ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ATTORNEY-GENERAL OF THE REPUBLIC ν. HAGOP MICHAEL DJEREDJIAN AND ANOTHER (1967) 2 CLR 158
GEORGHIOS CHRISTOU ν. THE POLICE (1968) 2 CLR 96
Ζησιμίδη ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 269
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ v. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΙΧΑΗΛ, Ποινική Έφεση Αρ. 48/2022, 15/5/2023, ECLI:CY:AD:2023:B169
ΠΑΝΙΚΚΟΣ ΚΟΚΚΙΝΗΣ ν. ΣΥΜΕΩΝ ΚΟΚΚΙΝΗΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 247/2011, 17/5/2017, ECLI:CY:AD:2017:A179
ECLI:CY:AD:2017:D403
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πoινική ΄Εφεση αρ.129/2015)
15 Νοεμβρίου, 2017
Κ.ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Δ.
ΣΠΕ ΛΑΚΑΤΑΜΙΑΣ-ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΛΤΔ
(πρώην ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΥΠΡΟΥ (ΣΥ.Τ.Ι.Ε.Κ.) ΛΤΔ
Εφεσείουσα,
ν.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΑΚΟΥ
Εφεσίβλητος.
- - - - - - - - -
Ν.Γεωργίου για Καλλή & Καλλή ΔΕΠΕ, για την εφεσείουσα
Εφεσίβλητος προσωπικά
- - - - - - - - -
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ: Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.
- - - - - - - - -
ΠΟΙΝΗ
(Δοθείσα αυθημερόν)
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος με βάση προηγηθείσα απόφαση ημερ. 5.4.2017 στο αδίκημα εξασφάλισης πίστωσης με ψευδείς παραστάσεις από μη αποκατασταθέντα πτωχεύσαντα κατά παράβαση των άρθρων 2, 118(α)[1] του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ.5 (όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο) και του άρθρου 29 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154. Δηλαδή ο εφεσίβλητος κατά ή περί τις 5.7.2007, ενώ ήταν μη αποκατασταθείς πτωχεύσας, εξασφάλισε δάνειο από την εφεσείουσα ύψους ΛΚ7,000 (11,960.21 ευρώ), στη βάση ψευδών παραστάσεων εφόσον δεν πληροφόρησε τον πιστωτή ότι ήταν μη αποκατασταθείς πτωχεύσας δυνάμει της Αίτησης 196/05 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, ότι εκδόθηκε διάταγμα παραλαβής εναντίον του στις 24.1.2006 και κηρύχθηκε σε πτώχευση στις 28.11.2006.
Είχε προηγηθεί αθώωση του στο Επαρχιακό Δικαστήριο και κατόπιν έφεσης της εφεσείουσας καταδικάστηκε από το Εφετείο στο πιο πάνω αδίκημα. Συνεπώς, είναι αναγκαίο, να του επιβληθεί ποινή. Να αναφέρουμε ότι είχε δοθεί χρόνος αφενός να ετοιμαστεί έκθεση του Γραφείου Ευημερίας σε σχέση με τις προσωπικές του συνθήκες και αφετέρου να δοθεί ευκαιρία στον εφεσίβλητο να καταβάλει το πιο πάνω ποσό στην εφεσείουσα ώστε να ληφθεί υπόψη κατά την επιμέτρηση της ποινής. Η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ετοιμάστηκε και σύμφωνα με αυτή ο εφεσίβλητος είναι 35 ετών άνεργος, από χωριό της επαρχίας Πάφου και εξακολουθεί να είναι πτωχεύσας. Αρχικά εργοδοτήθηκε στο δασονομείο ως εποχιακός εργάτης ενώ στη συνέχεια απασχολήθηκε στη ξενοδοχειακή βιομηχανία. Κυρίως, ως τεχνικός σε διάφορα ξενοδοχεία μέχρι το 2013 οπότε και απολύθηκε ως πλεονάζον προσωπικό, λαμβάνοντας και αποζημίωση. ΄Εκτοτε είναι εγγεγραμμένος ως άνεργος και λαμβάνει σχετικό επίδομα. Είναι έγγαμος από το 2004 και η σύζυγος του παρουσιάζει προβλήματα αναφορικά με τη ψυχική της υγεία και δη αγοραφοβία με κρίσεις πανικού και χωρίς να μπορεί να εργαστεί. Συνεπώς ο εφεσίβλητος μοιράζεται μαζί της καθημερινά τη φροντίδα των δύο τους παιδιών, 8 και 4 ετών. Καταγράφεται επίσης η έλλειψη υποστήριξης από τις πατρικές οικογένειες του εφεσίβλητου και της συζύγου του. Δυνάμει του άρθρου 118(α) του περί Πτωχεύσεως Νόμου, Κεφ. 5, που αποτέλεσε το βάθρο της καταδίκης η προνοούμενη υπό του νόμου ποινή είναι αυτή της πενταετούς φυλάκισης.
Σε αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σχέση με αδικήματα που προκύπτουν από τον περί Πτωχεύσεως Νόμο έχει τεθεί η ανάγκη επιβολής αποτρεπτικών ποινών ως εκ του ότι δια της διάπραξης τέτοιων αδικημάτων πλήττεται η ασφάλεια των συναλλαγών με άμεσο αντίκτυπο στην προστασία των πιστωτών, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα σε μια υγιή οικονομία. (Βλ. Ζησιμίδης ν. Αστυνομίας (1992)2 ΑΑΔ 269).
Στη ΣΠΕ ΛΑΚΑΤΑΜΙΑΣ-ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΛΤΔ ν. ΑΝΔΡΕΟΥ, Ποιν. έφ.84/2015, ημερ. 3.2.2016, ECLI:CY:AD:2016:B64 λέχθηκαν τα εξής σχετικά:
«Ο σχετικός Νόμος με τη θέσπιση των συγκεκριμένων αδικημάτων, αποσκοπεί στην προστασία των πιστωτών, στην ασφάλεια των συναλλαγών, στοιχεία τα οποία είναι απαραίτητα σε μια υγιή οικονομία. Όλα τα αδικήματα που διέπραξε ο Εφεσίβλητος εμπεριέχουν το στοιχείο της καταδολίευσης και της αποκόμισης κέρδους, τα οποία αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες. Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στις υποθέσεις Attorney-General of the Republic v. Hagop Michael Djeredjian and Another (1967) 2 CLR 158, Ζησιμίδη ν. Αστυνομίας (1992) 2 ΑΑΔ 269 και Stambouli & Bitton Ltd v. Χρίστου (2005) 2 ΑΑΔ 457, καθοδήγησε ορθά τον εαυτό του ως προς τη σοβαρότητα των αδικημάτων».
Με δεδομένη λοιπόν την ανάγκη για αποτρεπτικότητα ως προς την επιβολή ποινής και με επίγνωση ότι το αδίκημα που διεπράχθη από τον εφεσίβλητο εμπεριέχει το στοιχείο της καταδολίευσης με σκοπό την απόκτηση χρημάτων, κρίνουμε ότι οι προσωπικές του περιστάσεις θα ληφθούν υπόψη, ως επιτάσσει η νομολογία, αλλά δεν μπορούν να υπερφαλαγγίσουν την ανάγκη προστασίας του δημοσίου συμφέροντος αναφορικά με την ασφάλεια των συναλλαγών. Στο βαθμό λοιπόν που είναι επιτρεπτό λαμβάνουμε υπόψη τις όντως δύσκολες προσωπικές συνθήκες του εφεσίβλητου. Επίσης δεν αγνοούμε ότι το αδίκημα διεπράχθη πολλά χρόνια πριν, και παρά το ότι η ποινική υπόθεση κατεχωρήθη το 2011, η τελική απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου δόθηκε στις 29.5.2015. Η ανατροπή δε της αθώωσης συντελέσθηκε όπως αναφέραμε στις 5.4.2017. Ζητήθηκαν εξηγήσεις από την πλευρά της εφεσείουσας για την καθυστέρηση στην έγερση της ποινικής δίωξης. Αναφέρθηκε ότι είναι το 2010 που έλαβε γνώση η εφεσείουσα για το αδίκημα. Στην πρωτόδικη δε διαδικασία υπήρξε και καθυστέρηση που αφορούσε τον εφεσίβλητο. Πρέπει ακόμη να ληφθεί υπόψη ότι μετά την απόφαση μας δόθηκαν αρκετές ευκαιρίες στον εφεσίβλητο προκειμένου να προβεί σε κάποιου είδους διευθέτηση ως επιπλέον μετριαστικό στοιχείο. Πλην όμως, τούτο δεν επετεύχθη.
Όλα τα πιο πάνω κρίνονται ως ιδιαίτερα σημαντικά ως προς το ύψος της ποινής αλλά δεν μπορούν να επηρεάσουν το είδος που δεν μπορεί να είναι άλλο απ΄αυτό της φυλάκισης. Τονίζουμε ότι αν δεν συνέτρεχε το θέμα του χρόνου που έχει περάσει από το αδίκημα μαζί με τις προσωπικές του περιστάσεις, η ποινή θα ήταν ουσιωδώς μεγαλύτερη, πολλαπλάσια θα λέγαμε.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει επιβάλλεται στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης 2 μηνών.
Ερχόμενοι να εξετάσουμε θέμα ενδεχόμενης αναστολής υπό το πρίσμα του Νόμου και της νομολογίας, θεωρούμε ότι δεν στοιχειοθετείται βάσιμος λόγος για αναστολή της ποινής, αφού όπως εξηγήθηκε ήδη, η αρχή της αποτρεπτικότητας υπερέχει ως ανάγκη προστασίας της ασφάλειας των συναλλαγών.
Τα έξοδα θα είναι εις βάρος του εφεσίβλητου, ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, 4 μήνες μετά την αποφυλάκιση του εφεσίβλητου. (Βλ. Christou v. Police (1968) 2 C.L.R. 96 και Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, 2η αναθεωρημένη έκδοση του Criminal Procedure In Cyprus (1975) Γ.Πική, σελ.366-367).
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
[1] «118. Αν πρόσωπο το οποίο κηρύχθηκε σε πτώχευση ή αναφορικά με την περιουσία του οποίου εκδόθηκε διάταγμα παραλαβής:
(α) με την ανάληψη χρέους ή υποχρέωσης, εξασφάλισε πίστωση βάσει ψευδών παραστάσεων ή με άλλη απάτη
.....
(γ) ....είναι ένοχο αδικήματος και με την καταδίκη του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη.»