ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μάρτιν ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1994) 2 ΑΑΔ 29
Iωάννου Xρύσανθος Nίκου άλλως Άθως ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 584
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Σ. Α. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 202/2015, 21/2/2019, ECLI:CY:AD:2019:B55
Σ.Σ. κ.α. ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, Ποινική Έφεση Αρ. 147/2016, 148/2016, 20/11/2019, ECLI:CY:AD:2019:B477
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΑΚΚΟΣ v. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Ποινική Έφεση Αρ. 196/2020, 20/9/2022, ECLI:CY:AD:2022:B355
ECLI:CY:AD:2018:B61
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση αρ. 175/2016)
7 Φεβρουαρίου 2018
[Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΔΔ]
ΑΝΔΡΕΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εφεσείοντα
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
---------------
Αίτηση για παροχή άδειας για προσαγωγή μαρτυρίας κατά την ακρόαση της έφεσης
---------------
Π. Αγγελίδης, για τον εφεσείοντα.
Θεοδώρα Παπακυριακού (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την εφεσίβλητη.
--------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο αιτητής/εφεσείοντας βρέθηκε μετά από ακρόαση ένοχος, ως συναυτουργός εν τη εννοία του άρθρου 20(δ) του Ποινικού Κώδικα, σε κατηγορίες για συνωμοσία προς διάπραξη εμπρησμού και για διάπραξη εμπρησμού.
Η καταδικαστική απόφαση του Κακουργιοδικείου είχε ως έρεισμα, μεταξύ άλλων, τη μαρτυρία του πρώην κατηγορούμενου 3 Mohamad Okla (Μ.Κ.3), ο οποίος μετά που παραδέχθηκε και του επιβλήθηκε ποινή, απέδωσε στον εφεσείοντα ότι εκείνος του είχε δώσει οδηγίες και χρήματα για να προβεί σε εμπρησμό ενός πρακτορείου στοιχημάτων με την ονομασία Megabet Plus στη Λάρνακα. Παρομοίως ενοχοποίησε με τη μαρτυρία του τον εφεσείοντα ο πρώην κατηγορούμενος 2, Saddam Qunbus.
Στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας έγινε αναφορά από τον υπεύθυνο του ΤΑΕ Λάρνακος υπαστυνόμο Χαράλαμπο Ζαχαρίου (Μ.Κ.5) και σε κάποιο Λάζαρο Φιλίππου ως το πρόσωπο που ως «υπάλληλος» εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της εταιρείας Megabet Plus. Ανέφερε ο Μ.Κ.5 ότι στα πλαίσια των καθηκόντων του είχε γνώση για διάφορες διενέξεις και διαφορές μεταξύ ατόμων που θεωρούνται από την αστυνομία ως «σεσημασμένα», μεταξύ των οποίων ο εφεσείοντας και ο εν λόγω Λάζαρος Φιλίππου, των οποίων οι σχέσεις, εξ όσων γνώριζε, είχαν προσφάτως επιδεινωθεί. Ανέφερε περαιτέρω ότι κάποιες υποψίες του Λάζαρου Φιλίππου εναντίον του εφεσείοντα για απειλητικά γραπτά μηνύματα που έλαβε στο τηλέφωνό του δεν επιβεβαιώθηκαν, ο εφεσείοντας δε αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη.
Ο εφεσείοντας καταχώρισε έφεση προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι εσφαλμένα το Κακουργιοδικείο δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία που παρουσίασε η κατηγορούσα αρχή και ιδιαίτερα των Μ.Κ.2 και Μ.Κ.3 και ότι εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείοντας είχε διαφορές με το Λάζαρο Φιλίππου και γι΄αυτό το λόγο εκδικητικά έδωσε εντολή εμπρησμού του εν λόγω υποστατικού, εφόσον δεν παρουσιάστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία ότι το εν λόγω υποστατικό ήταν ιδιοκτησίας του Λάζαρου Φιλίππου.
Εκκρεμούσης της εφέσεως καταχωρίστηκε η υπό εξέταση τώρα αίτηση με την οποία ο εφεσείοντας ζητά άδεια για προσαγωγή μαρτυρίας κατά την ακρόαση της έφεσης. Ειδικότερα επιδιώκει όπως εμφανιστεί και δώσει μαρτυρία ο Λάζαρος Φιλίππου και ο πρώην κατηγορούμενος 3, Mohamed Okla.
Σε σχέση με τον Λάζαρο Φιλίππου υποβάλλεται από τον εφεσείοντα ότι η μαρτυρία του, η οποία δεν μπορούσε να παρουσιαστεί πρωτοδίκως, αν και ήταν μάρτυρας επί του κατηγορητηρίου, γιατί είχε διαφύγει στο εξωτερικό, είναι απαραίτητη καθότι το Κακουργιοδικείο θεώρησε ως σημαντικούς τους ισχυρισμούς του Μ.Κ.5 ότι οι μεταξύ τους σχέσεις ήταν τεταμένες και υπήρχε τάση εκδίκησης εκ μέρους του. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα να θεωρήσει, επί της εξ ακοής μαρτυρίας του Μ.Κ.5, ότι υπήρχε ελατήριο, ενώ στην πραγματικότητα το υποστατικό δεν ανήκε στον Λάζαρο Φιλίππου, ούτε παρουσιάστηκε τέτοια μαρτυρία.
Σε σχέση με τον πρώην κατηγορούμενο 3 (Μ.Κ.3), ο οποίος ως άνω ήταν ουσιώδης μάρτυρας κατηγορίας εμπλέκοντας ευθέως τον εφεσείοντα, είναι η θέση του τελευταίου ότι θα πρέπει να του δοθεί άδεια για να τον κλητεύσει ώστε να επιβεβαιώσει, αυτή τη φορά, ότι ο εφεσείοντας δεν είχε καμία σχέση. Περιπλέον, το αίτημα για να προσέλθει ως μάρτυρας στα πλαίσια της έφεσης οφείλεται, όπως εξηγεί σε ένορκη δήλωσή του ο εφεσείοντας στο γεγονός ότι ο Μ.Κ.3 αποκάλυψε στο μεταξύ προς το δικηγόρο του εφεσείοντα, κατά τρόπο αντιφατικό με τη μαρτυρία που είχε δώσει, ότι «γνώριζε το Saddam [πρώην κατηγορούμενο 2] πριν από δέκα χρόνια και ότι του επεβλήθη από τους αστυνομικούς να μαρτυρήσει ότι ο ίδιος ήταν τούρκος και όχι σύριος και ότι στην πραγματικότητα δεν γνώριζε ούτε λέξη στα τούρκικα. Επίσης όλοι οι διάλογοι μεταξύ του Mohamed και του Saddam έγιναν στα αραβικά.»
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι προέβαλαν αντίθετα επιχειρήματα, με αναφορά όμως αμφότεροι στις παγιωμένες προϋποθέσεις που μόνο όταν συντρέχουν μπορεί να επιτραπεί, ως εξαιρετικό μέτρο συμπληρωματικού χαρακτήρα, η προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου. Τέτοια αρμοδιότητα ασκείται σπάνια εφόσον η λήψη μαρτυρίας δεν συνάδει με την αποστολή του Εφετείου, εάν και εφόσον:
«(α) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(β) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφαστιστικής σημασίας.
(γ) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.)
(Μάρτιν ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1994) 2 ΑΑΔ 29, Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2002) 2 ΑΑΔ 584, Αγαπίου (άλλως Καυκαρής) ν. Δημοκρατίας (1989) 2 ΑΑΔ 398)
Εν προκειμένω, η κατάληξη του Κακουργιοδικείου, αφού αποδέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του Μ.Κ.5, ήταν να συνεκτιμήσει τα όσα ο τελευταίος ανέφερε σε σχέση με το ότι αμφότεροι σε αρκετές περιπτώσεις τον είχαν πληροφορήσει ότι οι σχέσεις τους ήταν αρκετά τεταμένες και ότι υποψιάζονταν ο ένας τον άλλο για πιθανές κινήσεις αντεκδίκησης. Η ουσία όμως της καταδικαστικής απόφασης έγκειται στο ότι το Κακουργιοδικείο αποδέχθηκε ως αληθινούς τους άμεσους ισχυρισμούς του Μ.Κ.2 και του Μ.Κ.3 περί ανάμειξης του εφεσείοντα, ως το πρόσωπο που τους είχε προάγει για τη διάπραξη του εγκλήματος.
Υπό το φως των ανωτέρω, ακόμα και αν θα επληρούτο η πρώτη προϋπόθεση, ουδόλως προκύπτει ότι άλλη μαρτυρία προσφερόμενη από τον Λ. Φιλίππου, που θα έπρεπε μάλιστα να εμφανιζόταν αξιόπιστη, θα είχε ουσιώδη επίδραση στο αποτέλεσμα της δίκης. Παρατηρούμε, μάλιστα, ότι η σκοπούμενη, όπως παρουσιάζεται, μαρτυρία του Λ. Φιλίππου, θα έπρεπε εν πάση περιπτώσει να είχε επισυναφθεί στην αίτηση ή τουλάχιστον να είχε προσδιοριστεί με ακρίβεια η σύνοψή της, ώστε να μπορούσε να εκτιμηθεί η σχετικότητα, η αξιοπιστία και οι πιθανές επιπτώσεις της στο αποτέλεσμα (βλ. Αγαπίου, ανωτέρω).
Η επιδιωκόμενη δε μαρτυρία του Μ.Κ.3 δεν έχει καθόλου την έννοια της μαρτυρίας «η οποία έρχεται σε φως μετά την ολοκλήρωση της δίκης, η ύπαρξη της οποίας δεν μπορούσε να εντοπιστεί παρά τη λήψη κάθε λογικού μέτρου από το διάδικο ο οποίος επιδιώκει την παρουσίασή της στο Εφετείο», έννοια στην οποία αφορά η υπό εξέταση εξαιρετική δικαιοδοσία του Εφετείου (βλ. Αγαπίου, ανωτέρω). Σκοπό έχει να αναιρέσει πλήρως την ουσία της μαρτυρίας του, που ήταν η ανάμειξη του εφεσείοντα. Τούτο δεν είναι επιτρεπτό. Η αίτηση απορρίπτεται.
Μ.Μ. Νικολάτος, Π.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.
/ΚΧ»Π