία στην οποία στηρίχθηκε οδηγεί και σε άλλο λογικό συμπέρασμα, ότι δηλαδή ο εφεσείων μπορεί να μην είχε την πρόθεση να τη θανατώσει αλλά ήθελε απλώς να την εκφοβίσει.  (4ος λόγος).

 

Σημειώνεται ότι ο 2ος λόγος έφεσης δεν προωθήθηκε στο διάγραμμα του εφεσείοντα και θεωρούμε ότι εγκαταλείφθηκε. 

 

΄Εχουμε εξετάσει τους ως άνω λόγους έφεσης υπό το πρίσμα του συναφούς περιεχομένου της απόφασης αλλά και των αγορεύσεων και θέσεων τόσο του εφεσείοντα όσο και της εφεσίβλητης.  Δεν θα συμφωνήσουμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα. 

 

Με βάση το άρθρο 214(α) όποιος αποπειράται να επιφέρει το θάνατο άλλου είναι ένοχος κακουργήματος.  Συστατικό στοιχείο του αδικήματος είναι η ύπαρξη συγκεκριμένης (specific) πρόθεσης θανάτωσης του θύματος με την παράνομη ενέργεια που επιχειρείται (Pefkos and others v. The Republic (1961) CLR 340, Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 560).  Στην πραγματικότητα  η πρόθεση να προκληθεί ο θάνατος του θύματος συνιστά το κύριο συστατικό του συγκεκριμένου αδικήματος, όπως ελέχθη στη Τσέκουρας ν. Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 563. Στην ίδια απόφαση επαναλήφθηκε ότι στις περιπτώσεις όπου η πρόθεση δεν αποδεικνύεται άμεσα με ομολογία, η απόδειξη της μπορεί να γίνει με περιστατική μαρτυρία. Επαναλήφθηκε επίσης η αρχή ότι όπου η υπόθεση της κατηγορούσας αρχής στηρίζεται σε περιστατική μαρτυρία, το Δικαστήριο θα πρέπει όχι μόνο να κρίνει ότι τα γεγονότα αυτά συμβιβάζονται με την ενοχή του κατηγορούμενου, αλλά περαιτέρω να βεβαιωθεί ότι δεν συμβιβάζονται με οποιοδήποτε άλλο λογικό συμπέρασμα από το ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε το αδίκημα (βλ. και Αθηνής ν. Δημοκρατίας (1990) 2 ΑΑΔ 41, 55).

 

Ειδικότερα, σε υποθέσεις απόπειρας φόνου, λαμβάνονται κατά την εξέταση του ζητήματος της ύπαρξης ή μη πρόθεσης θανάτωσης, παράγοντες όπως «το ελατήριο, οι προπαρασκευαστικές πράξεις, οι δηλώσεις του κατηγορούμενου, το όπλο που χρησιμοποιήθηκε, η επιμονή στην επίθεση, η φύση των τραυμάτων που προκλήθηκαν και το μέρος του σώματος στο οποίο τα τραύματα εντοπίστηκαν» (Μενελάου ν. Αστυνομίας (2004) 2 ΑΑΔ 407, 413).

 

Εν προκειμένω, το Κακουργιοδικείο έλαβε υπόψη τις συνεχιζόμενες απειλές και τη βιαιότητα της συμπεριφοράς του εφεσείοντα προς την παραπονούμενη ειδικά πριν από τον πυροβολισμό, το γεγονός της παγίδευσης και του εγκλωβισμού  της, το γεγονός της ρίψης δύο πυροβολισμών με φονικό όπλο από ελάχιστη απόσταση κατόπιν στόχευσης κατευθείαν στο στήθος στα πλαίσια μιας συνεχούς και επίμονης καταδίωξης.  Υπό τέτοιες περιστάσεις, το γεγονός ότι δεν προκλήθηκαν σοβαροί τραυματισμοί, είναι πρόδηλο ότι οφείλεται σε ευτυχή σύμπτωση.

 

Υπό το φως των ανωτέρω, κρίνουμε ότι ορθά το Κακουργιοδικείο διαπίστωσε πως η πρόθεση του εφεσείοντα ήταν, άνευ ετέρου, πρόθεση θανάτωσης της παραπονουμένης και ορθά απέκλεισε την εισήγηση της υπεράσπισης ότι οι εξαιρετικά βίαιες, επίμονες και στοχευμένες ενέργειες του με τη χρήση ενός κατ΄εξοχήν φονικού όπλου, συνιστούσαν πράξεις με σκοπό τον εκφοβισμό και μόνο.  Ως εκ τούτου, ο τέταρτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Η διαπίστωση ότι ο εφεσείοντας ορθά καταδικάστηκε για το κακούργημα της απόπειρας φόνου, δεν συνεπάγεται, όπως υποβάλλεται με τον τρίτο λόγο έφεσης, ότι δεν ήταν επιτρεπτή η καταδίκη και για το κακούργημα της πρόκλησης τραυματισμού κατ΄εφαρμογή της αρχής που διατυπώθηκε στην Παρούτη ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 446.  Στην υπόθεση εκείνη αποφασίστηκε ότι δεν μπορούσε να υπάρξει σωρευτική καταδίκη για δύο αδικήματα για τα οποία απαιτείται ειδική πρόθεση διαφορετική για το καθένα, ήτοι, αφενός, για απόπειρα φόνου (ειδική πρόθεση θανάτωσης) και, αφετέρου, για πρόκληση βαρείας σωματικής βλάβης κατά παράβαση του άρθρου 228 (α) του Ποινικού Κώδικα (ειδική πρόθεση πρόκλησης βαρείας σωματικής βλάβης). 

 

Αντίθετα, εν προκειμένω, για το αδίκημα του τραυματισμού δεν απαιτείται ειδική πρόθεση, αλλά, όπως ορθά παρατήρησε το Κακουργιοδικείο, ο τραυματισμός της παραπονούμενης (και συνεπώς η στοιχειοθέτηση του αντίστοιχου αδικήματος) προκλήθηκε κατά την προσπάθεια του εφεσείοντα να πραγματώσει την πρόθεση του, όπως επιφέρει το θάνατο της. 

 

Συνεπακόλουθα, και ο 3ος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Είναι η κατάληξη μας ότι η έφεση της καταδίκης είναι αβάσιμη και απορρίπτεται.

 

Θα προχωρήσουμε στην έφεση επί της ποινής.

 

Πρόκειται για ένα λόγο έφεσης (ο 1ος)  με τον οποίο διατυπώνεται η θέση του εφεσείοντα για έκδηλα υπερβολική ποινή.  Θυμίζουμε ότι το Εφετείο δύναται να επέμβει για έκδηλα υπερβολική ποινή, όχι εάν θεωρεί το ίδιο ότι έπρεπε να επιβάλει πιο επιεική ποινή, αλλά εάν το στοιχείο της υπερβολής βρίσκει αντικειμενικό έρεισμα, μετά από το συσχετισμό της με το σύνολο των περιστατικών της υπόθεσης, περιλαμβανομένου του ατόμου του εφεσείοντα (βλ. Σάββα ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 231).  Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα χαρακτήρισε τις επίδικες πράξεις του εφεσείοντα ως «μια κακιά στιγμή», ένα περιστατικό το οποίο έγινε κάτω από συναισθηματική φόρτιση.  Ακόμη αναφέρει ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τους μετριαστικούς παράγοντες που τέθηκαν ενώπιον του και ιδιαίτερα το γεγονός ότι ο εφεσείων είχε συμφιλιωθεί με το θύμα. 

 

Η πλευρά του εφεσείοντα δεν έχει δίκαιο.  Το Κακουργιοδικείο προσμέτρησε ισόρροπα τόσο τους επιβαρυντικούς όσο και τους ελαφρυντικούς παράγοντες και με αναφορά στην ανώτατη προνοούμενη ποινή[1] και σε νομολογιακά προηγούμενα[2] επέβαλε τις ως άνω ποινές. 

 

΄Οσο δε τη συμφιλίωση και τη σημασία της, θεωρώντας ότι η δήλωση της παραπονούμενης διέπετο από γνήσια κίνητρα, την προσμέτρησε σοβαρά τονίζοντας ότι εάν εξέλιπε, η ποινή θα ήταν αυστηρότερη.  Πάντα με αναφορά στη νομολογία[3].  Το ίδιο θετικά λήφθηκαν υπόψη το λευκό ποινικό του μητρώο, οι προσωπικές του περιστάσεις (ηλικίας 44 ετών) καθώς και οι λοιπές περιστάσεις που αναφέρονται, (ιδίως τα προβλήματα εξάρτησης του από το αλκοόλ και το γεγονός ότι, κατά τον επίδικο χρόνο, βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ, τη συναισθηματική του φόρτιση κ.ά.).

 

Ωστόσο το Κακουργιοδικείο τόνισε και τα επιβαρυντικά στοιχεία ως εξής:

«Ο κατηγορούμενος ενήργησε εγωιστικά και με πλήρη αδιαφορία για τη σωματική ακεραιότητα και ζωή της γυναίκας που τόσο πολύ αγαπούσε (όπως λέγει) και που ήταν η μητέρα του μικρού παιδιού τους, αλλά και η μητέρα των δύο άλλων παιδιών (της παραπονούμενης) τα οποία τόσο πολύ αγαπούσε ο κατηγορούμενος. Την κυνήγησε μανιωδώς εντός της μπυραρίας έχοντας στα χέρια και χρησιμοποιώντας το κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 8, έχοντας σαφή υπεροχή έναντι της από απόψεως σωματικής δυνατότητας και δύναμης πυρός. Η παραπονούμενη ένεκα αυτού του γεγονότος αλλά και του ότι βρέθηκε ουσιαστικά κλειδωμένη στην μπυραρία δίχως να μπορεί να διαφύγει, βρισκόταν σε ευάλωτη θέση. Σύμμαχοι της για κάποια στιγμή ήσαν οι παριστάμενοι μάρτυρες αλλά και οι κολόνες και τα διαχωριστικά της μπυραρίας. Όσος ήταν ο τρόμος της παραπονούμενης από τις πράξεις του κατηγορούμενου άλλο τόσο μεγαλύτερη ήταν η αποφασιστικότητα της να ζήσει, που έσπασε με τα χέρια τη σιδερένια κλειδαριά της συρτής γυάλινης μπαλκονόπορτας της μπυραρίας κάτι που δεν θα μπορούσε να πράξει υπό κανονικές συνθήκες. Ο κατηγορούμενος δεν αρκέστηκε να πυροβολήσει την παραπονούμενη μόνο μια φορά. Μετά τον πρώτο πυροβολισμό - με τα βόλια να καταλήγουν στην κολόνα (πίσω από την οποία στεκόταν η παραπονούμενη για να προστατευθεί), - ο κατηγορούμενος την πυροβόλησε και δεύτερη φορά τη στιγμή που ήταν έτοιμη να αποδράσει από την μπυραρία, τραυματίζοντας την με τον τρόπο που προείπαμε».

 

 

 

Έχοντας όλα τα πιο πάνω κατά νου κρίνουμε ότι δεν παρέχεται πεδίο επέμβασης μας.

 

Συνεπώς και η έφεση επί της ποινής ομοίως απορρίπτεται.

 

Είναι η κατάληξη μας όσον αφορά την έφεση στην ολότητα της ότι πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται. 

 

                                                ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.

 

                                                ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 



[1] «Η σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων αναδεικνύεται με ενάργεια από τις ανώτατες προβλεπόμενες ποινές, της ισοβίου φυλάκισης για το αδίκημα της απόπειρας φόνου, κατά παράβαση του άρθρου 214 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, της δεκαπενταετούς φυλάκισης ή/και χρηματικής ποινής ύψους €42.715,00 για τα αδικήματα της παράνομης μεταφοράς, κατοχής και χρήσης πυροβόλου όπλου Κατηγορίας Δ, κατά παράβαση αντίστοιχων προνοιών του Περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου 113(Ι)/04 (βλ. κατηγορίες 3, 4 και 5), της δεκαετούς φυλάκισης ή/και χρηματικής ποινής ύψους €2.562,00, κατά παράβαση ανάλογων προνοιών του Περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, Κεφ. 54 (βλ. κατηγορίες 6, 7 και 8), της πενταετούς φυλάκισης ή/και χρηματικής ποινής ύψους €5.125,00, για το αδίκημα της πρόκλησης σωματικής βλάβης, κατά παράβαση και του άρθρου 3(1)(4) του Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/00 (βλ. κατηγορία 9) και της πενταετούς φυλάκισης για το αδίκημα του τραυματισμού, κατά παράβαση των άρθρων 234 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 και 4(1)(2)(ια) του Περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου 119(Ι)/00 (βλ. κατηγορία 2).»

 

[2] Αναστασίου ν Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2005) 2 ΑΑΔ 492, 512-514, Τσεκούρα ν Δημοκρατίας (2012) 2 ΑΑΔ 563, 604-608, R v Donnelly (1983) 5 Cr App R(S) 70, R ν Haynes (1983) 5 Cr App(S) 58. 

 

 

[3]  Georghiou v The Police (1985) 2 CLR 82, 84 και Nicolaou v The Police (1980) 2 CLR 4, 6).

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο