ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Γ.Λουκαϊδης, για την Εφεσείουσα Στ.Πίπη, (κα), για την Εφεσίβλητη CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-12-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑLEXANDRA HERNANDEZ NORDAHL ν. ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, Πoινική ΄Εφεση αρ.223/2015, 6/12/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D448

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                          oινική ΄Εφεση αρ.223/2015)

 

6 Δεκεμβρίου, 2017

 

Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στες

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΑLEXANDRA HERNANDEZ NORDAHL

Εφεσείoυσα

ν.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφεσίβλητης

        - - - - - - - - -

Γ.Λουκαϊδης, για την Εφεσείουσα

Στ.Πίπη, (κα), για την Εφεσίβλητη

  - - - - - - - - -

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ:  Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

      

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:   Η εφεσείουσα ως κατηγορούμενη σε ποινική υπόθεση βρέθηκε ένοχη στο αδίκημα της οδήγησης κατά χρόνο που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή της υπερέβαινε το καθορισθέν όριο κατά παράβαση των άρθρων 2, 5, 6 και 11 του περί Οδικής Ασφάλειας Νόμου, Ν.174/1986, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 24(1)/2000 και του περί Εξωδίκου Ρυθμίσεως Αδικημάτων Νόμου του 1997, Ν.47(Ι)/97 όπως επίσης έχει τροποποιηθεί και την ΚΔΠ51/90, ότι δηλαδή στις 11.1.2014 στην οδό Ζήνωνος Κιτιέως στη Λάρνακα οδηγούσε μηχανοκίνητο όχημα κατά το χρόνο που η αναλογία αλκοόλης στην εκπνοή της υπερέβαινε στο καθορισμένο όριο, ήταν δηλαδή 103,0 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου σε 100 χιλιοστά του λίτρου εκπνοής ενώ το όριο είναι 22,0 εκατομμυριοστά του γραμμαρίου αλκοόλης εις 100 χιλιοστά του λίτρου εκπνοής.  Να σημειωθεί ότι δεν αποδείχθηκε και το Δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι η εφεσείουσα οδηγούσε το όχημα οι αριθμοί εγγραφής του οποίου αναγράφονταν στο κατηγορητήριο, δηλαδή KSY561, αλλά το όχημα με αριθμούς εγγραφής ΕΑΒ589.  

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε την ενώπιον του μαρτυρία αξιόπιστη κατατάσσοντας θετικά ως αξιόπιστους μάρτυρες τον ΜΚ1 Λοχία 1790 Α.Ανδρέου, ο οποίος ανέκοψε την εφεσείουσα και διενήργησε τον έλεγχο και τον ΜΚ2 αστυφύλακα 2329 Ν.Πολυκάρπου ο οποίος κατέθεσε σε σχέση με τις μηχανές εξέτασης ελέγχου οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλης.  Θετικά κατέταξε επίσης και την εφεσείουσα, κρίνοντας ότι ήταν ειλικρινής και είπε το Δικαστήριο την αλήθεια.

 

Η πρωτόδικη κρίση βάλλεται με 4 λόγους έφεσης που αφορούν τα ευρήματα καταδίκης, με τον 5ο λόγο βάλλονται ως λανθασμένοι χειρισμοί του πρωτόδικου Δικαστηρίου οι οποίοι, κατά την εισήγηση, κατέστησαν τη δίκη μη δίκαιη, και με τον 6ο λόγο προβάλλεται ως έκδηλα υπερβολική η ποινή που επεβλήθη στην εφεσείουσα, δηλαδή η ποινή των €2,000 πρόστιμο και 4 μήνες στέρηση του δικαιώματος να αποκτήσει ή να κατέχει άδεια.  

 

Σύμφωνα με τον 1ο λόγο το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα  καταδίκασε  την εφεσείουσα εφόσον η κατάληξη του αυτή, δεν υποστηρίζεται από τη μαρτυρία ή τα ευρήματα που τέθησαν ενώπιον του.

 

Σχετική επίσης είναι η αναφορά στον 3ο λόγο έφεσης ότι δεδομένης της αποδοχής της μαρτυρίας της εφεσείουσας η ορθότητα ή η ακρίβεια των ενδείξεων εκ της μηχανής ελέγχου καθίστατο ακροσφαλής. 

 

Ως εκ των πιο πάνω καθίσταται αναγκαίο να εξεταστεί εάν το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε επί του έργου της αξιολόγησης εφόσον είναι δια της αξιολόγησης της μαρτυρίας που κατέληξε στα ευρήματα ενοχής. 

 

΄Εχοντας μελετήσει την πρωτόδικη απόφαση διαπιστώνουμε ότι το θεμέλιο της καταδίκης είναι σαθρό ως εκ του ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενώ υπήρχαν δύο αντίθετες εκδοχές - αυτή της κατηγορούσας αρχής δια του ΜΚ1 και αυτή της εφεσείουσας - αποδεχόμενο και τις δύο ως αξιόπιστες, έσφαλε ως θέμα αρχής, με την κατάληξη ότι οι δύο αυτές εκδοχές μπορούσαν να συμβαδίσουν και να οδηγήσουν σε καταδίκη. 

 

Ο ΜΚ1 σαφώς ομίλησε για το ότι ανέκοψε την εφεσείουσα τη συγκεκριμένη μέρα και η ώρα 4.30π.μ. στον εν λόγω δρόμο και κατά τη διάρκεια της συνομιλίας του με «αυτή μύριζε έντονα οινόπνευμα και είχε κόκκινα μάτια και πρόσωπο».  Επίσης ανέφερε ότι η εφεσείουσα οδηγούσε όχημα μάρκας Νissan Primera με αριθμό εγγραφής KSY561. Αναφερόμενος δε ο μάρτυρας στο δείγμα εκπνοής με μέτρηση 103mg ανέφερε ότι αυτό κατεγράφη σε σχετικό έντυπο (τεκμ.ΑΑ4) το οποίο εξεδόθη σε 3 αντίτυπα, εκ των οποίων το ένα της παρεδόθη. 

 

Στην αντίπερα πλευρά η εφεσείουσα ενώ δέχθηκε ότι ανακόπηκε από την Αστυνομία (χωρίς να αναγνωρίζει τον ΜΚ1), σε καμία περίπτωση δεν δέχθηκε ότι ήταν μεθυσμένη επιμένοντας ότι μόνο δύο ποτήρια κρασί είχε πιεί και οδηγούσε το αυτοκίνητο της μητέρας της το οποίο ήταν Mazda υπ΄αριθμό εγγραφής ΕΑΒ589.  Κατηγορηματικά δε αρνήθηκε ότι της δόθηκε το έντυπο της ανάλυσης, τεκμ.ΑΑ4.

 

Παρά τις ουσιώδεις πιο πάνω αναφορές το Δικαστήριο θεώρησε ότι αφενός η μαρτυρία του ΜΚ1 δεν αμφισβητείτο και αφετέρου η μαρτυρία της εφεσείουσας δεν ερχόταν σε αντίφαση με τα δεδομένα που ο ΜΚ1 έδωσε στο Δικαστήριο. 

 

Δεν είναι σωστή η προσέγγιση του Δικαστηρίου.  Όπως διαπιστώνεται από τα πρακτικά η μαρτυρία του ΜΚ1 αμφισβητήθηκε και τέθηκαν σ΄αυτόν υποβολές για την αντίθετη θέση.  Σίγουρα δεν υπάρχει σύγκλιση μεταξύ των δύο μαρτυριών ώστε να ήταν θεμιτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να αποδεχθεί και τις δύο χωρίς να είναι αντινομικό το εύρημα του.  Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής περιόρισε το θέμα ως προς τη διαφορά στον αριθμό εγγραφής του αυτοκινήτου σχολιάζοντας ότι δεν ήταν στοιχείο του αδικήματος ώστε η διάσταση αυτή να έπρεπε να οδηγήσει σε αθώωση.  Όμως, δεν είναι έτσι τα πράγματα.  Συμφωνούμε ότι ο αριθμός εγγραφής από μόνος του, εάν αποδεικνύετο λάθος στο κατηγορητήριο, δεν θα οδηγούσε σε  αθώωση, αφού όντως δεν πρόκειται για στοιχείο του αδικήματος και θα ήταν αρκετό να αποδειχθεί ότι η εφεσείουσα οδηγούσε ένα μηχανοκίνητο όχημα, νοουμένου ότι υπήρχε ασφάλεια ως προς την εξαγωγή ευρημάτων.   Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει εδώ.  Η όλη περιγραφή των συνθηκών του αδικήματος μεταξύ του ΜΚ1 και της εφεσείουσας, οι οποίοι και οι δύο έγιναν αποδεκτοί, δεν περιορίζει το θέμα στον αριθμό εγγραφής του αυτοκινήτου.  Στην πραγματικότητα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν διατύπωσε ευρήματα επί των λεπτομερειών, με τρόπο που να υπάρχει ασφάλεια καταδίκης.  Εφόσον δεν είναι γνωστό ούτε τι επέλεξε από τις δύο εκδοχές ούτε και γιατί το έπραξε. 

 

Το σφάλμα δε αυτό έχει καταλυτικό αποτέλεσμα ώστε να καθιστά την καταδίκη ανασφαλή με αναπόφευκτη συνέπεια την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. 

 

Ως εκ της κατάληξης μας δε αυτής παρέλκει η εξέταση των άλλων λόγων έφεσης.  Παραμένει μόνο να αποφασιστεί αν θα διαταχθεί επανεκδίκαση ή όχι.  Είναι γνωστό και θεμελιωμένο με ποιες αρχές εξετάζεται το θέμα.  Η άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου, σε σχέση με την απόφαση κατά πόσο δικαιολογείται επανεκδίκαση ή όχι, έχει γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης, όπως αυτό προσδιορίζεται από την εξισορρόπηση της ανάγκης για ορθή εφαρμογή του Νόμου και των επιπτώσεων στον κατηγορούμενο, ssadourian v, Δημοκρατίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 279 και Παπαπαύλου ν. Αστυνομίας, Ποιν.εφ.320/15 ημερ. 25.5.2016), ECLI:CY:AD:2016:B252.

 

΄Εχοντας υπόψη τη φύση του αδικήματος αλλά και το χρόνο που έχει περάσει από τις 11.1.2014 μέχρι σήμερα και ότι επίσης η εφεσείουσα έχει υποστεί ήδη την ποινή της στέρησης αδείας, θεωρούμε ότι δεν θα ήταν προς το ορθώς νοούμενο συμφέρον της δικαιοσύνης να επαναληφθεί η διαδικασία με τη διαταγή επανεκδίκασης. 

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η καταδίκη ακυρώνεται.

 

                                                                   ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

         

                                                                   ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

                                                                    ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο