ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια A.Σωτηριάδης με Γ.Χριστοφή, για τον εφεσείοντα. Κ.Κακουλλή, (κα), για Χρ.Δημητριάδη amp;amp;amp; Σία για την εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-05-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ν. Μ.D.CYPRUS SOYA LTD, Πoινική ΄Εφεση αρ.308/2015, 11/5/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D172

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                          oινική ΄Εφεση αρ.308/2015)

 

11 Μαϊου, 2017

 

Κ.ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Μ.ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Τ.ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ. Δ/στες

 

ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εφεσείων,

        ν.

        Μ.D.CYPRUS SOYA LTD

        Εφεσίβλητης.

        - - - - - - - - -

A.Σωτηριάδης με Γ.Χριστοφή, για τον εφεσείοντα.

Κ.Κακουλλή, (κα), για Χρ.Δημητριάδη & Σία για την εφεσίβλητη.

  - - - - - - - - -

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ:  Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

      

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.:  Η εφεσίβλητη  αθωώθηκε πρωτοδίκως για αδικήματα κατά παράβαση του περί Ζωοτροφών και Προσθετικών των Ζωοτροφών (΄Ελεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Χρήσης) Νόμος του 1993  Ν.13(Ι)/1993 («ο Νόμος»).  Αντιμετώπιζε κατηγορίες για εισαγωγή ακατάλληλου υλικού, για χρήση και διατροφή των ζώων για έκθεση σε κτιριακές εγκαταστάσεις με πρόθεση την πώληση του εν λόγω υλικού. 

 

΄Ηταν εξ αρχής παραδεκτά τα κάτωθι:

 

Η εφεσίβλητη στις 3.10.2011 εισήγαγε 7200 τόνους εκχυλισμένου, καβουρδισμένου, αποφλοιωμένου σογιάλευρου Αργεντινής και ότι στις 3, 4 και 5 Δεκεμβρίου 2011 το πώλησε σε πελάτες της, κατάλογο των οποίων είχε δώσει στο αρμόδιο Υπουργείο.

 

Κατά τη διάρκεια της εκφόρτωσης του οι αρμόδιοι επιθεωρητές προέβησαν σε δειγματοληψίες (η ορθότητα και η νομιμότητα των οποίων αμφισβητήθηκε) και ανιχνεύθηκε σε δύο δείγματα σαλμονέλα ορότυπου kedangou.  Η ανάλυση έγινε από το Εργαστήριο Ελέγχου Τροφίμων Ζωϊκής Προέλευσης του Υπουργείου Γεωργίας (ομοίως και οι αναλύσεις αμφισβητήθηκαν).

 

Το Υπουργείο εξέδωσε διάταγμα δέσμευσης του φορτίου το οποίο η εφεσίβλητη κοινοποίησε στους πελάτες της με οδηγίες να μην πωλήσουν ή χρησιμοποιήσουν το φορτίο.  Στη συνέχεια το Υπουργείο διενήργησε δεύτερες δειγματοληψίες σε διάφορες αποθήκες που ήταν φυλαγμένο το φορτίο.  Σε όλες τις αποθήκες το φορτίο βρέθηκε καθαρό (τεκμ.17-22) πλην του φορτίου που φυλασσόταν σε αποθήκη της εταιρείας Αλφρέδος Ανδρέου Λτδ στην Πάφο.  Στη συγκεκριμένη αποθήκη φυλάσσοντο μόνο 109 τόνοι.  Αυτή τη φορά ο ορότυπος της σαλμονέλας ήταν Τennesvy.  Στην ίδια αποθήκη (στο εξής «αποθήκη Αλφρέδου») φυλασσόταν ταυτόχρονα φορτίο άλλης εταιρείας και πάλι σογιάλευρο Αργεντινής.

 

Για το Γενικό Εισαγγελέα ακούστηκαν 4 μάρτυρες (ΜΚ1 Χριστόφορος Μιχαήλ, επιθεωρητής ζωοτροφών, ΜΚ2 Πανίκος Χ΄Γεωργίου - προϊστάμενος του κλάδου εργαστηριακών εξετάσεων του Τμήματος Γεωργίας, ΜΚ3 Μαρία Εμμανουήλ - Κτηνιατρική Λειτουργός Α΄ και ΜΚ4, Κωνσταντίνο Ζυντήλα - επιθεωρητής ζωοτροφών στο Τμήμα Γεωργίας).

 

Για την εφεσίβλητη κατέθεσε ως ΜΥ1 ο Ανδρέας Αλφρέδος της πιο πάνω αποθήκης που ανήκει στην εταιρεία  Αλφρέδος Ανδρέου Λτδ και ο ΜΥ2 Στ.Μακρής διευθύνων σύμβουλος της εφεσίβλητης.

 

Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας το πρωτόδικο Δικαστήριο επισημαίνει ότι εκείνο που αμφισβητείτο ήταν η ορθότητα των δειγματοληψιών και η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων, καθώς και αν έγιναν σύμφωνα με το Νόμο.  Στη συνέχεια   εξηγεί τους λόγους για τους οποίους θεώρησε ως αναξιόπιστο τον ΜΚ1 και γιατί κατέταξε τη μαρτυρία του ΜΚ2 ως τυπικής αξίας.  Αναφορικά με την ΜΚ3 αναφέρει ότι η μάρτυς δεν είχε άμεση σχέση και εμπλοκή με τα επίδικα γεγονότα και η μαρτυρία της εν πολλοίς ήταν γενικής φύσεως.  Αναξιόπιστος ως εκ των αντιφάσεων του σε σημαντικά σημεία κρίθηκε και ο ΜΚ4.

 

Αντιθέτως και οι δύο μάρτυρες υπεράσπισης κρίθηκαν αξιόπιστοι από το Δικαστήριο για τους λόγους που εκτενώς αναφέρει.

 

Με βάση το έργο της αξιολόγησης το πρωτόδικο Δικαστήριο, συγκεκριμενοποιώντας τη νομική βάση των κατηγοριών  (άρθρ.3, 10, 29 του Νόμου), εντόπισε τα εξής κενά στην υπόθεση του εφεσείοντα:

 

(α) Τα πρόσωπα που προέβησαν στις αναλύσεις δεν παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου (και αυτό κατά παράβαση του άρθ.18(5) του Νόμου).

 

(β)  Προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες σε σχέση με τις επαναληπτικές δειγματοληψίες στις Αποθήκες στην Πάφο και στο κατά πόσο το δείγμα που λήφθηκε στην Πάφο ήταν πράγματι το υλικό που η εφεσίβλητη εισήγαγε.

 

(γ)  Προσθέτως διαπιστώθηκε από την πλευρά της Δημοκρατίας παραβίαση των αρθ.16(γ) και 17(4) του Νόμου, τα οποία έχουν ως εξής:

 

«16.—(1) Όταν δείγ΅α λα΅βάνεται από επιθεωρητή ΅ε βάση τον καθοριζό΅ενο τρόπο, τότε αυτός το υποδιαιρεί σε τρία ίσα κατά το δυνατό ΅έρη, και διευθετεί ώστε κάθε ΅έρος να ση΅ανθεί, σφραγισθεί και φυλαχθεί ΅ε ασφάλεια σύ΅φωνα ΅ε τον καθοριζό΅ενο τρόπο, και ο επιθεωρητής—

(α) θα στείλει ένα ΅έρος στο Γεωργικό Χη΅ικό·

(β) θα στείλει ένα άλλο ΅έρος—

(i) αν το δείγ΅α λήφθηκε σύ΅φωνα ΅ε την αίτηση του αγοραστή ΅ε βάση το άρθρο 14, στον πωλητή ή αντιπρόσωπο του πωλητή·

(ii) σε κάθε άλλη περίπτωση, αν το πρόσωπο από τις κτιριακές εγκαταστάσεις ή υποστατικά του οποίου λήφθηκε το δείγ΅α αγόρασε το εν λόγω υλικό για χρησι΅οποίηση και όχι για ΅εταπώληση, στον πωλητή ή αντιπρόσωπο του και διαφορετικά στο πρόσωπο από τις κτιριακές εγκαταστάσεις ή υποστατικά του οποίου λήφθηκε το δείγ΅α· και

(γ) για σκοπούς του άρθρου 17 θα κρατήσει το υπόλοιπο ΅έρος για εννέα ΅ήνες.

 

 

17(4) Σε περίπτωση κατά την οποία προσαφθούν κατηγορίες εναντίον προσώπου για παράβαση του παρόντος Νόμου ή/και των σχετικών Κοινοτικών Κανονισμών ή των Κοινοτικών Αποφάσεων και υπάρχει ή αναζητείται για παρουσίαση μαρτυρία με βάση αποτελέσματα της χημικής ανάλυσης δείγματος από υλικό που λήφθηκε από επιθεωρητή κατά τον καθοριζόμενο τρόπο αλλά προκύπτει ότι το δείγμα δεν έχει αναλυθεί από τον Κυβερνητικό Χημικό, το Δικαστήριο μπορεί ενεργώντας κατά την κρίση του ή κατόπιν αίτησης του προσώπου που βρίσκεται υπό κατηγορία ή του κατήγορου, να διατάξει ούτως ώστε το κρατηθέν μέρος του δείγματος να σταλεί στον Κυβερνητικό Χημικό για ανάλυση».

 

Πλήττεται η πρωτόδικη κατάληξη με 9 λόγους έφεσης, οι οποίοι θα ομαδοποιηθούν ανάλογα με το περιεχόμενο τους.

 

Α΄Ομάδα:  Λόγοι αφορώντες σε πλημμελή αποκλεισμό μαρτυρίας (Λόγοι έφ.4, 5, 6, 7, 8)

 

Β΄Ομάδα:  Νομικοί λόγοι που αφορούν την ερμηνεία του Νόμου (Λόγοι 2, 3).  Συγκεκριμένα βάλλεται η πρωτόδικη απόφαση για λανθασμένη ερμηνεία και εφαρμογή των αρθ.18(5), 16(5) και 18(4) του Νόμου (2ος λόγος), των αρθρ.16(γ) και 17(4) του Νόμου και η μη εφαρμογή του Ε.Κ. 882/2004 (3ος λόγος).

 

Γ΄Ομάδα:  Δικαιότητα της δίκης και αντικανονικότητα στη διαδικασία αναφορικά με την κατάθεση των γραπτών καταθέσεων των Μ.Υ. ως την κύρια εξέταση τους.  (7ος λόγος)

 

Δ΄Ομάδα:  Είναι ο λόγος ο οποίος αφορά στην επιδίκαση των πρωτόδικων εξόδων υπέρ της εφεσίβλητης.  (9ος λόγος)

 

Είναι χρήσιμο να ξεκινήσουμε από την Α΄Ομάδα αφού ο καθορισμός τυχόν πλημμέλειας στην αντιμετώπιση της μαρτυρίας ενδεχομένως να ήταν καταλυτικός για την όλη υπόθεση.  Κατ΄αρχάς δέον να προσεχθεί ότι εφόσον πρόκειται για αθώωση οι λόγοι εξετάζονται κάτω από το αυστηρό πρίσμα του αρθ.137(1)(α) της Ποινικής Δικονομίας, Κεφ.155, που οριοθετεί το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα να εφεσιβάλει αθωωτική απόφαση - και αυτό ενόψει των διατάξεων του ΄Αρθρου 12.2 του Συντάγματος.

 

Το σχετικό άρθρο προνοεί τα ακόλουθα:

«137.—(1) Ο Γενικός Εισαγγελέας της ∆η΅οκρατίας δύναται—

 

(α) να ασκήσει έφεση ή να εγκρίνει την άσκηση έφεσης από αθωωτική απόφαση Κακουργιοδικείου ή Επαρχιακού ∆ικαστηρίου για οποιοδήποτε από τους ακόλουθους λόγους:

 

(ι) ότι δεν υπήρξε απόδειξη βάσει της οποίας το ∆ικαστήριο ΅πορούσε εύλογα να διαπιστώσει πραγ΅ατικό γεγονός ή γεγονότα αναγκαία για τη θε΅ελίωση της απόφασης αυτής·

(ιι) ότι απόδειξη έγινε πλη΅΅ελώς δεκτή ή αποκλείστηκε·

(ιιι) ότι ο νό΅ος εφαρ΅όστηκε πλη΅΅ελώς επί των πραγ΅ατικών γεγονότων·

(ιν) ότι υπήρξε αντικανονικότητα διαδικασίας·»

 

 

Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Σωφρονίου (2000) 2 Α.Α.Δ. 151, «πρόδηλο είναι από το κείμενο του ΄Αρθρου 137(1)(α), κρινόμενο στην ολότητά του, ότι το δικαίωμα υποβολής έφεσης από το Γενικό Εισαγγελέα περιορίζεται σε νομικά ζητήματα».

 

Πρόκειται για δικαιοδοτικής φύσεως άρθρο οπότε εξετάζεται υποχρεωτικά από το Δικαστήριο έστω και αν δεν εγείρεται ειδικά από τον αθωωθέντα εφεσίβλητο, όπως εν προκειμένω.

 

Θα πρέπει συνεπώς να ειδωθούν προσεκτικά οι λόγοι έφεσης της Α΄ Ομάδας.  Παρότι χαρακτηρίζονται «νομικοί» ως προς πλημμελή αποκλεισμό μαρτυρίας, είναι απαραίτητο να εξεταστεί αν στην ουσία τους είναι λόγοι που αφορούν αξιοπιστία.  Τα όρια δεν είναι πάντα τόσο ευδιάκριτα.

 

Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Μανώλη (1995)2 Α.Α.Δ. 207, στη σελ.213, το Εφετείο, μη δεχόμενο εισήγηση του δικηγόρου του εφεσείοντα ότι η απόρριψη μαρτυρίας μερικώς ή ολικώς ισοδυναμούσε με αποκλεισμό της, ανέφερε τα ακόλουθα, στη σελ.214:

«Η εισήγηση αυτή του δικηγόρου του εφεσείοντα δεν μας βρίσκει σύμφωνους, γιατί η μερική ή ολική απόρριψη μαρτυρίας των δύο μαρτύρων κατηγορίας, του Μ.Κ.1 και του Μ.Κ.3, αντίστοιχα, ήταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και κατ' επέκταση της απόρριψης της και όχι του πλημμελούς αποκλεισμού της. Ο πλημμελής αποκλεισμός μαρτυρίας είναι η μη αποδοχή αποδεκτής μαρτυρίας και όχι η αποδοχή αποδεκτής μαρτυρίας και η μετέπειτα απόρριψη της σαν αναξιόπιστης.»

 

(Βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Α.Λοϊζίδη κ.ά. Ποιν.εφ.145/13 ημερ. 19.12.2014)

 

Ως προς τον 4ο λόγο έφεσης προσβάλλεται η μη ορθή αξιολόγηση του τεκμ.55,η καταγγελία 10.1.2012 η οποία στάληκε στην εφεσίβλητη.  Σίγουρα δεν τίθεται θέμα αυτόνομης αξιολόγησης του τεκμ.55 αφού ο ΜΥ2 Διευθυντής της εφεσίβλητης έδωσε τους λόγους του γιατί δεν το είχε εντοπίσει προηγουμένως.  Συνεπώς αυτός ο λόγος θέτει εμμέσως θέμα αξιολόγησης του ΜΥ2 και δεν είναι παραδεκτός δυνάμει του άρθ.137(1)(α) ανωτέρω.

 

Ο 5ος λόγος έφεσης θέτει με άμεσο τρόπο ζήτημα αξιολόγησης αφού σύμφωνα με το περιεχόμενο του «Το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα και/ή πλημμελώς αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία βρίσκοντας αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας του ΜΚ1 και ΜΚ4 ...».  Σαφώς και είναι το έργο της αξιολόγησης του Δικαστηρίου που πλήττεται σε σχέση με δύο βασικούς μάρτυρες κατηγορίας αφού επ΄αυτών το Δικαστήριο έκρινε ότι περιείχαν αντίφαση:  Ο ΜΚ1 παραδέχθηκε ότι το σογιάλευρο της άλλης εταιρείας το οποίο ήταν ομοίως αποθηκευμένο στην αποθήκη Αλφρέδου βρέθηκε μολυσμένο και αυτή διώχθηκε ποινικά, ενώ ο ΜΚ4 ανέφερε ότι το υλικό εκείνο δεν ήταν μολυσμένο. Συνάγεται από το ίδιο το περιεχόμενο του λόγου αυτού ότι δεν είναι παραδεκτός.  Το ίδιο ισχύει για τον 7ο λόγο - αφού και πάλι αφορά την αξιοπιστία της μαρτυρίας των ΜΥ1 και 2  - αλλά και για τον 8ο λόγο ο οποίος αφορά παράπονο για «αποκλεισμό δήλωσης του ΜΥ1 ότι «η επιλογή αποθηκών ήταν της κατηγορούμενης».  Από την αιτιολογία του λόγου αυτού και πάλι παρεισφρύουν ουσιαστικές πτυχές της αξιοπιστίας του ΜΥ1.

 

Ο 6ος λόγος έχει ως εξής:  «το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε ουσιαστική μαρτυρία και προέβη σε αυθαίρετα συμπεράσματα ως προς την προέλευση του δείγματος που λήφθηκε στο λιμάνι και του δείγματος που λήφθηκε στην Πάφο».  Αυτό, ως φαίνεται από την αιτιολογία του λόγου, πλήττει το μέρος της απόφασης που περιγράφεται, ως ένα από τα σημεία που δημιουργεί αμφιβολίες για την ενοχή της εφεσίβλητης.  Είναι το γεγονός ότι ο ορότυπος σαλμονέλας που βρέθηκε στο σογιάλευρο κατά την εισαγωγή ήταν διαφορετικός από τον ορότυπο σαλμονέλας που βρέθηκε στην αποθήκη Αλφρέδου.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με βάση την ποιότητα της μαρτυρίας που είχε ενώπιον του, η οποία παρά το ότι οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν πολλοί ορότυποι σαλμονέλας, έκρινε τελικώς ότι οι Μ.Κ. δεν ήσαν πειστικοί στο να εξηγήσουν γιατί οι ορότυποι του ιδίου φορτίου ήσαν διαφορετικοί.  Θεωρούμε ότι αυτό το θέμα εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο διατύπωσης αμφιβολιών, ως εξής (σελ.23 της πρωτόδικης απόφασης).

«Κατά δεύτερο λόγο, εξετάζοντας το σύνολο της μαρτυρίας και ιδιαίτερα την μαρτυρία σε σχέση με τις επαναληπτικές δειγματοληψίες στις αποθήκες στην Πάφο, προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσο το δείγμα που λήφθηκε στην Πάφο ήταν πράγματι απο το υλικό που η κατηγορούμενη εταιρεία εισήγαγε. Δεν μπορώ να παραβλέψω ότι το σχεδιάγραμμα που παρουσιάστηκε ως μέρος του Τεκμηρίου 20 παρουσιάζει τον όγκο του σογιαλεύρου της άλλης εταιρείας σαφώς μικρότερο απο τον ισχυριζόμενο όγκο σογιαλεύρου της κατηγορούμενης, ενώ είναι μη αμφισβητούμενο ότι το σογιάλευρο της άλλης εταιρείας ήταν σχεδόν το διπλάσιο σε τόνους απο το επίδικο. Ακόμα και αν δεκτώ ότι το σχεδιάγραμμα δεν ετοιμάστηκε ανταποκρινόμενο σε σωστή κλίμακα δεν ατονεί την αμφιβολία που δημιουργείται σε συνδυασμό πάντοτε την υπόλοιπη μαρτυρία γύρω απο το ίδιο θέμα. Η θέση του ΜΚ1 ότι δεν εκτελούν χρέη αστυνομικού οι επιθεωρητές για να ξέρουν αν τους υποδείχθηκε το σωστό υλικό, η μαρτυρία του ΜΥ1 για την χωροθέτηση της ίδιας της αποθήκης και την διαφορά με το σχεδιάγραμμα αλλά και την αποδεκτή μαρτυρία ότι το πρόσωπο που στοίβαξε το υλικό δεν ήταν παρόν κατά την επαναληπτική δειγματοληψία, είναι ευρήματα που δεν μπορούν να με οδηγήσουν σε συμπέρασμα ασφαλές περί του ότι τα δείγματα που λήφθηκαν από την Πάφο ανταποκρίνονται σε δείγματα του υλικού της κατηγορούμενης. Περαιτέρω οφείλω να σημειώσω την αμφιβολία που δημιουργήθηκε συνεπεία του αναπάντητου ερωτήματος γιατί ενώ το πρώτο δείγμα στο λιμάνι φάνηκε να είναι μολυσμένο με συγκεκριμένο ορότυπο σαλμονέλας, το δείγμα της Πάφου αφορούσε άλλο ορότυπο. Τα όσα προσπάθησαν οι μάρτυρες κατηγορίας να πουν σε σχέση με το ζήτημα αυτό δεν ήταν πειστικά αλλά αόριστα και γενικά αφήνοντας ουσιαστικά μετέωρη την αμφιβολία εάν το δείγμα της Πάφου τελικά λήφθηκε απο το υλικό της κατηγορούμενης ή όχι.

Η αντίθετη περί τούτου κατάληξη μου θα ήτο ακροσφαλές και βασιζόμενη σε υποθέσεις που δεν επιτρέπονται. Με βάση τα ανωτέρω μια τέτοια κατάληξη θα έπληττε καίρια την υποχρέωση του Δικαστηρίου να εξετάσει κατά πόσο όλα τα συστατικά στοιχεία αποδείχτηκαν πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας. Στην παρούσα περίπτωση και με βάση τα πιο πάνω έχουν δημιουργηθεί σοβαρές αμφιβολίες οι οποίες δεν μπορούν να αγνοηθούν καθότι αφορούν ουσιαστικά σημεία των υπό εξέταση αδικημάτων».

 

 

Στην πρόσφατη απόφαση μας Γενικός Εισαγγελέας ν. Vouros Protein Industries Ltd, Ποιν.έφ.56/14 ημερ. 15.3.2017, ECLI:CY:AD:2017:B84 είχαμε την ευκαιρία να επαναλάβουμε ότι η διατύπωση αμφιβολιών προκυπτουσών από αιτιολογημένη αξιολόγηση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 137(1)(α) του Κεφ.155.  (Βλ. Γεν. Εισ. ν. Δημοσθένους 1990 2 Α.Α.Δ. 152). 

 

Συνεπώς για τους λόγους που εξηγήσαμε η ομάδα Α΄ όλων των λόγων έφεσης εξ ολοκλήρου είναι μη παραδεκτή. 

 

Αυτό οδηγεί μοιραία στο συμπέρασμα ότι οι λόγοι της Ομάδας Β΄ είναι αλυσιτελές να εξετασθούν, αφού είναι η πρωτόδικη αντίκριση επί της ποιότητας της μαρτυρίας που οδήγησε στην αθώωση.  Η διαπίστωση κενών και αναποτελεσματικής ή αναξιόπιστης μαρτυρίας ήταν ευρύτερη και δεν συναρτάτο με τους νομικούς λόγους που προβάλλονται στο εφετήριο.  ΄Επεται ότι η αθώωση δεν μπορεί να διασαλευθεί από τους νομικούς λόγους που εγείρονται στην Ομάδα Β΄.

 

Εν αντιθέσει, ο λόγος έφεσης της Ομάδας Γ΄ (Λόγος 1) μπορεί να εξεταστεί αφού αφορά αντικανονικότητα της διαδικασίας.  Παραπονείται η πλευρά του εφεσείοντος ότι δεν της δόθηκε χρόνος να μελετήσει τις γραπτές καταθέσεις των Μαρτύρων Υπεράσπισης (και τα τεκμήρια που αυτές αναφέρουν) και συνεπώς υπήρξε παραβίαση της δίκαιης δίκης.  Μάλιστα στην αγόρευση του ενώπιον μας ο κ.Χριστοφίδης τόνισε ιδιαίτερα το γεγονός ότι δεν δόθηκε στον ευπαίδευτο συνήγορο για τη Γενική Εισαγγελία, τον κ.Α.Σωτηριάδη, χρόνος ούτε 10 λεπτών για να προετοιμαστεί.

 

Εκ των πρακτικών προκύπτει ότι αρχικά η ένσταση του κ.Σωτηριάδη στη μαρτυρία του ΜΥ1 διατυπώθηκε στη βάση ότι η γραπτή κατάθεση δεν του είχε δοθεί προηγουμένως.  Αργότερα, στο στάδιο συζήτησης με το Δικαστήριο, ο ευπαίδευτος συνήγορος διαφοροποίησε το αίτημα του ώστε να του δοθεί δεκάλεπτο διάλειμμα για να διαβάσει το κείμενο.  Το Δικαστήριο έκρινε ότι «η ένσταση δεν ήταν ουσιαστική», αποδέκτηκε την κατάθεση δυνάμει του αρθρ.25 του περί Αποδείξεως Νόμου και επανέλαβε το «δικαίωμα της κατηγορούσας αρχής να υποβάλει ένσταση σ΄οποιονδήποτε σημείο κρίνει απαραίτητο» με σκοπό να διαγραφεί μέρος της κατάθεσης ή να μην κατατεθούν συγκεκριμένα τεκμήρια»  (σελ.130 των πρακτικών).

 

Στη συνέχεια η δήλωση διαβάζετο και κατά την ανάγνωση κατατέθησαν τα τεκμήρια.  Δεν καταγράφεται ένσταση του ευπαιδεύτου συνηγόρου,  εκτός για ένα σημείο που αφορά ερωτήσεις επί του σχεδιαγράμματος τεκμ.20.  Ακολουθεί αντεξέταση του ΜΥ1.

 

Και επί του ΜΥ2 επαναλήφθηκε το ίδιο και η όμοια ένσταση που υποβλήθηκε αντιμετωπίστηκε με τον ίδιο τρόπο από το Δικαστήριο.  Τονίστηκε ότι κανένα δικαίωμα της κατηγορούσας αρχής δεν πλήττεται.  Παράλληλα το Δικαστήριο ανέφερε ότι αν υποβληθεί αίτημα αναβολής (με σκοπό να μελετηθεί η ογκώδης μαρτυρία του ΜΥ2) θα το εξέταζε θετικά.  Όπως και το έπραξε, εντέλει. 

 

Πραγματικά, μας δημιουργήθηκε απορία και έκπληξη για το λόγο αυτό του εφετηρίου.  Το κύριο και ουσιαστικό είναι ότι ουδέν δικαίωμα της κατηγορούσας αρχής δεν έχει πληγεί αλλά ούτε υπάρχει ισχυρισμός ότι έχει πληγεί.  Το Δικαστήριο χειρίστηκε στα πλαίσια του Νόμου την ένσταση και με δικαιότητα προσμέτρησε τα δεδομένα.  Θα είχε φυσικά δίκαιο ο κ.Σωτηριάδης, αν η γραπτή δήλωση δεν διαβαζόταν, και δεν του διδόταν χρόνος να την εξετάσει.  Διατυπώνεται μομφή από την πλευρά του εφεσείοντα για το ότι δεν ακολουθείται ομοιόμορφη πρακτική από τα πρωτόδικα Δικαστήρια.  Δεν είναι κακό η πρακτική να προσαρμόζεται ανάλογα στα δεδομένα της υπόθεσης.  Δεν θα το βρίσκαμε καθόλου κακό, για να αποφεύγεται σπατάλη χρόνου, να ζητείται άδεια όπως η δήλωση να μη διαβαστεί.  Σε τέτοια περίπτωση όμως, θα ήταν ορθό, να δοθεί διάλειμμα για να μελετηθεί.  Ούτε, ανάλογα, συνήθως με συναίνεση των μερών, να θεωρήσει το Δικαστήριο πως η γραπτή κατάθεση είναι καλό να δοθεί από προηγουμένως.  Είναι θέμα ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου να κρίνει ανάλογα με τα δεδομένα - τι θα πράξει.  Σημασία έχει πάντα η ευχέρεια αυτή να μη οδηγεί σε αδικία ή να μη θέτει ένα εκ των διαδίκων σε πλεονεκτική θέση.  Εν προκειμένω, και οι δύο πλευρές είχαν το δικαίωμα να καταθέσουν γραπτώς τις κύριες εξετάσεις των μαρτύρων τους.  Η κατηγορούσα αρχή δεν το επέλεξε.  Εν πάση περιπτώσει, οι χειρισμοί του Δικαστηρίου δεν ήσαν λάθος και σίγουρα δεν οδήγησαν σε αδικία.  Ο λόγος έφεσης δεν έχει αντίκρισμα και απορρίπτεται.

 

Παραμένει για εξέταση η Ομάδα Δ΄(9ος λόγος) που αφορά τη διαταγή εξόδων.  Παραπονείται ο εφεσείων για την επιδίκαση εξόδων σε ποινική δίκη εναντίον της κατηγορούσας αρχής.  Παραγνώρισε το πρωτόδικο Δικαστήριο την αρχή ότι η κατηγορούσα αρχή εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον με το να ασκεί ποινική δίωξη και με την απόφαση του να καταδικάσει την κατηγορούσα αρχή στα έξοδα εφάρμοσε κανόνα αστικού δικαίου ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα.  Στον αντίποδα, η εφεσίβλητη ισχυρίζεται ότι η άσκηση ποινικής δίωξης στην υπόθεση αυτή ήταν καταχρηστική με αναφορά στο αναποτελεσματικό της μαρτυρίας αλλά και την πλήρη συνεργασία της εφεσίβλητης με τις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες παρότι αμφισβήτησε τα αποτελέσματα.

 

Με όλο το σεβασμό, η θέση αυτή της εφεσίβλητης είναι άκαιρη και δεν στηρίζεται στην πρωτόδικη προσέγγιση που όντως φαίνεται να ακολουθεί την πρακτική αστικής δίκης ότι τα έξοδα να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα.

 

Ο λόγος αυτός είναι βάσιμος.  Κρίνουμε ότι δεν συνέτρεχε κανένας λόγος το Δικαστήριο να αποκλίνει από την παγιωμένη αρχή ότι δεν επιδικάζονται έξοδα υπέρ αθωωθέντος κατηγορουμένου και αυτό σαν ασπίδα προστασίας στο καθήκον της Δημοκρατίας για έγερση ποινικών διώξεων σε σχέση με αδικήματα.  (βλ. Σύγγραμμα Γ.Μ.Πική, Ποινική Δικονομία στην Κύπρο, Δεύτερη αναθεωρημένη έκδοση του Criminal Procedure in Cyprus (1975), σελ.368-371).  Ο 9ος λόγος επιτυγχάνει.  ΄Επεται ότι σχετική διαταγή για έξοδα της πρωτόδικης απόφασης ακυρώνεται.

 

Εκτός του 9ου λόγου, οι λοιποί λόγοι έφεσης απορρίπτονται και η πρωτόδικη απόφαση, εκτός του σημείου των εξόδων, επικυρώνεται.

 

                                                          ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

                                                          ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

                                                          ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο