ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:B71
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 195/2016)
6 Μαρτίου, 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΡΕΣΤΗ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Θ. Καραμανής, για τον Εφεσείοντα.
Ειρ. Σάββα (κα), Δημόσιος Κατήγορος, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Νικολάτο, Π.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ex tempore
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Ο κατηγορούμενος-εφεσείων, με δική του παραδοχή, βρέθηκε ένοχος στις ακόλουθες κατηγορίες: 1. Διάρρηξη καταστήματος κατά παράβαση του άρθρου 294(α) του Ποινικού Κώδικα, 2. Κλοπή από κατάστημα, κατά παράβαση των άρθρων 255 και 262 του Ποινικού Κώδικα και 3. Διάρρηξη καταστήματος με σκοπό την κλοπή, κατά παράβαση του άρθρου 295 του Ποινικού Κώδικα.
Ο κατηγορούμενος-εφεσείων στις 6.6.2015 αφού διέρρηξε και εισήλθε στο εστιατόριο με την ονομασία «Δημόκριτος» στην Πάφο, έκλεψε από την ταμειακή μηχανή του εστιατορίου το χρηματικό ποσό των €300, περιουσία του Ε. Δημόκριτου από την Πάφο. Την ίδια ημέρα διέρρηξε και εισήλθε, με σκοπό την κλοπή, στην καφετερία με την ονομασία Baywatch, που βρίσκεται επίσης στην Πάφο, χωρίς όμως να κλέψει ο,τιδήποτε.
Το πρωτόδικο δικαστήριο στην επιμέτρηση της ποινής έλαβε υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε ο κατηγορούμενος-εφεσείων με αναφορά και στην ανώτατη, προβλεπόμενη από το νόμο, ποινή, που είναι η φυλάκιση των επτά ετών για το αδίκημα της πρώτης κατηγορίας, των τριών ετών για το αδίκημα της δεύτερης κατηγορίας και των πέντε ετών για το αδίκημα της τρίτης κατηγορίας. Δεν μας διαφεύγει βέβαια ότι η υπόθεση εκδικάστηκε συνοπτικά και επομένως υπήρχε ανώτατο όριο ποινής που θα μπορούσε να επιβάλει ο πρωτόδικος δικαστής. Το δικαστήριο, με παραπομπή σε σχετική νομολογία, αναφέρθηκε επίσης στην ιδιαίτερα ανησυχητική έξαρση που παρουσιάζουν αδικήματα κατά της περιουσίας στον τόπο μας, όπως αυτά που διέπραξε και παραδέχθηκε ο εφεσείων.
Ο κατηγορούμενος-εφεσείων βαρύνεται και με προηγούμενες καταδίκες. Συγκεκριμένα, το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε σε έξι προηγούμενες καταδίκες, που αφορούν στη διάπραξη πολύ σοβαρών αδικημάτων, μεταξύ των οποίων δύο εμπρησμοί, αδικήματα σε σχέση με ναρκωτικά, καθώς και αδικήματα κατά της περιουσίας και συγκεκριμένα διαρρήξεις και κλοπές. Για τα προηγούμενα αδικήματα ο κατηγορούμενος-εφεσείων εξέτισε διάφορες ποινές φυλάκισης, στο πλαίσιο δε της τελευταίας υπόθεσης 8512/12 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου, του επιβλήθηκαν ποινές με μεγαλύτερη αυτή των δύο ετών για το αδίκημα της διάρρηξης κατοικίας. Η ποινή εκείνη του επιβλήθηκε στις 19.10.12 και στις 18.11.13 αποφυλακίστηκε με προεδρική χάρη, με αναστολή για τρία χρόνια. Παρά ταύτα, όπως παρατήρησε ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο, ο κατηγορούμενος-εφεσείων δεν εξετίμησε το ευεργέτημα που του προσφέρθηκε με την προεδρική χάρη και το γεγονός ότι του χαρίστηκαν 11 μήνες φυλάκισης από την ποινή του και, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναστολής, επανέλαβε τα ίδια αδικήματα, δηλαδή διέπραξε τις προαναφερθείσες δύο διαρρήξεις και την κλοπή.
Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν παρέλειψε να συνυπολογίσει, για σκοπούς μετριασμού της ποινής, τους εξής παράγοντες: Πρώτον την άμεση παραδοχή του στην αστυνομία και την παραδοχή και απολογία του ενώπιον του δικαστηρίου, δεύτερο την συνεργασία του με την αστυνομία, τρίτο την ηλικία του, που ήταν 31 ετών τότε και το περιεχόμενο έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, στο οποίο αναφερόταν, μεταξύ άλλων, ότι ένα από τα αδέλφια του σκοτώθηκε σε ατύχημα, γεγονός που επηρέασε αρνητικά τον ίδιο, καθώς και τραυματικές εμπειρίες που είχε κατά τη διάρκεια της παιδικής του ηλικίας, δεδομένου ότι ο πατέρας του, ο οποίος εκτίει πολυετή ποινή φυλάκισης για φόνο, ασκούσε βία τόσο στον ίδιο όσο και στον αδελφό και στη μητέρα του. Επιπρόσθετα, το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του και τις επιπτώσεις, που τυχόν ποινή φυλάκισης θα είχε στον κατηγορούμενο-εφεσείοντα. Τελικά το πρωτόδικο δικαστήριο ανέφερε ότι η μόνο αρμόζουσα ποινή για τον κατηγορούμενο-εφεσείοντα ήταν εκείνη της άμεσης φυλάκισης. Του επέβαλε στην πρώτη κατηγορία ποινή φυλάκισης εννέα μηνών, στη δεύτερη κατηγορία ποινή φυλάκισης έξι μηνών και στην τρίτη κατηγορία ποινή φυλάκισης έξι μηνών. Οι ποινές συντρέχουν, με ημερομηνία έναρξης υπολογισμού του χρόνου έκτισης την 21.9.2016, ημερομηνία κατά την οποία ο κατηγορούμενος-εφεσείων τέθηκε υπό κράτηση.
Επιπρόσθετα, ως αποτέλεσμα της προαναφερόμενης απόφασης για επιβολή ποινής φυλάκισης για τα διαπραχθέντα αδικήματα, το πρωτόδικο δικαστήριο, αυτόματα, ενεργοποίησε και την ανασταλείσα ποινή φυλάκισης των έντεκα μηνών από την συνολική ποινή φυλάκισης δύο ετών που του είχε επιβληθεί στο πλαίσιο της υπόθεσης 8512/12, έχοντας υπόψη την αρχή της συνολικότητας της ποινής, σύμφωνα με την οποία η συνολική ποινή που επιβάλλεται δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογη.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με τρεις λόγους έφεσης. Πρώτον ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρέλειψε να διαπιστώσει παράγοντες σχετικούς με πιθανότητα αναστολής της ποινής, δεύτερο δεν απέδωσε τη δέουσα σημασία στις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορούμενου-εφεσείοντα και στις περιστάσεις διάπραξης των αδικημάτων στα πλαίσια και πάλιν εξέτασης του ενδεχομένου αναστολής της ποινής και τρίτον παρέλειψε όλως διόλου να εξετάσει την πιθανότητα αναστολής της ποινής.
Εξετάσαμε με προσοχή τους λόγους έφεσης, καθώς και όλα τα σχετικά στοιχεία σε αυτή την υπόθεση, υπό το φως των ικανών αγορεύσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων και καταλήξαμε ότι οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι. Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε ενδελεχώς όλα τα ενώπιόν του στοιχεία τόσον όσον αφορά τη διάπραξη των αδικημάτων όσο και όλους τους προσωπικούς, οικογενειακούς και άλλους παράγοντες αναφορικά με τον κατηγορούμενο-εφεσείοντα. Εδωσε σημασία στις προσωπικές του περιστάσεις τις οποίες και απαρίθμησε και ασχολήθηκε και με το ζήτημα της συνολικότητας της ποινής, ζήτημα που δεν προσβάλλεται, εν πάση περιπτώσει, με την παρούσα έφεση.
Είναι γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν αναφέρθηκε ρητώς στο ενδεχόμενο αναστολής, όμως είναι προφανές από την απόφασή του ότι θεώρησε πως η αρμόζουσα ποινή ήταν εκείνη της άμεσης φυλάκισης. Εν πάση περιπτώσει, ακούσαμε τον ευπαίδευτο συνήγορο του εφεσείοντα να προβάλλει ενώπιόν μας λόγους για τους οποίους θα ήταν ορθό και δίκαιο η ποινή του εφεσείοντα να ανασταλεί. Ο κ. Καραμανής αναφέρθηκε σε σχέση την οποία δημιούργησε ο εφεσείων πριν την επιβολή της επίδικης ποινής και είπε ότι, ενόψει των σκληρών παιδικών οικογενειακών συνθηκών του, το γεγονός της δημιουργίας προσωπικής σχέσης σε αυτή την ηλικία των 30 και πλέον ετών, θα έπρεπε να είχε συνυπολογιστεί και να είχε ως αποτέλεσμα την παροχή ακόμα μιας ευκαιρίας στον εφεσείοντα να διατηρήσει την ελευθερία του. Πρόσθεσε ο κ. Καραμανής ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν είχε ενώπιόν του εντελώς πρόσφατη έκθεση κοινωνικής έρευνας αλλά η έρευνα την οποία συμβουλεύθηκε ήταν παλαιότερη και δεν αναφερόταν σε αυτή την τελευταία προσωπική σχέση του εφεσείοντα.
Εξετάσαμε όλα τα στοιχεία που έθεσε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα ενώπιόν μας, κατά την άσκηση των εξουσιών μας ως Εφετείο δυνάμει του άρθρου 145(2) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφάλαιο 155, και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο η ποινή που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα πρωτοδίκως είναι η αρμόζουσα αλλά και ότι δεν συνέτρεχαν και οποιοιδήποτε λόγοι είτε αναφορικά με το άτομο του εφεσείοντα είτε αναφορικά με τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων που να δικαιολογούν την αναστολή της ποινής που του επιβλήθηκε.
Υπό τις περιστάσεις η έφεση απορρίπτεται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.