ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:B524

(2016) 2 ΑΑΔ 1131

15 Νοεμβρίου, 2016

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 39/2015)

 

 

Ποινή ― Ναρκωτικά ― Κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α΄, ήτοι 248,54 γραμμαρίων κοκαΐνης, με σκοπό την προμήθειά του σε άλλα πρόσωπα ― Εφεσείων λευκού ποινικού μητρώου, ύπαρξη παραδοχής ― Επικύρωση ποινής φυλάκισης πέντε χρόνων, η οποία επιβλήθηκε από Κακουργιοδικείο ― Χαρακτηρίστηκε από το Εφετείο ορθά σταθμισμένη και ουδόλως υπερβολική ― Απόρριψη λόγων έφεσης περί έκδηλης υπερβολικότητας ― Άρνηση Εφετείου να επέμβει.

 

[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]

 

Η έφεση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28,

 

Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127,

 

Hassan v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 356.

 

Έφεση κατά Ποινής.

 

Έφεση από τον Καταδικασθέντα εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Δημητριάδου,Π.Ε.Δ., Χαραλάμπους, Α.Ε.Δ., Παπαδοπούλου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 61/2015), ημερομηνίας 19/2/2015.

Σ. Χατζησέργης, για τον Εφεσείοντα.

 

Ε. Παπαλοΐζου (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

Εφεσείων παρών.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, με την παρούσα έφεση, προσβάλλει ως υπερβολική την ποινή φυλάκισης πέντε χρόνων, που του επιβλήθηκε από το Κακουργοδικείο για το αδίκημα της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α΄, 248,54 γρ. κοκαΐνη, με σκοπό την προμήθειά του σε άλλα πρόσωπα. Στις 10.1.2015, συνελήφθη να έχει στην κατοχή του την προαναφερθείσα απαγορευμένη ουσία. Για την όλη συμπεριφορά του, που είχε στο επίκεντρό της την πιο πάνω πράξη, αντιμετώπισε τρεις, συνολικά, κατηγορίες. Για τις κατηγορίες, όμως, που αφορούσαν τα αδικήματα της συνωμοσίας προς διάπραξη κακουργήματος και της κατοχής της πιο πάνω ποσότητας ναρκωτικών, αντίστοιχα, δεν επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή. Ο εφεσείων, κατηγορηθείς ενώπιον του Δικαστηρίου, παραδέχθηκε ενοχή, ευθύς εξαρχής, και, έτσι, αποφεύχθηκε η διεξαγωγή δίκης.

 

Η πιο πάνω απόφαση προσβάλλεται, κατ' έφεση, με δύο, βασικά, λόγους. Είναι, ειδικά, η θέση του εφεσείοντος ότι, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, η επιβληθείσα σε αυτόν ποινή είναι υπερβολική και ότι το Δικαστήριο καθοδηγήθηκε λανθασμένα από τις υποθέσεις στις οποίες το ίδιο αναφέρθηκε, δεδομένων των διαφορετικών γεγονότων τους από αυτά της παρούσας υπόθεσης.

 

Κατ' αρχάς, το Δικαστήριο, αναμφίβολα, έλαβε σοβαρά υπόψη, ως μετριαστικό παράγοντα, το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσείοντος, επιδεικνύοντας προς το πρόσωπό του, ως εκ του γεγονότος αυτού, τον ανάλογο βαθμό επιείκειας. Περαιτέρω, εξετάζοντας το γεγονός της παραδοχής του ενώπιόν του, έλαβε, προφανώς, υπόψη και αυτό προς μετριασμό της ποινής, υπό την έννοια, όμως, της εξοικονόμησης πολύτιμου δικαστικού χρόνου. Η πιο πάνω αντιμετώπιση είναι, βέβαια, ορθή και σχετική επί τούτου είναι η υπόθεση Χαρτούπαλλος ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 28, στην οποία το Δικαστήριο έκαμε ειδική αναφορά. Σημείωσε, όμως, συγχρόνως, ότι ο εφεσείων συνελήφθη κατά την τέλεση των προαναφερθέντων αδικημάτων.

 

Όσον αφορά τις συνθήκες διάπραξης των εν λόγω αδικημάτων, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορούσε να τους προσδώσει ιδιαίτερη σημασία προς όφελος του εφεσείοντος. Επεσήμανε ότι επρόκειτο για συνήθη περίπτωση, κατά την οποία πρόσωπο, εν προκειμένω ο εφεσείων, εμπλέκεται, ενδιάμεσα, στη διακίνηση απαγορευμένης ουσίας, προκειμένου να την παραδώσει σε κάποιο τρίτο πρόσωπο, έναντι αμοιβής. Διαπίστωσε δε, συγχρόνως, τη συμβολή τέτοιας δράσης στην εξάπλωση της χρήσης απαγορευμένων ουσιών, με καταστροφικά αποτελέσματα για την κοινωνία. Σε σχέση δε με αυτήν, ειδικά, την εμπλοκή του εφεσείοντος, σημείωσε, ως πολύ αρνητικό στοιχείο, το γεγονός ότι ο ίδιος ηθελημένα παρέλειψε να αποκαλύψει την ταυτότητα του προσώπου που του προμήθευσε τα ναρκωτικά, καθώς, επίσης, την ταυτότητα του προσώπου προς το οποίο ο ίδιος, ακολούθως, θα τα παρέδιδε. Παρεμπόδισε, έτσι, όπως, συναφώς, σημείωσε, την ανάληψη δράσης από την Αστυνομία, προς εντοπισμό και σύλληψη των βασικών συντελεστών στην εμπορία της συγκεκριμένης ποσότητας του άκρως επιβλαβούς ναρκωτικού και, πιθανόν, και άλλων ποσοτήτων αυτού.  Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω διαπιστώσεών του, δεν έλαβε, επίσης, σοβαρά υπόψη και τις αιτιάσεις τις οποίες ο εφεσείων πρόβαλε για την εν λόγω παράλειψή του, που αφορούσαν, δήθεν, σε απειλές, τις οποίες ο ίδιος δέχθηκε για το πρόσωπό του, καθώς και για πρόσωπα της οικογένειάς του. Οι αιτιάσεις αυτές είχαν περιοριστεί, άλλωστε, στο πεδίο των ισχυρισμών και μόνο. 

 

Επιπρόσθετα, το Δικαστήριο σχολίασε, και πάλι αρνητικά, τον ισχυρισμό εκ μέρους του εφεσείοντος ότι αυτός οδηγήθηκε στη διάπραξη των υπό αναφορά αδικημάτων, λόγω οικονομικών δυσκολιών, τις οποίες ο ίδιος αντιμετώπιζε κατά το δεδομένο χρόνο.  Όπως ισχυρίστηκε, για τη μεταφορά και παράδοση των εν λόγω ναρκωτικών, ουσιαστικά, θα ωφελείτο με ποσό της τάξεως των €1.300,00. Το Δικαστήριο ορθά άφησε να νοηθεί ότι αυτός δε θα μπορούσε να είχε προβάλει πιο ευτελή δικαιολογία ως προς το λόγο που τον ώθησε να προβεί στη διάπραξη των συγκεκριμένων αδικημάτων. Όπως δε, ορθώς, παρατηρεί, ο εφεσείων, ουσιαστικά, θα αποκόμιζε οικονομικό όφελος, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή συνανθρώπων του, πέραν της βέβαιης εξαθλίωσης, στην οποία καταλήγουν, συνήθως, χρήστες, ειδικά, σκληρών ναρκωτικών, όπως το υπό αναφορά.

 

Τέλος, το Δικαστήριο δεν παρέλειψε, ως είχε υποχρέωση, να λάβει υπόψη και τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος, εναποθέτοντας στον παράγοντα αυτό τη δέουσα βαρύτητα, μειωμένη, όπως αυτή πρέπει να είναι, σύμφωνα με τη νομολογία, δεδομένης της σοβαρότητας, ειδικά, του αδικήματος της κατοχής με σκοπό την προμήθεια, το οποίο τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι και διά βίου. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε, συγκεκριμένα, στο γεγονός ότι ο εφεσείων προέρχεται από οικογένεια, της οποίας οι γονείς είχαν χωρίσει, όταν αυτός ήταν, μόλις, έξι χρονών, ότι είχε επιδράσει πολύ αρνητικά στον ψυχικό του κόσμο το γεγονός του θανάτου του αδελφού του, συνεπεία δυστυχήματος, ότι είναι χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και ότι αντιμετωπίζει μονίμως οικονομικά προβλήματα, λόγω του ότι δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί σε μια εργασία. Όσον αφορά την ηλικία του, των 29 χρόνων κατά τη διάπραξη των αδικημάτων, το Δικαστήριο, ορθά, δεν έδωσε στο γεγονός αυτό ιδιαίτερη σημασία, αφού, όπως σαφώς άφησε να νοηθεί, ένα πρόσωπο σε αυτήν την ηλικία δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται, χωρίς άλλο, με τέτοιου βαθμού απερισκεψία, όπως, εν προκειμένω, ο εφεσείων. Επιπρόσθετα, όπως διαπιστώθηκε, αυτός ενεπλάκη στη διάπραξη των εν λόγω αδικημάτων κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες, που έχουν, πιο πάνω, αναφερθεί.

 

Από την προηγηθείσα συζήτηση, είναι φανερό ότι το Δικαστήριο έλαβε δεόντως υπόψη τόσο τις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων όσο και τις προσωπικές συνθήκες του εφεσείοντος, τις οποίες στάθμισε, υπό το πρίσμα των διαφόρων παραγόντων, οι οποίοι συνέτρεχαν στην προκειμένη περίπτωση και ήταν σχετικοί σε σχέση με τον καθορισμό της ποινής, η οποία, τελικά, του επιβλήθηκε. Η αναφορά του δε στις υποθέσεις Ρεσλάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 127 και Hassan v. Αστυνομίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 356 είναι φανερό ότι έγινε προς το σκοπό διαπίστωσης της σοβαρότητας του διαπραχθέντος αδικήματος της κατοχής ελεγχόμενου φαρμάκου, τάξεως Α΄, με σκοπό την προμήθεια και για καθοδήγησή του στην επιλογή, υπό παρόμοιες περιστάσεις, της αρμόζουσας ποινής.

 

Αφορούσαν, οι δύο αυτές υποθέσεις, κατοχή, με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα, σχετικά, μικρότερων ποσοτήτων ναρκωτικών, τάξεως Α΄, και είχαν επικυρωθεί, επ' εφέσει, ποινές φυλάκισης οκτώ χρόνων, στην πρώτη, στην οποία έγινε ακρόαση, και έξι χρόνων, στη δεύτερη, μετά από παραδοχή. Δε διαπιστώνεται, όμως, από τα γεγονότα τους, να είχε δοθεί ιδιαίτερη σημασία στις προσωπικές συνθήκες των εκεί εφεσειόντων, παρά μόνο στην ιδιαίτερη σοβαρότητα των αδικημάτων, τα οποία αυτοί είχαν διαπράξει και ήταν τα ίδια με αυτά που διέπραξε ο εφεσείων. 

Εν κατακλείδι, κρίνεται ότι η ποινή των πέντε χρόνων που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα, υπό τις δεδομένες περιστάσεις της υπόθεσης, είναι, οπωσδήποτε, ορθά σταθμισμένη και ουδόλως υπερβολική.

 

Επομένως, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο